Further tags

Μιλάω χαμηλόφωνα.
<από τον ήχο ψου ψου

-Τι ψουψουρίζετε πίσω απο την πλάτη μου ρε αλάνια;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν πιστεύεις ότι ο συνομιλητής σου θα κάνει αυτό που δηλώνει και τον απαξιώνεις με τη φράση αυτή για κατακλείδα.

Θα πας τώρα εσύ να αντιμετωπίσεις το αφεντικό σου, να τον κοιτάξεις στα μάτια και να του ζητήσεις αύξηση; Φέξε μου και γλίστρησα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αδιαφορώ, κάνω πως δεν καταλαβαίνω, το φιλοσοφώ, το διασκεδάζω.

Το έριξε στο σορολόπ.

Άσ' τον μωρέ αυτόν τον σορολόπ (= μην ασχολείσαι με τον άστατο).

Ένα, δυο, τρία, ωπ! (από poniroskylo, 14/12/09)(από dryhammer, 26/05/14)

Δες και σορολόπ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Νευριάζω πολύ.

Δεν είχε έτοιμο αυτό που τού ζήτησα και πήρα ανάποδες!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα διαλύω όλα, τα σπάω, τα κάνω άνω-κάτω.

- Μπήκαν κάτι μπάτσοι στο μαγαζί και τα κάνανε βίδες!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ξεκατινιαζόμαστε, χαλάμε τις σχέσεις μας.

- Όταν τον είδε να ψάχνει τα πράγματά της, έγιναν βίδες!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γίνεται γνωστό σε όλον τον κόσμο.

- Αφού τους είδαν μαζί στην παραλία, έγιναν βούκινο!

Βούκινο είναι στην κυριολεξία είδος σάλπιγγας από κοχύλι ή κέρατο βοδιού που έβγαζε δυνατό ήχο και χρησιμοποιούταν στις μάχες κατά την αρχαιότητα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Διαδίδω (συνήθως αναληθή) άσχημα σχόλια για κάποιον.

- Ο Γιώργος έβγαλε βρώμα ότι ο Μπάμπης ο Σουγιάς έχει κάνει φυλακή.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι μια κατάσταση κατα την οποία ένα άτομο θέλει να πει κάτι σε ένα άλλο και το δεύτερο άτομο είτε δεν τον προσέχει επειδή είναι στον κόσμο του είτε δεν του δίνει σημασία γιατι μιλάει με κάποιον άλλο... Το δεύτερο άτομο μπορεί να το κάνει αυτό ασυνείδητα ή επίτηδες γιατι στη δεύτερη περίπτωση αποτελεί γείωση...

3 άτομα:
Χ- Άσε ρε χθες τράκαρα με μια μάντρα... βγήκε απο ΣΤΟΠ η *****
Υ-...
Ζ- Άστο σε έχει συνδέσει με Κάιρο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αρχίζω και θυμώνω, τα «παίρνω στο κρανίο», «μου ανάβουν τα λαμπάκια».

Με βλέπεις; Αρχίζω κι ανεβάζω θερμοκρασία μ' αυτά που λες.
Μια λέξη να πεις ακόμα και θα γίνει χαμός.

Got a better definition? Add it!

Published