Άλλη ονομασία για το χορτο,εκ του αγγλικού plant
-Τι γίνετε Λέο,θα στρίψουμε κάνα πλάντ?
Άλλη ονομασία για το χορτο,εκ του αγγλικού plant
-Τι γίνετε Λέο,θα στρίψουμε κάνα πλάντ?
Got a better definition? Add it!
Published
Άλλη μια λέξη για να περιγράψεις έναν χασικλή. Η λέξη, αυτή, προέρχεται από κακή μετάφραση της ξενικής "stoner".
-Ρε μαλάκα, ο Μπάμπης καπνίζει 10 pureάκια την ημέρα να πούμε!Για βασιλιάς των πετρατζήδων το πάει...
-Άσε ρε, ο Μάριος πιο κατάλληλος υποψήφιος είναι για αυτή τη θέση...
Got a better definition? Add it!
Ο χάλια ποιότητας μπάφου αξίας 5 ευρώ(τάλιρο) που είναι χάλια και πουλάνε ξένης εθνικότητας ντίλερ σε παρακμιακούς χώρους.
Ο Κώστας ο μαλάκας πήγε να αγοράσει ένα ταλιρο μπάφο και οι ρωσσοπόντιοι του έδωσαν χάλιρο.
Got a better definition? Add it!
Ναρκοσλάνγκ για το σπασμένο, ή τριμμένο χόρτο. Οι απανταχού τζουράκηδες το παίρνουν μόνο σε περίπτωση μεγάλης χαρμάνας, ή δε το παίρνουν καθόλου, καθώς θεωρείται μη τίμιο σε σχέση με τη στερεά μορφή (παπάς) καθώς είναι πιο αδύναμη η μαστούρα που δίνει.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Αυτός που κάνει καθ' έξη μπάφο, που παίζει μπάφκετ. Περισσότερα στον σύνδεσμο του δευτέρου παραδείγματος.
Got a better definition? Add it!
Αλλιώς ο χορταρέας, δηλαδή κατά τον προσφυή ορισμό του Γεωργίου Ζάκκου, "η περίπτωση ανδρός ο οποίος καταναλίσκει μεγάλες ποσότητες χόρτου, ήτοι χασίς, μπάφου, μαύρου, νταφού".
Στο Ιντερνέτι το βρίσκω και σε μία περίπτωση που φαίνεται να συνδέεται με το έτερο γρασίδι, ήτοι το γκαζόν του ποδοσφαιρικού γηπέδου, οπότε φαίνεται να σημαίνει τον πωρωμένο - καμένο με το ποδόσφαιρο ή τον ποδοσφαιριστή. Είναι εξάλλου και παρωνύμιο παράγοντα ποδοσφαιρικής ομάδας όπως μπορεί να διαπιστώσει κανείς από τον γούγλη.
ΤΟΝ ΣΥΝΘΕΤΙΚΟ ΧΛΟΟΤΑΠΗΤΑ ΤΗΣ, ΠΟΥ ΚΑΝΕΙ ΤΗΝ ΖΩΗ ΔΥΣΚΟΛΗ ΣΕ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΧΟΡΤΑΡΑΚΗΔΕΣ (Εδώ).
Got a better definition? Add it!
Άλλη λέξη για τον μπάφο, τσιγάρο το οποίο καπνίζεται και ανήκει στα ελαφριά ναρκωτικά. Αποτελείται από κανονικό καπνό για στρίψιμο ενός απλού καθημερινού τσιγάρου και κάνναβη.
Μαλάκα μου ο Μαυρακάκης ήταν τέρμα κλασμένος στην πενταήμερη... Είχα μπει στο δωμάτιο του και πρέπει να 'χε πιει καμιά 10αριά μπίτσια...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Χασίστες και οι φουντικοί: οι δυο μεγάλες κατηγορίες Ελλήνων που αμφιμαστουρώνουν ανάμεσα στον πατέρα τους τον Μπάτη (που ήρθε απ' την Σμύρνη το 22, κλπ) και την κουτσουμπήλω του Bob.
Ας πανηγυρίσουμε τον ανθό τση μάνας γης με ένα λημματογραφικό απάνθισμα για το χασισάκι του Θεού, από όπου κι αν προέρχεται.
Αλφαβητάρι του χασίστα
(σ.ς. Χασίσι: ο επεξεργασμένος και πρεσαριστός ανθός της ινδικής κάνναβης)
Aλφαβητάρι του φουντικού
(σ.ς. φούντα: το άνθος του θηλυκού δενδρύλλιου ινδικής κάνναβης: ο αποξηραμένος ανθός της ινδικής κάνναβης)
Φουντοχασιστικά γάρα, παραφερνάλια κ.ά.
Υστερόγραφο: σούρα, τζούρα και μαστούρα
Βλ. επίσης: Το λεξικό της ντάγκλας, Λ. Χρηστάκη και Ν. Επάρατου (Εκδόσεις Opera 1995).
Got a better definition? Add it!
-> Ο μπάφος είναι ένα τσιγάρο το οποίο καπνίζεται και ανήκει στα ελαφριά ναρκωτικά. Δηλαδή τα μη ιδιαίτερα εθιστικά.
-> Αποτελείται από κανονικό καπνό για στρίψιμο ενός απλού καθημερινού τσιγάρου και κάνναβη. Η κάνναβη είναι το χασίσι, αλλά και η μαριχουάνα, δύο συγγενικά φυτά. Μπορεί να καπνιστεί είτε με μαριχουάνα δηλαδή, είτε με χασίς. Η διαφορά των δύο αυτών είναι πως το χασίς είναι 5 φορές δυνατότερο από τη μαριχουάνα και εντάσσονται στα λεγόμενα «ελαφριά ναρκωτικά» τα μη ιδιαίτερα εθιστικά δηλαδή.
->Ο μπάφος (καπνός+χασίς) ή αλλιώς φούντα, ή νταφού (το «φούντα» ανάποδα), ή μαύρο ή [βρομά] (το «μαύρο» ανάποδα) ή τσιγαριλίκι ή γάρο ή χόρτο ή grass, είναι ακριβώς τα ίδια πράγματα.
->Η λεγόμενη τζιβάνα είναι αυτό που χρησιμοποιούμε αντί για φίλτρο. Μπορείς να τη φτιάξεις τυλίγοντας ένα μικρό σκληρό χαρτάκι (π.χ. κόβοντας λίγο χαρτάκι από το κουτί με τα τσιγάρα).
->Οι τιμές ποικίλλουν. Με 10 ευρώ, συνήθως βγαίνουν περίπου 5 δίφυλλα τσιγαριλίκια και ίσως και παραπάνω.
->Τι συμβαίνει πραγματικά όταν πίνεις μπάφους όμως; Ντάξει έχεις κατ' αρχάς τα κλασσικά: κόκκινα μάτια, στεγνό στόμα / λαρύγγι, αίσθηση πως ο χρόνος κυλάει γρήγορα ενώ κυλάει κανονικά, διεσταλμένες κόρες, ονειρική αίσθηση (όχι πάντα καλή), αρχικά νευρικό ασταμάτητο γέλιο, πιθανόν άγχος ή θλίψη. Το βασικό πράγμα που κάνει είναι όπως κ αν νιώθεις ψυχολογικό, ό,τι κι αν είναι αυτό, να το κάνει πιο έντονο με ήρεμο τρόπο. Αν για παράδειγμα όταν κάνεις το τσιγαριλίκι σου είσαι χαλαρός και νιώθεις ήρεμος, θα νιώσεις μια ευφορία, μια χαρά, ένα άκυρο αλλά χαρούμενο συναίσθημα να περιβάλλει την ψυχή σου. Άμα όμως είσαι αγχωμένος, το μόνο που θα κερδίσεις είναι να αγχωθείς περισσότερο ή και να σε πιάσει κρίση πανικού!
->Τα συμπτώματα διαρκούν 4-5 ώρες για την πρώτη φορά, και 2-3 ώρες τις επόμενες. Το ΤΗC (η ουσία που προκαλεί αυτήν την ονειρική κατάσταση) μπορεί να βρεθεί στο σώμα σου σε εξετάσεις τις επόμενες 4-6 βδομάδες (ωστόσο τα παραπάνω συμπτώματα επιδρούν πάνω σου για το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα που ανέφερα). Μετά τις 4-6 βδομάδες εξαφανίζεται από το αίμα.
->Πολλοί πιστεύουν πως η κάνναβις αποτελεί το πρώτο βήμα σε ένα μονοπάτι πολύ επικίνδυνο. Στο μονοπάτι των ναρκωτικών. Προσωπικά πιστεύω πως το μυστικό είναι να έχεις τα μάτια σου ανοιχτά. Ο μπάφος δεν βλάπτει. Αλλά άμα στα 14 σου πίνεις μπάφους, πολύ πιθανό θα ναι στα 19 σου να είσαι πρεζάκιας, σωστά; Γιατί όταν ξεκινάς από μία ελαφριά ουσία, την επόμενη φορά, αναγκάζεσαι να πάρεις μία μεγαλύτερη δόση ώστε να έχεις αντίστοιχα αποτελέσματα μ' αυτά που είχες και την προηγούμενη φορά. Κάποια στιγμή λοιπόν, η συγκεκριμένη ουσία θα πάψει να σε καλύπτει πια κι έτσι θα πέσεις σε πιο σκληρά / εθιστικά ναρκωτικά, και στο τέλος θα χάσεις τον ίδιο σου τον εαυτό.
Ο πυργιώτικος μπάφος ή μαύρο ή πυργιώτικη (καλαματιανή) φούντα εξάγεται σε περισσότερες από 50 χώρες με μεγαλύτερη εξαγωγή στην Ολλανδία. Κύριο μέσο εξαγωγής είναι τα καράβια (σαν της φωτογραφίας) γνωστά και ως «βαποράκια».
(από εδώ)
Got a better definition? Add it!
Πρόκειται για ποικιλία μαλακού ψημένου μαυρακίου με προέλευση συνήθως το Αφγανιστάν. Αγοράζοντάς το ενισχύετε τον αγώνα των χασασίνων.
- Ξένες συμμορίες πήραν το πάνω χέρι στον «πόλεμο» που μαίνεται στις πλατείες της Αττικής για τον έλεγχο της αγοράς των ναρκωτικών. Αλβανοί, κατά πρώτο λόγο, αλλά και -τελευταία- Νιγηριανοί και Πακιστανοί (που εισάγουν στη χώρα μας το αφγανικό χασίς, που είναι γνωστό στις πιάτσες με την επωνυμία «πλαστελίνη») ξαναμοιράζουν τις «περιοχές ευθύνης», τις περισσότερες φορές όχι αναίμακτα.
(εδώ)
- ...το χασίς. Επίσης γνωστό ως τσοκό, τσοκάδι, πλαστελίνη, κουράδι.
(εκεί)
- Το μαύρο που σου είπε ο Φούντας (το ψημένο δηλαδή) είναι το επεξεργασμένο. Παρασκευάζεται με κοσκίνισμα. Μούφα γενικά και οι πλαστελίνες (τα μαλακά ψημένα) μούφα γενικότερα. (παραπέρα)
Got a better definition? Add it!