Further tags

Η μασιά είναι εργαλείο που χρησιμοποιείται στο τζάκι για να τακτοποιούνται τα ξύλα ώστε να μην καπνίζει. Υπάρχουν πολλές παραλλαγές, μία από αυτές είναι με σχήμα μυστριού.

Φέρε τη μασιά να φτιάξω τα ξύλα διότι στραβωθήκαμε από τον καπνό.

Μασιά μαλλιών (από panman_gr, 10/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως υπόθετο χαρακτηρίζεται από τους σιδηροδρομικούς και το Railbus, η αυτοκινητάμαξα που χρησιμοποιείται για προαστιακά δρομολόγια.

- Σήμερα για το Κιάτο είχε τρίδυμο υπόθετο.
(Τρίδυμο σημαίνει 3 συνδεδεμένα τραίνα μεταξύ τους).

Φωτογράφος:Δημήτρης Μπακιρτζής (από imaginas, 10/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μικρός γερανός στην πλάτη της καμπίνας του οδηγού σε φορτηγά, που χρησιμοποιείται για να ανεβάζει και να κατεβάζει αντικείμενα από την καρότσα του.

Το φορτηγό είναι εφοδιασμένο με αναδιπλούμενα ποδαρικά για αυξημένη ευστάθεια κατά τη διαδικασία φόρτωσης/εκφόρτωσης.

- Ρε μάστορα, με τι έφερες την παλέτα με το λίπασμα; Πώς θα την κατεβάσουμε από το φορτηγό; Χάθηκε να τη φέρεις με το φορτηγό με το παπαγαλάκι να τελειώνουμε; Τώρα πρέπει να την σπάσουμε και την κατεβάσουμε σακί σακί.

(από vzoom, 10/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καρβουνιάρη αποκαλούσαν τις ατμήλατες μηχανές των τραίνων επειδή χρησιμοποιούσαν ως καύσιμο το κάρβουνο.

Παλιά με τον καρβουνιάρη κάναμε το ταξίδι σε 12 ώρες.

(από Khan, 10/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παντόφλα αποκαλείται και το ελαφρύ αποβατικό σκάφος καθώς επίσης και τα φερυμπότ ανοιχτού τύπου λόγω σχήματος

Ο Νίκος υπηρετεί σε παντόφλα.

(από imaginas, 09/08/09)Απόστολος Π., η θρυλική παντόφλα της Αίγινας. (από ironick, 10/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ευκαιρία ονομάζουν οι ναύτες τα καράβια μεταφοράς προσωπικού Πανδώρα και Πάνδροσος που εκτελούν δρομολόγιο από το Ναύσταθμο Σαλαμίνας στον Πειραιά το μεσημέρι και αντίστροφα το πρωί, επειδή είναι δωρεάν η μεταφορά.

Το μεσημέρι που έχω έξοδο, θα πάρω την ευκαιρία και βουρ για τον Πειραιά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μουσικό όργανο ή το στερεοφωνικό ή το ραδιόφωνο που παίζει εκνευριστική μουσική και δυνατά.

  1. Κλείσε ρε το κλαπατσίμπανο, μας πήρες τα αυτιά!

  2. Μας τα έχουν πρήξει τα κωλόπαιδα με τα κλαπατσίμπανά τους.

βλ. και κλαπατσίμπαλο, κλαμπατσίμπαλα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως Γαλλίδα χαρακτηρίζεται η μηχανή έλξης Alsthom από το προσωπικό του ΟΣΕ και από τους φίλους του σιδηροδρόμου. Λέγεται έτσι διότι είναι Γαλλικής κατασκευής!

Προχθές περάσαμε τέλεια στην εκδρομή με τη Γαλλίδα. Έχασες που δεν ήρθες.

(από imaginas, 09/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είδος χειρουργικής λαβίδας με μακριά σκέλη, μεγάλο άνοιγμα και μακριά σειρά μεγάλων δοντιών σε κάθε ένα από τα σκέλη του.

(κατά τη διάρκεια χειρουργείου):

- Μόλις κόψω την περιτονία, συγκράτησε την ωοθήκη με το κροκοδειλάκι, αλλά μη τη ζουλάς πάρα πολύ, μη μας πάρουνε τίπτις ζουμιά. γκε-γκε;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι ο μεταλλικός αγκτήρας, ένα χειρουργικό εργαλείο περίπου όμοιο με το τσιμπιδάκι με το οποίο ξεσυρράπτουμε φύλλα χαρτιού, και το χρησιμοποιούμε για την αφαίρεση μεταλλικών ραμμάτων μετά την επούλωση του τραύματος.

- Πάλι με συρρραπτικό έραψε ο τρόμπας ο εφημερεύων, θα είχε φαίνεται ένα αγριογούρουνο στη φωτιά να προλάβει. Φέρε το παπαγαλάκι προϊσταμένη, έχει γίνει εδώ ένα χηλοειδές, να!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified