Σκυλί ειδικά εκπαιδευμένο για τη φύλαξη ανολοκλήρωτων οικοδομών (κοινώς «γιαπιά»). Τείνουν να στέκονται στην άκρη και να προστατεύουν το γιαπί όχι μόνο από ανθρώπους αλλά και άλλους σκύλους. Ένας σκύλος είναι η μεγαλύτερη απειλή για έναν άλλο σκύλο καθώς μπορεί να απειλήσει το δικαίωμα στην ιδιοκτησία την οποία προστατεύει.

Αρχική δημοσίευση: γιαπόσκυλο.

Ρε συ Κοσμά αρχιμπετατζή, λες να συμβεί τίποτε που αφήνω την οικοδομή αφύλαχτη με όλα τα υλικά χύμα χωρίς να έχω ούτε καν ένα γιαπόσκυλο;

(από anandam, 29/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φαυλιστικό για πόλεις, όπως η Αθήνα που έχουν γίνει τίγκα στο τσιμέντο, διαλύοντας το ενδεχομένως άλλοτε ειδυλλιακό παρελθόν, διατηρώντας ελάχιστο πράσινο, και αποκτώντας το χαρακτηριστικό τσιμεντί χρώμα που μας στοιχειώνει. Για περαιτέρω ανάλα βλ. το λήμμα τσιμέντο να γίνει και τα σχόλιά του. Τσιμεντούπολη, όμως, δεν είναι μόνο η Αθήνα, αλλά οι περισσότερες ελληνικές πόλεις που χτίστηκαν στη βάση του χουντικού ή καραμανλικού ρυθμού (με επιδράσεις από τη δωρικότητα του Le Corbusier #not)

  1. Κοκορομαχία στην τσιμεντούπολη. Μόνο ως "κοκορομαχία" μπορεί να χαρακτηρίσει κανείς τη λεκτική "κόντρα", που εξελίσσεται τις δύο τελευταίες μέρες, μεταξύ του υπουργού ΠΕΧΩΔΕ Κ. Λαλιώτη και του δημάρχου της Αθήνας Δ. Αβραμόπουλου. Μια "κοκορομαχία", που διεξάγεται στην τσιμεντένια κόλαση της πρωτεύουσας, με 37 βαθμούς υπό σκιάν και με το νέφος να δηλητηριάζει ασύδοτα τα εκατομμύρια των κατοίκων της. Αλλά τι τους νοιάζει αυτούς για τον εργαζόμενο λαό της Αττικής; (Ρίζος).
  2. Τσιμεντούπολη; Και όμως δείτε πολυκατοικίες στην Πάτρα που μας βάζουν σε άλλο mood. (Εδώ).
  3. Τσιμεντούπολη το Ηράκλειο:Μόλις 3 τ.μ. πρασίνου για κάθε πολίτη. Λιγότερο τσιμεντούπολη σε σχέση με το παρελθόν αλλά και πάλι... τσιμεντούπολη-παραφωνία όχι μόνο για τον ελλαδικό αλλά για όλο το μεσογειακό χώρο παραμένει το Ηράκλειο! (Εδώ).

Ασφαλώς, παντού υπάρχει ένας τρασόβιος τρασοκαβλιάρης που θα πουστάρει άγρια τη φάση Τσιμεντούπολη και στο λουμπενοφρέντλι σάιτ μας τους αναδεικνύουμε. Εν προκειμένω, μία από τις πιο ποιητικές τσιμεντόκαυλες είναι η Αρλέτα που μας στιχώνει ως εξής:

Στον τσιμεντένιο κήπο μου έλα απόψε να σε κεράσω στην πόλη μου με την τρύπια καρδιά και τα φουγάρα

Έλα επάνω στην κίτρινη μπουλντόζα μου με το πελώριο σπαστό της χέρι ν’ ανοίξουμε ένα δρόμο ίσιο κι ατέλειωτο και μιαν αλάνα μαγική κι απέραντη να παίζουν τα παιδιά της τσιμεντούπολης

Εδώ όλοι οι στίχοι

Τσιμεντόκαυλη Αρλέτα

Αγγλικανιστί: concrete jungle.

Και για μια κονκρητζανγκλόκαυλη προσέγγιση της Νέας Υόρκης:

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πλεονασμός για να δηλώσει κάποιον εντελώς βλάκα και ηλίθιο, που είναι και μπετός και στόκος. Στην πραγματική ζωή αγνοώ πώς μπορεί να συνδυαστεί το μπετό με τον στόκο (ξερωγώ να ρίξεις στόκο πάνω σε μπετό;), πάντως στο σλανγκικό σύμπαν ταιριάζουν μια χαρά για να σημάνουν αυτόν που είναι υπερβολικά μπετόβλακας, μπετόβεργα κ.τ.ό. Και ναι, δίνει πολλά χτυπήματα στον γούγλη (τόσο μπετόστοκοι είμαστε να χρησιμοποιούμε μια τόσο ηλίθια έκφραση).

  1. Σόρρυ. Οι μαλακίες πληρώνονται και οι "κινδυνολόγοι" επισημαίναμε αυτό ακριβώς: ότι δεν επιθυμούμε να τις πληρώσουμε κι εμείς. Αλλά αυτό δεν υπάρχει στις δημοκρατίες. Συνεπώς θα το πληρώσουμε κανονικότατα και χωρίς να σας σπάσουμε τα κεφάλια. Μπετόστοκοι. (Ποστ από το Φέισμπουκ που διαπιστώνει ότι στη δημοκρατία δεν υπάρχουν διέξοδοι, με αφορμή διαφαινόμενη ρήξη στις διαπραγματεύσεις με τους εταίρους).
  2. Αυτός όμως που βλέπει ταινίες και πηγαίνει για καφέδες ή βόλτες, αν πει πως δεν έχει ώρα για άθληση, ενώ θέλει να αθληθεί, είναι μπετόστοκος. (Μου την πέφτει, από το Πουτσοπόλιταν).
  3. Το να πανηγυρίζει κάποιος που η Ελλάδα θα έχει φέτος 0.1% "ανάπτυξη", διότι ολοκληρώθηκε το πρόγραμμα εσωτερικής υποτίμησης και φτωχοποιηθήκαμε (σε πρώτη φάση, γιατί έπονται και άλλα) αρκετά, ενώ δίχως τα υφεσιακά μέτρα θα είχε πολύ πάνω από 2%, είναι τρελή και απίστευτη καθυστεριά. Πρέπει νάσαι πολύ μπετόστοκος και μάλιστα μισάνθρωπος μπετόστοκος ή (εναλλακτικά) πουλημένο τομάρι, για να πανηγυρίζεις για αυτό το "επίτευγμα". (Πχόρουμ).
  4. Είσαι τόσο μπετόστοκος και τρισάθλιος μπαμπουίνος που δε ξέρω τι να πρωτοσχολιάσω κοντόχοντρε κεφάλα κάγκουρα του ελέους.. (Κάγκουρας).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που χτίζει αυθαίρετα σε μη επιτρεπόμενους τόπους.

  1. Συντριπτικά κατάγµατα σε χέρι και πόδι για τον Φλώριο Ασηµοµύτη. Αγνωστοι του επιτέθηκαν µε λοστό προκαλώντας του σοβαρότατους τραυµατισµούς, αρπάζοντας και 12.000 ευρώ από τα ταµεία της επιχείρησής του. Ο µεσίτης και επιχειρηµατίας εκείνη την εποχή δεν µάσησε τα λόγια του, φωτογραφίζοντας ευθαρσώς τους υπεύθυνους της επίθεσης που δέχτηκε: «...είναι οι αυθαιρετάκηδες του νησιού», τόνιζε µε οργή τότε στα Μέσα. (Παραπολιτικά).
  2. Ε ΟΧΙ ΚΑΙ ΝΑ ΛΕΝΕ ΤΗ ΦΡΑΣΗ ΤΟΥ ΛΟΥΤΕΜΗ ΓΙΑ ΑΡΙΣΤΕΡΟΥΣ ΗΡΩΕΣ ΣΤΟ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟ ΤΩΝΕ ΛΑΘΡΟΚΑΤΟΙΚΩΝ. ΙΣΑ ΚΙ ΟΜΟΙΑ ΟΙ ΑΥΘΑΙΡΕΤΑΚΗΔΕΣ ΜΕ ΤΟΥΣ ΗΡΩΕΣ ΜΩΡΕ; ΕΚΕΙ ΦΤΑΣΑΜΕ; ΤΙΠΟΤΑ ΑΛΛΟ ΘΕΤΕ; ΜΗΠΩΣ ΘΕΤΕ ΚΑΙ ΚΟΙΝΑ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΑ ΓΙΑ ΔΕΞΙΟΥΣ ΚΙ ΑΡΙΣΤΕΡΟΥΣ; ΑΥΤΑ ΚΑΝΕΙ Η ΔΕΞΙΑ ΚΑΙ ΔΙΧΑΖΕΙ ΤΟ ΛΑΟ. (Χ).
  3. Οι αγροτικές φυλακές Κασσαβέτειας είναι αυστηρές, όπως αρμόζει σε serial killer: παντού πράσινο, αγροί, δέντρα, γελάδια. Α, και με διαχρονικές καταγγελίες για αποδράσεις λόγω ελλιπών μέτρων φύλαξης. ΠΕΘΑΝΑΝ 100 ΑΥΘΑΙΡΕΤΑΚΗΔΕΣ αλλά τουλάχιστον σώσαμε τον Κουφοντίνα! ΑΡΙΣΤΕΡΟ ΗΘΟΣ. (Ι-efimerida).
  4. Ας επιστρέψουμε στο 2020, όταν γνωστός μεσίτης της Μυκόνου δέχτηκε μαφιόζικη επίθεση έξω από το σπίτι του. Ενας άντρας τού είχε στήσει καρτέρι κρατώντας σιδερολοστό. Οταν εμφανίστηκε ο μεσίτης, άρχισε να τον χτυπά σε χέρια και πόδια με αποτέλεσμα να του προκαλέσει σοβαρά κατάγματα. Ο μεσίτης μίλησε δημόσια για όσα είχαν συμβεί. Ως ηθικούς αυτουργούς της δολοφονικής επίθεσης σε βάρος του κατέδειξε «τους αυθαιρετάκηδες του νησιού» όπως τους αποκάλεσε. Σύμφωνα με δημοσιεύματα επρόκειτο για πάνω από 100 περιπτώσεις αυθαιρεσιών σε βίλες, ξενοδοχεία και καταστήματα στα οποία φέρονται να εμπλέκονταν βαρυσήμαντα ονόματα του νησιού. Ο μεσίτης είχε προβεί σε έγγραφες καταγγελίες τόσο προς τις αρμόδιες αρχές όσο και στα social media. (Documento).

Got a better definition? Add it!

Published