Η κατάσταση υπερβολικής βαρεμάρας, η πλήρης έλλειψη ενδιαφέροντος, το συναίσθημα έπειτα από πολλή δουλειά.
Συναντάται συνήθως στην έκφραση «σκατίλα, σκουλαμέντρα και μπαμπάχνα».
Διαβάζω όλη μέρα ρε φίλε, τρελή σκουλαμέντρα.
Η κατάσταση υπερβολικής βαρεμάρας, η πλήρης έλλειψη ενδιαφέροντος, το συναίσθημα έπειτα από πολλή δουλειά.
Συναντάται συνήθως στην έκφραση «σκατίλα, σκουλαμέντρα και μπαμπάχνα».
Διαβάζω όλη μέρα ρε φίλε, τρελή σκουλαμέντρα.
Got a better definition? Add it!
Μετεξέλιξη του γνωστού μας διαρρήκτη. Ο διαπρήκτης πλέον βαριέται θανάσιμα να ψάξει όλο το σπίτι για να βρει 100 ευρώ που έχεις ξεχάσει στο βαζάκι με το φλισκούνι και σου πρήζει το κεφάλι να αποκαλύψεις οικειοθελώς την κρυψώνα των τιμαλφών.
Άσε με κύριε διαπρήκτη μου, σε παρακαλώ! Πού να θυμάμαι που έβαλα τ' ασημένια κηροπήγια της γιαγιάς μου...
Got a better definition? Add it!
Η πολλή βρώμα που έχει πιάσει στρώμα (μάκα) και μάλιστα έχει πετρώσει. Υπερθετικός της μπίχλας.
Σφουγγάρισε ρε και μια φορά εδώ μέσα! Σκουλαμέντρα έπιασε...
Got a better definition? Add it!
Αρχετυπική νεαρά ύπαρξη, εντυπωσιακής εμφάνισης, με ιδιαίτερα λευκή οδοντοστοιχία, ζωηρό χαμόγελο αλλά και αμφιβόλου ευφυΐας.
Στην συντριπτική τους πλειοψηφία, το γέλιο τους έχει μια έντονη χροιά κακαρίσματος και η συχνότητα συγκεντρώνεται κυρίως στην υψηλή κλίμακα του φάσματος. Αν κάποιος βέβαια έχει μεγάλα κέφια, βρίσκει την όλη παρουσία χαριτωμένη και αστεία.
Είμαι που λες στον ζωολογικό κήπο με τον ανηψιό μου. Με πλησίαζει μια χαζορέτα και με ρωτάει πού είναι το κλουβί του Ροζ Πάνθηρα... Ε, τί να πεις...
Got a better definition? Add it!
Ορμόνη που εκκρίνεται από την ανεγκεφαλίτιδα ατόμων τα οποία κάνουν κατάχρηση του τηλεχειριστήριου. Προκαλεί ακατάσχετη όρεξη για «σκουπιδοφαγητά» με συνεπακόλουθη αύξηση του σωματικού βάρους.
Σήκω ρε απ'τον καναπέ και σβήσε την tv! Από την τηλεχοντρόλη έχεις γίνει 100 κιλά!
Got a better definition? Add it!
Το σημείο εκείνο όπου η ανάγκη για ύπνο αρχίζει να υπερισχύει της επιθυμίας για σεξ. Στην κατάσταση αυτή, είσαι ικανός να χαϊδεύεις το αυτί σου και να νομίζεις ότι είναι το πόδι του/της συντρόφου σου.
Η καλύτερη στάση που μπορείς να κρατήσεις ώστε να μην εκτεθείς, είναι να καταφύγεις στη φράση:
«Μωρό μου, η κούραση μου είναι απίστευτη και έχω να ξυπνήσω και πολύ νωρίς... Το αφήνουμε γι'αύριο;»
Κι ο Θεός βοηθός...
Αν δεν βοηθήσει ο Θεός, θ'ακούσετε τελικά αυτό:
«Καλά ρε γομάρι, τόση ώρα χασμουρεύεσαι κι εγώ ταλαιπωρούμαι τσάμπα;;;!!!»
Got a better definition? Add it!
Κατώτερος υπάλληλος φτηνού και αμφιβόλου φήμης ξενοδοχείου, επιφορτισμένος με το στρώσιμο («που στρώνει») των κρεβατιών. Συνήθως ατημέλητος, βραδύνους και «πιο αργός κι απ' τον θάνατο» όσον αφορά τη δουλειά του.
Γαμώτο! Πριν μια ώρα φώναξα το πουστρώνι να έρθει να σουλουπώσει τα κρεβάτια. Τί διάολο...; Μαζούτ καίει;
Got a better definition? Add it!
Επιστημονικότερος ορισμός του μαλάκα... Τον χρησιμοποιούμε συνήθως για να δώσουμε ιδιαίτερη βαρύτητα στις πράξεις του συγκεκριμένου μαλάκα.
- Ο Τάκης ξανάμπλεξε με μια πρώην του που ήξερε ότι έχει μπλέξει με τον Σπύρο Μπουρνάζο τον γνωστό σφίχτερμαν και μπόντυ μπλίντερ ο οποίος τον έκανε τούμπανο μόλις τους είδε.
- Ε, τώρα μου λες για τον Τάκη... Γνωστός ενδοπαλαμικός πεοπαλινδρομητής...
Δες και ενδοπαλαμικός πεοταλαντευτής.
Got a better definition? Add it!
Αναφέρεται σε γυναίκα με δυσανάλογα σωματικά μέλη συγκριτικά με το ύψος της και πρόσωπο που θυμίζει το άσχημο (αλλά κατά τ' άλλα αστείο και συμπαθές) ζώο που ζει στην Αφρική. Τις περισσότερες φορές δε, φοράει καπέλο πλήρους γουστέλλειψης, ενώ η όλη αμφίεση της αποπνέει συναισθήματα που παραπέμπουν σε περίοδο Αποκριών. Απαντάται συνήθως σε δύο τύπους:
- Σου γνώρισε τελικά η Χριστίνα τη φίλη της;
- Ναι… Άσε, χάλι…
- Τι; Στρουμφοκάμηλος σαν την ίδια;;;
- Ναι, αλλά το 2ο είδος… Φεύγω αύριο, πάω ανθρακωρύχος στο Βέλγιο…
Got a better definition? Add it!
Χαρακτηρισμός για γυναίκα:
Ώριμη κυρία που εισβάλλει ανέλπιστα στη ζωή ενός νεαρού, ικανοποιώντας τις ερωτικές του φαντασιώσεις και καλύπτοντας τις οικονομικές του ανάγκες.
Χαρακτηρισμός για άνδρα:
Ώριμος κύριος που εισβάλλει ανέλπιστα (όπως νομίζει) στη ζωή μιας νεαρής, ικανοποιώντας τις ερωτικές του φαντασιώσεις και καλύπτοντας τις ιδιαίτερα αυξημένες οικονομικές της ανάγκες.
Δεν είμαι τόσο νεαρός,,, αλλά κανένα κελεπουρό για μένα;;;
Got a better definition? Add it!