Further tags

Το υποδεέστερο συνήθως μεροκάματο, μικρότερου αντιτίμου ή μεγαλύτερης διάρκειας ή αυξημένης δυσκολίας ή υψηλότερου ρίσκου-κινδύνου ή όλα τα παραπάνω, που αναζητούν νεοεισερχόμενοι στην αγορά εργασίας, κυρίως οικονομικοί μετανάστες.

οι διαιτητές πληρώνονται για τη δουλειά τους και μάλιστα κρίνοντας απ' τα εξοδολόγια που έχω δει το μεροκάμα είναι αρκετά καλό για δύο ώρες δουλειάς.

Το μεροκάμα-το για τις γυναίκες ήταν 18-35 δραχμές, «αναλό-γως της ηλικίας και της πείρας εκάστης εργάτρι-ας» και για τους άνδρες 40-50 δραχμές 11 .

<<Το μεροκάμα…είναι τριάντα χιλιάρικα... Θα σου δώσουμε ένα φάκελο ρε φίλε, θα τον βρεις. Εκεί έχει τα πάντα. Απλά πρέπει να ανέβεις, να πάρεις το σίδερο στην Άμφισσα…ολοκαίνουργιο είναι…μετά πας…πας τον τρως και μετά παίρνεις τα λεφτά>>.

Got a better definition? Add it!

Published

Ραφτάδικη σλανγκιὰ παλαιᾶς κοπῆς, ἀναφερόμενη στὴν τοποθέτηση τῆς "οἰκογένειας" στὸ ἀριστερὸ ἤ τὸ δεξὶ μπατζάκι τοῦ παντελονιοῦ.

Οἱ παλιοὶ ραφτᾶδες, ὅταν μετροῦσαν τὸν καβάλο τοῦ παντελονιοῦ, ρωτοῦσαν τὸν πελάτη ποῦ ἤθελε τὴν "κατάσταση", ἀριστερὰ ἢ δεξιά. Γιατὶ σύμφωνα μὲ παλιὸ ἀνέκδοτο, ἄν δὲν τοποθετηθεῖ σωστὰ ἡ "οἰκογένεια", σὲ πιάνουν ἀφόρητοι πόνοι στὴν πλάτη. Αὐτὸ ἔπαθε ὁ ἥρωας τοῦ ἀνεκδότου ὅταν, σὲ σχετικὴ ἐρώτηση τοῦ ράφτη του, ἀπάντησε ἀναιδῶς:

"Γιατί ρωτᾶς; Πιστοποιητικὸ κοινωνικῶν φρονημάτων στ᾿ ἀρχίδια μου θὰ βγάλεις;"

Ἔχω ἀκόμα τὴν εἰκόνα τοῦ ράφτη, σκυμμένου μπροστά στὸν πελάτη, νὰ μετρᾶ μὲ τὴ μεζούρα τὸν καβάλο καὶ νὰ σημειώνει, μετὰ τὴν σχετικὴ ἐρώτηση:

καβάλος: 91

κατάσταση:ἀριστερά.

(ἀπὸ ᾿δῶ)

Got a better definition? Add it!

Published

Έτσι αποκαλούν, τουλάχιστον μέχρι προ τινος, (το 1986 το άκουσα), οι σιδηροδρομικοί τους συνάδελφους τους σταθμάρχες σιδηροδρομικών σταθμών. Προφανώς από το κίτρινου χρώματος κορδόνι που υπάρχει στο πηλήκιο τους προκειμένου να τους διακρίνει από άλλες ειδικότητες πχ μηχανοδηγούς, ελεγκτές, προισταμένους κλπ.

Ο χαρακτηρισμός εμπεριείχε μια καυστικότητα και αιχμή, ίσως και ζήλια , πιθανον λόγω κάποιας διαφορετικής προνομιακής επιδοματικής μεταχείρισης της εν λόγω ειδικότητας η λόγω του ότι η εργασία τους, υπευθυνότατη μεν, όμως δεν απαιτεί μετακινήσεις, διανυκτερεύσεις κλπ

καπέλο σταθμάρχη καπέλο σταθμάρχη

Σε συναδελφικό καφεδάκι πλησιάζει ένας σταθμάρχης.
(πειραχτικά):-Καλώς τη κίτρινη φυλή.

Got a better definition? Add it!

Published

Έτσι λεγεται το κομβοέλασμα, δηλαδή πλατύ τεμάχιο μετάλλου το οποίο χρησιμεύει ώστε να ενώνει, συνήθως με ηλεκτροκόλληση άλλα και με βίδες, σαν σημείο συνάντησης (κόμβος), διάφορα άλλα ελάσματα σε μια μεταλλική κατασκευή πχ ένα μεταλλικό στέγαστρο η μια μεταλλική γέφυρα.Η λαπάτσα επίσης ενισχύει τη σύνδεση, από πλευράς μηχανικής αντοχής. Στα αγγλικά λέγεται gusset-plate. Ένα είδος λαπάτσας στη σιδηροδρομική ορολογία λέγεται και αμφιδέτης. ΕΙναι το έλασμα που ενώνει 2 ράγες,στα αγγλικα fish plate.
Σε αγροτικές καλλιέργειες η λέξη αναφέρεται σε είδος ζιζάνιου.

λαπάτσα λαπάτσα

ο μάστορας στο βοηθό:-Φερε μου ένα από τα αποκόμματα που περίσσεψαν, να φτιάξουμε μια λαπάτσα.

Got a better definition? Add it!

Published

Πυροσβεστική αργκό για την μικροεστία φωτιάς που συνεχίζει να καίει μετά την κατάσβεση της πυρκαγιάς και που μπορεί να αναζωπυρωθεί με κάποιο φύσημα του αέρα. Γαμώ το καντήλι του, που λένε και στο χωργιό μου.

Ζωάκια που έτρεχαν να σωθούν με φλεγόμενη γούνα, κόσμος που έψαχνε με φακούς μέσα σε καμμένα αυτοκίνητα μήπως βρει κάποιον δικό του άνθρωπο, νεκρό ή ζωντανό, άτομα που έπεφταν στη θάλασσα για να σωθούν [...] η λέξη «καντηλάκια» για τις εστίες φωτιάς που δεν έλεγαν να σβήσουν [...]

εδώ

Είναι-δεν είναι ένα μέτρο. Ρίχνει νερό με το λάστιχο στους θάμνους που μισοκαίγονται ακόμα ανάμεσα σε καρβουνιασμένα δέντρα και καμένα παιχνίδια - εδώ ήταν κάποτε η αυλή του σπιτιού του.

Είναι απολύτως συγκεντρωμένος, σχεδόν βλοσυρός, και δεν ρίχνει δεύτερη ματιά όταν καταλαβαίνει πως τον κοιτάζουν.

Εδώ και ώρες δεν έχει σταματήσει να σβήνει μικρά «καντηλάκια» φωτιάς παρόλο τον καπνό και την αφόρητη ζέστη.

εκεί

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τηλεπλουμπιά, η (ουσ.). Η προαναγγελία τηλεφωνικής επικοινωνίας κατά την οποία ο αναγγέλων ειδοποιεί το συνομιλητή του για την επερχόμενη επικοινωνία επίσης τηλεφωνικά.

- Έλα, σε κλείνω. Έχω άλλη γραμμή.
- Ωπ, έγινε κάτι;
- Όχι, μάλλον ο Γιάννης παίρνει να μου πει ότι θα με ξαναπάρει.
- Σε έχει ταράξει στην τηλεπλουμπιά σήμερα.

Got a better definition? Add it!

Published

Πρόκειται για σχετικά σπάνιο χαρακτηρισμό για τους οδηγούς ταξί.Ο ορισμός προέρχεται απο το γεγονός ότι σε πολλές απο τις πόλεις της Ελλάδας , το χρώμα των ταξί είναι , κίτρινο με λίγο λευκό αν και υπάρχουν και πόλεις στις οποίες το χρώμα διαφέρει.

Κλασσικό μέλος της κίτρινης φυλής.

-Θυμάσαι τον Τάκη ? Τι μπορεί να κάνει άραγε ?

-Ναι τον θυμάμαι , καλό παιδί ήταν. Αλλά δε μπορώ να θυμηθώ , τι κάνει , ο πατέρας του πάντως της κίτρινης φυλής ήταν , μπορεί να πήρε άδεια και να έγινε και αυτός ταρίφας.

Got a better definition? Add it!

Published

Μεταφορικά ο πρωτάρης, ο μυρωδιάς, το πράσινο κέρατο, το τρυφερό πόδι. Όταν θες να κάνεις μια δουλειά σωστά, θα τον αποφύγεις. Μπορεί να είναι στη δουλειά μια μέρα ή δέκα χρόνια, δεν έχει διαφορά. Ο ναύτης αν το κάνει, δεν ξέρει πως, που, πότε, γιατί το κάνει. Στο πολεμικό αλλά και στο εμπορικό ναυτικό οι ναύτες είναι ικανοί από το να πνιγούν χωρίς κανείς να το πάρει χαμπάρι, μέχρι να βουλιάξουν το πλοίο.

-Πατέρα να πάω το αμάξι στο καινούργιο συνεργείο στη χαλανδρίου;
-Αυτοί είναι ναύτες ρε! Θα πάρω 'γω τον Μάκη να το πας από κει να το κοιτάξει.

Νίκος Κούκος

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η αφαίρεση του φόντου από μια εικόνα.

Το φόντο είναι πολύ σκούρο και είναι δύσκολο να ξεφοντάρουμε την εικόνα, για να απομονωθεί το πρόσωπο.

Got a better definition? Add it!

Published

Εικόνα με ένα ή περισσότερα θέματα, που έχει αφαιρεθεί το φόντο, και τα pixel σε αυτή την περιοχή είναι διαφανή. Έτσι στην περιοχή του φόντου διακρίνεται κείμενο, χρώμα ή εικόνα που βρίσκεται σε από πίσω.

Το τυπογραφίο ζήτησε τις φωτο τρύπιες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified