Προτροπή - εμφατικό της προσπάθειας εξασφάλισης αντικειμενικότητας, που εκδηλώνεται με αναφορά σε γεγονότα που έχουν παραληφθεί σκοπίμως ή τυχαία από μία συζήτηση, ανάλυση, περιγραφή.

Εκτός από αυτοσυγχαρητήριο για τη δημιουργική συνεισφορά, μπορεί να ενέχει μομφή για τον απέναντι, τ. "γιατί δεν τα λες όλα ρε εγκάθετε, πας να μας αποπροσανατολίσεις μη θέτοντας υπόψη μας όλα τα δεδομένα, αίσχος" κιέτς.

Γενικώς πρόκειται για φράση πασπαρτού, μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως συνοδευτικό σε κάθε σοβαρή κουβέντα ή μαλακία που θα πει ο καθένας μας στο πάρτυ, στην εκδρομή, στο γραφείο. Είναι πιασάρικη και κολλητική, το μπουρδέλο, άμα αρχίσεις να την λες δεν ξεκολλάει και μπορεί να γίνεις γελοίος. Έχει εφαρμογή σε σελίδες του φβ, #natalemekiafta στο τουίτερ κάργα με αναφορές 5ετίας προς τα πίσω, σε ραδιοφωνικές εκπομπές, σε άρθρα εφημερίδων, στα πάντα σ' όλα.

Αυτοκριτική: "Χαραμίζομαι εδώ μέσα. Εγώ ήμουν φτιαγμένη για άλλα, πιο μεγάλα και βρέθηκα στο τουίτερ να ξοδεύω την ποιητική μου φλέβα. #NaTaLemeKiAfta"

Αντικειμενικό ποδόσφαιρο: "Μπράβο στους Ομονοιάτες, να τα λέμε κι΄αυτά!"

Επικαιρόπιτα: "Καβάλα στο ηθικό πλεονέκτημα εκείνου που στάθηκε μακριά από το σταρ σίστεμ, να στέλνεις χαιρετίσματα στην εξουσία. Με κάμποσα ωραία τραγούδια – να τα λέμε κι αυτά. Και με μια μαγιά κοινού που μένει σταθερή τέσσερις δεκαετίες"

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ύφος χώστρας

Είναι αυτή που τα χώνει, χωρίς να μασά τα λόγια της. Ο θηλυκός μάγκας που ξεσπαθώνει και απειλεί το φαλλοκρατικό δικαίωμα της αντιμιλιάς και του τελευταίου λόγου (του άντρα του πολλά βαρύ που το κέφι του θα κάνει και θα πει και μια κουβέντα παραπάνω, βρε αδέρφι, αυτού που από την κοινωνία αναμένεται να είναι χώστης κι αυτός αλλά μόνον αυτός ρυθμιστής της συμπεριφοράς ασκώντας μέσα από το χώσιμο κοινωνικό έλεγχο). Είναι ανώτερη της γλωσσούς, κινείται βέβαια στο ίδιο μήκος κύματος, γιατί και άποψη έχει και μπορεί να κλείσει μια κουβέντα με το δικό της λόγο ως τελευταίο με επιχειρήματα που βαρούν κατά θανάτου, βροντερά που στήνουν στον τοίχο αυτόν με τον οποίο τα βάζει/ έχει τη λογομαχία.Τα λέει τσεκουράτα, έξω από τα δόντια και τα χώνει αδρά χωρίς αβρότητες, λεπτότητες ή τακτ. Η ειλικρίνειά της αγγίζει τα όρια της ωμότητας, αφοπλίζοντας φίλους κι εχθρούς που θα βρεθούν στο πέρασμα της ορμητικής της λάβας: ειδικά όταν είναι οργισμένη κινδυνεύουν με φωτιά τα παντζάκια τους. Χτυπάει όποιον βρει, όπου βρει ως παρενέργεια που έχει πάνω της η τρομερή άτις. Σε ακραίες περιπτώσεις μπορεί να πάρει και τη μορφή της Δευτέρας Παρουσίας της ίδιας κι αυτό προκρίνεται από το βαθμό στην κλίμακα οργής που κατέχει στην εκάστοτε περίπτωση. Η χώστρα τα χώνει έχοντας ισχυρό εφαλτήριο. Κάποιο περιστατικό που τη θίγει προσωπικά, στην ευαίσθητη τιμή της, δεν είναι ένα τσουτσέκι που απλώς τη λέει, όπως μπορεί να είναι η γλωσσού. Είναι άτομο υψηλού ηθικού φρονήματος, τιμιότητας και τιμά τα παντελόνια που φορεί όσον αφορά στην επαναφορά της τάξης από την ξεστρατιθείσα γνώμη αυτού που της άναψε φωτιές. Ο απώτερος στόχος του χωσίματός της δεν είναι απλώς το ξεφτιλίκι, αλλά μια πρόκληση υπέρβασης ορίων προς το καλύτερο γι' αυτόν που το δέχεται. Στήνει απέναντί του τον καθρέφτη των αδυναμιών του και αυτές υποδεικνύει προς βελτίωση, αλλαγή, εξάλειψη. Ηθικοπλαστική, με ηθικά διδάγματα γνώμη κυρηγμάτων επί της ουσίας, ο λόγος της. Αλλιώς και άγγελος τιμωρός.


-... Και τότε του είπα πως όταν λογοδοτήσει για τη ζωή του τί θα έχει να πει όταν θα παραδίδει την ψυχή του; Πως έφυγε όπως ήρθε, του κουτιού! Με τη ζελατίνα του ανέγγιγη. Το μόνο που έχει να πει, συνοψίζεται σε 5 λέξεις: Πιπί, κακά, μαμ, σεξ και νάνι! Κουραδομηχανή και τίποτε άλλο... Και για το μόνο που μπορεί να παινευτείς είναι για το ότι σαν αποτυχημένος ήταν πολύ πετυχημένος!
- Πω... Κι αυτός τί σού' πε;
- Τίποτα... Τί να μου πει.. (μορφασμός με συνοφρυωμένη κλαψομούνικη έκφραση και χείλη ελαφρώς ανοιγμένα, στρόγγυλα σε θέση "Ουουου") Καθόταν και με κοίταζε... Σαν το κλαμμένο μουν!...
- Ε, μα! Είσαι κι εσύ... Τα χώνεις γερά...
- Τί να πω... Είμαι κι εγώ... Χώστρα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στα ίσα, ευθέως, έξω απ' τα δόντια, κττ.
Λέξη των παλιών, από το ιταλιάνικο apertura= άνοιγμα. Καμία σχέση με την ποδοσφαιρική αργεντίνικη απερτούρα, ή την σκακιστική.

Πρόσεχε γιατί τα λες και συ απερτούρα όπως εγώ, θα βρεις τον μπελά σου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified