Further tags

Είναι το θηλυκό που δεν μασάει... ή μάλλον μασάει... αρχίδια!

Εμπνευσμένο λήμμα από το περιστατικό που συνέβη πρόσφατα στην Άρτα:

[I]Ένας άντρας, παντρεμένος, με παιδιά διατηρούσε δεσμό με ερωμένη. Επί χρόνια την καθησύχαζε ότι θα χωρίσει και ότι θα την παντρευτεί. Συγκεκριμένα για 10 χρόνια!

Μία μέρα πήγαν σε ξενοδοχείο όπου όταν έβγαλαν τα ρούχα τους εκείνη από την μανία της και τα νεύρα της , του δάγκωσε το αρχίδι και τελικώς το έκοψε! [/I] :Ο :Ο

Link

- Ρε μαλάκα. Πάμε να γαμήσουμε σε μπουρδέλο
- Ρε συ. Σου λέω δεν μπορώ. Άμα το μάθει η αρχιδοκόφτρα στο σπίτι, την γάμησα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός κοπέλας η οποία δεν έχει αφήσει αρσενικό για αρσενικό σε χλωρό κλαρί και γενικά δεν λείπει από κανένα party με ούζα! Τώρα όσον αφορά τη γενέτειρά της είναι κατανοητό από όλους αρκεί να τη χωρίσετε στα συνθετικά της!

- Τελικά τι έγινε; Το γκρεμίσατε το κρεβάτι χτες;
- Αμέ τι λέμε τώρα, με πουτσκάλω έχουμε να κάνουμε ήταν σίγουρη η κατάληξη!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είδος μπαγαπόντη τρολεατζή, που συχνάζει στις φοράδες και τα κουβεντοδωμάτια και συστήνεται ως Αναΐς, ενώ στο τέλος αποδεικνύεται Παναής. Το χειρότερο είναι να σου κλείσει και ραντεβού από κοντά.

Ασίστ: Vrastaman.

Μια παρεξήγηση της Ironick έγινε αφορμή ο Τάκης Βρωμοστομίδης να θεωρηθεί Βρωμοκουβέντα/ Βρωμόστομη στο θηλυκό, αλλά ύστερα από έναν συμβιβασμό στο ουδέτερο «Ντέρτι»/ «Βρωμόλογο» βγήκε τελικά απ' την ντουλάπα ως e-Παναής.

Από το Παναής. (από Hank, 23/02/09)αφιερονετε εξερετικα (από ο αυτοκτονημενος, 23/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το τηλεοπτικό R-Rated - motherfucker.

- 3, 2 ,1 on air.
- You crazy motherbeeper!!

...το σκέφτηκαν ήδη! (από Vrastaman, 25/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γλωσσικό αμάλγαμα των «μεγαλειώδης» και «γλοιώδης». Δύναται να χρησιμοποιηθεί για να χαρακτηρίσει άτομα που το παίζουν καμπόσοι αλλά ταυτοχρόνως είναι σιχαμεροί (βρυ)κόλακες των ανωτέρων τους.

«Ο σοφέρ ανοίγει την πόρτα της απαστράπτουσας Hispano-Suiza και ευθύς ξεπηδά από μέσα αγέρωχος ο στρατάρχης [...]. Από πίσω, σκυφτός, με μοχθηρό χαμόγελο στα χείλη ακολουθεί βήμα προς βήμα ο μεγαγλειώδης υποστράτηγος Παχλάτσας.»

Από ανύπαρκτο μυθιστόρημα που διαδραματίζεται στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου.

Κλασσικός μεγαγλειώδης χαρακτήρας από τον κόσμο των κόμικς. (από the_inq, 25/02/09)Κλασσικός μεγαγλειώδης χαρακτήρας από τον κόσμο των κόμικς. (από the_inq, 25/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για την τέχνη του να τέμνεις μια τρίχα στα τέσσερα.

Τετρατριχοτόμοι αποκαλούνται οι εκνευριστικά σχολαστικές ψείρες που όχι μόνο κάνουν την τρίχα τριχιά, αλλά λόγω σπασαρχιδισμού και την κόβουν και στα τέσσερα.

Εκ του όρου tetrapylectomy που έπλασε ο Ουμπέρτο Έκο για το μυθιστόρημά του «Το Εκκρεμές του Φουκώ».

Λάουρα: Πώς πήγε χθες με το Μένιο, φιλενάδα;
Λίλιαν: Καλό σέρβις, δεν λέω, αλλά του πήρε πέντε ώρες να μου ξυρίσει τα πόδια. Μέχρι να τελειώσει με πήρε ο ύπνος. Γαμώτο, όσοι δεν είναι παντρεμένοι είναι αδελφές ή τετρατριχοτόμοι!
Λάουρα: Αδελφή και ο Μένιος;;;
Λίλιαν: όχι, τετρατριχοτόμος :-(
Λάουρα: Μη στενοχωριέσαι, έχω ένα καλό conditioner...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύζυγος / γκόμενα σλανγκιστή, η οποία ως νέα Λυσιστράτη καταστρώνει σχέδια με άλλες ομοιοπαθείς για να ξεκολλήσουν οι άνδρες / γκόμενοι τους απ' τα πισιά τους. Η «Λυσιστράτη» «(δια-)λύει τον στρατό», η «Λυσισλάνγκη» «(δια-)λύει την σλανγκ», ή έτσι θα ήθελε... Θα τα καταφέρουν, ή το δέλεαρ του σλανγκ ξεπερνά την γενετησία ορμή; Ιδού η απορία!

Ένα όπλο τους η σεξουαλική απεργία, όπως και στην κωμωδία του Αριστοφάνη. «Make love, not slang», το σύνθημά τους, αλλά καθώς η σλανγκ είναι η sublimatio/ εξιδανίκευση του σεξ, το έργο που περιμένει τις Λυσισλάνγκες είναι δύσκολο! Το μόνο που τους μένει είναι να κρατήσουν «μπούτια ερμητικά κλειστά» μέχρι οι Σλάνγκοι άντρες τους να βάλουν μυαλό.

Άλλο όπλο είναι το γνωστό Γκραν Γκρινιόλ: -Πάλι ανεβάζεις λήμμα; -Πάλι ψάχνεις για μήδια; -Δεν πιστεύω να υπάρχουν και τίποτα γκόμενες σ' αυτό το σάιτ που ξημεροβραδιάζεσαι! Στο τελευταίο η απάντηση βεβαίως είναι: «Όχι, μα η σλανγκ είναι μόνο για αγοράκια, αγάπη μου! Είναι μια καθαρά αντρική υπόθεση, σαν το κυνήγι, το ψάρεμα, το ποδόσφαιρο κτλ», χεχε. Η γκρίνια δεν πιάνει.

Άλλο που επιχειρεί η Λυσισλάνγκη για να καταλύσει το σάιτ που μονοπωλεί το ενδιαφέρον του άντρα της είναι να μπει με πλαστή ταυτότητα και να προσπαθήσει να τα κάνει όλα μπάχαλο με μπαγαποντοδοσίες, φιτιλιές κτλ. Ευτυχώς, ούτε αυτό μπορεί να είναι αποτελεσματικό, ύστερα από τις νέες ρυθμίσεις του ρουμάνου.

Ως τελευταίο όπλο, μπορεί να επιστρατεύσει και τα παιδιά, αν υπάρχουν. «Καλά εμένα, δεν με λυπάσαι! Αυτά τα κακόμοιρα δεν τα λυπάσαι; Τι σου φταίνε να μην έχουν ψωμί να φάνε, επειδή εσύ προτιμάς να λημματοδοτείς αντί να δουλεύεις;». Όμως ούτε αυτό δεν συγκινεί τον Σλάνγκο. Μπορεί να έρθει ως ενίσχυση και η πεθερά: «Ανεπρόκοπε, παλιολημματατζή!» με τον πλάστη της κουζίνας. Και πάλι, χωρίς αποτέλεσμα.

Η μόνη λύση είναι να αφεθεί η ίδια η Λυσισλάνγκη στην μαγεία της σλανγκ. Να αυξήσει τον σλανγκικό της πλούτο, ώστε να μην έχει πια σλανγκιπενία. Ας πούμε στο σεξ να ξέρει πέντε- έξι μπινελίκια παρά πάνω, που θα τα έχει διαβάσει στο σάιτ. Να μην γελάει μόνο με ένα λολ, αλλά και μ' ένα Μ.Α.Ο, ένα Roflcopter, ένα LMFAO ρε παιδί! Μόνο έτσι θα μπορέσει να κερδίσει τον Σλάνγκο άνδρα της και να σώσει τον γάμο / σχέση της!

Ασίστ: Vrastaman.

Εν μέσω οργίου σχολίων και αλλαξολημματιών:
-Ωχ, ωχ, παίδες σας αφήνω τώρα, γιατί πλάκωσε η Λυσισλάνγκη με την μάνα της και τις βλέπω να έχουν άγριες διαθέσεις!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ελεεινός Έλληνας. Μπορεί να σημαίνει τα παρακάτω μαζί ή χωριστά:

  1. Ο Ελληνάρας.

  2. Επειδή, πρώτα βγήκε το Ελλεεινίδα και μετά το Έλλεεινας, τότε, είτε:

α) Ο Έλλεεινας είναι αυτός που φέρεται σκάρτα σε μια Ελληνίδα και αυτή του βγάζει το όνομα (εκτός από το μάτι). Λ.χ. προτιμά μια αλλοδαπή γκόμενα, παρά την Ελληνίδα, και μαζεύονται οι Ελληνίδες και τον κράζουν.

β) Το αρσενικό αντίστοιχο της Ελλεεινίδας. Δηλαδή κιτς εμφάνιση, χάλια συμπεριφορά, υστερίες, πανικοί, υπερβολική αρρενωπότητα και καλούα, όπως η Ελλεεινίδα έχει υπερβολική και καλούα θηλυκότητα.

γ) Αυτός που έκανε την Ελληνίδα Ελλεεινίδα. Με άλλα λόγια, ο γιος που έμεινε στο σπίτι της μάνας ως τα 30 και προτιμά τα δικά της φαγητά από της γυναίκας του. Ο σύζυγος- πατέρας που αφήνει την διαπαιδαγώγηση όλην πάνω στην γυναίκα, και δεν λειτουργεί ως πατέρας μέσα στο σπίτι. Ο σύντροφος που προτιμάει τις εύκολες λύσεις.

Προσοχή: Το γεγονός ότι υπάρχουν πολλοί Έλλεεινες και Ελλεεινίδες ΔΕΝ σημαίνει ότι έχουν εκλείψει οι καλοί Έλληνες και Ελληνίδες. Κάθε άλλο!

Πηγή: Σχόλια Hank.

  1. Ιndy.gr:

παλιοκοφάλες.
Αφου ρε τους γουστάρετε.
Οταν οι ντομάτες δεν θα πουλιούντε τότε θα ψάχνετε να τισ βρείτε.
Απο το καρακαμαλακαλή μέχρι τον γκιοργακις.
Ρε εινε δυνατον να θελετε γιωργάκη, δαμανάκη, κουναλάκη,Φάτε κάνα ψωλάκι να συνέρθετε μαλάααααακες.
Ο ελλεηνας ρε παιδι μου, πολυ σου λεω, σου μιλάω για πολυ μαλακα.
1,000,000 πηγαν και ψηφισαν.
2,5 εκ φτωχοι
5 εκ. μαλάκες.
Αυτός ό τόπος δεν θα βρει γιατρεια.
Α ο Μιμικος δεν μοιάζει με τον Ντενκτάς (Ασχετο και τι έγινε)
Αφου εισαστε μαλάααααακες.

  1. Bourdela.tv (γυναίκες οι χρήστριες εδώ):

-Θεωρώ ομως οτι δεν συμφωνω με την φίλτατη μπαιτ. Ακομα και αν σου φερθουν ως ελληνιδα - ελλεινιδα.. αν εχεις χαρακτηρα τοτε θα καταλαβεις οτι εχεις να κανεις με κουτο..και μενεις ακεραιος. Ο χαρακτηρας δεν αλλαζει κατα την άποψη μου.ΑΝ μπορει να σε επηρεασει τοσο καταλυτικα ο οποιοσδηποτε.. τοτε μαλλον δικο σου ειναι το προβλημα..εγω ετσι τα εχω μαθει..

-κατι τετοιο ειχα πει κ εγω οταν μου το ειπαν
ομως εδω απαντησα στην περιπτωση κ αυτες που δεν ειναι να καταληξουν.. καποιος το εθεσε
κ τ οτι μπορει να εχεις εσυ προβλημα που σ επηρεασε τοσο πολυ ο αλλος (μπορει να σε πετυχε κ σε ασχημη φαση στη ζωη σου κανεις δεν ειναι τελειος κ δεν αισθανεται παντα τελεια) δεν αναιρει το γεγονος οτι αυτος ο αλλος ειναι ελλεηνας (ενα χαρακτηριστικο που τα καλυπτει ολα τα υπολοιπα Back ) ειναι σαν τις γυναικες που θεωρουν οτι ολοι ειναι μλκες κ ετσι τους αντιμετωπιζουν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από την κωμωδία «Θεσμοφοριάζουσες» του Αριστοφάνους. Οι Σλανγκοφοριάζουσες είναι το αντίθετο από την Λυσισλάνγκη. Αν η Λυσισλάνγκη είναι αυτή που προσπαθεί πάση θυσία να σταματήσει το σλανγκάρεστο έργο του άντρα της, οι Σλανγκοφοριάζουσες είναι οι γυναίκες, που όπως οι Θεσμοφοριάζουσες, έχουν μετατρέψει την σλανγκ σε καθαρά γυναικεία γιορτή / υπόθεση / δουλειά και δεν επιτρέπουν στους άντρες τους να εισέλθουν. Δηλαδή είναι οι Λήμμαν Sisters, αλλά στο πολύ πιο ακραίο!

Να θυμίσω ότι η αριστοφανική κωμωδία αναφέρεται στην γιορτή «Θεσμοφόρια» προς τιμή της Δήμητρας, που είναι μια καθαρά γυναικεία γιορτή, όπου δεν επιτρέπεται να παρίστανται άνδρες, και τα ευτράπελα αρχίζουν από την στιγμή που δύο άντρες αποφασίζουν να παραβούν την εντολή της θεάς. Παρομοίως, οι Σλανγκοφοριάζουσες είναι σλανγκίστριες μυημένες στα άδυτα της γυναικείας σλανγκ, όπου οι άντρες σλανγκιστές δεν μπορούν να εισέλθουν. Με λίγα λόγια η Λυσισλάνγκη είναι το παράδειγμα γυναίκας προς αποφυγή, ενώ η Σλανγκοφοριάζουσα είναι το πρότυπο της γυναίκας προς μίμηση. Οι Σλανγκοφοριάζουσες είναι το μέλλον της σλανγκ.

Παραδείγματα Σλανγκοφοριαζουσών και Σλανγκοφορίων:

Η αναγωγή της Μουνολογίας σε επιστήμη από την Regina Vagina. Βλ. μουνίλα, η, καμένο ντουί, το, περιοδόβρακο.

Η συγγραφή του Slangopolitan από την Yaloma Dentata σε λήμματα, όπως μωρό και το φιλικό στον χρήστη άνδρα μαγειρεύω ένα καλό γεύμα.

Τα inside informations της Πειρατίνας με έμβλημα το χταπόδι για τις ανάφτρες (pun unintended).

Οι γρίφοι της Στρουμφίτας για τα δώδεκα αρχίδια που έχουν οι γυναίκες...

Η όποια ομοιότητα με χρήστη/ χρήστρια του slang.gr είναι εντελώς συμπτωματική και δεν βαρύνει τον συγγραφέα. (από Hank, 28/02/09)Θεσμοφοριάζουσες. (από Hank, 28/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ύστερα από τα λήμματα συσιφόνι και μπαγαποντοπλαστική, η του χρήστη Vrastaman, μπορούμε σε συνδυασμό να εξαγάγουμε μια νέα σλανγκενεργή έννοια. Όπως ξέρουμε, ο Σίσυφος ήταν ο μυθολογικός βασιλιάς της Κορίνθου που οι θεοί τον τιμώρησαν με το να κάνει το πιο μάταιο έργο που υπάρχει: να κυλάει μια μεγάλη πέτρα ως την κορυφή ενός βουνού, που ήταν τόσο μυτερή, ώστε η πέτρα να κυλάει αμέσως από την άλλη μεριά. Οπότε φτου κι απ' την αρχή το καψώνι. Ο Σίσυφος, δηλαδή είναι το σύμβολο της μάταιης προσπάθειας, που μόλις ακριβώς ολοκληρωθεί, θα πρέπει να ξαναρχίσει φτου κι απ' την αρχή. Σχετικά έχει γράψει δοκίμιο ο Αλμπέρ Καμύ.

Η σισυφομούνα είναι η γυναίκα που τιμωρείται από μια στενή κοινωνία τύπου Σουηδικής Αραβίας και παρόμοιων αντιλήψεων (βλ. λήμμα: παρθένα απ' τον τόπο σου, κι ας είναι και ραμμένη) σε μπαγαποντοπλαστική, και πιο συγκεκριμένα σε παρθενορραφή- υμενορραφή. Το όλο εγχείρημα ομοιάζει με τον άθλο του Σισύφου, και γιατί είναι δύσκολο (άλλο τώρα αν «τίποτα δεν είναι δύσκολο για Tom Pousti») και γιατί μόλις ολοκληρωθεί ο σισύφειος άθλος, θα πέσει πούλος και τα μαγικά του Pousti θα διαλυθούν και πάλι. Συναφώς, τα γνωμικά από την κλασική παιδεία: «το ραφέν και ξεσκισθήσεται», κατα το «ο τρώσας και ιάσεται». Και «ο πίθος των Δαναϊδών» για το μουνί που δεν χορταίνει σπέρμα. Για εναλλακτική μέθοδο παρθενίας στην πρώτη νύχτα του γάμου, βλ. από μπρος παρθένα κι από πίσω μπαίνουν τρένα.

Μεγάλη σισυφομούνα το Λίλιαν. (Βλ. παράδειγμα στο όλα του γάμου δύσκολα κι η νύφη τραβεστί). Πάνω που έκανε την μπαγαποντοπλαστική, παρακαλεί να χαλάσουμε και πάλι το αριστούργημα του Pousti! Δηλαδή, Tom Pousti τζάμπα τον κούρασε; Ε, του Pousti, δεν θα βρεθεί ένας να κάνει το χατήρι στο Λιλιανάκι μας;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified