Το μέρος όπου συχνάζουν με τις ώρες τα starbuckακια.

- Πού θα πάμε για καφέ;
- Πάμε στην starbuckούπολη να βρούμε και τους άλλους;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο καταδότης, το καρφί, ο χαφιές.
Έκφραση εμνευσμένη από τον αγαπημένο κακό των παλιών ελληνικών ταινιών.

- Κατάλαβες τι έκανε το κωλόπαιδο; Μας κάρφωσεο ο βρωμο-Ανέστης Βλάχος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τυφλός, ο γκαβούλιακας.

(Γεωργίου): Η διαφορά είναι τόσο εμφανής που την βλέπει και ο Ανέστης Βλάχος με το προσελάνινο μάτι!!!

(από polemarxos90, 29/11/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φωνή επιδοκιμασίας του κοινού κατά την προβολή ερωτικών ταινιών την στιγμή που ο πρωταγωνιστής ολοκληρώνει το έργο του -συνοδευόμενη συνήθως και από χειροκρότημα.

(Πρωταγωνιστής) -Πάρτα μωρή άρρωστη!!!
(Κοινό) -Άξιος άξιος!!!!!

(από joe909, 19/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πολύ τριχωτός άντρας.

- Κοίτα τον τυπάκο ρε, πόσο τριχωτός είναι!! Σκέτος αρκουδιάρης!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βλάκας + Μαλάκας

-Μας τα 'πρηξε πάλι ο βαλάκας ο Μάνος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βλακεία + μαλακία.

- Άσε φιλάρα, ξέχασα να πληρώσω το λογαριασμό της ΔΕΗ πού 'ληγε σήμερα!!!
- Βαλακεία μεγάλε!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γίνομαι / έγινα γκολ: έχω λιώσει στο μεθύσι.

Άστα δικέ μου, ήπιαμε τα ξύδια μας χθες και γίναμε γκολ.

Δες και λιάρδα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Συνομοταξία ανθρώπων της φυλής των Ρομά (αλλιώς απλά τσιγγάνος).

  2. Ο τελείως ξεφτίλας άνθρωπος, ο βρωμιάρης, ο τσιγγούνης, ο άνθρωπος χωρίς τρόπους κλπ.

Εμφανίζεται συχνά και ως γύφτουλας.

- Πάλι στην τράκα την έβγαλε ε; - Αφού είναι γνωστός γύφτος!!

(από Galadriel, 16/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κοινώς, το τσιγάρο.

Πιάσε τον καρκίνο λιγουλάκι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified