Further tags

Ο φαντασμένος καρακιτσάτος τριχωτός ελληναράς εραστής που θεωρεί τον αυτό του Μεσογειακό Άδωνι και πρώτο καμάκι. Η φράση προήρθε από γνωστό τραγούδι.

- Τι είναι αυτός ρε ο τριχωτός που 'χει στηθεί μπρος στην πλαζ και ποζάρει σαν μοντέλο... Πως την έχει δει ο χλαπάτσας; - Γκρήκ λόβερ με τρίχα για πουλόβερ!

(από Khan, 11/03/14)(από Khan, 11/03/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο φανατικός και υπερσυντηρητικός θεούσος, ή ο υπερσυντηρικός παπάς.

- Ο Ιερώνυμος είναι πιο συντηρητικός απ΄ ότι ήταν ο Χριστόδουλος;
- Ουδεμία σύγκριση. Ο Χριστόδουλος σε σύγκριση μαζί του ήταν ταλιμπάν!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μπλά μπλάς, ο δημοσιοσχετίστας, αυτός που πουλάει φύκια για μεταξωτές κορδέλλες. Αυτός που σερβίρει την αλήθεια γαρνιρισμένη με παραμύθι και το κάνει με πειστικό τρόπο. Χρησιμοποιεί στρατηγικές πειθούς και αν τα πράγματα έρθουν ανάποδα μπορεί οπάλι με μαεστρία να τα μπαλλώσει και να βγεί λάδι. Κι όλα αυτά σε dt.

- Μου τη σπάει πως ενώ είμαι εντάξει στις εργασιακές υποχρεώσεις μου, εντούτοις στη δουλεία προωθούνται οι ημέτεροι και οι διπλωμάτες.
- Στη ζωή πρέπει να είσαι και λίγο biri biri maker. Αλλιώς δεν καταφέρνεις τίποτα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που δηλώνει κομμουνιστής, ενώ του αρέσει να ζει μέσα στη χλιδή και τη γκλαμουριά.

- Τον είδες τον Μήτσακλα, που μας το παίζει προλετάριος και μας μπλαμπλαδιάζει συνέχεια για τον Μαρξ; Ντυμένος πάντα στην πένα, φοράει πανάκριβα ρούχα, rolex, μοστράτα γυαλιά και οδηγεί πανάκριβη Porche.
- Καλά ο τύπος δεν έχει σχέση με Μαρξ. Εχει όμως με Μάρξ εντ Σπένσερ.

(από Khan, 30/04/13)(από Khan, 24/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από την τούρκικη λέξη iş bitirici, όπου iş=δουλειά και το δεύτερο συνθετικό προκύπτει από το bitirmek=τελειώνω. Ωσεκτουτού, ο άνθρωπος που τελειώνει δουλειές.

Ο ισμπιτιριτζής είναι αυτός που ξέρει όλες τις άκρες, βρίσκει πάντα τον τρόπο, μονίμως ελίσσεται και ποτέ δεν κωλώνει. Μπορεί να το κάνει ως επάγγελμα - είναι αυτός που θα μαζέψει σ' ένα πρωί και τις δώδεκα βεβαιώσεις για τις οποίες ο κοινός θνητός θα παιδευτεί χαλαρά δυο βδομαδούλες. 'Η, μπορεί να είναι ο καλός συνταξιούχος θείος που ξέρει πού θα βρει υδραυλικό ανήμερα της Παναγίας. Είναι ο completer/finisher, που λένε και οι μανατζαραίοι, και, σε σπάνιες περιπτώσεις, είναι και ο πολιτικός που κάτι κάνει τέλος πάντων και δεν λέει μόνον παπαριές.

Ο ισμπιτιριτζής είναι το μόνο εγγυημένο αντίδοτο στην γραφειοκρατική παράλυση, τον σταρχιδισμό και την πανθομολογούμενη έλλειψη υδραυλικών και καλοριφερτζήδων. Και ένας προσωπικός, αποκλειστικός, 24/7 ισμπιτιριτζής, είναι, πέρα από βίλες, κότερα και δίμετρες, η πλήρης καταξίωση και το απόλυτο στάτους σύμπολ.

  1. (Ελευθεροτυπία, 28/12/1998)
    EΔΩ ανθεί το μπαξίσι και βασιλεύει ο «ισμπιτιριτζής» - άγνωστο επάγγελμα στην Eυρώπη. Eίναι ο «ισμπιτιριτζής» αυτός που τελειώνει δουλειές με το αζημίωτο, δουλεύοντας νύχτα-μέρα. Xωρίς αυτόν θα είχε παραλύσει η οικονομία και δεν θα κουνιόταν δραχμή. Aν απεργούσαν οι «ισμπιτιριτζήδες» θα φτάναμε σε οικονομική κρίση χωρίς προηγούμενο.

  2. - Αφού σε είπε ο Βλάσης ότι θα τονε φτιάξει τον λέβητα μέχρι το Σαββατοκύριακο, μην ανησυχείς, θα γίνει... Αυτός ισμπιτιριτζής άνθρωπος είναι, θα τον βρει τον τρόπο και θα την τελειώσει τη δουλειά...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο εντελώς βλάκας. Αυτός που ακόμα κι ένας βλάκας θα αποκαλέσει βλάκα. Ο βλάκας έχει και κάποια «ψήγματα» ευφυίας. Η βλακ άουτ personality λειτουργεί σε απόλυτο κενό.

- Καλά ο τύπος είναι εντελώς βλάκ άουτ. Δεν καταλαβαίνει τα απολύτως στοιχειώδη.

βλ. και μπλακάουτ, κοκομπλόκο, κλακάζ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός προσώπου που αρέσκεται στο μελόδραμα: υπερβάλλει στις αντιδράσεις, τα συναισθήματα και τις κουβέντες, εκφράζεται με θεατρικότητα όταν περιγράφει μια δύσκολη ή δυσάρεστη κατάσταση, φέρνει την καταστροφή και συνθέτει συνέχεια τραγωδίες. Δεν είναι μίζερος αλλά υπερβολικός και του αρέσει να «κλαίγεται». Παρά το queen ο χαρακτηρισμός προορίζεται και για άνδρες.

- Μίλησα με τον Άρη χθες και μου είπε για την περιπέτεια υγείας που είχε τελευταία και ειλικρινά στεναχωρέθηκα ...
- Καλά, κόψε κάτι, οι γιατροί είπαν ότι δεν είναι τίποτα σπουδαίο. Αλλά δεν τον ξέρεις, μια ζωή drama queen ήταν, τώρα θα αλλάξει;

(από Khan, 04/05/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γκόμενα που διακρίνεται για την εκρηκτική παρουσία της και την υπερσεξουαλικότητα της.

- Πω πω πω. Κοίτα ρε μαλάκα τι κόμματος περνάει μέρα μεσημέρι.
- Τι κόμματος και κουραφέξαλα. Αιδοιεσέλ κανονικό. Θα μας τρελάνει η τύπισσα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυριολεκτικά ο ευνούχος. Έτσι χαρακτηρίζεται επίσης και ο ομοφυλόφιλος ή ο άντρας τον οποίο η γυναίκα του τον έχει βάλει στο βρακί της. Απο το δημοφιλές κόμικ του Αρκά (στα αγγλικά ο ευνούχος λέγεται castrated).

- Θα έρθει μαζί μας για μπύρες ο Τάσος τελικά;
- Πού να έρθει ρε; Αφού τον έχει κάνει καστράτο η Σούλα να πούμε!

Ο γάτος μου είναι γκέι (από Hank, 12/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τύπος που διατηρεί δωμάτια προς ενοικίαση ή αλλιώς rooms-to-let σε ακτίνα 10 χλμ από οποιαδήποτε παραλία.

- Φίλε σε έφτιαξα φέτος, θα πάμε διακοπές Καλλιθέα σε έναν γνωστό που έχει δωμάτια. Θα μας κάνει καλή τιμή.
- Τι λες ρε που θα πάμε στον θείο σου τον γδάρτη πάλι! Σιγά μη δουλεύω 3 μήνες για να μου τα φάει ο ρουμλετάς!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified