Further tags

Στον στρατό όταν ζορίζω κάποιο φαντάρο σε υπηρεσίες και αγγαρείες, όταν τον τρέχω.

Ήρθε ο νέος και πούλαγε μούρη στους αξιωματικούς. Απο τότε συνέχεια τον γκαζώνω και έχει στρώσει.

Got a better definition? Add it!

Published

Ο στρατιώτης που κυκλοφορεί ασκεπής, δεν φοράει δηλαδή το στρατιωτικό του πηλίκιο.

Κοίτα ρε το ποντίκι που κυκλοφορεί και ασκεπής! Μόλις φάει την πρώτη καμπάνα θα στρώσει!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το όπλο MG3 στον στρατό.

- Γιατί λαδώνεις τη μυτζήθρα σου ρε σειρά;
- Ξέχασες ότι αύριο θα πάμε για βολές;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στον στρατό: το τζόκεϊ, ή αλλιώς το πηλίκιο ασκήσεων.

- Ρε ψαρά, έβαλες τη στολή εξόδου και από πάνω αντί για την τυρόπιτα έβαλες την λεμονόκουπα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όπως και η ποντικομαχία, είναι ο τσακωμός μεταξύ νέων στο στρατό.

Νέοι, εδώ είναι ο θάλαμος, διαλέξτε το κρεββάτι σας και δε θέλω να δώ γαλομαχίες, ποιος θα πάρει το πάνω και ποιός το κάτω!

Got a better definition? Add it!

Published

Ο στρατιώτης που έχει υπηρεσία στην κεντρική πύλη του στρατοπέδου.

Δημητρίου βγήκαν οι υπηρεσίες και είσαι πυλάτος 10.00 - 12.00.

Got a better definition? Add it!

Published

Στην πολεμική αεροπορία ο στρατιώτης ή αξιωματικός που κάνει περίπολο με τη συνοδεία στρατιωτικού σκύλου.

Μέχρι τις 23.00 είναι χαλαρά στη σκοπιά. Μετά βγαίνουν παγανιά οι σκυλάδες και πρέπει να είσαι με το κράνος και το όπλο παρα πόδας, για να μη φας καμπάνα.

Got a better definition? Add it!

Published

Στον στρατό, η εύκολη μονάδα. Συνώνυμο με το χυμείο.

Υπηρέτησα σε μια μονάδα εντελώς ρέκλα. Κάθε μήνα άδεια, μέρα παρα μέρα εξόδους και αγγαρείες πολύ λίγες!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στον στρατό, η μονάδα που είναι πολύ «εύκολη», δεν έχει πολλές αγγαρείες, έχει καλή διοίκηση, και γενικά περνάνε καλά όλοι οι φαντάροι.

Πολύ τυχερός ο Γιώργος, υπηρετεί με απόσπαση σε μια μικρή μονάδα που έχει μόνο μια σκοπιά και το φαγητό τους το φέρνουν απο άλλο στρατόπεδο. Και ο διοικητής τους έχει όλους μία-μία. Εντελώς χυμείο δηλαδή!

Εκ του χύμα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο του Λόχου Διαλύσεως.

Οι παλιοί στρατιώτες που ανήκουν στο Λόχο Διοικήσεως και είναι πολύ πιο χαλαροί και αραχτοί απο τους νέους φαντάρους από πλευρά υπηρεσιών και αγγαρειών.

Άντε ρε σειρά, πού θα πάει, θα περάσουν οι μήνες και θα μπούμε και εμείς στην Προεδρική Φρουρά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified