Το γυναικείο σώβρακο τύπου string που φαίνεται περισσότερο απ' όσο πρακτικά χρειάζεται.
- Κοίτα κοίτα τη σερβιτόρα! Τι στρινγκαδούρα είναι αυτή ρε...
Το γυναικείο σώβρακο τύπου string που φαίνεται περισσότερο απ' όσο πρακτικά χρειάζεται.
- Κοίτα κοίτα τη σερβιτόρα! Τι στρινγκαδούρα είναι αυτή ρε...
Got a better definition? Add it!
Άθλημα στο οποίο έχουν έφεση γυναίκες με μεγάλο και κατά κανόνα πεσμένο στήθος, τόσο ώστε να μπορούν να το κλοτσούν καθ' ομοίωση του δημοφιλούς ποδοσφαίρου.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
(γίνομαι)
Γίνομαι μούσκεμα, γίνομαι λούτσα. Βρέχομαι πολύ, ως το κόκκαλο.
Και εκεί που είχα βγει όλο χαρά με το κοντομάνικο και χωρίς ομπρέλα, πιάνει μια μπόρα και έγινα παπί.
βλ. και τσουπλί
Got a better definition? Add it!
Πρώτη σκέψη 90's, δεύτερη τα χάπατα, τρίτη Οινόφυτα parties και battery club, τέταρτη σκέψη οι εναπομείναντες που χορεύουν κάνοντας κουτάκια με τα χέρια τους και άλλα 90's χορευτικά σε πάρτυ που θα ήθελαν να τους θυμίζουν τα δικά τους. Φοράνε πολύχρωμα πουκάμισα, περίεργα παντελόνια συνήθως και οι πιο hardcore πολύχρωμα κορδόνια και down town παπουτσάκια όσοι το πάνε προς trance..
Got a better definition? Add it!
Η μεγάλη συγκέντρωση ωραίων γυναικών.
Τι γίνεται εδώ ρε Τάκη, έχει πέσει μουνοθύελλα!
Λέξεις για το συνωστισμό αντρών: αρχιδάλωνο, αρχιδαριό, αρχιδόκαμπος, καψιμί, λοσταρία, πουτσοπανήγυρος, πουτσοσπορά, πουτσοχώραφο, σβερκαρία, τίγκα στο αρχίδι, τσατσάρα, ψωλαρία, ψωλοχώρι.
Λέξεις για το συνωστισμό γυναικών: Αιδοίον πέλαγος, ακατάσχετη μουνορραγία, θεομουνία, μουνόβραση, μουνοθύελλα, μουνοκαλύβα, μουνόλακκος, μουνοπλαγιά, μουνοπλημμύρα, μουνώνας, μπαζοκαταιγίδα, μπουλογιόλι, του μουνιού το πανηγύρι, moon storm.
Got a better definition? Add it!
Τα «μπιχλιμπίδια», τα κοσμήματα.
Την είδες την Πόπη; Όλο φρου φρου κι αρώματα είναι τώρα τελευταία. Θα βρήκε γκόμενο φαίνεται.
Got a better definition? Add it!
Φαινόμενο κατα το οποίο εκτός από τον κώλο (κωλοχωριστρίαση) φαίνεται και η κωλοχωρίστρα του ατόμου για το οποίο μιλάμε. Κατά κανόνα δεν υφίσταται κωλοχωριστρίαση αν δεν υπάρχει εξωκώλιαση, αλλά από προσώπικη πείρα λέω ότι δυστυχώς υπάρχουν και τέτοια φαινόμενα. Μάλιστα μια κοπέλα το έχει καταφέρει και -προς λύπη των υπολοίπων- με μεγάλη επιτυχία.
- Ευσταθία, πάλι έχεις κωλοχωριστρίαση. Έλεος! Θα πέθανουμε από τη θέα!
- Για ήρεμα γιατί θα πώ στη Σακκά να σε πλακώσει στο ξύλο!
- Πες της να μαζέψει και αυτή τον κώλο της μη της βάλω τη γλώσσα στον κώλο!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Σε αντιδιαστολή με το body lines.
Σημαίνει :
1. Τρώω ακατάσχετα, κατεβάζω τον αγλέωρα, φαΐ χωρις όριο
2. Γρήγορη πάχυνση, επαύξηση λίπους
- Είδες τη Μαρίτσα; Αγνώριστη έγινε.
- Αδυνάτισε;
- Nαι, πώς το θελες; Mπήκε σε ταχύρρυθμο πρόγραμμα ξιγκοενίσχυσης των ΒΟΔΥ λάινς. Μιλάμε... θα σκάσει !
Got a better definition? Add it!
Παχαίνω, παίρνω μερικά κιλά. Επίσης συναντάται το τσουπωτός.
- Μου φαίνεται ότι τσούπωσες λιγάκι από την τελευταία φορά που σε είδα...
- Η αλήθεια είναι ότι πήρα 2-3 κιλά, αλλά δε με πειράζει, μου αρέσω και τσουπωτή!
Got a better definition? Add it!
Φυσική Χειμερινή Θερμική Μόνωση, η Φ.Χ.Θ.Μ, ή απλά μόνωση, για λόγους συντομίας.
Ο παχύσαρκος διαθέτει θερμομόνωση κατά τους χειμερινούς μήνες, καθότι η μεγάλη επιφάνεια της κοιλιακής χώρας και του λοιπού λίπους του εξασφαλίζει σύμφωνα με τους νόμους της θερμοδυναμικής μεγάλη θερμοχωρητικότητα και μεγάλη θερμική αντοχή. Για τον ίδιο λόγο, το αυτό παρατηρείται και στον τριχωτό.
Hit and tip: Αν κάποιος επιθυμεί να αυξήσει τη φυσική θερμομονωτική ικανότητα κατά τους μήνες αυτούς, εφόσον μπορεί (hardware compatibility), μπορεί να αφήσει μούσι ή να παχύνει.
Το disadvantage όμως της υπόθεσης είναι, πως η Φ.Χ.Θ.Μ δρα αντίστροφα το καλοκαίρι. Τότε αντί να διευκολύνει δυσκολεύει. Το επιθυμητό, ίσως ουτοπικό σενάριο θα ήταν να κάνει κάποιος επιλεκτικά, γρήγορη πάχυνση το φθινόπωρο και ταχύρυθμο αδυνάτισμα την άνοιξη.
(Διάλογος ενός αδύνατου (τσίρου) κι ενός παχύσαρκου μια κρύα μέρα του χειμώνα)
(Αδύνατος) - Ρε εσύ, πως αντέχεις με κοντομάνικο σε τέτοιο ψύχος;
(Παχύσαρκος) - H μόνωση βλέπεις.
Got a better definition? Add it!