Από την αγγλική λέξη random. Χρησιμοποιείται σε καταστάσεις που συμβαίνει ό,τι νά 'ναι ή, εναλλακτικά, όταν κάποιος ισχυρίζεται ότι κατέχει μια γνώση αλλά κατά βάθος πετάει μαλακίες...

- Φίλε να ξέρεις ότι το βόρειο σέλας οφείλεται στον ηλιακό άνεμο!
- ...Ράντομ σάιενς.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η συγκεκριμένη καραβάνα δεν έχει καμία σχέση με τη στρατιωτική καραβάνα.

Ο όρος μας έρχεται από τη βυζαντινή εποχή, όπου τότε καραβάνα σήμαινε καραβάνι ομάδας εμπόρων και προσκυνητών με κοινό προορισμό. Οι ταξιδιώτες συνταξίδευαν για ασφάλεια μαζί με καμήλες, γαϊδούρια, κλπ.

Τα ταξίδια αυτά ήταν πολυήμερα και κουραστικά και έτσι, για να μη σαλτάρουν και πλήξουν οι άνθρωποι, μιλούσαν συνεχώς, περί ανέμων και υδάτων.

Οταν αναφέρουμε τον όρο, αναφερομαστε σε αναξιόπιστα λόγια, σε λόγια χωρίς σοβαρότητα και σπουδαιότητα, σε ανοησίες, αερολογίες, μπαρούφες.

Αυτά είναι λόγια της καραβάνας που λέγονται από τους γνωστούς «ξερόλες» του κλάδου. Δες

(από GATZMAN, 11/03/09)(από GATZMAN, 11/03/09)(από GATZMAN, 11/03/09)

Δες και ό,τι να 'ναι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το αρκτικόλεξο Όφα (= Όπου Φυσάει ο Άνεμος) δεν αντιστοιχεί μόνο σε ένα οιονεί πολιτικό κόμμα των ανερμάτιστων και οπορτουνιστών. Οι χρήσεις του είναι ευρύτερες.

Όφα είναι γενικώς ένας τύπος γιούχου, σε φάση τρεις λαλούν και δυο χορεύουν, ομνύων στο σεπτό δόγμα του ο,τινανισμού. Περαιτέρω συμβολή στη φαινομενολογία του όφα: αναποφάσιστος, μονίμως με αίσθηση ανικανοποίησης, ευμετάβλητος, αναξιόπιστος, ασταθής, επιπόλαιος, ασόβαρος, χειραγωγήσιμος, κλπ.

Προτιμάται ιδιαιτέρως ως χαρακτηρισμός ατόμων θηλυκού γένους, προδιαθέτει εν προκειμένω η κατάληξη -α. Το όφα ως το θηλυκό του επιθέτου οφ: άκυρος, άμπαλος, άσχετος, αουτσάιντερ (αλλά όχι underdog, όρος με λεπτές, λεπτότατες νοηματικές αποχρώσεις), κλπ.

- H γκόμενα είναι όφα, τι πας να μπλέξεις;

Επειδή ως γνωστόν ενός κακού μύρια έπονται - και επειδή η σλανγκ ενίοτε αγαπά τις βάναυσες γενικεύσεις - μια γκόμενα όφα είναι, συνήθως αλλά όχι πάντα, και μπάζο, πλην των άλλων ελαττωμάτων της.

(σ.ς.: εν γνώσει και προς συμπλήρωση του ορισμού του Πονηρόσκυλου)

- Εγώ ρε αγόρι σε θυμάμαι μια ζωή με τίμια γκομενάκια, τι είν' αυτή η όφα που τραβιέσαι τώρα;

(από Khan, 31/08/11)

βλ. και όπου φυσάει

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εν αρχή ην το ανέκδοτο:
Ένας Χριστιανός, ένας Μουσουλμάνος κι ένας Εβραίος προσπαθούν να πείσουν ότι ο Θεός που πιστεύει ο καθένας είναι ο καλύτερος.
Λέει ο πρώτος: "Ξεκίνησα να πάω κάπου με την βαρκούλα μου και με έπιασε μια καταιγίδα, έπεσα με την μία, έκανα προσευχή και έγινε θαύμα, γύρω-γύρω φουρτούνα, στη μέση που ήμουν εγώ η θάλασσα ήρεμη και ωραία.
"Ε, εντάξει" λένε οι άλλοι.
Πάει ο δεύτερος και λέει: "Εγώ ήμουν στην έρημο, το μεσημέρι με πιάνει μια αμμοθύελλα, πέφτω λέω Αλλάχ, Αλλάχ, Αλλάχ. Στο τρίτο Αλλάχ έγινε θαύμα, γύρω-γύρω αμμοθύελλα, στη μέση που ήμουν εγώ μόνο άσφαλτο που δεν μας έστρωσε".
"Ε, εντάξει" λένε οι άλλοι.
Πάει ο τρίτος και λέει: "Σάββατο πήγαινα στην συναγωγή, όπως πάω να κάτσω να πάρω μια ανάσα σε ένα παγκάκι, έρχεται μια γκομενάρα δίπλα μου και θέλει να την πηδήξω, σκέφτομαι είναι Σάββατο, αχ Σάββατο δεν επιτρέπεται να κάνω ούτε σεξ, ε πέφτω κάνω μια προσευχή και γίνεται θαύμα, γύρω-γύρω Σάββατο και στη μέση, που πήδαγα εγώ, Κυριακή". (α χα καλό, ε;)

Το εν λόγω ανέκδοτο, δραματοποιημένο εντέχνως.


Γύρω γύρω Σάββατο (και στη μέση Κυριακή). Χρησιμοποιείται για να εκφράσει:

  • Την ελπίδα: Όταν όλα γύρω φαίνονται μαύρα, δυσάρεστα, αδιέξοδα, τα σκιάζει η φοβέρα και τα πλακώνει η σκλαβιά, υπάρχει τόπος φωτεινός, αισιόδοξος κι ελπιδοφόρος, δε χάθηκαν όλα, γίνονται και θαύματα, το καλό θα νικήσει.
    Γύρω γύρω Σάββατο, στη μέση Κυριακή - ο τίτλος στην ανάρτηση του φωτογράφου
  • Την πουστιά: Κατάσταση κατά την οποία σε αντίξοο περιβάλλον δημιουργείται βολικός και προστατευμένος θύλακας εξυπηρέτησης συμφερόντων, με στρέβλωση των κανόνων που θα έπρεπε να ισχύουν για όλους, χρησιμοποιώντας μια αληθοφανή έως εξωφρενική δικαιολογία.

  • Την κοσμάρα: Ενίοτε, δημιουργία μιας νέας πλαστής πραγματικότητας ινσέψιο, ώστε να μπορούμε να χτενιζόμαστε με την ησυχία μας, ενώ γύρω γύρω ο κόσμος καίγεται.

Μετά την καθιέρωση του λήμματος, χρησιμοποιείται και στο πιο χαλαρό, "γύρω γύρω" (ο χαμός) "και στη μέση" (ό,τι να 'ναι).

Σχετικά: θαύμα-θαύμα!

Γύρω γύρω Σάββατο αλλά για μας είναι Κυριακή. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν κατακλυστεί από την πρόσκληση για μεγάλα συλλαλητήρια σε όλες τις πλατείες της χώρας [...] Εν τούτοις, η ΠΟΣΠΕΡΤ [...] ανακοίνωσε στην Αθήνα, άλλη συγκέντρωση, την ίδια σχεδόν ώρα (στις 5.30) στο Ραδιομέγαρο της Αγίας Παρασκευής [...] (σχόλιο εδώ)

ΔΝΤ: Γύρω-γύρω Σάββατο και στη μέση Κυριακή. (τίτλος εφημερίδος, εδώ) [...] η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας προβλέπεται διπλάσια από αυτήν της Γερμανίας, ενώ για την Γαλλία αναμένεται ανάπτυξη 1% και για την Ιταλία παραμονή σε ύφεση.

Θαύμα!!!! Γύρω – γύρω Σάββατο και στη μέση Κυριακή!!! Πλειστηριασμοί παντού… εκτός από το Mega (κι άλλο πολιτικό σχόλιο εδώ)

Γύρω γύρω το αλαλούμ με τις μετεγγραφές και τα κενά στα σχολεία …και στη μέση οι παιδόφιλοι! (σε πιο ελεύθερη χρήση - εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified