Στην επαγγελματική αργκό του ντηλάκια, χταπόδι αποκαλείται είδος τηλεφωνικής συσκευής που χρησιμοποιείται για τηλεδιασκέψεις σε ανοιχτή ακρόαση.

Χταποδιάρα γραμματέας: - Αχταπόδια, πού να τα βάλω;

Χταπόδι ρουμάνος: - Αστακοί, στο κόνφερενς ρουμ.

Μιλάμε για τέτοιο χταπόδι (από Vrastaman, 07/07/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όπως ακριβώς εξηγεί και ο ορισμός με τους γάντζους, το λήμμα αυτό χρησιμοποιείται επίσης για άτομα (κυρίως γυναίκες, αλλά και άντρες) που είναι πολύ φορτικά. Στενός κορσές, ένα πράμα. Η ζήλια είναι το μεσαίο τους όνομα.

Ο όρος είναι βγαλμένος από τη ζωή. Φανταστείτε ένα φρέσκο ζευγάρι, που πηγαίνουν μαζί σε νυχτερινό κέντρο διασκέδασης. Η κοπέλα ζηλεύει διαρκώς, και είναι τυλιγμένη σαν χταπόδι γύρω από τον καλό της, κι έτσι δεν τον αφήνει στην κυριολεξία να πάρει ανάσα.

Το λήμμα μπορεί φυσικά να χρησιμοποιηθεί και χωρίς να υπάρχει φυσική επαφή, όταν κάποιος παίρνει συνέχεια τηλέφωνα, τη στήνει κάτω από το σπίτι μας, έρχεται απρόσκλητος εκεί που είμαστε κτλ.

- Πώς περάσατε χτες ρε; Έμαθα βγήκατε αντροπαρέα μετά από καιρό.
- Ναι ρε φίλε, και ήταν καλά στην αρχή. Αλλά μετά από λίγο, ο μαλάκας ο Θοδωρής έκανε το λάθος να πει στη Μαρία ότι είμαστε στο Ακάνθους.
- Και;
- Ε τι και; Δεν πέρασε μισή ώρα, και το χταπόδι εμφανίστηκε στο μαγαζί. Μετά τυλίχτηκε γύρω από τον Θοδωρή, και τον χάσαμε. Και ο μαλάκας ετοιμαζόταν να κάνει καλό κονέ.
- Ξενέρωμα. Έχουν και τα χταπόδια έκτη αίσθηση τελικά.

Ο Σταυρίδης σε ρόλο χαποδιού στα κίτρινα γάντια (από GATZMAN, 07/07/10)(από Khan, 04/04/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασικά, σύστημα γάντζων, που χρησιμοποιείται για να εξασφαλίζουμε ότι συγκρατούνται οι εξέχουσες επιφάνειες μεταφερομένων αποσκευών και αυτές δεν θα πέσουν από τα ημιανοιχτά πορτμπαγκάζ ή –πιο έιτικαλλυ σπήκινγκ– από τις σχάρες που τα έχουμε βάλει. Προφάνουσλυ, η μεταφορά είναι μεταξύ των γάντζων και των πλοκαμιών του χταποδιού.

Καλά κι αν δεν χωρέσουν οι έξι βαλίτσες στο πορτμπαγκάζ, θα βάλουμε και δύο στη σχάρα με χταπόδι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πολλαπλή εξαγωγής κινητήρα εσωτερικής καύσεως.

Μοντιφάδικος όρος, αναφέρεται κυρίως στην αντικατάσταση της κλασσικής εργοστασιακής πολλαπλής εξαγωγής, στην οποία όλοι οι αυλοί εξερχόμενοι από κάθε κύλινδρο καταλήγουν σε 1, με μία «αρμονική» όπου απαλείφονται καταρχάς οι κλειστές καμπύλες και οι αυλοί υποδιαιρούνται σταδιακά (περίπτωση 4κύλινδρου 4-2-1).

Όλα αυτά έχουν ως αποτέλεσμα την μείωση της πίεσης των καυσαερίων και ακολούθως την αύξηση της απόδοσης του κινητήρα.

- Άσε ψηλέ... πήγα χτες να ρωτήσω για χταπόδι στο δικό σου τον εξατμισά και μόνο που δεν έπαθα εγκεφαλικό από την τιμή!
- Σου είπα φίλε, όμως είναι μερακλής!
- Άσε με λέμε, αγιογδύτης είναι ο άνθρωπας... για μαλάκες ψάχνει;;

(από Abas, 25/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πέφτουλας που δουλεύει πολύ με τα χέρια του και απλώνεται σε σημεία που ο απλός φλερτάκιας δεν τολμά καν να πλησιάσει.

- Μαλάκα, πιάσε τον Μίμη εν δράσει να λατρέψεις.
- Και καπνίζει κιόλας; Μα πόσα χέρια έχει ο πούστης... Χταπόδι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified