Φράση που χρησιμοποιείται στο τάβλι όταν ένας παίχτης φέρει ντόρτια, πεντάρες ή εξάρες.
-Α ρε πούστη... Μια παχιές θέλω και το πήρα το παιχνίδι...
(Φέρνει ασσόδυο)
-ΓΑΜΗΜΕΝΟΣ ΝΑ ΣΑΙ ΡΕ ΠΟΥΣΤΗ!!
Φράση που χρησιμοποιείται στο τάβλι όταν ένας παίχτης φέρει ντόρτια, πεντάρες ή εξάρες.
-Α ρε πούστη... Μια παχιές θέλω και το πήρα το παιχνίδι...
(Φέρνει ασσόδυο)
-ΓΑΜΗΜΕΝΟΣ ΝΑ ΣΑΙ ΡΕ ΠΟΥΣΤΗ!!
Got a better definition? Add it!
Ξοδεύω, ή χάνω όλα μου τα χρήματα σε ψώνια, ή στο τζόγο.
Ήρθε στην Ελλάδα στο Μεσοπόλεμο με τους επαναπατρισμένους ομογενείς από τις Η.Π.Α. Ετυμολογικά είναι προφανώς ο συνδυασμός του ξε με το buck (χαρτονόμισμα του ενός δολαρίου) των αμερικανών.
– Που πας ρε, αφήνεις το παιχνίδι στη μέση!
– Με ξεμπακίσατε, φεύγω!
Δεν έχω φράγκο. Πήγα για ψώνια με τη γυναίκα μου και ξεμπακίστηκα.
Βλ. δώσε κώλο στον ρουφιάνο!, φρηζάραν τα λέκια και πλάκωσαν τα μπηλοζήρια, μπιλοζίρια.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Λέξη που χρησιμοποιείται από κάγκουρες για να αποφύγουν να χρησιμοποιήσουν τη λέξη decat ήτοι ban από κάθε forum.
Συνήθως τα άτομα αυτά είναι κατ'αυλακιώτες γνωστοί στα κοντροστέκια και κυνηγάνε σαξόραλλα...
Άσε φίλε, έστησα ένα παρολί μούρλια... σκάει σα διάολος... ΜΑΥΡΙΛΕΣ σου λέω...
Got a better definition? Add it!
Το βιδάνιο είναι ένα συγκεκριμένο ποσοστό χρημάτων που παίρνει από κάθε κερδισμένο παίκτη αυτός που διοργανώνει ένα παιγνίδι χαρτιού, π.χ. ο καφετζής. Αυτή είναι η αμοιβή του για τον χώρο που προσφέρει, τα τραπέζια, τις τσόχες, τις τράπουλες και το σέρβις. Πολλές φορές, ανάλογα με την συμφωνία, περιλαμβάνεται και οτιδήποτε καταναλώσουν οι παίκτες.
Προέρχεται από το ρώσικο свидания (ζβιντάνια) = αποχαιρετισμός, το δικό μας «άντε γεια». Δηλαδή στη συγκεκριμένη περίπτωση η πληρωμή κατά το τέλος του παιχνιδιού.
Κι άρχιζε να πίνει με δίψα έπινε όσα λεφτά είχε, έπινε βερεσέ, έπινε και τα βιδάνια (από το «Τράτα Κουλουριώτικη», Καϋμοί στο Γρυπονήσι, του Γιάννη Σκαρίμπα)
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Στοιχηματική πρόβλεψη από έναν παίκτη που την μοιράζεται με άλλον. Ο παίκτης θεωρεί σίγουρη την πρόβλεψή του (), γι αυτό και χρησιμοποιεί τον συγκεκριμένο όρο για να τονίσει την αξία της πρότασης του προς τον άλλον παίκτη.
- Πάνε παίξε την Μίλαν ξερό άσσο την Κυριακή. - Λες ρε μαλάκα; Δεν ξέρω. - Δώρο σου λέω..
Got a better definition? Add it!
Αρχικά χαρτοπαιχτική αργκό (βλ. λ. «ρεφάρω»), η οποία όμως μπορεί να χρησιμοποιηθεί και μεταφορικά, δηλώνοντας μια μέτρια κατάσταση ούτε κρύου ούτε ζέστης, ότι είμαστε δηλαδή κομψί κομψά ένα πράμα: δεν είμαστε σούπερ, αλλά δεν μας χαλάει και τίποτα.
Όπως και το «ρεφάρω», η έκφραση χρησιμοποιείται συνήθως σε περιπτώσεις όπου ερχόμαστε στα ίσα μας μετά από ανοδική πορεία / βελτίωση, έχει δηλαδή θετική χροιά: ισορροπούμε κάπου στο μέσον και λέμε «πάλι καλά Παναγίτσα μ'».
- Έλα ρε Παντελή! Χρόνια και ζαμάνια! Πώς είσαι; - Προχτές αποφυλακίστηκα, στα λεφτά μου είμαι.
Got a better definition? Add it!
Στο πόκερ. Το λέει αυτός που ποντάρει (ή κάνει check) πρώτος μετά από άνοιγμα κάποιου φύλλου. Το συναντάμε μόνο σε παιχνίδια ανάμεσα σε μια παρέα, γιατί όλο και κάποιος θα υπάρχει που να μην ξέρει τους κανόνες.
- Ποιος μιλάει τώρα;
- Εσύ αφού είσαι ο επόμενος μετά το Big Blind.
- Ωραία, ποντάρω τις κάλτσες μου.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ποδοσφαιρική σλανγκιά που αναφέρεται σε παντελώς ατάλαντο αμυντικό χαφ.
Η βασική λειτουργία του αμυντικού χαφ (ή εξάρι) είναι να τρέχει σκυλίσια και να ανακόπτει όποια μπάλα μπορεί - γι' αυτό και κάποιοι αναφέρονται στα καθαρά εξάρια και ως «κόφτες». Πρέπει να βγαίνει πάντα πάνω στα μακρινά σουτ και να κόβει το πεδίο του σουτέρ, να βγαίνει πάνω σε μια πάσα πριν τον αποδέκτη της και να σταματάει τις αντεπιθέσεις πριν γίνουν επικίνδυνες.
Ένα εξάρι που δεν κάνει τίποτα από όλα αυτά - συνήθως επειδή είναι προχωρημένης ηλικίας και δεν έχει τρεξίματα ή επειδή είναι πολύ σοφτ το παιχνίδι του - δεν μπορεί να κόψει ούτε στην ξερή, ήτοι με βαλέ.
Πήγε ο άλλος και έβαλε αμυντικό χαφ το Μάκο, και τους ρίξανε 3 κόντρες στο κεφάλι. Αφού δεν μπορεί να κόψει ούτε με βαλέ ο τύπος.
Got a better definition? Add it!
Φράση προερχόμενη εκ του Pop/R&B ακούσματος «Αν μου φτάναν τα λεφτά» του Stan (Στράτου Αντιπαριώτη).
Η ιστορία έχει ως εξής:
- Νεαρός κοζάρει ξανθό νέτο στη σχολή.
- Νέτο κολλημένο με γκόμενο, ο νεαρός έχει φάει φλας με την πάρτη της. Πιστεύει ότι το να ρίξει τέτοιο θεόμουνο έχει τις ίδιες πιθανότητες με το να του κάτσει το Λόττο.
- Νέτο βλέπει τον γκόμενό της να φασώνεται με άλλη, τον παρατάει κι αρχίζει να τρέχει.
- Ο νεαρός ξαφνικά πέφτει πάνω στο νέτο, αυτή του χαμογελάει και το όνειρό του γίνεται πραγματικότητα.
Η φράση χρησιμοποιείται για περιπτώσεις γκόμενας η οποία αποτελεί υπόδειγμα τέλειας γυναίκας, σε εμφάνιση, σε χαμόγελο, σε χαρακτήρα και γενικά ακριβώς σε ότι γουστάρει ο ενδιαφερόμενος. Απλά όπως συμβαίνει πάντα, έχει γαμηθεί ο Δίας και έχει προλάβει άλλος πριν από εμάς. Γι' αυτό και το να σου κάτσει τέτοια γκόμενα και να την πετύχεις σε ελεύθερη φάση, είναι πιο δύσκολο κι απ' το να σου κάτσει το Λόττο.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
To αλαλάζουν με σαδιστική ικανοποίηση μπροστά σε μεσμερίζουσες οθόνες ορμονόπληκτοι και μετέφηβοι εξολοθρεύοντας με το τζόιστικ ανά χείρας εικονικούς τυπωμένους κακούργους που αραβοφέρνουν ή μεταναστοφέρνουν (ή μετανάστες που κακουργοφέρνουν), σαρκοβόρα τέρατα που ποτέ δεν αντιμετωπίζουν τα προβλήματα της καρέτα - καρέτα, ή και οχήματα παντός είδους, καταναλώνοντας τα γνωστά τοξικά πολιτιστικά προϊόντα της σήμερον με μόνο κέρδος τη ματαιόδοξη εγγραφή ενός ευφάνταστου νικ – άβαταρ σε λίστες φήμης.
Αλλά έχει ξεφύγει, όπως κι αρκετοί που το χρησιμοποιούν.
Τώρα παίζει, όλο και συχνότερα, και για δίποδα σαρκοβόρα, κάθε άλλο παρά εικονικά, μερικά εκ των οποίων αποφεύγουν να πολυκυκλοφορούν εκτός οθόνης, γιατί είναι αλλεργικά σε γαλακτοκομικά, μούντζες, κατάρες και σοδομισμό του ίματζ τους.
Ή έμμεση πλην σαφής καταγγελία του ανυπόφορα κιτσάτου θεάματος που δεν πείθει κανέναν για τις σωτήριες προθέσεις του, η ενσωματωμένη αγανάκτηση, η άτυπη υπόσχεση του επερχόμενου game – over, αλλά και η μυρωδιά από καναπέ, υπόσχονται ένα μέλλον που μπορεί και να είναι ανάλογα επικό.
Άσε που εμπεριέχει και κάτι από Alain Badiou ο οποίος, μάλλον, δεν έχει ιδέα από LoL.
1.
ΠΟΥΤΑΝΑΣ ΓΙΕ Π..Ε ΨΟΦΑ,ΨΟΦΑ,ΨΟΦΑ,ΨΟΦΑ,ΨΟΦΑ
(Από σχόλιο στο εδώ βιντεάκι).
2.
- Η Βουγιουκλάκη κατέστρεψε τη νοοτροπία της Ελληνίδας γυναίκας και το συνεχίζει το Sex and the City.
- Ελπίζω να μη βλέπεις.
-Γιατί εσύ βλέπεις;
- Φυσικά!
- Και εγώ προσπαθώ να πετάω τα αρνητικά κύματα. Λέω ψόφα, ψόφα, ψόφα συνέχεια. Συνεχίζουν το καταστρεπτικό έργο της Αλίκης Βουγιουκλάκη.
3.
Έλα βρε ρουφιάνε ματατζή όπα όπα όπα όπα, ψόφα, ψόφα, ψόφα, ψόφα!!!
(Από σχόλιο στο εδώ βιντεάκι).
4.
Το νόημα της συγκεκριμένης λέξης, έτσι όπως τη χρησιμοποιεί η αμερικανική κυβέρνηση, εξακολουθεί να μου διαφεύγει. Απελπισμένος την κατατάσσω πλέον δίπλα στα άλλα μυστήρια του σύμπαντος. «Μπαμπά τι σημαίνει αυτοσυγκράτηση;». Ίσως τελικά αυτοσυγκράτηση σημαίνει να είναι υποκριτής και να υποκρίνεσαι ότι δεν είσαι. Αυτοσυγκράτηση σημαίνει να δολοφονείς καθημερινά με συνταγή γιατρού. Και ίσως εν κατακλείδι αυτοσυγκράτηση είναι ένας εύσχημος τρόπος για να πεις: Ψόφα επιτέλους! ψόφα, ψόφα, ψόφα.
(όλα απ’ το δίχτυ)
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified