Ο προλετάριος των παραλιών που δεν έχει ή δεν θέλει να πληρώσει ομπρέλα και ξαπλώστρα σε σχετική επιχείρηση και κάθεται στην άμμο με την πετσέτα του.

Πολλοί πετσετάριοι έχουν αγκαλιάσει το κίνημα της πετσέτας που διεκδικεί ισότιμη πρόσβαση στους αιγιαλούς.

Got a better definition? Add it!

Published

Στην έκφραση «έχει καραβάκι».

Όταν μιλάμε για παραλίες που είτε είναι δυσπρόσιτες είτε απρόσιτες από ξηράς, και για τις οποίες κάποιος τοπικός με ένα καραβάκι κάνει δρομολόγια (με πιθανό το ενδεχόμενο να δουλεύει πρακτικά 3 μήνες το χρόνο και να βγάζει τα λεφτά της χρονιάς) από το κοντινότερο χωριό στην παραλία και τανάπαλιν, συνοψίζουμε όλο αυτό στο ελλειπτικό «έχει καραβάκι».

Νταξ, όχι καμιά σλανγκιά τρισδιάστατη, αλλά είναι τυποποιημένο, και με το υποκοριστικό.

Για να πάτε στην (τάδε παραλία) θα πάτε στο (τάδε χωριό) και μετά έχει καραβάκι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified