Further tags

Φράση που ειπώθηκε προ καιρού από γνωστό μόδιστρο, με σκοπό να χαρακτηρίσει κοπέλα η οποία είχε ντυθεί λες και είχε μετωπική με την ντουλάπα του Φλωρινιώτη.

Νομίζω το παράδειγμα περιττεύει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όρος χρησιμοποιούμενος στην καθομιλουμένη Ελληνική και κατά κόρον στον γυναικείο τύπο (αναζήτηση στα Ελληνικά με γούγλε γούγλε δίνει 4,100 επιστροφές - βλ. και παραδείγματα).

Φασιονίστα, πληθυντικός φασιονίστας: απευθείας μεταφορά του ξενικού χαρακτηρισμού fashionista, που προκύπτει από το αγγλικό fashion (μόδα, στιλ). Πρόκειται για άτομο το οποίο δίνει μέγιστη προτεραιότητα στην εμφάνισή του, ξέρει σχεδόν τα πάντα για τη μόδα, την ψάχνει και θέλει να ξεχωρίζει επιλέγοντας τα περισσότερο στιλάτα ρούχα ή αξεσουάρ (συνήθως ακριβά και επώνυμα). Η τυπική εκπρόσωπος διαβάζει Vogue σε κανονική βάση.

Οι όροι φάσιον βίκτιμ και τρέντυ δεν είναι συνώνυμοι. Αυτοί περιγράφουν άτομα που ακολουθούν κατά γράμμα τις τάσεις της μόδας με αποτέλεσμα ορδές πανομοιότυπων εμφανίσεων. Αντιθέτως, στόχος της φασιονίστα είναι να κάνει εμφάνιση ξεχωριστή με την καλή την έννοια (δηλαδή οι άλλοι να την θαυμάζουν, όχι να γελάνε με τα χαΐρια της), χωρίς όμως και να περιπέσει σε στιλιστικό λάθος βάσει των τρεχουσών επιταγών της μοδός. Μιλάμε για μεγάλες προκλήσεις τώρα.

Φασιονίστα έγινε και η Barbie που πέρασε σε άλλη σφαίρα, εξελισσόμενη όπως κάθε καλό προϊόν (βλ. και μήδι).

Τα καυτά της μόδας: Ο πασίγνωστος γαλλικός οίκος Chanel παρουσίασε στο Παρίσι τις προτάσεις του για το γυναικείο make up 2009/2010.To smoky αποκτά νέα οπτική γωνία και το eyeliner γίνεται ο βασικός σύμμαχος για την φασιονίστα του χειμώνα 2009/2010!

Κατσίκι:
...τα ενεργοβόρα Καγιέν, τα υποδήματα Μανόλο Μπλάνικ και οι λοιπές εξτραβαγκάντσες δεν είναι πλέον καθόλου σικ, τουναντίον στοχοποιούν τους ευλαβείς φασιονίστας που επιθυμούν πάντα να ξεχωρίζουν. [...] το φλασοφόρον ερίφιον, [...] θα αφήσει άναυδους τους θαμώνες στο Akrotiri και τα λοιπά πολιτιστικά κέντρα στα οποία θέλουν να κάνουν γκράντε εμφανίσεις οι ψαγμένοι φασιονίστας.

Πάθος για γούνα: Τα 101 σκυλιά της Δαλματίας είναι μια από τις πιο κλασικές ταινίες της Disney. [...] απέσπασε τις καλύτερες κριτικές και για το υπερρεαλιστικό σχέδιο που στιγμάτισε το στυλ της ταινίας και φυσικά για τη σούπερ φασιονίστα υπερκακιά Κρουέλα Ντε Βιλ.

Απαγόρευση της κουκούλας: Πολύ πονηρό άτομο ο Λάκης Γαβαλάς που προ καιρού διατυμπάνιζε πως απόλυτο fashion item της εποχής είναι το hood, η κουκούλα δηλαδή κατά τους φασιονίστας. Γιατί νομίζετε είναι ευέξαπτοι και εριστικοί οι ράπερ;

Κολωνάκι πάντα αγαπημένο, παραμένει η πιο γοητευτική γωνιά της πόλης [...] στο Carouzos Sketch η urban φασιονίστα (σ.ς. το urban αγγλικόν, το φασιονίστα κανονικά στα ελληνικά) υποκλίνεται στους John Varvatos, Marc Jacobs, Givenchy...

(από Galadriel, 21/06/10)(από Galadriel, 21/06/10)feshionista (από perkins, 21/06/10)feshionista (από perkins, 21/06/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είδος νεοφιλελέρας που θάλλει στον εν Ελλάδι φιλελευθεριστάν, κυρίως σε ηλικίες νεολέρας. Πρόκειται για νέο συνήθως παιδί που σύμφωνα με το Duck test if it looks like a κλαρινογαμπρός, swims like a κλαρινογαμπρός, and quacks like a κλαρινογαμπρός, then it probably is a κλαρινοφιλελές. Καθότι πρόκειται για έναν κλάριν που πάνω στην κλαρινοσύνη του έχει ένα επίχρισμα νεοφιλελέ ιδεολογίας. Αναφερόμαστε εν ολίγοις σε μια συνθήκη νέων παιδιών που διάγουν έναν βίο δάπαρου με το γνωστό επίπεδο-ΔΑΠεδο, κάνοντας διάφορους κλαρινισμούς στα παρτάκια της Σχολής, για να έχει κάποιο ανώτερο νόημα η κλαρινοσύνη τους την επενδύουν με μια (οΘντκ) φιλελέ ιδεολογία του στυλ η Ευρώπη είναι μουνόδρομος και δυτικές αξίες και ελευθερία αγοράς από τα οποία δεν ξέρουν πραγματικά πολύ περισσότερα να πουν από τον βλαχοφιλελέ μπάρμπα τους, καθώς περισσότερο μιλούν με κραυγές τ. "και α και ου και νουδουφουκού".

Ως γνωστόν, στην Ελλάδα έχουμε όλους που μας αξίζουνε, μεταξύ των οποίων και τους φιλελέδες που μας αξίζουνε. Και νομίζω ότι οι κλαρινοφιλελέ είναι περισσότερα τα νέα παιδιά που συνδυάζουν εμφάνιση κλαρινογαμπρού με φιλελέ ξύλινη γλώσσα, ενώ βλαχοφιλελέ μπορεί να είναι και ο μεγαλύτερης ηλικίας βλαχοκυριλές που έχει μετεξελιχθεί σε βλαχοφιλελέ. Το χαρακτηριστικό του κλαρινοφιλελέ είναι η επιδειξιομανία που εβέντσουαλι θα τον καταντήσει καγκουροφιλελέ. Γιατί κλαρινοφιλελέ επίδειξη υπάρχει εντέλει και σε μεγαλύτερες ηλικίες και ενίοτε διαγιγνώσκεται από σοσιαλμηδιακά καμώματα ξετσίπρωτης προσοχοπουτάνας.

  1. πως γινεται ολοι οι κλαρινοφιλελε δαπιτοκολλεγιοπαιδες να χουν κατσικωθεί στην ελλαδα και το δημοσιο πανεπιστημιο; (Από το Τουίτερ).
  2. Ο Βαρουφάκης με σπουδές στην Αγγλία κ διδάσκοντας σε πανεπιστημια εξωτερικού ειναι μπαρουφάκης μπροστά στον παντογνώστη ταξιτζή κλαρινοφιλελέ. (Από Τουίτερ).
  3. Να θέλεις να κράξεις συριζόστοκους για τα καραγκιοζιλίκια τους και τελικά να σου δίνουν οι κλαρινοφιλελέδες περισσότερο υλικό. (Τουίτερ).
  4. Από εδώ: Τι σημαίνει να είσαι Δαπίτης. Η κλαρινοφιλελέ παράταξη που όλοι αγαπάμε να μισούμε. Ακούω ότι έρχονται φοιτητικές εκλογές την άλλη βδομάδα. Αυτόματα, μου έρχονται στο μυαλό αυτοί. Τους είδαμε όλοι. Τους ζήσαμε όλοι. Τους θυμόμαστε όλοι έναν – έναν από τη σχολή, να περνάνε μαθήματα πίνοντας λάτε μακιάτο πάνω στο γαλάζιο τραπεζάκι τους. Να κάνουν ιβέντς τύπου κοπιτιπίτα. Αλλά και εκδρομές για σκι (βλέπετε όλοι το 3Καλα). Τα φυτά που πίστευαν ότι αν σε άφηναν να αντιγράψεις κατέστρεφαν την ελεύθερη αγορά.

Τα κοριτσάκια με όνειρο να γίνουν Μαρί Κυριακού

Οι απολίτικοι κλαρινογαμπροί που παλεύανε να αναπαραχθούν

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άτομο που για πρωινό τρώει στεροειδή και λόγω υπερβολικής σωματικής διάπλασης γεμίζει ασφυκτικά το κάθισμα στο τραίνο ή ένα στενό πεζοδρόμιο και δε χωράς να περάσεις.

Σύνθετο, ετυμολογείται από το Ράμπο και την κατάληξη -ειδές.

Χαρακτηρίζεται ως άτομο όχι απλώς βίαιο αλλά ως άτομο που έχει φετιχοποιήσει τη βία και δεν αγαπάει ούτε άντερα του. Συντηρεί τις εταιρίες παραγωγής και πώλησης αναβολικών και τις εταιρείες συμπληρωμάτων διατροφής. Ο ναρκισσισμός του είναι σε άλλα επίπεδα και στόχος της ζωής του το "τέλειο" σώμα που οι πολλοί κοιτώντας το με οίκτο θα το χαρακτηρίζαμε τερατώδες. Υπερβολικά φουσκωμένοι ιστοί, βαρύ πάτημα, αφύσικα φαρδιές πλάτες. Πουλάει ποζεριλίκι στο γυμναστήριο και στη παραλία. Πουλάει τσαμπουκάδες στους πιο αδύναμους από αυτόν και σε γυναίκες. Το χαρακτηρίζουν μεταξύ άλλων ο κομπλεξισμός, η καταπιεσμένη σεξουαλικότητα, η έλλειψη παιδείας με αποτέλεσμα τη προσήλωσή του σε κούφιες έννοιες όπως: αίμα, φυλή, θρησκεία, έθνος και έτσι είναι απόλυτα χειραγωγήσιμο άτομο. Συχνά αναζητά την επιβεβαίωση και χρησιμοποιεί την γυναικεία παρουσία και τους τραμπουκισμούς ως άλλοθι... έναντια στην ασεξουαλικότητα του ή την σεξουαλική του ανικανότητα λόγω των αναβολικών. Συχνάζει κυρίως σε γυμναστήρια ή σιδεράδικα αλλά και σε καφετέριες που συχνάζουν και άλλοι γορίλες σαν αυτόν. Στους χωρους αυτούς τους αναζητούν διάφοροι όπως: άνθρωποι της νύχτας για να τους προσλάβουν για μπραβιλίκια, νεοναζί για να τους στρατολογίσουν και να κάνουν τη βρώμικη δουλειά, συνδεσμίτες για να τους στρατολογίσουν επίσης, αναρχικοί/αυτόνομοι/αντίφα για να τους επιβραβεύσουν για την βοήθεια που πρόσφεραν στους νεοναζί. Αν το ραμποειδές καταφέρει να τελειώσει το λύκειο (λέμε τώρα) αποκαθίστατο επαγγελματικά ως γουρούνι των ΜΑΤ (εκεί και αν βγάζει όλα του τα κόμπλεξ), αλλιώς γίνετε μπράβος σε στριπτιτζάδικο ή σκυλάδικο, ασφάλεια προσώπων, σεκιουριτάς. Τον ελεύθερο του χρόνο οργανώνεται στις νεοναζιστικές συμμορίες και στους συνδέσμους οπαδών. Υπάρχουν και μερικά δείγματα ραμποειδών που δεν ασχολούνται με ναζιστάκια και χουλιγκάνους και ειδικά αν έχουν λύσει το οικονομικό η ζωή τους είναι σπίτι-σιδεράδικο, σιδεράδικο-σπίτι. Ο δείκτης IQ τους είναι γενικά κάτω του μετρίου και είναι τραμπούκοι και ψευτόμαγκες.

Συνώνυμα: Γορίλας, σβάρτσος, ράμπο, γυμναστηριακός, ντουλάπα, φαρμακωμένος, μπιλντέρι, πρησμένος, ντούκι, σώμας, χτιστός, φουσκωτός, donkey-kong, σφίχτερμαν, μπονταίο, τίγκας, τέρας κ.τ.λ.

- Δες ρε μαλάκα το ραμποειδές με πόσο γλοιώδη τρόπο την πέφτει στη κοπέλα.
- Μου έρχεται να τον πατήσω ένα μπουκέτο στη μάπα και να τον ξαπλώσω κάτω.
- Ώπα ρε άντρα πρόσεχε τα ψωλοχύματα μη μας πιτσιλίσεις και εμάς...

ραμποειδές γορίλας

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified