Πέρα από την κυριολεκτική έννοια, η μεταφορική αναφέρεται στον πολύ μικρό σωματικά και ηλικιακά. Γενικότερα ο ασήμαντος.
12 χρονών κακομαθημένη μουνόψειρα και κοίτα συμπεριφορά...
Πέρα από την κυριολεκτική έννοια, η μεταφορική αναφέρεται στον πολύ μικρό σωματικά και ηλικιακά. Γενικότερα ο ασήμαντος.
12 χρονών κακομαθημένη μουνόψειρα και κοίτα συμπεριφορά...
Got a better definition? Add it!
Ο πολύ άσχημος, ο παπαρομούρης, ο αρχιδομούρης. Από το παπάρι + μορφή. Ο όρος χρησιμοποιείται για να δηλώσει τον πολύ μαλάκα.
Ίσα ρε παπαρόμορφε που θα μου πεις πως έχω άδικο...
Got a better definition? Add it!
Άσχημη κοπέλα, μπάζο...
-Απ αυτήν την παρέα μόνο εκείνη με το κόκκινο λέει... Όλες οι άλλες είναι μπαλότσες.
Got a better definition? Add it!
Published
Got a better definition? Add it!
Κοινώς... ο μαλάκας.
Γαμόφλαρε, θα σε γ...!!!
Δες και τον κακό σου τον φλάρο.
Λέξεις με ρήμα για πρώτο συστατικό: αλλαξοκωλιά, γαμο-, γαμογελώ, γαμολεβιές, γαμοπαίδι, γαμοπερίπτωση, γαμοπιλώθω, γαμόπουστας, γαμοσείρι, γαμοσπέρνω, γαμοσταυρίδι, γαμοτζάζ, γαμόφλαρος, γαμοχέρουλα, γλειφομούνι, γλειφοκώλι, γλειφοπούτσι, ζαλαρχίδης, κλασομούνι, κλαψομούνης, κοψοχρονιά, λαχταροψώλα, μαδομούνι, σπαζαρχίδης / σπασαρχίδης, σπασικαύλιος, σπασοκλαμπάνιας, τρεχέδειπνος
Got a better definition? Add it!
Τόσο αδερφή που δεν πάει άλλο.
- Κοίτα που μας έγινε γκέι και ο Τάκης!
- Γκέι;;; Χα! Αυτός είναι μια καράπουστα του κερατά!
Got a better definition? Add it!
Ο δημοσιογράφος που τρέφεται με τον θάνατο των συνανθρώπων του.
Λύσσαξαν όλοι οι τηλεκανίβαλοι με τον μικρό Άλεξ. Και τι απέγινε; Τίποτα.
Got a better definition? Add it!
Ο νεαρός μπάτσος ή γενικά ο μπάτσος.
Εκεί που καθόμασταν ήσυχα ήρθε ένα μπατσόνι και μας είπε να φύγουμε. Και έγινε μπάχαλο.
Got a better definition? Add it!
Το πουστάκι, η νεαρή προκλητική αδερφή.
- Είχα να δω τον Γιάννη χρόνια... Και τι να δω! Ένα πουστρόνι από τα λίγα!
Got a better definition? Add it!
Η χαζογκόμενα.
Τι μαλακοβιόλα! Της είπα να μου κάνει κράτηση για τις είκοσι του μηνός και μου έκανε για τις είκοσι του άλλου μήνα...
Συνώνυμο: χαζοβιόλα, η.
Got a better definition? Add it!