Further tags

Παραλλαγή της αγγλικής retard (=καθυστερημένος), για άτομα που είναι εκ γενετής καθυστερημένα και στον κόσμο τους. Δεν συμμετέχουν ποτέ σε κουβέντα και δεν καταλαβαίνουν τίποτα, κι όταν τους γίνεται κάποια ερώτηση απαντάνε στο θέμα που συζητιόταν πριν 2 μέρες ή για θέματα που τους απασχολούν, π.χ. βούτυρο ή peanut butter κάτω από τη μαρμελάδα.

- Ρε δικέ μου, έτσι σου λεω με το κόκαλο.
- Χαχα, ε την κωλόμπα. - (Richard στο άσχετο): Ρε μαλάκες, δεν κατάλαβα ακόμα για το προχτεσινό σκηνικό. Ο Λέλος πήγε για τσαμπούκι πριν ή μετά ο άλλος λιποθυμήσει;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το αγγλικό top. Χρησιμοποιείται για ωραία γκόμενα που έχει πάρει 10άρι με τόνο. Εχει 3XL tits, ass, lips, μαλλιά και όλες οι άλλες γκόμενες γύρω της μοιάζουν με yugo.

-Τοπαδούρι ειναι η γκόμενα!
-Thirty four double D (34dblD) ειναι το τοπαδούρι, όχι παίζουμε!

Got a better definition? Add it!

Published

Λέξη που χρησιμοποιείται οταν αναφέρεσαι σε μπαζοσαβουρογκόμενα με ανδρόφατσα και μουστάκι.

-Σου 'πα μωρή κωλόμπα να φέρεις κάνα αλάβαστρο! Τι μου 'φερες τα αndroids;!

Got a better definition? Add it!

Published

Ο dealer.

-Και να σου πω, παίζει να χει τίποτα καλό ο μαν σου αυτή την περίοδο;

(από poniroskylo, 23/07/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τεφαρίκι πράμα, τούμπανο, τζιτζί, γενικά πολύ καλής ποιότητας και αξίας. Προέρχεται απο το «made in england», παραφρασμένο στα ελληνικά.

Άσε μαλάκα, είδες τζάμικο που φόραγε ο Τάκης; Μέγκλα!!!

για μέγκλα γεύση (από perkins, 12/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Ο Ιησούς Χριστός

  2. Κάποιος που η εμφάνισή του θυμίζει τον Ιησού Χριστό. Είναι αξύριστος, έχει μακρυά μαλλιά μέχρι τον ώμο και πολύ πιθανό είναι παρθένος.

- Ρε μαλάκα... Πως κυκλοφορείς έτσι σα τον τζίζας; Περιμένεις να σταυρώσεις ποτέ γκόμενα έτσι; Κουρέψου ρε μαλάκα. Ξυρίσου. Έλεος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο αηδιαστικός βλάκας.

Άντε πάγαινε ρε μπιντέ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κίνημα που εμφανίστηκε στα μεγάλα ελληνικά αστικά κέντρα στα τέλη της δεκαετίας του '70. Γνώρισε ιδιαίτερη άνθηση στα μέσα της δεκαετίας του '80 και εκτοτε συνεχίζει να υφίσταται σε λανθάνουσα μορφή μέχρι τις μέρες μας. Εκφράστηκε κυρίως μέσω εικαστικών παρεμβάσεων της συζύγου στην διακόσμηση της σαλονοτραπεζαρίας του τυπικού αστικού σπιτιού της δεκαετίας του '80. Βρήκε επίσης πεδίο έκφρασης στα μουσικά και ενδυματολογικά δρώμενα της εποχής.

-Ωραίο το σύνθετο που αγόρασε η Κούλα.
-Έλα μωρέ... ένα γυφτομπαρόκ ήτανε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ του αγγλικού newbie. Ο «νέος» και άρα περιορισμένων ικανοτήτων σε κάποιο αντικείμενο, κυρίως βιντεοπαίγνιο.

Βαρέθηκα να παίζω με σας τους νιούμπηδες πια. Δεν έχει και πολύ ενδιαφέρον πλέον... Neeeext;

Και νουμπάς.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκλεκτός, κυρίως ως προς τις κομπιουτερικές ικανότητες.

Ελίτ -> elite -> lit -> leet (-> l33t)

- Πέρασα χθες από το net cafe της γειτονιάς και είδα το Nuker...
- Ε και;
- Με το ένα χέρι πόουναρε στο ένα PC κάτι νιούμπηδες στο counter stike, και με το άλλο πάτσαρε τον κέρνελ του μπι ες ντι σε άλλο PC. Είχε βγάλει και το ένα παπούτσι και την κάλτσα του κι έστελνε μήνυμα στο κινητό με την πατούσα του. Είναι πραγματικά πολύ leet αυτός ο Nuker...
- !

(από jesus, 15/05/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified