Further tags

To Thesaurus Linguae Graecae (TLG) («Θησαυρός της Ελληνικής Γλώσσας») είναι πρόγραμμα που περιέχει όλα τα κείμενα της ελληνικής γλώσσας από τον Όμηρο ως τον 15ο αιώνα και έχει χαρακτηριστεί ως η ηλεκτρονική κιβωτός του ασύλληπτου πλούτου της γλώσσας μας, ένα μνημείο για τον Ελληνισμό. Το Thesaurus Slanguae Graecae (TSG) δεν είναι άλλο απ' το slang.gr, και είναι η νέα κιβωτός και παρακαταθήκη του ασύλληπτου μεγαλείου και όλβου της ελληνικής σλανγκ.

- Ρε συ Επαμεινώνδα, όπως διάβαζα χτες Ηλία Πετρόπουλο, βρήκα κάμποσες άγνωστες λέξεις.
- Μπες στο TSG, τι κάθεσαι;
- Έλα μου ντε...
- Κι εγώ χτες που πόσταρα στο bourdela.com δεν μπορούσα να καταλάβω τους όρους ενός μπουρδελιάρη, αλλά μ' ένα κλικ στο TSG, έλυσα τις απορίες μου κι επανήλθα δριμύτερος...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι αποκαλούνται οι λεξικογράφοι του slang.gr, το ετερογενές δηλαδή συνονθύλευμα των καθαρμάτων εκείνων που έχτισαν λημματάκι-λημματάκι το πληρέστερο και εναλλακτικότερο ηλεκτρονικό λεξικό του σύγχρονου Ελληνισμού.

— Περικλή, πού εξαφανίστηκες αγόρι μου; Από το 1976 και κάθε 17 Νοέμβρη ήσουν κάθε χρόνο επικεφαλής στη πορεία του κόμματός μας προς την Αμερικανική Πρεσβεία!
— Συμπάθα με συντρόφισσα, αλλά τον τελευταίο καιρό έχω καταρρεύσει ολοσχερώς. Το ταράκουλο με την Λίλλιαν με έκανε να αμφισβητήσω τα πάντα. Κλονίστηκε η και πίστη μου στην επανάσταση. Στην αρχή στράφηκα στον Γιανναρά και επισκέφτηκα το Άγιο Όρος. Οι γέροντες όμως μου έκαναν την σούφρα XL και έφυγα κακήν κακώς. Αναζήτησα την αλήθεια στον Γιαλόμ, και αποφάσισα να επουλώσω τα ψυχικά τε και πρωκτικά μου τραύματα στρεφόμενος επιτέλους σε κάτι δημιουργικό. Έγινα λημματοδότης στο slang.gr.
— Κουράγιο σύντροφε, και να προσέχεις τους μπαγαποντοδότες.

Γίνε και ΣΥ εθελοντης λημματοδοτης (από Vrastaman, 19/11/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτοσχέδιο διαδραστικό πνευστό όργανο (κάτι σαν την Τούμπα), χρησιμοποιείται και σαν ρήμα δηλώνοντας την χρήση του οργάνου.

Είναι σολίστ στην κλανοφυσαρούφα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πεομασάζ λάρυγγος.

Εγώ τους χάριζα λαρυγγοτσίμπουκα ρουφώντας όσο πιο πολύ μπορούσα τις ψωλές τους στο στόμα μου.

Δες και βαθύ λαρύγγι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν μια ιδιωματική διάλεκτος τείνει να εκλείψει, ελλείψει ομιλητών.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα: τα καλιαρντά.

Ἡ φθοροποιὸς ἐπίδρασις τῶν μικροαστῶν ἔγκειται εἰς τὸ ὅτι δὲν γεννοῦν τίποτε. Ἁπλῶς καταναλίσκουν. Ὅ,τι πιάνουν γίνεται στάχτη καὶ μπούρμπουλη (ἐκ παραφθορᾶς τοῦ λατινικοῦ pulver=σκόνη), ἀκριβῶς διότι ὅ,τι δὲν (ἀνα)γεννᾶται, θνήσκει. Ἀνακατεύτηκε ἡ κοινωνία, ἐδόθησαν «τὰ ἅγια τοῖς κυσί», φάνηκε καὶ τὸ AIDS, ἀπενοχοποιήθηκε ἡ πουστία, χάθηκαν τὰ καλιαρντά. Τὰ σήμερα λεγόμενα καλιαρντὰ τοῦ Ψινάκη κλπ (δὲν ἔχω τπτ μὲ τὸν ἄνθρωπο, σοβαρὸς ἐπαγγελματίας εἶναι, μέχρι καὶ ὁ Καρατζαφέρης τὸ λέει) δὲν μποροῦν νὰ συγκριθοῦν μὲ τὰ veritable: Εἶναι ξεπεσμένα, λεξιπενικὰ καὶ ψευτισμένα, ὅπως καὶ ὅλα τὰ ἄλλα τοῦ τέλους ἐποχῆς (ὅρα καὶ ὁρισμὸ [2008]τοῦ συσλάγκου Papara). Δὲν διασώζουν τίποτε ἄλλο, παρὰ τὸ ὗφος καὶ τὴν τσαχπινιὰ τῶν καλιαρντῶν, μεταφυτευμένα βεβαίως στὸ σύγχρονο πλαίσιο τῆς ὑστέρας ἐποχῆς.

(Ο επιφανής σλάνγκος aias.ath περιγράφει τον αργκό θάνατο των καλιαρντών χρησιμοποιώντας συντακτικό που δυστυχώς επίσης αργκοπεθαίνει).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατάσταση έμπνευσης όπου ο αργκοδαίμων επιδίδεται σε ακατάσχετη αργκογραφία και αργκολογία, πολλές φορές εκνευρίζοντας τους οικείους του με αυτή του την εμμονή.

Σε περιπτώσεις οξείας αργκοδαιμονίας οι αργκίατροι συνιστούν αργκανάπαυση, αποχή από αργκογενή και αργκογόνα περιβάλλοντα (π.χ. slang.gr) και αργκαγωγή με εκλεκτικούς αναστολείς επαναπρόσληψης αργκοτονίνης (Selective Argotonin Re-Uptake Inhibitors - SARIs).

- Τα 'μαθες κολλητάρι;
- Τι έγινε ρε Μήτσο;
- Ρε συ τον Μπάμπη, τον κλείσανε μέσα.
- Μέσα πού, ρε;
- Στο Αιγινήτειο. Μας είχε ταράξει όλους με την αργκοδαιμονία του, κοντεύαμε να βγάλουμε σπυριά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

1. Σάη ή φλώρουμ που έχει καταντήσει σκέτο εργοτάξιοΗΛΠΑΠ από τον καταιγισμό τρόλεϊ.

2. Μεγάλη συνομοταξία από ιντερνετομαλάκες, σπαστήρες, βιζιτούδες, ποντοκλαίουσες, e-μπούληδες, κλικαδόρους, e-Παναήδες, μπαγαποντοδότες, κ.α. μικυμάου.

[Λολ. τρολ- + -κομείο, κατά το μπουρδελοκομείο].

- Να ταΐζετε τους καβουροσλανγκόσαυρους, όχι τα τρολοκομεία!
(αρχαίον απαύγασμα σοφίας)

- Συνταγές για τρολοκομεία!
(εδώ)

- χαχαχαχχαχα , ρε τρολοκομειο ακομα δεν ηρθες αρχισες να με κοροιδευεις;;;;;;
(νταξ, αυτό παίζει να είναι και τυπογραφικό)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη, η οποία γεννήθηκε, μεσ' στους κόλπους του σλανγκοσάιτ από λεξιπλαστική φρενίτιδα του γράφοντος και η οποία, ναι μεν ηχομιμείται θεσπέσια το θεσπέσιο, αλλά επιπλέον εμπεριέχει και το σπεκ. Μ' ένα σμπάρο, διολημμήδης!

πλεονάζει

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η λεξιπλασία που διατηρεί όλο το άρωμα μιας φρέσκιας πορδής.

Το ίδιο το λήμμα «λεξικλασία, η» και πολλά ακόμη στο σάιτ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόβλεψη της βαθμολογικής απόδοσης των λημμάτων με τη βοήθεια χαρτιών, καφέ, τσαγιού, κινήσεων των άστρων, των πτηνών κι ό,τι άλλου φανταστείτε. Εν ανάγκη και με την βοήθεια αναγραμμαντείου ή πεηντάρ.

Πηγή: GATZMAN, Vrastaman.

Λημματομαντείο, λημματομαντειάκι μου, πες μου θα γίνω more popular than jesus, σαν τον John Lennon; Θα γίνω Πονηρόσκυλο στη θέση του Πονηρόσκυλου;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified