Γαμώ το καντήλι σου (χείριστη βρισιά).
Σώθηκε το καντήλι του = τελειώνουν οι μέρες του, είναι ετοιμοθάνατος
.
Γαμώ το καντήλι σου (χείριστη βρισιά).
Σώθηκε το καντήλι του = τελειώνουν οι μέρες του, είναι ετοιμοθάνατος
.
Got a better definition? Add it!
Αυτολεξεί αντίδραση θιγομένου που κάποιος τον αποκάλεσε μπάρμπα, δηλαδή γέρο. Περί Αλγερίας και Τυνησίας πρόκειται νομίζω. Παρεμφερές με το «κυρ-Γιάννη», «κερί και λιβάνι».
- Ρε μπάρμπα;
- Μπαρμπαριά και Τούνεζι.
Got a better definition? Add it!
Το νεαρό κορίτσι που είναι... να το πιεις στο ποτήρι. Τα τελευταία χρόνια η λέξη χρησιμοποιείται και για το νεαρό αγόρι.
Σε υπερθετικό βαθμό: μανουλομάνουλο.
- Δες ένα μανούλι που περνάει απ' όξω.
Got a better definition? Add it!
Επίθετο: ο κουντουρντισμένος.
Κοίτα, κοίτα! Κουντούρντισε στην κολόνα. Χαράς στην αφηρημάδα. Σαν και τούτον κανείς.
Κάτσε κάτω χριστιανέ μου επιτέλους! Κουντούρντισες πια σήμερα...
Δεν κάθεσαι και λίγο στο σπίτι πια; Κάθε βράδυ κουντουρντάς.
Got a better definition? Add it!
Ο ισχνός, όπως το ψάρι τσίρος, άνθρωπος. Λέγεται και τσιροπούλι.
Πφ! δεν μ' αρέσει ο τσίρος! χάθηκε νάχει λίγη κοιλίτσα;
Got a better definition? Add it!
Ο ξεφτιλισμένος.
Κουρέλες, νομίζετε πως ήρθατε δω να μας μάθετε γράμματα;
Got a better definition? Add it!
Βρήκαμε τον μπελά μας, μας πήρανε χαμπάρι και εκτεθήκαμε.
Δεν μπορούσες να κρυφτείς να μη σε δει; Τη βάψαμε τώρα!
Got a better definition? Add it!
Το μπουγατσομάχαιρο έχει σχήμα μισοφέγγαρου. Η φοιτητριούλα για την οποία φτιάχτηκε η έκφραση είχε μύτη καμπουριαστή σαν το μπουγατσομάχαιρο και την είχε και... ψηλά, επειδή ήταν κόρη καθηγητή της σχολής.
- Σωπάτε, σους. Έρχεται η μύτη μπουγατσομάχαιρο!
Got a better definition? Add it!
Ο ταλαιπωρημένος τύπος, ο καημενούλης, ο ένα μάτσο χάλια.
- Συνάντησα στον δρόμο σήμερα ένα κακοτράχαλο ανθρωπάκι... Με κοιτούσε, τον κοιτούσα, τον λυπήθηκα κιόλας...
Got a better definition? Add it!