Είχαμε βγει με τον Κώστα, τη Μαρία και τη Φούλα, και ξέρεις τώρα, η Μαρία γουστάρει τρελά Κώστα, και μας τα είχε πρήξει τις προηγούμενες μέρες με τη Φούλα που ήμασταν, κι εκείνο το βράδυ είχε αρχίσει να προχωράει το πράμα, ήταν από κοντά όλο το βράδυ, χορούς και τέτοια, λέω πάει, αλλά τελικά δεν έγινε τίποτα κείνο το βράδυ γιατί ήταν να 'ρθει ο μπαμπάς της να τη δει το πρωί, αλλά για να μη κρυώσει η φάση προτείνω εγώ όταν φεύγαμε ξημερώματα λέω να μαζευτούμε το βράδυ σπίτι μου να δούμε τους απαράδεκτους το ντιβιντί κι έτσι, ξέρεις, για να την πάει μετά σπίτι αυτός, έτσι κι αλλιώς η Φούλα σπίτι μου θα μου ζητούσε να κοιμηθεί σε μένα κλασικά, τον παίρνω εγώ λοιπόν το απόγευμα κατά τις 6, που είχε έρθει η Μαρία από το σπίτι, μου λέει ξεναπάρε με πιο μετά, του λέω πες μου, θα 'ρθεις, μου λέει θα 'ρθώ, του λέω άντε σε περιμένουμε εννιά εννιάμισι, οκ; οκ μου λέει, γεια γεια... Χαρές η Μαρία, μέχρι που κατά τις 7 έρχεται μήνυμα σε μένα, λέει τελικά δε θα 'ρθω, κάτι μου έτυχε, εν τω μεταξύ η Μαρία γάμησέ τα, έπεσε άσχημα και καλά δεν τη γουστάρει καθόλου, παίρνω τη Φούλα να της το πω, εν τω μεταξύ την έπαιρνα όλη μέρα το 'χε κλειστό, σε κάποια φάση το άνοιξε αλλά δεν απαντούσε, και είχα ανησυχήσει, γιατί το βράδυ είχε γίνει ψιλοσκατά, στην αρχή την έπεφτε αυτή στον Κώστα για πλάκα, μετά είχε βρει μια παρέα απ' τη σχολή, τελικά μαζί φύγαμε πάντως, τέλος πάντων μετά το είχε κλειστό όλη μέρα, την παίρνω στο σταθερό δεν απαντούσε, τι να κάνω, παίρνω τον Κώστα γιατί μένουνε πολύ κοντά, του λέω θα πας με τη μηχανή να δεις τι κάνει η Φούλα, μην έχει πάθει τίποτα, μου λέει οκ, του λέω πάρε με, μου λέει μην ανησυχείς, θα σε πάρω, γεια γεια... αν σε πήρε εσένα με πήρε κι εμένα, όλο το βράδυ τίποτα, ούτε απαντούσε στο κινητό, και η Φούλα που το 'χε ανοίξει για λίγο κι είχε πάρει τα μηνύματα κι αυτή κλειστό... Μαύρη νύχτα πέρασα με τη Μαρία, εν τω μεταξύ εγώ είχα καταλάβει, αλλά δεν έλεγα τίποτα, καταλαβαίνεις... Περνάνε δυο μέρες και τον βλέπω στη σχολή το απόγευμα στο κυλικείο, ενώ με τη Φούλα να μην έχουμε μιλήσει καθόλου, και κατευθείαν του λέω καλά του λέω, τι 'ν' αυτά που κάνεις; μου λέει τι; του λέω όταν σε πήρα προχτές με τη Φούλα ήσουνα, μου λέει τι δουλειά έχω 'γω με τη Φούλα, με ύφος, για ξεκάρφωμα, και του λέω εσύ τώρα είσαι άντρας και τότε άρχισε να μου τα χώνει, έλεγε κάτι μαλακίες που δεν τις θυμάμαι, αλλά μετά από λίγο άρχισε να γελάει μου λέει είσαι αλεπού, του λέω ναι, αλλά μ' αυτά που κάνετε εγώ φαίνομαι η ηλίθια και η παράξενη που χώνεται και ψάχνει, και τι γυρίζει και μου λέει ο μαλάκας, έλα λέει αφού σου αρέσω, του λέω είσαι ηλίθιος, ξεκόλλα του λέω, αυτός μετά έλεγε κάτι μαλακίες για μένα και τη Μαρία, του λέω μη μου ξαναμιλήσεις, μου λέει καλά, γεια γεια, και σηκώνομαι και φέυγω από το κυλικείο, κι από τότε δεν έχουμε ξαναμιλήσει, εν τω μεταξύ η Φούλα με παίρνει στο δεκάλεπτο, και μου έλεγε συγγνώμη, και ότι θα μιλήσει αυτή στη Μαρία, της λέω δε μ' ενδιαφέρει, είναι μαλάκας της λέω, μου λέει καλά θα τα ξαναπούμε το βράδυ γιατί έχω μάθημα, να μιλήσουμε της λέω, έχω πολλά να σου πω, ίσως για τελευταία φορά της λέω, ναι μου λέει, γεια γεια... Με παίρνει λοιπόν το βράδυ...
(το ως άνω ωτακουσθέν λάιβ και καταγραφέν υπό του χαλικούτου εις δημόσιον χώρον. Πραγματικός χρόνος διάρκειας εκφωνήσεως το πολύ ενάμισι λεπτό).