Further tags

Ανήκει στο ιδίωμα των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και του online dating και σημαίνει την πρακτική της αλληλεπίδρασης και της παρακολούθησης των λογαριασμών ενός ατόμου στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, παρόλο που έχει ξεκαθαριστεί πως δεν υπάρχει ενδιαφέρον για σχέση. Από την αγγλική λέξη orbit που σημαίνει τροχιά. (Δες).

Το όρμπιτινγκ δεν είναι μαγκιά, είναι αυτολύπηση.

Got a better definition? Add it!

Published

Όρος του online dating που σημαίνει ότι κάποιος/α κρατάει άλλο/η ως καβατζογκόμενο/α, στο περίμενε, διερευνώντας αν παίζει κάτι καλύτερο και δείχνοντας ιδιαίτερο ενδιαφέρον μόνο αν δεν ευοδωθούν άλλες καλύτερες εναλλακτικές. Από την αγγλική λέξη bench, που σημαίνει πάγκος, δηλαδή κρατάω κάποιον στον πάγκο, όπως κάνει ένας προπονητής σε μια ομάδα.

Δεν το βλέπω να προχωράει με τη Μαρία. Μάλλον μου κάνει μπέντσινγκ.

Got a better definition? Add it!

Published

Ανήκει στην ορολογία του dating και σημαίνει ότι κάποιος/α κρύβει (to stash στα αγγλικά) κάποιον/α με τον οποίο/α βγαίνει και δεν τον/α παρουσιάζει σε φίλους και συγγενείς, επειδή δεν θέλει καθόλου να επισημοποιηθεί η σχέση και να γίνει ορατή.

Μου κάνει στάσινγκ σαν τον Μαρκορά στην Κουντουράτου.

Got a better definition? Add it!

Published

Από το αγγλικό cyber-dyke, σημαίνει τη λεσβία, η οποία έχει έντονη δραστηριότητα στο διαδίκτυο, ως ίνφλουενσερ, ΛΟΑΤΚΙ ακτιβίστρια και trend-setter ή και ως δραστήρια σε online-dating. Για την ετυμολογία της λέξης dyke δες εδώ.

Είναι σελεμπριτόνι του Φέισμπουκ ως σάιμπερ ντάικ.

Got a better definition? Add it!

Published

Συνώνυμο του σκατοποστάρω, από το αγγλικό shitposting, σημαίνει τη συστηματική ανάρτηση στο διαδίκτυο ποστ με σαχλό, ηλίθιο ή προκλητικό και τρολ περιεχόμενο, προκειμένου μεταξύ άλλων να προκληθούν αντιδράσεις, όπως χαβαλές ή και πολιτικά αποτελέσματα.

Σιτποστάρω ακούγοντας μπλίνκ και βλέποντας αμέρικαν πάι. (Φέισμπουκ).

Got a better definition? Add it!

Published

I Just Burst Out Laughing, είναι η νέα εκδοχή του λολ και του ΛΜΑΟ, δηλαδή εκφράζει τον ακραίο διαδικτυακό γέλωτα, προφέρεται ιτζ-μπολ.

IJBOL ρε μαλάκα με αυτά που γράφεις.

Got a better definition? Add it!

Published

Μία από τις λέξεις του 2023. Σε ασκητική κατάσταση. Το να αγνοείς όλους τους αντιπερισπασμούς (κινητό, μέιλ, μηνύματα στο Slack) μέχρι να τελειώσεις αυτό που κάνεις.

Δεν είναι ότι έχει ειδικά εσένα στο φτύσιμο. Απλώς βρίσκεται σε monk mode.

Got a better definition? Add it!

Published

To αγαπημένο παιδί ενός γονέα, τόσο αγαπημένο, που ο γονιός χρησιμοποιεί το όνομά του ως password.

Ακόμα μισιούνται γιατί η μητέρα τους είχε μόνο τον μικρό ως password child.

Got a better definition? Add it!

Published

Δουλειές «χωρίς πολύ άγχος που πληρώνουν καλά και σου αφήνουν ελευθερία και ευελιξία», όρος που εφευρέθηκε από την TikToker Γκαμπριέλ Τζαντζ.

Κάνει μια lazy girl job στο ίντερνετ από το σπίτι της.

Got a better definition? Add it!

Published