Προσκολλώμαι, γίνομαι σόσιαλ μύδι, μουνόψειρα, στενός κορσές, καβουρογαμόψειρα.
Η πεταλίδα, όπως το μύδι και το στρείδι είναι μαλάκια, τα οποία προσκολλώνται στα βράχια. Μάλιστα, σύμφωνα με τελευταίες έρευνες τα δόντια της πεταλίδας είναι το ισχυρότερο βιολογικό υλικό στη γή, με αντοχή σε πίεση 4,9 GPa και μπορούν να συγκριθούν με τα ισχυρότερα ανθρακονήματα.

Με βάση τα προηγούμενα, δικαίως η έκφραση χρησιμοποιείται από παλιά, κυρίως από τους ανθρώπους της θάλασσας και όχι μόνο. Ο Τσιφόρος, για παράδειγμα την χρησιμοποιεί συχνά και με την ίδια έννοια και μάλιστα δεν την περιλαμβάνει στο ειδικό γλωσσάρι (βλ. του Τσιφόρου...), επειδή προφανώς την θεωρεί αρκετά διαδεδομένη.

Ρε ό,τι και να λέγαμε, είχε πεταλιδώσει και δεν ξεκόλλαγε με τίποτα! Τι να 'κανα κι εγώ; Λέω της Μαίρης:
«Δεν πάμε για ύπνο αγάπη μου, μήπως θέλει να φύγει ο Τάκης;» Ξέρεις τι μου απάντησε το ζώον;
«Α μπα, δε βιάζομαι να φύγω!»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  • Εργαλείο για να βιδώνεις και ξεβιδώνεις μεταλλικά αντικείμενα, του οποίου η λαβίδα θυμίζει δαγκάνα κάβουρα, εξ ου και το όνομα.

  • Καβούρι είναι και το Crab louse, η γνωστή καβουρογαμόψειρα.

  • Ο κολλητσίδας, αυτός που σε πιάνει στις δαγκάνες του και δεν σε αφήνει να φύγεις. Όχι μόνο η γκόμενα καβουρογαμόψειρα, αλλά και ο φίλος /-η.

  • Ασφαλώς και ο καβουροσλανγκόσαυρος.

Ανακεφαλαιώνοντας, το εξαιρετικά σλανγκενεργό αυτό οστρακόδερμο μας δίνει τουλάστιχον 8 σημασίες, εκ των οποίων οι 5 βασικές (ο μποντιμπιλντεράς, ο κάγκουρας, ο τσιγκούνης, το εργαλείο και ο κολλητσίδας) συν μία αγγλιά, μία αυτοαναφορική και μία πραγματολογική σημασία.

Ακόμη μας δίνει τις εκφράσεις:

Ο λαός μας έχει ακόμη τις εκφράσεις:

  • να καβούρους, δώσε μου αλεύρι, για άδικες ανταλλαγές,
  • τι είναι ο κάβουρας, τι το ζουμί του, για κάτι που δεν επαρκεί, διότι είναι λίγο σε ποσότητα,
  • πάω σαν τον κάβουρα βαδίζω πλάγια, κινούμαι αργά και νωθρά.

    Δες τη Βικούλα.

Πάσα: ΑυτοχτοΝούλης.

  1. - Μπα, δεν γίνεται με το κλειδί, για φέρ' τον κάβουρα ρε μάστορα.

  2. - Πρόσεχε Χάνκυ μη κολλήσεις καβουρογαμόψειρες, γιατί πλησιάζει και η 27η Φεβρουαρίου (Παγκόσμια Ημέρα Frappernité)!
    (Ο σλανγκομπαμπάς Vrastaman δίνει την πατρική του συμβουλή εδώ).

  3. Εἶπεν οὖν ὁ διδάσκαλος:
    - Οὐκ ἔστιν καλὸν λαβεῖν τὸ λῆμμα τῶν Σλάνγκων καὶ βαλεῖν τοῖς καβουρίοις.
    - Ναὶ, κύριε, πλὴν καὶ οἱ καβουροσλανγκόσαυροι ἐσθίουσι ἀπὸ τῆς λημματολάσπης τῆς πιπτούσης ἀπὸ τῆς τραπέζης τῶν Σλάνγκων καὶ εὐφραίνονται.
    - Ὦ τέκνον κάβουρα, μεγάλη σου ἡ δαγκάνα!
    (Από την παραβολή του κάβουρα).

(από Khan, 20/03/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επαναλαμβάνω σε παρέα διατυπώσεις (ανέκδοτο, επιχείρημα, άποψη και λοιπά) που έχω πει πολλές φορές με τον ίδιο τρόπο στο παρελθόν στην ίδια παρέα, ή που η παρέα έχει ακούσει πολλές φορές με τον ίδιο τρόπο στο παρελθόν από άλλους.

Λέμε λοιπόν για κάποιον ότι έβαλε την κασέτα (ενν. να παίζει), όταν πλέον τα χιλιοειπωμένα λεγόμενά του θεωρούμε ότι είναι τόσο ενδιαφέροντα όσο ενδιαφέρον μπορεί να είναι ακόμα το χιλιοακουσμένο «Φάιναλ Κάουνταουν» στην κασέτα που είχαμε ήδη λιώσει απ' το δημοτικό φορτώνοντας πριν να πάμε για μπάσκετ στο σχολείο. Επιπλέον το λέμε αντιδρώντας σε λεγόμενα που δεν μας πείθουν πια και τείνουμε να τα ακούμε βερεσέ, τείνουμε να θεωρήσουμε δε και τον ομιλητή φερέφωνο άλλων –φοριέται ιδιαίτερα από σχολιαστές δημόσιων ρητόρων.

Συνώνυμα: λέω το παραμύθι

  1. Περιέγραψα στον τεχνικό υπάλληλο την κατάσταση στην οποία παρέλαβα το προϊόν χωρίς αρχικά να αναφέρω τα έγγραφα που βρήκα μέσα. Ο υπάλληλος έβαλε την γνωστή κασέτα ότι πρέπει να το στείλω για τεχνικό έλεγχο και ότι δεν μπορεί να γίνει τίποτα άλλο εάν δεν το ελέγξουν. (από φόρουμ)

  2. Ο κ. Παπανδρέου έβαλε πάλι εμπρός την κασέτα «εκλογές τώρα» [...] και φόρτωσε όλα τα δεινά του τόπου στην Ν.Δ., καταχειροκροτούμενος από την κοινοβουλευτική του ομάδα. Επί της ουσίας τίποτα. (από ιστολόι)

  3. Α: [...] πρέπει να πέσουν κεφάλια άσχετο με το αν φταίνε. Ακόμα και να αυτοκτόνησε ο στρατός μάλλον τον ώθησε σε αυτό!
    Β: Δεν είναι και πολύ λογικό αυτό που λες (το πρώτο).
    Όσο για το δεύτερο άλλο πράγμα είναι το «μεγεθύνω τα όποια προβλήματα» (λογικό και αναμενόμενο) και άλλο «ωθώ στην αυτοκτονία» (δύσκολο εώς απίθανο)...
    Γ: Έβαλες την κασέτα πάλι; Αφού δεν πιάνει εδώ μέσα η προπαγάνδα σου, δεν το έχεις καταλάβει τόσο καιρό; Πήγαινε να τα πεις σε τίποτα βλάχους πάνω στα χωριά αυτά μπας και σε πιστέψουν. Άκου εκεί λογικό και αναμενόμενο κι απίθανο!
    (από σχολιασμό σε θέμα αυτοκτονίας φαντάρου στον Έβρο, στο Όμηροι τζι αρ)

Βλ. και κασέτα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο κολλητσίδας, το άτομο που δεν ξεκολλάει από μια παρέα, δεν συνειδητοποιεί πότε η παρουσία του είναι κουραστική, και δεν έχει την ευγένεια να αποσυρθεί διακριτικά.

Τον βαρέθηκα τον Γιώργο! Δεν είναι να του πω πότε θα βγω για καφέ με την κοπέλα μου, και έρχεται και κολλάει σα βδέλλα και ξεχνάει να φύγει!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified