Το κατάστημα εστίασης που ειδικεύεται στους μεζέδες. Ετυμολογία: τουρκική meze < περσική مزه (mæˈze).
Πάμε στο Παγκράτι σε κανένα μουσικό μεζεδάδικο να μερακλώσουμε!
Το κατάστημα εστίασης που ειδικεύεται στους μεζέδες. Ετυμολογία: τουρκική meze < περσική مزه (mæˈze).
Πάμε στο Παγκράτι σε κανένα μουσικό μεζεδάδικο να μερακλώσουμε!
Got a better definition? Add it!
Ο οίκος ανοχής στα καλιαρντά εκ του μουτζό (<mindž= αιδοίο στη ρομανί) και του τσαρδί (<τουρκικό çardak < περσικό چارطاق çārtāk), σαν να λέμε το μουνόσπιτο ένα πράμα.
Got a better definition? Add it!
Λέξη που πέρασε στα ελληνικά από τα αραβικά, μέσω τουρκικών [τουρ. tekke, το μουσουλμανικό μοναστήρι].
Στα νέα ελληνικά βέβαια, ο όρος δε χρησιμοποιείται με τη θρησκευτική του διάσταση, αλλά αναφέρεται στο καταγώγιο που συχνάζουν οι χασισοπότες και είναι γεμάτο καπνό από τους ναργιλέδες που «εργάζονται» αδιάκοπα.
Με άλλα λόγια, ο χώρος των «Μοιραίων» του Κ. Βάρναλη.
Ο τεκές
Μόλις μπουκάρω στον τεκέ
τον αργιλέ τσακώνω
και μες στα φυλλοκάρδια μου
τραβώ τον ξελιγώνω.
Του τεκετζή ξηγήθηκα
να τον ξαναγεμίσει,
μα για κακή μου σύμπτωση
σώθηκε το χασίσι.
Και ξεμπουκάρω απ' τον τεκέ
μες την ταβέρνα πάω,
δυο ποτηράκια εφετινό
κάθομαι κοπανάω.
Ζούλα τρελός στη σούρα μου
βγαίνω απ' την ταβέρνα,
για το τσαρδί μου πάγαινα
είχα γενεί στην πένα.
Got a better definition? Add it!