1. Όταν κάποιο θέμα ή κάποια υπόθεση προχωράει αργά. Εμπνευσμένο από τα αργά, μακρόσυρτα και ατελείωτα όπως οι ταινίες του γνωστού σκηνοθέτη.

  2. Σκηνοθέτης αμφιβόλου αξίας.

  1. - Είμαστε ένα μήνα με τη Μαρία και δε μου 'χει κάτσει. - Έλα ρε. Σ' το παίζει Αγγελόπουλος δηλαδή;

  2. Η δουλειά πάει Αγγελόπουλος.

  3. Κατά τη διάρκεια προβολής ταινίας (ο Θεός να την κάνει):
    - Ίσα ρε Αγγελόπουλε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν κάποιος αργοπορεί πολύ χωρίς λόγο, το παρομοιάζουμε με το άπλωμα του τραχανά που είναι μια ολόκληρη διαδικασία.

-Καλά της έχουμε χτυπήσει το κουδούνι εδώ και μισή ώρα! Τι στο διάολο κάνει; Τραχανά απλώνει;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(Παροιμία) Όταν οι αντιδράσεις του αμέσως ενδιαφερομένου για κάποιο γεγονός είναι είτε δυσανάλογα καθυστερημένες, είτε δυσανάλογα ήπιες, (είτε και τα δυο) σε σχέση με τους υπολοίπους. Υποκρύπτει αδιαφορία.

Ειδικότερο των πέρυσι χέστηκε, φέτος βρώμισε και περσινά, ξινά σταφύλια (για καθυστερημένες αντιδράσεις).

(Γονείς που συζητούν επί ώρες για την Πανεπιστημιακή εκπαίδευση του γιόκα τους παρουσία του):
-(Μάνα): Εγώ λέω να πάει να σπουδάσει στη Θεσσαλονίκη, να μάθει και λίγο να ζει μόνος του.
-(Πατέρας): Εγώ λέω να πάει στην Αγγλία, να μάθει και κάνα εγγλέζικο και να δει πώς ζει ο κόσμος. -(Γιόκας): Εγώ λέω να κάτσω εδώ που είμαι.
-(Πατέρας): Ορίστε, αφού όλοι απόκλαψαν, δάκρυσε και η χήρα... Τόσην ώρα μιλάμε για το μέλλον σου βρε αχαΐρευτε και κάθεσαι μουγγός. Αυτό βρήκες να πεις; Άιντε να χαθείςζωντόβολο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που χρησιμοποιείται για να δηλώσει υπερβολική αργοπορία, αφού ως γνωστόν οι τριλογίες χρειάζονται χρόνο για να γραφούν (ΟΚ, εξαιρείται το «του άη λάιτ»). Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και σαν πασπαρτού δικαιολογία.

Στην τουαλέτα:
- Άντε βρε μαλάκα, τι κάνεις τόσην ώρα;
- Γράφω τριλογία!

- Γιατί δεν θα βγει ο Γιάννης τελικά;
- Θα γράψει τριλογία λέει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυριολεκτικά (και διεκπεραιωτικά, μπας και διαβάζει κανείς διαφορετικής κουλτούρας):

(Σαν επίθετο –ος –α -ο): Ό,τι τοποθετείται επάνω στον τάφο/ό,τι γίνεται στον τάφο κατά την ταφή/η εκκλησιαστική ακολουθία που τελείται τη Μεγάλη Παρασκευή (αλλά και τμήμα της).

(Σαν ουσιαστικό): Το άμφιο με την εικόνα της κήδευσης του Χριστού/το ειδικό κουβούκλιο που κάργα ανθοστολισμένο φέρει αυτό το άμφιο κατά τη Μεγάλη Παρασκευή και περιφέρεται αργά στους δρόμους των κατά τόπους εκκλησιαστικών ενοριών ακολουθούμενο από λιβανίζοντες ιερείς, νεαρές παρθένες που ψάλλουν και από πλήθος πιστών με αναμμένα κεράκια στα χέρια (αλλά και η ίδια η περιφορά).

Παίζουν σαν παρομοιώσεις:

1. Η έκφραση Πιο αργός κι από Επιτάφιο κι οι σχετικές τονίζουν το υπερβολικά αργό της κίνησης, δράσης κάποιου. βλ. σχ. του Khan, βλ. σχ. του electron, κι εδώ.

Συνώνυμα: πιο αργά από την καθυστέρηση, πιο αργός κι από ριπλέι βλ. σχ. του allivegp, πιο αργός κι απ' τον θάνατο.

2. Οι εκφράσεις Στολισμένη/Ντυμένη σαν Επιτάφιος τονίζουν το υπερβολικό (που αγγίζει το κιτς) της εμφάνισης (συνήθως) κάποιας βλ. πχ του Hodjas.

Σχετικά τα: Ντύθηκε ρεβεγιόν/Χόλυγουντ/ υπερπαραγωγή.

3. Οι εκφράσεις Μυρίζει Επιτάφιο» κι οι σχετικές (και σαν σφόλια) τονίζουν το υπερβολικά έντονο και βαρύ του αρώματος που φορά κάποιος.

Συνώνυμα: Μυρίζει/βρωμά θυμίαμα/λιβάνι/ πατσουλί.

4. Λέγεται απαξιωτικά για κτίρια, κατασκευές, οχήματα και ο,τιδήποτε μπορεί να στολιστεί/διακοσμηθεί και ειδικότερα να φωτιστεί, σημαίνοντας ότι ο διακοσμητής το παράχεσε.

Συνώνυμα: Το ‘κανε λατέρνα/χριστουγεννιάτικο δέντρο».

Πιο σλανγκικά σημαίνει:

5. Αυτόν που με τις αυθαίρετες ενέργειές του βάζει οριστικό τέλος (ταφόπλακα – επιτάφιο λίθο) στις ελπίδες κάποιου άλλου να πετύχει κάτι.

6. Κίναιδος συνοδευόμενος από ωραία και καλοντυμένα τεκνά, (sic απ’ τa Πετροπούλεια «Καλιαρντά»)

7. Κουστωδία του καθηγητή ή διευθυντή κλινικής με τους επιμελητές, βοηθούς και λοιπούς κομπάρσους που βγαίνουν μπουλουκοειδώς για ιατρική επίσκεψη, έτσι που να υποβάλλεται η εντύπωση φανταχτερής, μεγαλόπρεπης και υψηλής επιστήμης (sic από το Ν. Παπαγιάννη στa Πετροπούλεια «Καλιαρντά» αναφερόμενο σε ιατρικά σινάφια, σχολιάζοντας την ομοιότητα με το 6.).

Δεν αποκλείω καθόλου το να χρησιμοποιείται και σε άλλες παρόμοιες καταστάσεις.

8. Οποιαδήποτε συγκέντρωση ατόμων σε πορεία (κυρίως διεκδικητική - συνδικαλιστική) που της λείπει ο αυθορμητισμός, ο αυτοσχέδιος παλμός κι η συνεπακόλουθη ζωντάνια. Με ειλικρινή κι άπειρη τρυφερότητα (έχοντας πλήρη συνείδηση, δέος και –γιατί όχι;- φόβο του τι επέρχεται σε όλους μας) σχολιάζονται έτσι οι πορείες συνταξιούχων.

Σε λοιπές περιπτώσεις αποτελεί απαξιωτικότατο χαρακτηρισμό και μομφή.

  1. (σημασία 1) «…ρε μάγκες, μπαίνω στο ίντερνετ αυτήν την στιγμή με το κινητό μου σαν μόντεμ, και το πρόγραμμα 1 ευρώ τη μέρα... βολεύει (οικονομικά τουλάχιστον) το προγραμματάκι…., γιατί πραγματικά είναι απεριόριστο, όμως, οι ταχύτητες ρε παιδιά... πολύ επιτάφιος...»

  2. (σημασία 1, επίσης) «…Τώρα πάντως, για να τα λέμε όλα, και αυτός Ζ… δεν έχει το Θεό του. Η ομάδα - απόντος του Γ… - παίζει χωρίς άκρα και αυτός θέλει λέει να του πάρουν βαρύ φορ και «δεκάρι». Να γίνει δηλαδή η ομάδα από αργή, επιτάφιος…»

  3. (σημασία 3) «…Θα προτιμήσω κάτι σε άοσμο BALM λόγω ευαίσθητης επιδερμίδας, αλλά και λόγω του ότι δεν θέλω η κολόνια μου να μπερδεύεται με το άρωμα του after shave και μετά να μυρίζω σαν επιτάφιος…»

  4. (σημασία 4) «…Έχει γεμίσει ledάκια παντού, και από κάτω από το αμάξωμα αυτές τις φωτεινές ράβδους μπλε και φουξ. Δεν σας λέω τίποτα. Επιτάφιος σκέτος. Ο περίγελος της πόλης...»

  5. (σημασία 5) «..Επιτάφιος ήταν ο χαρακτηρισμός που έδωσε στον Π… Κ… Ελλαδίτης καθηγητής διαιτησίας για την εμφάνιση που έκανε πρόσφατα διαιτητεύοντας παιχνίδι του ΠΑΟΚ στην Τούμπα…»

  6. (σημασία 5, επίσης) «…Όμως αυτή τη φορά ο Π… Κ… έγινε στην κυριολεξία ο Επιτάφιος της Σαλαμίνας, θάβοντας κάθε προσπάθεια της Βαρωσιώτικης ομάδας για διάκριση στη φετινή χρονιά…» (όλα απ' το δίχτυ)

  7. (για τις σημασίες 6 & 7) Βλ. μήδια (ό,τι πιο κοντινό βρήκα στο δίχτυ)

  8. (σημασία 8) «…Σε τι ωφελεί λοιπόν αυτός ο επιτάφιος; (αναφέρεται σε άριστα περιφρουρούμενη πορεία) Να θυμόμαστε πως ίσως κάποια μέρα έρθει η ανάσταση; Να τιμούμε το σώμα των εργατών που κρεμάστηκε με τα καρφιά του μνημονίου; Να κουβαλάμε για λίγο στο σταυρό όλοι μαζί όπως κάνουν σε κάποιες χώρες στη θρησκευτική ιεροτελεστία της σταύρωσης για να εκστασιαζόμαστε (μη πω καμιά άλλη λέξη) ένα τέταρτο και μετά πάλι τα κεφάλια μέσα;…» (από μπλογκ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχει μια διαδεδομένη πεποίθηση πως η φανουρόπιτα λειτουργεί ως γέφυρα επικοινωνίας μεταξύ ανθρώπων που έχουν χάσει κάποια αντικείμενα και του Αγίου Φανουρίου (Αγγελική Νικολούλη των Αγίων), για να φανερώσει ο Άγιος τα απωλεσθέντα αντικείμενα.

Ο συγκεκριμένος όρος μπορεί να λεχθεί επίσης και στην περίπτωση εικονικής δημιουργίας φανουρόπιτας. Μπορεί να λεχθεί στην περίπτωση:

α) μεγάλης απώλειας βάρους, τόσο από αυτόν που έχασε τα κιλά (περίπτωση ανεπιθύμητης απώλειας βάρους, π.χ. λόγω ασθένειας), όσο και από τον περίγυρο του (για τον προηγούμενο λόγο, για λόγους αποφυγής ενδεχομένων προβλημάτων υγείας και για λόγους αισθητικής κάποιου που έχει πλακωθεί σε δίαιτες και γυμναστικές και έχει γίνει από Πάγκαλος Τιραμόλα, βλ. ακορντεόν). Μέσω της φράσης υποδηλώνεται η ευχή για ανάκαμψη της υγείας, ή η ανάγκη για σταμάτημα της δίαιτας.

β) απώλειας χρόνου από κάποιον που κατηγορείται από κάποιον ή κάποιους πως τους καθυστέρησε. Η ατάκα μπορεί να λεχθεί, όταν αυτός διαπιστώσει πως οι άλλοι δεν μπορούν να πειστούν ότι αυτός δε φταίει και έτσι θεωρώντας πως έχουν εξαντληθεί τα ανθρώπινα πλαίσια, θεωρεί ότι προκειμένου «να βρεθεί ο χαμένος χρόνος» «χρειάζεται να γίνει φανουρόπιτα» και το request δημιουργίας της να προωθηθεί στον Άγιο Φανούριο. Στην ουσία μία τέτοια κουβέντα χρησιμοποιείται για το κλείσιμο του συγκεκριμένου θέματος και υποδηλώνει στον άλλο πως από δω και πέρα κάθε συζήτηση περιττεύει.

Σημείωση: Στην περίπτωση (α) και συγκεκριμένα στην υποπερίπτωση που ο όρος εκφέρεται από αυτόν που έχει χάσει τα κιλά, ο όρος εκφέρεται ως: «Θα κάνω φανουρόπιτα»

  1. - Πώς έγινες έτσι; Σα σαμαροπαΐδα κατάντησες. Χάλια είσαι.
    - Δεν ακούω τίποτα. Έχασα 30 κιλά και θέλω να χάσω άλλα 10. Θυμάσαι που κάποτε ήμουν βουβάλα και δε σταύρωνα γκόμενο;
    - Κάνε φανουρόπιτα για να φανερωθούν τα κιλά σου. Δεν μπορώ να σε βλέπω έτσι. Σαν τσίρος έγινες. Πού το πας; Θέλεις να πάθεις τίποτα; Αν συνεχίσεις έτσι, να 'σαι σίγουρη πως δε θα βρεθεί άνθρωπος να θέλει να κάνει σεξ με κόκκαλα και είναι επίσης σίγουρο πως αντί να σταυρώσεις γκόμενο, στο τέλος θα χρειαστεί να σταυρώσουν εσένα.
  1. - Μου 'πες για δέκα λεπτά συνάντηση και μιλάμε εδώ και τρεις ώρες
    - Ας μην είχες τόσες ερωτήσεις και τόσες αντιρρήσεις
    - Ξέρεις πόσες δουλειές έχουν μείνει πίσω; Πότε θα τις προλάβω;
    - Ωχού. Κάνε φανουρόπιτα, να βρεις το χαμένο χρόνο! Με έπρηξες πια. Δε σ' αντέχω άλλο.

Φανουρόπιτα (από GATZMAN, 05/12/08)Αγιος Φανούριος (από GATZMAN, 05/12/08)Αγγελική Νικολούλη (από GATZMAN, 05/12/08)....κόψε τους μεσάζοντες! (από Vrastaman, 05/12/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(Παροιμία): Αν καθυστερεί πολύ να συμβεί το επιθυμητό, λόγω αργοπορίας, τότε η ποιότητα του περιεχομένου του είναι πολύ αμφίβολη (!)

Ο αντίποδας του : «Το καλό πράγμα αργεί να γίνει».

-Τί θα γίνει με τη Μπέτη και τις φίλες της, θα ‘ρθουν καμιά φορά; Μιάμιση ώρα μας έχουν στήσει.
-Περίμενε λίγο ακόμα ρε, μην είσαι ανυπόμονος και θα δεις. Μιλάμε για σπέσιαλ πιπίνια!
-Καράβι που αργεί, σκατά είναι φορτωμένο. Αυτό λέω εγώ. Ποιος ξέρει τι μπάζα θα μας κουβαλήσει πάλι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

O όρος κατενάτσιο (catenaccio) πέρασε στη συνείδηση μας ως το ποδοσφαιρικό σύστημα που στηρίζεται σε μια σφιχτή ζώνη άμυνας που σκοπό έχει να μας προφυλάξει από το να δεχτούμε γκολ και, από κει και πέρα, αν έρθει κάνα κωλόφαρδο γκολ από καμιά στραβοκλωτσιά, να κερδίσουμε με 1-0. Προέρχεται δε ετυμολογικά από το ιταλικό catena, που σημαίνει αλυσίδα.

Πρώτος διδάξας του αντιθεαματικού αλλά αποτελεσματικού αυτού στυλ παιχνιδιού, υπήρξε ο Αργεντινός προπονητής της Μίλαν των 60’s Helenio Herrera, ο οποίος φυσικά βρήκε έκτοτε πολλούς μιμητές με πρόσφατο παράδειγμα στις μέρες μας τον δικό μας Παλαιών Παιχτών Γερμανό.

Το λήμμα όταν χρησιμοποιείται στην καθομιλουμένη, σημαίνει την τακτική της καθυστέρησης και εξοικονόμησης χρόνου, ώστε να αποφύγουμε πιθανές δυσάρεστες εξελίξεις και να προετοιμαστούμε για να πετύχουμε, αν είναι δυνατόν, και αναστροφή μιας πιεστικής κατάστασης. Κλασικά το εφαρμόζουν οι εργαζόμενοι στον ρουμάνο τους όταν τους τα πρήζει και οι γκόμενες όταν δέχονται στενό μαρκάρισμα και θέλουν να το παίξουν και καλά δύσκολες.

  1. Πάλι βρήκε αφορμή με τις προθεσμίες και μου τα έκανε τσουρέκια, αλλά δεν αντιμίλησα. Απ΄το να μαλώσω μαζί του, κάθισα και τα άκουσα. Κατενάτσιο και όπου βγει, αυτή είναι η μοίρα του υφισταμένου.

  2. Δυο μήνες βγαίνουμε μαζί, και ακόμη να της τον σφίξω. Πολύ κατενάτσιο με παίζει, άραγε να τη βρίσκει με γαμπρό;

Catenaccio (από allivegp, 06/07/09)Helenio Herrera (από allivegp, 06/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση ανυπομονησίας και ελαφράς αγανάκτησης, η οποία αφορά στην καθυστέρηση παρασκευής και προσκόμισης ενός γεύματος ή ροφήματος στον σλανγκιστή συνδαιτυμόνα.

σ.ς.: Υποτίθεται ότι η ύπαρξη μεγάλου αριθμού κοκκάλων σε ένα φαγητό που μαγειρεύεται, είναι δυνατόν να καθυστερήσει σημαντικά τον χρόνο που απαιτείται για να ετοιμαστεί.

- Άντε ρε Σούλα με αυτόν τον ελληνικό, δέκα λεπτά περιμένω... Κόκκαλα έχει;

βλ. και κόκαλα έχει (ο καφές);

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προέρχεται από την αγγλική λέξη lag που σημαίνει αργοπορία και χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις που κολλάμε και χάνουμε τα λόγια μας.

- Έλα βρε μαλάκα μην λαγκάρεις τώρα που πρέπει να μιλήσουμε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified