Όταν παντρεύονται δύο μηχανικοί Η/Υ.

Προέρχεται από την συνένωση των "web" και "wedding".

Τον Μάιο θα πάω στο webbing του Πάνου και της Νίκης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συντομογραφία του what the fuck (wtf), όταν γράφουμε μεν ελληνικά, θέλουμε δε να το πούμε αγγλικά, αλλά we do not give a fuck να γυρίζουμε το πληκτρολόγιό μας στο αγγλικάνικο.

Συναντάται στο γραπτό ιντερνετικό λόγο, αρχικά εκ παραδρομής αλλά πλέον εκ πεποιθήσεως.

Βλ. και βτς.

1. Το γάλα σε συσκευασία πυραμίδας!!! αχααχαχαχ ςτφ με έκανες και γέλασα θεγκζ!

2. επισης εχει να κανει με την αργκο του φορουμ, με το θανατο και τερατα με καποιο τροπο και συνισταται να μην τι λες ςτφ;

3. ςτφ ντουντ;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση δανεισμένη απ 'τον κόσμο των πισί. Σημαίνει την καβάτζα ή και την προνοια εξασφάλισης σε ό,τι αναφέρεται ο ομιλών - σλανγκιστής (μην ξεχνάμε την αξιωματική ισχύ του Μέρφυ!).
Η οξυδέρκεια του να έχει κάποιος μπακάπ, συνήθως συνοδεύεται με συναισθήματα ανακούφισης. Πιστεύω ότι δεν χρειάζεται να περιγράψω τι συμβαίνει στην αντίθετη περίπτωση.

  1. - Πού 'τσαι ρε, μία ώρα σε περιμένω, κοντεύει να τελειώσει κι ο γκαϊφές.
    - Τράκαρα το Μαράκι και με χασομέρησε, σόρυ.
    - Ποιο Μαράκι, με τη Σούλα δε νταραβερίζεσαι τώρα;
    - Κρύβε λόγια ρε, το Μαράκι είναι μπακάπ.

  2. - Κι αν δε φτάσουν τα λεφτά για ξίδια, παίζει κι η κάρτα του μπαμπά για μπακάπ, αλλιώς τι σκατά πάρτυ θα κάνουμε;
    - Καλύτερα ρεφενέ, μπρο, αλλιώς μας βλέπω για λουρίδα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λειτουργικό σύστημα που έκατσε στο σβέρκο της παγκόσμιας κοινωνίας της Πληροφορικής, καταδικάζοντάς την να κάνει βήματα πιο αργά κι από τον Έβερτ.

Λέγεται ότι ο ιδρυτής της Μικρομαλακιάς, Βασιλάκης Πόρτες, ονόμασε το δημιούργημά του «Παράθυρα» οραματιζόμενος την ελληνική νομοθεσία, η οποία χαρακτηρίζεται από παραθύρια, τρύπες, κενά, τσόντες, μπαλώματα, παραπομπές, αντιφάσεις, πασαλείμματα και εξυπηρετικά «πακέτα».

Βλέποντας μπροστά, με θάρρος και αυτογνωσία, ο οραματιστής Πόρτες, δεν δίστασε να βγάλει το πράμα του, το μαγαζί του, «Μικρομαλακιά» και αυτό είναι κάτι που η ανθρωπότητα πρέπει να του αναγνωρίσει.

Από την άλλη μεριά, ο Πόρτες λατρεύεται σαν θεότητα από τους υπαλλήλους των εταιριών παρασκευής αντι-ιϊκών, οι οποίοι κάθε μεσημέρι στρέφονται προς το Ερυθρομόνδιο της Πλυντηριούπολης και γονατίζουν σαν Πέντιουμ ΙΙΙ με Παράθυρα ΧρωΠη.

- Σούλα μου! Το πισί μου αρρώστησε.
- Στα λεγα γω Πόπη μου. Κόψε την Μικρομαλακιά να δεις φως.

(από baznr, 28/04/09)(από baznr, 28/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι ο σκασμός, η ησυχία, το «βούλωσέ το» κτλ. Προέρχεται από παράφραση και ελληνοποίηση του γνωστού πλήκτρου mute που βρίσκεται σε κάθε συσκευή που παράγει ήχο. Λέξη που χρησιμοποιείται τόσο ειρωνικά γι' αυτόν που δεν μιλάει και πολύ, όσο και κυριολεκτικά για τον σπασαρχίδη που δεν βάζει γλώσσα μέσα και μιλάει συνεχώς. Χρησιμοποιείται και με το ρήμα πατάω.

  1. - Μούτα ρε φίλε! Μας έχεις πάρει τα αυτιά πάλι!
    - Άσε μας ρε μαλάκα. Τι να πω, αφού ξέρεις δεν έχω κέφια.

  2. - Ρε Τάκη θα πατήσεις λίγο τη μούτα μπας και σκοράρω με το γκομενάκι; Τόση ώρα μιλιά δεν έβγαλες, τώρα σου ήρθε να ρωτήσεις πόσο δίνει τον άσσο στο 322;

Από φυλάκιο της Λήμνου... (από Cunning Linguist, 12/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified