Η γενναιοδωρία, από το λαρτζ = γενναιόδωρος.

Παράγγειλε κι απ' το 'να, πήρε και τ' άλλο, όλους μας χόρτασε. Τι λαρτζερία είναι αυτή;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι αποκαλείται ευρέως γηραιός νυν μητροπολίτης της βορείου Ελλάδος, λόγω των σεξουαλικών του προτιμήσεων.

.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μαύρο παιδάκι, το αφρικανάκι.

Οι γονείς ξανθοί και το παιδί μπουράκι. Δεν είμαστε καλά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μαστολόγος γιατρός.

Να πας στον βυζολόγο να κοιταχτείς.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Γαμώ το καντήλι σου (χείριστη βρισιά).

  2. Σώθηκε το καντήλι του = τελειώνουν οι μέρες του, είναι ετοιμοθάνατος

.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Ο έχων πλούσια τα ...ελέη

  2. Ο γενναιόδωρος

ουσ. βαρβατίλα, η

Τί βαρβάτος άντρας είναι αυτός;

Δες και -άτος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο βρωμιάρης, ο σιχαμερός.

- Πχχ! Τι πας κοντά στον μπίχλα, δεν σιχαίνεσαι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Να φύγουμε γρήγορα, να τσακιστούμε.

- Καλέ Μαρία πήγε 5 κιόλας; Τον πούλο τον τρεχάτο!

Ε, ναι. (από Galadriel, 22/12/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάνω κάτι διαφορετικό από το αναμενόμενο για να μην καρφωθώ, να μην προδοθώ, για να παραπλανήσω, ρίχνω στάχτη στα μάτια.

Κάθε βράδυ μόλις φεύγει ο άντρας της για τη δουλειά τρέχει να τον συναντήσει. Κάτι μυρίστηκε ο άλλος, κάτι ακούστηκε στη γειτονιά, και αυτή η πονηρή τα τελευταία βράδια μένει σπίτι για ξεκάρφωμα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ας φεύγουμε σιγά-σιγά.

- Άντε, Πολύ κάτσαμε! Andiamo κούτσα-κούτσα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified