Ο άνδρας που βάφει τα μαλλιά του.

Συνήθως συνδυάζει δύο αντιφατικά χαρακτηριστικά: α) Είναι κομψευόμενος και γόης. β) Είναι μεγάλης ηλικίας, ergo αρσενικό παλαιάς κοπής και πασέ. Ο συνδυασμός των δύο στοιχείων τον καθιστά συχνά γελοίο, αφού μπορεί να συνδυάσει την καραμπογιά με μύστακα παλαιάς κοπής και με τέτοια «προσόντα» να την πέφτει σε πιπινέζες. Τέτοιος τύπος είναι ο (νεκρός) ήρωας της ταινίας 4 Μαύρα Κοστούμια, για τον οποίο ο Γιάννης Ζουγανέλης εξαπολύει την κορυφαία ατάκα: «Καλύτερα ξέφωτο, παρά βαψομαλλιάς». Επίσης, μπορεί να είναι ο καθηγητής που τον κοροϊδεύουν τα παιδάκια, ο καθηγητής Πανεπιστημίου που την έχει δει βελτσίων του Βέλτσου, ή ο επίδοξος εραστής της κομμώτριας. Είναι και το ότι οι άντρες είναι συνήθως λιγότερο προσεκτικοί και διαθέτουν λιγότερο χρόνο από τις γυναίκες σε αυτά τα θέματα, οπότε δεν τo 'χουν.

Ωστόσο, τουλάστιχον τις τελευταίες δεκαετίες πολλοί αστέρες της σόου μπιζ αποφάσισαν να εξασκήσουν το άθλημα. Πολλοί γελοιοποιούνται με καραμπογιές και βαψίματα χρώματος κομοδινί. Μερικοί, όμως, επιδίδονται και σε ψαγμενιές, όπως: Ο εξηντάρης βάφει τα μαλλιά του σε χρώμα γκρι του πενηντάρη, ή ο πενηντάρης σε χρώμα γκρι του σαραντάρη. Επίσης, διάφορες άλλες σπρετσατούρες, οι οποίες συνήθως δεν βγαίνουν και τους γελοιοποιούν έτι περισσότερο.

Γενικώς, η αυτονόητη κατηγορία για έναν βαψομαλλιά είναι ότι το βάφει το μαλλί, καθιστάμενος έτσι όψιμος πουστοσέξουαλ. Πλην καθώς διάγουμε κατά Baudrillard την εποχή της διασεξουαλικότητας και του τραβεστί του πολιτικού (le travesti du politique), παρόμοιες κατηγορίες είναι αναχρονιστικές και καταδικασμένες στην συνείδηση του λαού. Εξάλλου οι γνώμες διίστανται: Ο βαψομαλλιάς παρακάμπτει την ανησυχία άσπρα μαλλιά στην κεφαλή, κακά μαντάτα στην ψωλή. Στερείται όμως και την απόλαυση να περηφανευτεί μαλλί βαμβάκι, ψωλή φαρμάκι. Αμφότερα και τα δύο είναι κοινωνικές/ γλωσσικές κατασκευές. Απλώς το πρόβλημα είναι τι γίνεται όταν έχεις ήδη αρχίσει να γκριζάρεις και μετά σκας μύτη, αίφνης, ως καραμπογιάς. Γι' αυτό έχω να προτείνω το εξής: Αν τύχει να έχουν βγει ήδη κάμποσες άσπρες τρίχες μέχρι να σκεφτείς το βάψιμο, τα βάφεις σε ένα τιραμισουρεαλιστικό χρώμα, όπως μπλε, φούξια ή ξανθά αν είσαι μελαχροινός, για να το παίξεις φρικιό, τρελό αλτέρνι κι έτσι. Και σε χρόνο ανύποπτο, όταν όλοι το έχουν ξεχάσει, το γυρίζεις σε κανά κομοδινί της αρεσκείας σου. Ήταν μια κοινωνική προσφορά του Χάνου της Χρυσής Ορδής για το σλανγκρ.

Υπάρχει και ειδικό βλόγιον, το www.vapsomalliades.blogspot.com, το οποίο κράζει τεκμηριωμένα τους απανταχού βαψομαλλιάδες και το συνιστώ εκθύμως για να περάσετε μερικές ώρες απολαυστικού κραξίματος, τώρα μάλιστα που το σλανγκρ βρίσκεται σε ύφεση. Από εκεί αρυόμαστε τις παρακάτω πληροφορίες:

Επιφανείς βαψομαλλιάδες είναι και οι χαβαλεδιάρηδες τραγουδιστές:

Πέτρος Κωστόπουλος: Βλαχοκυριλέ κομοδινί βάψιμο με εμφύτευση. Ceci n'est pas Μέγας Πέτρος!

Γιώργος Τράγκας: Μαλλί- τηγάνι, ήτοι μαύρο βάψιμο που επικάθηται σαν τηγάνι πάνω στο γκρι του πενηντάρη (ενώ ο Τράγκας είναι 65άρης) που διατηρεί στους κροτάφους. Ceci n'est pas σπρετσατούρα!

Λευτέρης Ζαγορίτης: Πρόχειρο κατάμαυρο με λευκές ρίζες.

Τόλης Βοσκόπουλος: Ερωτιάρικο καφέ θυσανωτό.

Άρης Σπηλιωτόπουλος: Κατάμαυρη ιφιγένεια, αν και ο ίδιος είχε δηλώσει παλιότερα ότι γκρίζαρε από το άγχος και τις ευθύνες...

Παύλος Τσίμας: «Εμφάνιση δημοδιδασκάλου, μύσταξ ιεροψάλτου, ύφος σεμνοπρεπές» για τον τρομπαδούρο του σοσιαλισμού, που με το κομιλφό βάψιμο προσπαθεί να αλώσει το σύστημα από τα μέσα σύμφωνα με την τακτική του «εισοδισμού» (βλ. το απολαυστικό άρθρο στο μπλογκ).

Πάνος Παναγιωτόπουλος: Αυτάρεσκος βαψομαλλιάς και προσθετάκιας, ξυρίζει τις φαβορίτες για να μην φαίνονται οι εκεί άσπρες τρίχες.

Αλέξης Κούγιας: Μια από τις πολλές κουγιές του μοντελοπνίχτη είναι η απελπισμένη καραμπογιά του.

Άδωνις Γεωργιάδης: Είναι συμβατή η βαψομαλλίαση με τα ελληνικά ιδεώδη;

Γιώργος Καρατζαφύρερ: Σκούρο καφέ έως έντονο καφεκόκκινο που ζαλίζει και τα περιστέρια.

Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης: Κάνει και ανταύγειες και το παραδέχεται! Εύγε για την ανδρεία!

Αλέξης Παπαχελάς: Εγγράμματο, σικ βάψιμο.

Ανδρέας Μικρούτσικος: Ένα βαψιματάκι τοσοδά μικρούτσικο.

Κίμων Κουλούρης: Όχι μόνο τα μαλλιά (ατημελήτως βαμμένα με άσπρους θύλακες), αλλά και τα φρύδια και τις βλεφαρίδες, του Άι Λάινερ δεηθώμεν! Κιμωνό ξεκούμπωτο με λίγο από thespian. Πάντως, συνάδει με την όλη θεατρική σκηνική του παρουσία.

Ron Jeremy: The Porn-Star Experience of βαψομαλλιάς. Ναι, ο άνθρωπος, που μπορούσε να κάνει αυτό για το οποίο ζηλεύουμε τους σκύλους, τα βάφει.

Ύστερα και από αυτό το τελευταίο παράδειγμα, πρέπει να το σκεφτούμε σοβαρά μήπως όντως είναι μαγκιά το να είσαι βαψομαλλιάς. Αν δεν πειστήκατε ακόμα, σκεφτείτε ότι βαψομαλλιάς είναι και ο Ρεχάγκελ.

Trivium: Όπως αναφέρεται εδώ, στις τελευταίες αμερικλάνικες εκλογές για κλανητάρχη, οι Ρεμπουπλικάνοι κατηγόρησαν τον Ομπάμα ότι βάφει τα μαλλιά του, και κατέβηκαν με το σύνθημα: «Πώς μπορείτε να εμπιστευτείτε έναν βαψομαλλιά;». Πλην ο Ομπάμας, ομπάμιας μπορεί να είναι, αλλά βαψομαλλιάς ποτέ! Απέδειξε με αδιάσειστα τεκμήρια ότι είναι φυσικός μαύρος και κέρδισε έτσι τις εκλογές, που κρίθηκαν στην αντικατηγορία ότι οι Ρεπουμπλικάνοι είναι συκοφάντες και ρατσιστές εναντίον των ευυπόληπτων βαψομαλλιάδων συμπολιτών μας.

  1. Τρελό κουνέλι για Τράγκα:

Ακόμα ένας δημοσιογράφος προστέθηκε στην μεγάλη λίστα των βαψομιαλλιάδων!! Γιωργάρα, 10 χρόνια νεότερο σε κάνει το κομοδινί!! Καλορίζικο..

  1. Δίκαιη οργή από γουορντπρέσι:

Σεμνά και ταπεινά ο άλλος βαψομαλλιάς του μπούλη: Με …ελικόπτερο στη Μύκονο ο Βαρβιτσιώτης!..
…για προσωπική κοινωνική του υποχρέωση. Δεν βάζουν με τίποτε μυαλό στην κυβέρνηση…
Για τη σεμνότητα και ταπεινότητα του βαψομαλλιά υπουργού του Καραμανλιστάν, στο press-gr
* Ρε αληταρά, κομψευόμενε ανίκανε, που δεν έχεις ένσημο στη ζωή σου, ξέρεις με τι ζει ο λαός;
Ξέρεις τενεκέ ξεγάνωτε;

  1. ΟΚ, πάντως κι ο Ιωαννίδης με τον ΠΑΟ κόντρα σε Νίνη και μετά Σαλπιγγίδη, δεν τα πήγε άσχημα από αριστερά. Το ίδιο και με τον Κουτσιανικούλη στον Τέλη.
    Δεν υπάρχει παικτική σύγκριση μεταξύ των παικτών που αναφέρεις και του Εστογιάνοφ. Ο βαψομαλλιάς υπερτερεί και σε ταχύτητα και σε τεχνική.
    (Δες).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κουφό, χαζομάρα, κάτι το οποίο περιμένεις να πει μια ξανθιά.

Εάν δε το άτομο που εκφέρει αυτού του είδους τα μαργαριτάρια, το κάνει συνεχώς μπορούμε να πούμε ότι μιλάει «ξανθά»

Άρα μετά το ποδανά, τα καλιαρντά, τα γαλλικά, τα θεσσαλονικιώτικα, τα σλανγκ, τις ντοπιολαλιές, τα σιχτίρια, τον γουτσισμό, την σεφερλίτιδα, την τρεντογλωσσούζ, μια νέα λεκτική περιπέτεια αλλά και πηγή έμπνευσης ήρθε να προστεθεί στην Ελληνική γλώσσα και στο slang.gr!

Τα ξανθά, πετάγονται σε καθημερινές συζητήσεις αλλά και στα πρωινάδικα από ξανθές, ξανθούς αλλά δυστυχώς και προς κατάρρευση του μύθου της χαζής ξανθιάς, από πολλούς άλλους ανεξαρτήτου φύλου και χρώματος μαλλιών.

Σε αντίθεση με πολλούς άλλους ελληνικούς γλωσσικούς λαβύρινθους, τα ξανθά χαρακτηρίζονται από μια αφέλεια, ένα νάζι και μια βαθιά αθωότητα που προσφέρουν σε όλους τον γέλωτα και την χαρά.

Βαριές μορφές των «ξανθών» είναι ο αντζελισμός αλλά και ο τιραμισουρεαλισμός.

Σε συνδυασμό με Ανορθογραφική Παράτονη Ακρόαση, τα ξανθά γίνονται ακατάληπτα από όλους…

  1. - Γιατί γελάτε έτσι ρε μαλάκες, μήπως πέταξα κανά ξανθό;

  2. - Καλά, χθες, βγήκαμε με δύο γκόμενες, μας τρέλαναν! Μιλούσαν ξανθά όλοι την νύχτα! Δεν μας άφησαν άντερο! Σκέτο ανέκδοτο! Η μια μάλιστα γυρνάει και μου λεει: «Ioρδάνη σε λένε ; έχεις καμιά σχέση με τον ποταμό ;» Αχαχαχαχαχ!
    - Γαμήσατε, γαμήσατε;
    - Ωραία μέρα σήμερα, ε; Πάμε παραλία;

  3. - Πάλι δεν κλείσαμε μπούτι χθες βράδυ… Πρώτα για φραπέ, ήρθε και ένας τρίποδος και πήραμε CD από την μαύρη αγορά, μετά επήγαμε να φάμε είδη υγιεινής, μετά σε ένα μπαράκι, αλλά τι να πω, αυτοί οι δύο δεν ήταν του δικού μας βεγγαλικούς… Ιδίως αυτός ο Ιορδάνης, ο μάνατζμεντ, όλο μου μιλούσε για μειονότητες αλλά όπως ξέρεις εγώ μόνο πλεονεκτήματα έχω, χελλόου… Τελικά τους παρατήσαμε ξυλιασμένους και εκεί που περπατούσαμε για σπίτι βλέπω μια μπανανόφλουδα... Ακόμα πονάει ο κώλος μου από την τούμπα…
    - Μπράβο Μαιράκι, βλέπω μιλάς πολύ καλά τα ξανθά!
    - Mα βρε Ντόλυ μου, μελαχρινή είμαι…

Eγώ επίσης τραγουδώ και ξανθά! (από MXΣ, 05/07/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ξανθό στο μαλλί των μελαχρινών, είτε ως ανταύγεια είτε ως βαφή, το οποίο στο συγκεκριμένο τύπο γυναίκας δεν ταιριάζει «ούτε με ενέσεις». Κλασσικό παράδειγμα «γουστέλλειψης». Απαντάται σπανίως και σε άνδρες.

- Περίμενα κι εγώ τη Θεά που θα'ρχόταν μαζί με τον Μπάμπη.. Κι σκάει μια μ'ένα μαλλί ξανθεμετί... δράμα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified