Ουσ. Αναφέρεται στον τύπο που βγαίνοντας για φαγητό συνήθως σε μεζεδοπωλείο μαζί με παρέα, παραγγέλνει όλο τον κατάλογο, τρώει σχεδόν τα πάντα και μετά απαιτεί να πληρώσουν όλοι εξίσου γιατί, όπως λέει, «μαζί τα φάγαμε».

Ρε Μανώλη, τον είδες το Γιώργο χτες στην ταβέρνα; Έφαγε 3 κιλά παϊδάκια μόνος του και μετά μας έπρηξε και τα πληρώσαμε όλοι μαζί... Τι πάγκαλος είναι ρε αδερφέ μου....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πολιτικός ή γενικότερα στέλεχος που θυσιάζεται για να διατηρηθεί ένα καθεστώς, λ.χ. σε έναν ανασχηματισμό, μια αυτοκάθαρση, ένα mea colpa κ.ο.κ.

Ο όρος χρησιμοποιείται ακόμη περισσότερο, άμα το εν λόγω στέλεχος έχει το όνομα, έχει και την χάρη.

Ο Άρης ήταν κάποτε η Ιφιγένεια του Καραμανλή. Φαίνεται ότι ήταν η εν Αυλίδι Ιφιγένεια, γιατί τώρα έχουμε την δεύτερη πράξη του δράματος, την Ιφιγένεια εν Ταύροις, όπου Κωστάκης και Αρούλης ξαναβρίσκονται μετά από τόσο χωρισμό!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για μία κατηγορία ανθρώπων που εμφανίστηκε μετά το πέρας του Ψυχρού Πολέμου στις χώρες του πρώην Σιδηρού Παραπετάσματος. Βέβαια τσάτσοι και Πεμπτοφαλλαγγίτες υπήρχαν ανέκαθεν (εξ από ανέκαθεν, που λένε κιόλας...) στα ανθρώπινα χρονικά. Οι Σαακασβίληδες όμως αποτελούν μία μορφή εξέλιξης: είναι αμερικανοτραφείς, με άπταιστα αγγλικά, κάνουν ό,τι τους πουν οι Αμερικανοί και στέλνουν στρατιώτες της χώρας τους όπου προστάζει ο αφέντης. Αν κάτι στραβώσει κλαψομουνιάζουν και παρακαλάνε τους Αμερικάνους να τούς βοηθήσουν, σαν κακόμοιρα κουτάβια ή σαν τα παιδάκια στο νηπιαγωγείο που αν κάνουν καμιά μαλακία και φάνε ξύλο, πάνε κλαίγοντας στη δασκάλα. Συνήθως ηγούνται μικρών ή ανύπαρκτων χωρών (χαρακτηριστικός ο γείτονας Γκρουέβσκι) τις οποίες οι Αμερικανοί δημιούργησαν με βάση το «διαίρει και βασίλευε». Οι γνωστοί Νενέκοι, κατά Γιωτόπουλο. Ο πρώτος που πήγε για hardball game και τελικώς κατέστρεψε τη χώρα του είναι ο Πρόεδρος της Γεωργίας Μισα Σάακασβιλι, εξ αυτού και ο όρος.

Αύριο έχουν Σύνοδο οι ΥΠ.ΕΞ. της Ε.Ε. και έχουν πλακώσει οι Σαακασβίληδες για να δουν τι μπορούν να διεκδικήσουν.

Why so serious? (από Hank, 14/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πολιτικός ή ο συνδικαλιστής που έχει εύκολες τις υποσχέσεις,που θέλει να παραμυθιάζει τους ψηφοφόρους του, που πουλάει φύκια για μεταξωτές κορδέλες. Με άλλα λόγια αποδεικνύεται θαθάκιας, κατώτερος των περιστάσεων, υποκριτής και ανίκανος. Ο όρος προέρχεται από την ταινία:«Υπάρχει και φιλότιμο» με τον Κωνσταντάρα, όπου ο Κωνσταντάρας υποδυόταν τον υπουργό αγροτικής ανασυγκροτήσεως Ανδρέα Μαυρογιαλούρο, ο οποίος έχοντας εμπιστοσύνη στους αυλοκόλακες του περιβάλλοντός του αγνοούσε τα πραγματικά προβλήματα του κόσμου και είχε εύκολες τις υποσχέσεις.

- Πλησιάζουν πάλι οι εκλογές.
- Ωχ. Θα μας πρήξουν πάλι τα αρχίδια οι διάφοροι Μαυρογιαλούροι με τα έργα που θα κάνουν, με τα χρυσά κουτάλια που θα μας δώσουν να τρώμε και με τις άλλες παπαριές που θα ακούσουμε. - Αυτοί τη δουλειά τους και μεις τη δικιά μας
- Δηλαδή;
- Μαύρο δαγκωτό στους Μαυρογιαλούρους. Στο καρφί χωρίς επιστροφή.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που μοιάζει με κινέζο.

Χθες το απόγευμα είδα έναν κινέζο που νόμιζα ότι ήταν αδελφός του Σημίτη!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που έχει πολλές ελιές στο πρόσωπο.

- Ήταν μπροστά στην ουρά μαλάκα μια γκόμενα με απίστευτο κώλο, αλλά μόλις γύρισε, ξενέρωσα... Tίγκα στις θρούμπες, ίδιος Σημίτης!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified