Εκ του ντιντής και της τουρκογενούς κατάληξης -λικι, σημαίνει το πουστριλίκι, μόνο στο πιο φλώρικο.

  1. Ρωμαϊκά όργια στη Μύκονο: [...] Το πάρτι ξεκίνησε γύρω στις 10 το βράδυ. Οι δύο σχεδιαστές με τη βοήθεια ξένων διακοσμητών είχαν μεταμορφώσει τον χώρο σε ρωμαϊκό βασίλειο. Το ντεκόρ ήταν άκρως εντυπωσιακό, καθώς περιλάμβανε κατασκευές με άσπρα πανιά, ξύλινες τάβλες και δάδες που έβγαζαν φωτιές. Η ατμόσφαιρα παρέπεμπε στην ταινία «Κλεοπάτρα» και ήταν χαρακτηριστικό ότι παντού μύριζε λιβάνι. Τους καλεσμένους υποδέχονταν Ρωμαίοι στρατηλάτες, ενώ ειδικό τιμ -κατάλληλα ενδεδυμένο- οδηγούσε τους καλεσμένους σε ειδικό δωμάτιο, όπου τοποθετούσαν τα σινιέ ρούχα τους σε πανέρια. Στη συνέχεια, τους φορούσαν χλαμύδες και τους τοποθετούσαν στο κεφάλι χρυσά κλαδιά δάφνης. Σχόλιο: Τι ναι αυτά τα "ντιντιλίκια" ... Το χειρότερο είναι πως προωθούν αυτόν τον τρόπο ζωής. (Εδώ).
  2. Το νέο πρότυπο άνδρα είναι ο Πάγκαλος-Βενιζέλος. Μεγάλα κυβικά και διανόηση μαζί. Τα ντιντιλίκια στύλ όπως Γερουλάνος-Σπηλιωτόπουλος πάνε πια. (Το τέλος του αμερικανικού ονείρου και ο νέος τύπος άνδρα).
  3. Εάν δεν το παρατηρήσατε, οι περισσότεροι μετανάστες είναι άντρες, άρα είναι ντιντήδες. Απαγορεύεται στις χώρες τους το ντιντιλίκι και τους φορτωνόμαστε εμείς. Γιατί να ταΐζουμε ντιντήδες; Βλάκες είμαστε; (Εδώ).
  4. Ως πριν μερικά χρόνια, η κυρίαρχη θεωρία της εξαφάνισης των δεινοσαύρων ήταν ότι κάποιος τους πετούσε πέτρες από τον ουρανό ή κάτι τέτοιο. Πλέον οι Χριστιανοί επιστήμονες έχουν ανακαλύψει ότι η κύρια αιτία της εξαφάνισής τους, πριν από 5000 χρόνια, ήταν η ομοφυλοφιλία. Βλέπετε οι δεινόσαυροι δε γνώριζαν ότι το ντιντιλίκι είναι αμαρτία, κι έτσι αποφάσισαν να το αφήσουν να οργιάζει ασύδοτο. Στο τέλος, η εξάπλωση του οδήγησε στην ανικανότητα αναπαραγωγής και στον αφανισμό του είδους. Μη περιμένετε βεβαίως να τα μάθετε αυτά από τα συστημικά ΜΜΕ... (Η αθεία είναι ψυχική νόσος).

Ντιντιλίκια μεταξύ δεινοσαύρων

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κιμωλία. Κατά συνεκδοχή, η αγορά επί πιστώσει. Κι αυτό γιατί οι παλιοί ταβερνιάρηδες είχαν ένα μικρό μαύρο πίνακα –την πλάκα– και εκεί σημείωναν με κιμωλία, με το τεμπεσίρι, τα βερεσέδια των πελατών, τα χρωστούμενα.

Η λέξη έχει επιβιώσει (just) με αυτή την έννοια στην έκφραση γράφω τεμπεσίρι –θέλει να πει η έκφραση πως σημειώνω ότι κάτι μου χρωστάς αλλά είτε δεν με νοιάζει να το ξεπληρώσεις, γιατί είναι ασήμαντο, είτε ξέρω ότι δεν πρόκειται να το ξεπληρώσεις, γιατί είσαι μπαταχτσής.

Υπάρχει επίσης και η έκφραση εσύ έχεις την πλάκα, εσύ και το τεμπεσίρι –δηλαδή, όλα τα εργαλεία και τα ατού τα έχεις στα χέρια σου και κάνεις κουμάντο.

Η προέλευση της λέξης, όπως έχει ήδη πει ο vikar, είναι από το τούρκικο tebeşir που σημαίνει ακριβώς κιμωλία και η σαφώς πιο συνηθισμένη σημασία της είναι η κιμωλία του μπιλιάρδου.

  1. Κάποιοι Έλληνες συνταξιούχοι με ένσημα μιας ζωής παίρνουν συντάξεις πείνας. Τους βλέπουμε κάθε μήνα στις ουρές να περιμένουν για λίγα ευρώ που θα τους φτάσουν για μια εβδομάδα και μετά αρχίζουν το τεμπεσίρι (αγοράζουν βερεσέ) για να μπορέσουν να επιβιώσουν. (από το blogathinaios.blogspot.com)

  2. (Από το τραγούδι «Μονά ζυγά τα χάνουμε» (1973), Στίχοι: Γ. Καλαμαριώτη, μουσική: Γ. Μητσάκη, ερμηνεία: Ρ. Κουμιώτη)

Σ' ένα στενό στην Κοκκινιά / στενάζει η φτωχογειτονιά / καρτούτσο ξεροσφύρι / Στο καπηλειό του Βελωνιά / στη μουχλιασμένη τη γωνιά / και γράφε τεμπεσίρι.

  1. – Μεγάλο καλό, αδερφέ... θα στο χρωστάω...
    – Ναι ρε, εντάξει... θα το γράψω τεμπεσίρι...

  2. Ποιος είναι ρε, το κουμάντο σ' αυτό το ψιλικατζίδικο; O Ταρζάν και η τσίτα; Αυτοί δεν είναι που κρατάνε την πλάκα και το τεμπεσίρι; (Ρητορικές ερωτήσεις από το xanthiblogs.gr, οι «αυτοί» που αναφέρει είναι η κυβέρνηση)

Πλάκα και τεμπεσίρι (από poniroskylo, 05/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified