Ο στρατιώτης πυροβολικού. Λέγεται και πυροβολημένος.

- Σε τι σώμα υπηρετείς ρε σειρά;
- Είμαι πυροβολικάριος στη Λήμνο.

Δες και -άριος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο στρατιώτης (με ειδικότητα διαβιβαστή) που λειτουργεί το Κέντρο Επικοινωνίας του στρατοπέδου.

-Τι ειδικότητα έχεις πάρει; -Καλή ειδικότητα, είμαι κεπικάριος.

Βλ. και Κ.ΕΠΙΚ., κουβαρίστρας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σφιγγοκωλάριος ονομάζεται ο «μη μου άπτου», συνήθως δύστροπος / γκρινιάρης άνθρωπος, ο οποίος είναι κολλημένος με το savoir vivre και τους τύπους γενικότερα.

Εκεί που άκουγα (insert band) στο λεωφορείο, έρχεται ένας σφιγγοκωλάριος και μου λέει «σας παρακαλώ, ενοχλούμεθα σφόδρα από τον θόρυβο που εξέρχεται από τα ακουστικά σας...».

Μάλλον εκ του σφιχτού κώλου, βλ. αντίθεση με σφουγγοκωλάριος. Βλ. και πρωκτικάντζα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η παλιά αυτή λατινική κατάληξη χρησιμοποιείται ευρύτατα ως αργκό εκδοχή του επιθήματος -ός, για να σχηματίσει όνομα από την ειδικότητα κάποιου (φοιτητική, επαγγελματική, στρατιωτική και λοιπά), όταν αυτή καταλήγει σε -ική ή -ικό. Για παράδειγμα, πληροφορικάριος, νομικάριος, λογικάριος, ζαμπονοκοπτικάριος.

Η εκτεταμένη χρήση της κατάληξης οφείλεται μάλλον στο ότι ο ομιλητής νιώθει την ανάγκη να διαφοροποιήσει το παράγωγο ουσιαστικό –λογικός, αυτός που ασχολείται με τη Λογική– από το αντίστοιχο παράγωγο επίθετο –λογικός (άνθρωπος), αυτός που είναι σώφρονας, συνετός.

Φθηνοί «πληροφορικάριοι»: Μπορεί όσοι εργάζονται στον τομέα της πληροφορικής στην Ελλάδα να έχουν υψηλά ποσοστά μεταπτυχιακών σπουδών όπως και στις Νορβηγία και Γερμανία (22%, 42% και 68,5% αντίστοιχα), όμως αυτό δεν σημαίνει ότι και οι ετήσιες αμοιβές τους βρίσκονται σε ανάλογα επίπεδα. Στη χώρα μας ένας υπάλληλος στο τμήμα πληροφορικής παίρνει το χρόνο κατά μέσον όρο 7.277 ευρώ ή αλλιώς 5,6 φορές λιγότερα από το γερμανό συνάδελφό του [...].

από την Ελευθεροτυπία

Σόρι που επαναμπαχαλεύω το τόπικ, αλλά δεν αντέχω, θα το πω... Οι νομικάριοι λένε παραέξω ότι οι νομικάριες δεν βλέπονται... Έχουν κοιταχτεί ποτέ οι ίδιοι στον καθρέφτη;!; Αίσχος!! Μήπως είναι τυχαίο ότι όλες οι νομικάριες πάνε «εκδρομές» στο Πολυτεχνείο, στην ΑΣΟΕΕ κλπ;

από φόρουμ

— Συγνώμη που πετάγομαι (δεν θα πω σαν τι :Ρ) στην μέση της κουβεντούλας σας, αλλά νομίζω ότι το τελικό συμπέρασμά της βασίζεται στο αρχικό ΑΝ του συλλογισμού της. Τα δύο είναι εντελώς ασύνδετα. Απλή δήλωση κάνει.
— Πετάγομαι τώρα κι εγώ (σαν λογικάριος :Ρ) και θυμίζω πως ΨΕΥΔΗΣ συνεπαγωγή είναι μία συνεπαγωγή με αληθή υπόθεση και ψευδές συμπέρασμα.

από φόρουμ

Από το 53\' και μετά.. (από Vrastaman, 13/03/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παρτούζα συνειρμών στη λέξη αυτή.

Ο όρος θα μπορούσε να προκύπτει εκ:

α) παράφρασης της λέξης προλετάριος, (δες εδώ και εδώ). Μιλάμε για τον κατ' επίφαση προλετάριο, τον κατ' όνομα προλετάριο που λειτουργεί με χρηματοκεντρικά κριτήρια (λεφτά).

β) της λέξης προ (που παραπέμπει στην αγγλική λέξη pro, εκ του professional που σημαίνει επαγγελματίας) και της λέξης λεφτά. Το πακέτο παραπέμπει δηλαδή σε κάποιον που είναι επαγγελματίας λεφτάς. Και επειδή οι λέξεις προλετάριος - προλεφτάριος μορφολογικά μοιάζουν, ο συγκεκριμένος επαγγελματίας λεφτάς αναδίνει, κάπου στο βάθος, άρωμα προλετάριου. Σε πολλές περιπτώσεις θα μπορούσε να γίνει και επαγγελματική αξιοποίηση αυτού του αρώματος (επαγγελματίας πολιτικός, επαναστάτης, κλπ., δες σχετικά το παράδειγμα 3 και το λήμμα Μαρξορθόδοξος).

γ) εκ της λέξης προ (που παραπέμπει στην αγγλική λέξη pro από professional που σημαίνει επαγγελματίας) και της λέξης left (αριστερός). Εδώ το πακέτο παραπέμπει σε κάποιον που είναι επαγγελματίας αριστερός.

δ) εκ της λέξης προ (που παραπέμπει σε πρώην) και της αγγλικής λέξης left (αριστερός). Εδώ το πακέτο παραπέμπει σε κάποιον που είναι: πρώην αριστερός.

  1. Εκ των παραπάνω συνειρμών, αντιλαμβανόμαστε πως η λέξη ενσωματώνει συναφείς νοηματικές παραπομπές.

Εκφέροντας τον όρο, θα μπορούσαμε βάσει των παραπάνω, να χαρακτηρίσουμε ως προλεφτάριο κάποιον πρώην αριστερό, που έχει από χρόνια αντικαταστήσει το σύνθημα «Νόμος είναι το δίκιο του εργάτη», με το σύνθημα «Νόμος είναι το δίκιο του Σωκράτη», κάποιον κατ' επίφαση αριστερό, κάποιον γιαλαντζί κομμουνιστή, κάποιον Μαρξ εντ Σπένσερ, που 'χει κάνει θεό του, το μαρούλι, τις αστικές απολαύσεις, που 'χει τα ... κονέ, που κάνει τις μπίζνες, που μπορεί να 'ναι και σκαφάτος και που επιδιώκει πάντοτε να τα περνά ζωή και κότα.

Χαρακτηριστικό τύπο προλετάριου που μεταμορφώθηκε σε προλεφτάριο είχε ενσαρκώσει στην ταινία «Ξύπνα Βασίλη» ο Αλέκος Αλεξανδράκης, όπου το κέρδος ενός λαχείου, μετέβαλλε άρδην τον τρόπο ζωής του, μεταβάλλοντας τον από μαχητικό αγωνιστή της Αριστεράς σε άνθρωπο του κεφαλαίου. (Βλ. παραδείγματα 1, 2 ,3)

  1. Στα πλαίσια χιουμοριστικής εκφοράς του λόγου, θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε ως προλεφτάριο κάποιον παντελώς άσχετο με την αριστερά, που ζει μέσα στη γκλαμουριά και στη χλίδα. (βλ. παράδειγμα 4)
  1. Και εμείς θα καμαρώνουμε για τον άνθρωπό μας που «νίκησε» και μπήκε στη Βουλή, γεμίζοντάς μας προσδοκίες και όνειρα καλοκαιρινής νυκτός, για να γίνει από προλετάριος, προλεφτάριος. Ναι, μιλάμε γι’ αυτόν το μασκαρά που μόλις εκλέχθηκε, έκλεισε το κινητό του… Και πήρε καινούριο, για να μιλάει με επιχειρηματίες. Μιλάμε γι’ αυτόν που μόλις εκλέχθηκε και ζητήσαμε να τον δούμε, μας παρέπεμψε σε κάτι παρατρεχάμενα και θρασύτατα λαμόγια, κάτι ανεκδιήγητους αλεξιπτωτιστές, που ποτέ πριν δεν είχαμε ξαναδεί. Που θεωρούν ότι μας έκαναν χάρη που άκουσαν το πρόβλημά μας, ή το (κατ’ εμάς πάντα εύλογο, αλίμονο) αίτημα μας. Τα θέλει ο οργανισμός μας. Δες εδώ

  2. Ηταν ένας φτωχός προλεφτάριος που για να αποκτήσει αστικές απολαύσεις έγινε επαγγελματίας επαναστάτης και τώρα ζει σε μια χλιδάτη βίλα κάπου στο Παρίσι. Δες εδώ

  3. - Οι προλετάριοι, κατά τον Μαρξ, έπρεπε να επαναστατήσουν γιατί δεν είχαν να χάσουν τίποτα άλλο, πέρα από τις αλυσίδες της σκλαβιάς τους. Τώρα ο προλεφτάριος, αλυσόδεσε τον Μαρξ και 'φύγε με το γκλαμουράτο αμάξι του για το εξοχικό του, δίπλα στο κύμα, αφήνοντας την Αλέκα να παλεύει για την απεργία και τη Λιάνα για την ορθοδοξία.
    - Υπάρχει ένας προλεφτάριος συγγραφέας, στο ίδιο στιλ που περιγράφεις. Απομονώνεται στην παραθαλάσσια βίλα του και αξιοποιεί επαγγελματικά τις αναμνήσεις του ως παλιός λαϊκός αγωνιστής, γράφοντας βιβλία για την ανανέωση της αριστεράς κι άλλα τέτοια. Έτσι θα αποκτήσει περισσότερο μπαγιόκο, που σημαίνει πως θα γίνει πιο προλεφτάριος απ' ότι είναι, θα δώσει ελπίδες στον κόσμο κι αυτοί θα του ξαναδώσουν λεφτά για να γίνει ακόμα πιο προλεφτάριος.

  4. - Που λες, ο φίλος μου, ο Μάνος, είναι προλεφτάριος.
    - Πρώην αριστερός;
    - Ούτε πρώην, ούτε νυν. Μιλάμε για έναν φραγκάτο, που η μόνη κοπιαστική δουλειά που ξέρει να κάνει, είναι να εισπράττει ενοίκια από τα καταστήματα τριών μεγάλων εμπορικών κέντρων που πήρε κληρονομιά από τον πατέρα του.

Μπένυ  (από GATZMAN, 16/03/09)GAP: Ο Θεός μου είπε... μπλα μπλα μπλα (από GATZMAN, 01/07/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

[i]Στην αρχαία εποχή:[/i] τίτλος τιμής. Έμπιστος του βασιλιά, ο οποίος ήταν υπεύθυνος για να σκουπίζει και να καθαρίζει τα οπίσθια του υψηλότατου/-ης.

[i]Στην σημερινή εποχή:[/i] υποτιμητικός τίτλος. Ο άνθρωπος που είναι πολύ πιστός σε κάποιον και έχει τον ρόλο του ρουφιάνου ή του χαμάλη ή και των δύο.

Κοίτα ρε συ έναν σφουγγοκωλάριο που θα πάει να μας καρφώσει στον υπεύθυνο!

ass wipe... (από BuBis, 09/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο κομπιουτεράς, ο πληροφορικάντης.

Ο επίσημος όρος είναι πληροφορικός, αλλά κανένας δεν τον χρησιμοποιεί.

Εκ των πληροφορική και της κατάληξης -άριος (π.χ. σφουγγοκωλάριος).

Ήταν ένας πληροφορικάριος και ένας κολλητός του, αλλά ούτε αυτός είχε γκόμενα....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λαμόγιο που εκμεταλλεύεται την αδιαφανώς αποκτηθείσα θέση του για αθέμιτη κονόμα.

Οι οικονομισάριοι λειτουργούν κυρίως στο δημόσιο τομέα, και συγκεκριμένα σε νοσοκομεία, πολεοδομίες, εφορίες, δήμους, υπουργεία, ΙΚΑ, νομαρχίες, κ.α., και χρεώνουν προκαθορισμένο γρηγορόσημο για να διεκπεραιώσουν κάθε υποχρεώσή τους προς τον κερασφόρο πολίτη.

Στον ευρύτερο δημόσιο (γράφε: παρακρατικό) τομέα, οικονομισάριοι κουμπάροι διορίζονται με παχυλούς μισθούς ως σύμβουλοι ΔΕΚΟ. Προκειται για βιρτουόζους της σχολής Art Déko.

Μην ξεχνάμε όμως και τον (κρατικοδίαιτο) ιδιωτικό τομέα όπου διαπλεκόμενοι νταβατζήδες εργολήπτες (που είναι συνάμα καναλάρχες και μιντιάρχες) νέμονται κρατικά και κοινοτικά κονδύλια δια της μεθόδου του λιβανίσματος και του λαδώματος των ευκαιριακών τους πολιτικών συμμάχων.

Η εικοσιπενταετής τουλάστιχον παντοκρατορία των οικονομισάριων οδήγησε την Ελληνική οικονομία στην σημερινή της κατάσταση.

Λογοπαίγνιο εκ των κονόμα και κομισάριος.

Ασίστ: Γ. Τράγκας

- Δεν ξεφευγετε απο τις απατες περι παλαιων πατρων και περι το που στην ουσια αρχεισε η εξεγερση. Οχι ρε ασχετοι. Κανενας μεγαλοπαπαρδος αληταρας οικονομισαριος φιλος του πασα και του κοτσαμπαση δεν σεικωσε ποτε τιποτα παρεκτος απο τα πολλα γροσσα του και την φιλαυτια του.
(ανορθογραφιστής ιστορικός, εδώ)

- Πρόσεξες πόσοι ανεβοκατεβάζουν ανίκανο τον πρόεδρο εδώ μέσα; Αν δεν είναι αυτό αρρώστια, εγώ πραγματικά θα απέχω.
- Ανικανος δεν ειναι, μια χαρα τσιφουτης και οικονομισαριος ειναι, καθως επισης τουρίστας, μπιριμπακιας κτλ.
(αναφορά στον Πρόεδρα του ΟΣΦΠ, εδώ)

- Ανέπαφος ο ΚΟΜΙΣΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΣΑΡΙΟΣ. Έτσι κι’ αλλοιώς το δόγμα ΘΕΜΟΥ είναι το όνειρό μας…
(εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι παλαιάς κοπής κρατικοδίαιτοι και εκ πεποιθήσεως δυσκοίλιοι υπάλληλοι της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος.

Οι εθνικάριοι ευδοκιμούν σε ένα αυτοτροφοδοτούμενο παρακρατικό δαίδαλο όπου επιδίδονται σε αέναο κοσκίνισμα άνευ ζυμώματος. Κάθε αναρρίχηση στην ιεραρχία προϋποθέτει πολιτικό κονέ. Ωσεκτουτού, όσοι διευθυντές-εθνικάριοι τελούν σε πολιτική δυσμένεια παρκάρονται σε ειδικό κτήριο στο κέντρο της Αθήνας («το ψυγείο») όπου σερφάρουν, πίνουν το καφέ τους, ομφαλοσκοπούν και κατά βάθος εύχονται να μην αλλάξει η κυβέρνηση και αναγκαστούν να αναλάβουν πόστα με περισσότερες ευθύνες.

Εχθροί των εθνικάριων θεωρούνται οι αλεξιπτωτιστές «σύμβουλοι διοίκησης» που διαθέτουν ακόμα ισχυρότερο δόντι και στελεχώνουν πλουσιοπάροχα αμειβόμενες θέσεις παρά τω Διοικητή ή σε θυγατρικές του ομίλου. Τα εν λόγω γκόλντεν μπόιζ φέρονται συγκαταβατικά στους εθνικάριους, αλλά στην πράξη η μόνη τους διαφορά είναι ότι αποκαλούν την Εθνική Τράπεζα NBG, δένουν την γραβάτα με windsor knot, πετάνε αγγλικούρες τύπου «να το σκεφτούμε έξω από το κουτί» και κραδαίνουν Blackberry.

- Ξεχωριστή εμπειρία υπήρξε το δείπνο που έγινε σε κρουαζιερόπλοιο, γύρω από τη Νέα Υόρκη, η οποία κατάφωτη μάγεψε στην κυριολεξία της τους Έλληνες επισκέπτες της. Φυσικά οι Εθνικάριοι, επισκέφτηκαν το Ροκεφέλερ Σέντερ, το Χάρλεμ, το Άγαλμα της Ελευθερίας, τα Μουσεία Metropolitan, Μοντέρνας Τέχνης και Φυσικής Ιστορίας. Τα ψώνια σαφώς ήταν μέσα στο Πρόγραμμα και φόρτωσαν του υπερατλαντικούς ταξιδιώτες με μπόλικα μπαγκάζια επιστροφής.
(εδώ)

- οι τραπεζες (...) στο βωμο του ...ανταγωνισμου και των <εντυπωσεων> χορηγουν δανεια χωρις κανενα στοιχειωδη και αδιαβλητο ελεγχο! τελικα ισως ο εθνικαριος προτιμησε να ...λαικιση λιγο αφου βεβαια στον ισολογισμο θα αποκρυψει εντεχνα τα μη εξυπηρετουμενα δανεια και οχι μονο!!!
(εκεί)

- διαβαζα σε αλλο σαιτ..οι εγχωριες δυναμεις θα παρεμβουν;;;;; με τι ρευστο να παρεμβουν βρε ηλιθιοι;;;; οι τραπεζες κοιτουν να μαζεψουν κανενα φραγκο...ο αλλος ο εθνικαριος δηλωσε οτι το business plan της εθνικης θα πραγματοποιηθει στο ακεραιο..αντε ρε πινοκιο...
(παραπέρα)

Δες και -άριος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός για λεξικογράφο. Συχνά χρησιμοποιείται υποτιμητικά.

  1. Την συγκεκριμένη λέξη την έχει στο δίπορτο, για να μπορεί ο ΜΟΝΑΔΙΚΟΣ «λεξικάριος» να την χρησιμοποιεί και έτσι, και αλλιώς. Είναι ο ίδιος που ταυτίζει δήθεν ως «σχήμα λόγου» τους Μακεδόνες ως Βουλγάρους. Και η έδρα καλά κρατεί... (Πηγή)

  2. Προφανώς θα συνεχίσουμε να διαφωνούμε όσο θα διαφωνούν και οι...«λεξικάριοι». Παρεπιμπτόντως, τον Μπαμπινιώτη δεν τον έχω και σε ιδιαίτερη εκτίμηση, παρ' ότι έχει καθιερωθεί στη συνείδηση του κόσμου ως «ευαγγέλιο» τα όσα λέει. (Πηγή)

Δες και -άριος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified