Καρακλασική έκφραση που σημαίνει ότι αδιαφορώ τελείως για κάποιον, τον περιφρονώ, και κυρίως αδιαφορώ για υποδείξεις, συμβουλές, προτροπές, νόρμες, κανόνες.

  1. Ποιο σύστημα; Τους γράφω στα αρχίδια μου. Το σύστημα δε με αντέχει εμένα, το έχω χακάρει. Τώρα προσπαθεί να με αγκαλιάσει, τώρα που βλέπει ότι δεν μπορεί να κάνει διαφορετικά. (Εδώ).
  2. Στ' αρχίδια μου γράφω τους νόμους. (Εδώ).
  3. Άνδρας των ΜΑΤ: "Τον γράφω στα αρχίδια μου τον Υπουργό". (Εδώ).

Σωστή χρήση

Λίγο πιο εύσχημο είναι το γράφω στα παλιά μου τα παπούτσια, ενώ το γράφω στα αρχίδια μου έχει δώσει το έναυσμα για τις παρακάτω εκφράσεις:

"Στ' αρχίδια μου τον γράφω τον Αρούλη, σύνθημα του ΠΑΟΚ"

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φάε αυτά, φάε τα, φά' τα, φατά. Απάντηση στο κλασικό: - σκατά... - φατά.

Πρωτοακούστηκε ίσως σε ελληνική ταινία, δε θυμάμαι ποια.

- Σκατά....!
- Φατά...!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ειρωνική απάντηση σε ερωτήσεις όπως: «τι (θα) κάνεις;» «έχεις δουλειά;»

Το λέμε όταν θέλουμε να κόψουμε το βήχα σε κάποιον, να μας αφήσει ήσυχους, να δώσουμε να καταλάβει ότι δεν έχουμε όρεξη για κουβέντα.

Εναλλακτικά, μπορούμε να το πούμε πειραχτικά, χαριτολογώντας.

Η φράση μάλλον είναι αρκετά παλιά, αφού αφήνει να εννοηθεί ότι οι γκαβοί ωσάν κοπάδι θα πρέπει να βγουν (και να καθοδηγηθούν) σε έναν υπαίθριο χώρο για να κάνουν την ανάγκη τους, οπότε και μάλλον υποθέτουμε ότι δεν υπάρχει αποχωρητήριο, πόσο μάλλον τουαλέτα.

  1. - Τι κάνεις αύριο ρε; - Βγάζω τους γκαβούς για χέσιμο...

  2. - Να περάσω το απόγεμα να το δούμε; - Όχι έχω δουλειά. - Τι δουλειά; - Να βγάλω τους γκαβούς για χέσιμο. - Λέγε ρε παπάρα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από τις πιο μαμαδίστικες γειώσεις. Λέγεται όμως απ' όλους.

Το λέμε τσαντισμένοι όταν δεν έχουμε (πια) απάντηση και θέλουμε να αποστομώσουμε τον άλλον και να τελειώνει η κουβέντα.

Συνώνυμο: γιατί κλάνει το γατί. Παρόμοιο: γιατί έτσι.

  1. - Γιατί μαμά;
    - Για να ρωτάς.

  2. - Μα γιατί δε μου λες τι έγινε;
    - Για να ρωτάς.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση-κατάρα που 'λεγαν οι παπούδες μας. Υπονοεί ότι αυτός που την εξακοντίζει επιθυμεί τον θάνατο και μαζί ασθένεια που προκαλεί την τριχόπτωση του υποκειμένου.

Παραλλαγή του μόρα και κασίδα που χρησιμοποιείται ως ανταπάντηση στο «μωρή» και στο «μωρέ». Το νέκρα και κασίδα αντίστοιχα σε «ναι» που σπάει τα νεύρα, ακόμη καλύτερα και σε επαναλαμβανόμενα «ναι» που σπαν' τα νεύρα.

Στη βουλή ψηφίζεται το ειδικό τέλος στα ακίνητα.
Η τηλεόραση μεταδίδει απ' ευθείας:

- Τσουρνόπουλος.
- Ναι.
- Λαμογιόπουλος.
- Ναι.
- Κλεφτοκοτόπουλος.
- Ναι.

Και η γιαγιά μου απ' τον καναπέ:
- Νέκρα και κασίδα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση η οποία λέγεται σε περιπτώσεις όπου ο συνομιλητής σου δε σου δίνει καμία σημασία -όχι απαραίτητα εκ πεποιθήσεως, αλλά επειδή απλά μπορεί να έχει αφαιρεθεί- με σκοπό να τον αφυπνίσεις άλλα και να τον ταράξεις, ευελπιστώντας ότι θα κερδίσεις την προσοχή του.

Πιο αναλυτικά, όταν κάποιες φορές προσπαθείς να αναπτύξεις ένα θέμα και έρχεσαι αντιμέτωπος με την αδιαφορία, συμβαίνει ή ο συνομιλητής σου να είναι στον κόσμο του και να μη σε παρακολουθεί γιατί σκέφτεται τα δικά του (π.χ. παρ.1), ή να σε διακόπτει λέγοντάς σε σένα ή σε όποιον κάτι άσχετο (π.χ. παρ.3), ή να είναι παγερά αδιάφορα αυτά που ακούει με αποτέλεσμα να ρίξει μια ωραιότατη γείωση (π.χ. παρ.2).

Για να κερδίσεις την προσοχή του, η πιο συνηθισμένη, αλλά όχι και η καλύτερη κίνηση, είναι να τον ρωτήσεις αν σε προσέχει, λαμβάνοντας κατά 99% μια θετική απάντηση, ασχέτως αν είναι ολοφάνερο ότι τίποτα δεν έχει ακούσει, με αποτέλεσμα να μην έχεις καταφέρει απολύτως τίποτα. Αν αυτό γίνει τόσες φορές ώστε τελικά να σε προσέξει, πιθανότατα θα έχεις εκνευριστεί και δε θα θες να συνεχίσεις, όσο και αν ο άλλος επιμένει. Αν τελικά ενδώσεις και συνεχίσεις, ή θα σε διακόψει, ή θα συνεχίσει να μη σε προσέχει.

Μια καλή κίνηση λοιπόν είναι να κάνεις την ερώτηση αυτή, έχοντας σαν αποτέλεσμα δύο πιθανότητες -ή να σε πιστέψει ή να μην- οι οποίες είναι αντιστρόφως ανάλογες με το πόσο καλά σε γνωρίζει.

Αν πιστέψει ότι πραγματικά άκουσες κάτι τέτοιο (δηλ. ότι τον άκουσες να λέει «στ' αρχίδια μου», που είναι και το ιδανικότερο) τότε τον έχεις ψαρώσει-και παίρνεις κατά κάποιο τρόπο το αίμα σου πίσω για το γράψιμο που έφαγες- ενώ, προσπαθώντας να λύσει την και καλά μεταξύ σας παρεξήγα, έχει στρέψει την προσοχή του πάνω σου, κάτι που σε βοηθάει να συνεχίσεις απρόσκοπτα τον λόγο σου (π.χ. παρ.1). Το να τον πείσεις όμως ότι η ερώτηση που έκανες είναι πέρα για πέρα αληθινή, δεν είναι εύκολη υπόθεση. Θέλει χάρη, μπρίο, υποκριτικές έως και δικολαβικές ικανότητες.

Μια άλλη περίπτωση είναι να μην πιστέψει ότι τον άκουσες να λέει «στ' αρχίδια μου», γιατί απλά αποκλείεται να έχει πει κάτι τέτοιο. Το αποτέλεσμα θα είναι να καταλάβει ότι το πας στο χαβαλέ. Αυτό μπορεί να είναι πολύ θετικό, διότι προσδίδει, τις περισσότερες φορές, κύρος και ανωτερότητα, μιας και την πράξη της διακοπής του λόγου σου εσύ την περνάς στο έτσι, ενώ κάποιος άλλος πιθανότατα θα μανούριαζε και απ' την άλλη έχει καταλάβει ότι στ' αρχίδια σου κιόλας, οπότε σε παρακολουθεί τιμής ένεκεν (είναι κάτι σαν την ιστορία με τον σκύλο, που αν τρέξεις θα σε κυνηγήσει, ενώ αν είσαι χαλαρός και αδιάφορος ο σκύλος θα σε γράψει στ' αρχίδια του).

Τέλος, υπάρχει η (χειρότερη) περίπτωση, να καταλάβει ότι την ερώτηση σαφώς και δεν την εννοείς κάνοντας σκέψεις τ. «αφού εσύ δεν προσδίδεις σοβαρότητα στην κουβέντα σου θα κάτσω να ασχοληθώ εγώ μαζί της;», με αποτέλεσμα τελικά να μη σου δώσει το ελάχιστο δήγμα προσοχής.

Εκεί όμως που δε σε σώζει τίποτα (αν και είναι εκτός θέματος) είναι αν, καθώς μιλάς και αναπτύσσεις ένα σκεπτικό, ο συνομιλητής σου σε διακόψει λέγοντας ορθά κοφτά και με θράσος «στ' αρχίδια μου». Πιστεύω πως η κουβέντα πρέπει να τελειώσει εκεί (άσχετο αλλά βλ. π.χ. παρ.4).

Με λίγα λόγια, αυτή η μεταξύ σοβαρού και αστείου ερώτηση είναι ένας καλός τρόπος με τον οποίο έχεις πολλές πιθανότητες να επαναφέρεις την κουβέντα, να ξαναπάρεις τον λόγο και να κερδίσεις την προσοχή των συνομιλητών σου. Νομίζω είναι η απέλπιδα προσπάθεια, γιατί αν και αυτό δεν πιάσει δεν υπάρχει καμία πιθανότητα να επανέλθουν ευπρεπώς σ' αυτά που λες (λέω ευπρεπώς γιατί τελικά μπορεί να σε ακούσουν αν τους πλακώσεις στα μπινελίκια και στις φάπες).

  1. - ...με προσέχεις;
    - μμμ.
    - Και έρχεται που λες και με αρχίζει στα μπινελίκια! Και τα παίρνω κι εγώ και τι του λέω ρε μάγκα;
    - μμμ.
    - Στ' αρχίδια σου είπες;!
    - Τι;! όχι ρε! είσαι καλά; Εγώ εδώ...
    - Καλά, καλά, χαλάρωσε μην πάθεις κανά εγκεφαλικό.

  2. - ...είπα κι εγώ να πάω τελικά...
    - Είπα είπες φάε πίπες!
    - Στ' αρχίδια σου είπες;

  3. - Εγώ πάντως, όσον αφορά το μεσανατολικό, πιστεύω...
    - Να ρε μαλάκα! Αυτή είναι η Νίνα που σου 'λεγα!
    - Στ' αρχίδια σου είπες;
    - Δεν είναι φοβερό μουνί;
    - Στ' αρχίδια σου είπες;
    - Ναι ρε μαλάκα! στ' αρχίδια μου είπα!!

  4. - Έχω την εντύπωση πως όχι μόνον έχει αναλάβει πρωταγωνιστικό ρόλο στη δολοφονία αμάχων, αλλά έχει εξελιχθεί και σε ενεργό μαχητή στον...
    - Στ' αρχίδια μου!
    - .

βλ. και γειώσεις

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πανηλίθια έκφραση που βαστάει από τα σχολικά μας χρόνια, παρόλ' αυτά χρησιμοποιείται ακόμα.

Θα το πούμε όταν κάποιος μας τη λέει και μεις έχουμε στερέψει από αντεπιχειρήματα (επειδή ο κάποιος μάλλον έχει δίκιο). Έτσι λοιπόν περνάμε στην επίθεση και του απαντάμε: «Είσαι και φαίνεσαι». Ενίοτε λέμε σκέτο «Είσαι». Δηλαδή, εσύ που μου πετάς την κακία (ή την καλία) είσαι μια από τα γίδια και όχι μόνο είσαι, αλλά κάνει μπαμ το πράμα, φαίνεται από μακριά.

Αυτό συνήθως είναι απάντηση σε αρνητικό χαρακτηρισμό του άλλου, αλλά μπορεί να ειπωθεί και τιραμισουρεαλιστικά, κάπως όπως γίνεται και με το τι είπες (ρε) για τη μάνα μου; που μπορούμε να το πετάξουμε στο άσχετο για να λήξει η κουβέντα (και πιθανόν να ανοίξει γαυγάς).

Το πλήρες ποιηματάκι είναι:

Είσαι και φαίνεσαι
κι απ' τη μύτη κρέμεσαι
και στο βόθρο χέζεσαι / πλένεσαι
[και στη γέφυρα σκουπίζεσαι (!)]

Και εκατομμύρια παραλλαγές, εννοείται.

Στο γούγλε απαντάται κυρίως ως τίτλος άρθρου και μάλλον λίγο διαφορετικά: όχι δηλαδή ως ανταπάντηση, αλλά κατευθείαν ως θέση. Το λέει δηλαδή ο κατηγορών και όχι ο κατηγορούμενος.

  1. - Α γαμήσου ρε αρχιδομούρη!
    - Αρχιδομούρης είσαι και φαίνεσαι ρε μουνί!
    - Είπες κάτι για τη μάνα μου;
    ...
    (ακολουθεί μπουνίδι)

  2. - Δεμπάμε να δούμε καμιά ταινία;
    - Είσαι και φαίνεσαι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει στ' αρχίδια μου όταν ο άλλος σου λέει ειλικρινά τον πόνο του. Εντελώς γειωτικό, ακριβώς επειδή μοιάζει εκ πρώτης με ενθαρρυντική κουβέντα (αν δεν είναι γειωτικό σημαίνει: μη σε νοιάζει, ξεπέρασέ το, τι ανάγκης έχεις εσύ παιχταρά μου, και τα τοιαύτα). Γιατί και πώς ζουν ανάμεσά μας τέτοιες σλανγκικές καταστάσεις βλ. γειώσεις. Η κοφτή και απόλυτη εκφορά έχει σημασία.

Ρε θα με πάνε μέσα, καταλαβαίνεις;
— Στ' αρχίδια σου...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παιδική εγωιστική-αντιδραστική, αλλά και μαγικά αφοπλιστική απάντηση σε λογομαχία, προερχόμενη συνήθως από

  • αγανάκτηση λόγω αμφισβήτησης ενός προτύπου μας (ήρωα, αγαπημένου ξυλέμπορα ηθοποιού),
  • έλλειψη-εξάντληση επιχειρημάτων.

Λήμμα για αυτούς που παρέμειναν παιδιά και τους αναπολούντες της δικιάς μου γενιάς.

  1. — Καλά, χθές είδατε την ταινία με το Van Damme; Τους έδειρε όλους πάλι, δεν άφησε τίποτα όρθιο λέμε!
    — Ποιός Van Dammε και κουραφέξαλα ρε, δεν έχεις ιδέα από αρακά, δεν υπάρχει ο τύπος.
    — Καλά εσένα όμως μια φορά σε γαμάει...

  2. Σε παραλία:
    — Πω κοίτα ένα σώμα ρε που έχει ο τύπος, μπακλαβάς σκέτος.
    — Σιγα το τυρόπιτα ρε, και γω αν κάνω 10 χρόνια γυμναστήριο έτσι θα είμαι.
    — Εσένα μια φορά σε γαμάει όμως.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που σημαίνει ότι κάτι δεν θα γίνει, ουσιαστικά, ποτέ. Λέγεται όταν θέλουμε να ξεφορτωθούμε ενοχλητικούς (βέβαια, αν έχουν άι κιου ραδικιού, ακόμα θα ψάχνουν ποιος είναι αυτός ο μήνας και θα νομίζουν ότι αγόρασαν ελαττωματικό ημερολόγιο).

Συνώνυμο: του Αγίου Πούτσου ανήμερα.

- Πότε θα βγούμε ρε Μαράκι; Όλο ναι και ναι μου λες, αλλά όποτε σε παίρνω μου βρίσκεις δικαιολογίες.
- Θα βγούμε, σου λέω, μην ανησυχείς...
- Ε, πότε;
- Τον μήνα που δεν έχει Σάββατο. Χέσε μας τώρα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified