Υπάρχουν δύο μεγάλες κατηγορίες Νιτσών: Αυτές που βγαίνει από το πουτανίτσα και αυτές που βγαίνει από το μουνίτσα.

Στη δεύτερη περίπτωση, ως νίτσα μπορεί να χαρακτηριστεί νεαρό πιπινοειδές και λολιτοειδές μουνίδιον που είναι στις καύλες του απάνω. Ενίοτε σχηματίζεται πλήρες ονοματεπώνυμο Νίτσα Μουνίτσα, με ένα τσαχπινογαργαλιάρικο ζενεσεκουά, άλλοτε αναφερόμαστε σε κάποια σέξι Ελε-Νίτσα ως νίτσα, άλλοτε λολοπαιγνιωδώς χρησιμοποιούμε μια Γενική Κτητική Νίτσα μου Νίτσα μου, you get the idea. Από την άλλη, μια χρησιμοποιούσα το αρκετά απαρχαιωμένο υποκοριστικό Νίτσα μπορεί να είναι και ηλικιωμένη θειόκα, το οποίο δεν μας αποθαρρύνει, αλλά μάλλον μας παροτρύνει να χρησιμοποιήσουμε και στην περίπτωση της θειας το εν λόγω υπονοούμενο.

  1. Οπότε τα αντράκια μάλλον θα πρέπει ν’ αναλάβουν δράση αν θέλουν να συναντάνε γυναίκες έξω κι όχι μέτριες κορασίδες, μυξοπαρθένες που περιμένουν πότε θα παντρευτεί η Νίτσα Μουνίτσα για να κάνει μπάτσελορ και να ξεσπαθώσουν, ήτοι να γίνουν λιώμα απ’ τα σφηνάκια αλλά να γυρίσουν στεγνές ξανά πάλι στα όνειρά τους. (Εδώ).
  2. Αν ο Νίτσε μίλησε για την αιώνια επιστροφή του ιδίου, η Νίτσα μίλησε για την αιώνια επιστροφή του αιδοίου. (Από το Φέισμπουκ).
  3. Η Νίτσα μουνίτσα ρε παιδιά τι λέει; Ξέρει κανείς; Δυνατό κορμί φαίνεται αλλά δεν ξέρω αν είναι μούφα. (Από το μπου).
  4. Τι μουνί είναι αυτό! Πως έγινε έτσι;! Ε την Νίτσα! Νίτσα Μου Μουνίτσα! Θα φας πούτσο μωρή χλαπάτσα και θα είναι όλος δικός σου! (Από το εχθροπαθές Hate Speech Unlimited).

ΝITCA: EΡΩC- ΘΑΝΑΤΟC

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

το Χρι, το Κω, το Φλω

Η μανία που έχουν στη Σίφνο (ίσως κι αλλού, δεν ξέρω) να λένε 1-2 μόνο συλλαβές από τα ονόματα και να τα κάνουν όλα ουδέτερου γένους.
Ο Χρήστος, ο Κώστας, η Φλώρα, η Ευγενία, ο Απόστολος, ο Μανώλης, η Κατερίνα, ο ... Σφυρίζων, γίνονται το Χρι, το Κω, το Φλω, το Ευγέ, τ' Από, το Μανώ, το Κατέ, το Σφυ.

  • Με κοίταξε κι ύστερα άρχισε να μου χαμογελά: ― Είσαι φχαριστημένος, Μανώ μου;…

  • ― Γιάντα δε μου τηλεφώνησες να κατέβω να σε πάρω απ’ τις Καμάρες; με μάλωσε η κεράτσα.
    ― Γιάντα να σε βάλω σε κόπο;
    ― Θα σου ‘στελνα τ’ Από να σ’ ανεβάσει με τη γαδάρα του. (από δω)

Την πολύ ιδιαίτερη γλώσσα των Σιφνιών ανάδειξε στο έργο του ο Μανόλης Κορρές (1922-1998), θεατρικός συγγραφέας και πεζογράφος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Λιακόπουλος. Μεταφορικά, αυτός που βλέπει παντού φαντάσματα, εξωγήινους και συνομωσίες.

- Ρε, το είδες αυτό εκεί ψηλά;
- Χαλάρωσε ρε Λιακό!

(από xaxac, 30/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified