Σε μεγάλο σλάνγκαρχο εξελίσσεται ο Υπ. Υγείας Α. Λοβέρδος, ο οποίος μετά το «δεν υπάρχει σάλιο», επανήλθε στις σλανγκιές απαντώντας στους Διοικητές των Νοσοκομείων που του ζήτησαν περισσότερα κονδύλια για την κάλυψη των εξόδων τους, με τη φράση «θα τα δείτε σε φωτογραφία».

Το λήμμα μας λοιπόν είναι συνώνυμο με φράσεις όπως «μ' αυτό το πλευρό να κοιμάσαι», «ρούφα κι έρχεται», «μη φας και έχουμε γλαρόσουπα και μπούτι από ελικόπτερο», ή, στο πιο τραβηγμένο ακόμη, «λαστ γίαρ» και δηλώνει κάτι το ουτοπικό, μη πραγματοποιήσιμο.

- Μαμά, θα στολίσουμε Χριστουγεννιάτικο δέντρο, φέτος;
- Φέτος δεν υπάρχει ούτε σάλιο. Θα το δεις σε φωτογραφία.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ακολουθεί μια «κολεκτίβα» από διάφορες ατάκες που έχουν ακουστεί σε ιατρεία:

  • Παίρνω χάπια γαστροανθεκτικά (“δηλαδή χάπια που παίρνω για να αντέχω τα άλλα φάρμακα”)
  • Ο γαστρεντερολόγος μου βρήκε ελικόπτερο (ελικοβακτηρίδιο)
  • Ακούω αχούς στο αυτί και καμπάνες στο κεφάλι
  • Γιατρός: Κυρία μου, έχετε σακχαρώδη διαβήτη Ασθενής (γυναίκα): Πωπώ! Τόσο καιρό είχα ζάχαρο – τώρα έχω και διαβήτη;
  • Λιποθύμησα γιατί ήταν το καλοριφέρ στο διαπασόν
  • Έχω εκρηκτική ωτίτιδα (εκκριτική ωτίτιδα)
  • Γιατρέ, έχω ακούσει πολλά καλά λόγια για σας – είσαστε πολύ απαράδεκτος…
  • Επέρασα από το βαρέλι (έκανα αξονική)
  • Μου βρήκαν τις αρτηρίες λερωμένες (με στενώσεις)
  • Μου βρήκαν πνευμονική εισβολή (εμβολή)
  • Έχω αυξημένα γλυκερίδια (τριγλυκερίδια)
  • Έπαθα σπονδυλογλίστρημα (σπονδυλολίσθηση)
  • Έχω περάσει πτερύγια (πρόκειται για πτερύγιο οφθαλμού και όχι ότι φτέρωσε…)
  • Έχω γαστρική ταχυδρόμηση (γαστροισοφαγική παλινδρόμηση)
  • Γιατρέ, το αγχολυτικό δε μου έκανε τίποτα, οπότε πήρα ένα ηρεμιστικό και μ’ έπιασε
  • Πήγα τη γυναίκα μου στο «Υγεία» (Κέντρο Υγείας της περιοχής και όχι φυσικά το θεραπευτήριο «Υγεία»)
  • Ασθενής: γιατρέ έπεσα – μήπως έσπασα κάνα κόκκαλο; Γιατρός: όχι – μόνο εβροντήθηκες…
  • Έκαμε χειρουργείο στο μάτι γιατί ήταν τρύπιος ο μπόμπολας (βολβός)
  • Γιατρέ, έχω αναστολές… (Έκτακτες συστολές)
  • Πίνω χάπι Lacoste (Losec)
  • Η καρδιά μου χτυπά παρά φύσιν
  • Έχω όζοντες στο θυρεοειδή (όζους)
  • Μου ζήτησαν βιομηχανική εξέταση (βιοχημική)
  • Αγόρασα ηλεκτρικό πιεστικό (πιεσόμετρο)
  • Έχω σπονδυλοαθλίτιδα (σπονδυλαρθρίτιδα)
  • Πήγα στον αδενολόγο (ενδοκρινολόγο)
  • Με εξέτασαν στο γυάλινο τοίχο (διαφανοσκόπιο)
  • Βγάζω φλέμα με μπουρμπούλους (φυσαλλίδες)
  • Ήρθα να μου βάλεις το φλόμπερ (Holter)
  • Γιατρέ μου, θέλω να τα πούμε στοματικώς...
  • Δεν είμαι πιεσικιά (υπερτασική)
  • Έπαθε πνευματικό εμφύσημα (πνευμονικό)
  • Έχω ισχιαλγία στους ώμους (και όχι στο ισχιακό νεύρο του ποδιού;)
  • Πήγε στον νευρολόγο και του έκανε ένα εγκεφαλικό. (εγκεφαλογράφημα)
  • Έχει συνοριακές τιμές τρανσαμινασών (οριακές)
  • Ο ασθενής ήταν ανέκδοτος για να μπεί στο νοσοκομείο
  • Παίρνει αγγουρόν (Angoron) και μ**νοσορντίλ (Monosordil) για την καρδιά
  • Παίρνει Ζαντάμ για το στομάχι (Zantac)
  • Έχει αυξημένη πίσσα στο προστάτη (PSΑ - Πι Ες Έι - ειδικό προστατικό αντιγόνο)
  • Υπόθετα Πουστοπάν (Buscopan)
  • Πίνει Vascation (το αντιυπερτασικό Vascase και φυσικά όχι Carnation)
  • Οι γιατροί έπεσαν πάνω του και του κάνανε μ***κίες (μαλάξεις) και στο τέλος τον ανατινάξανε κιόλας (ανατάξανε)
  • Είχα εξώπλασμα στο αίμα (τοξόπλασμα)
  • Του είχαν κάνει πολλά καρδιογραφήματα αλλά ηλεκτροκαρδιογράφημα ποτέ (πρόκειται για το ίδιο πράγμα)
  • Γιατρέ μου τα αντισυλληπτικά που παίρνει η γυναίκα μου κάνουν και για τη σκύλα μου; Γιατρός: Δεν ξέρω... καλού κακού βάλε και ένα προφυλακτικό!
  • Έπεσα και χτύπησα το λεκανοπέδιό μου. (λεκάνη)
  • Έχω έλκος στον εξαδάκτυλο (12δάκτυλο)
  • Πήγα στα υπεραστικά του Νοσοκομείου (επείγοντα )
  • Παίρνει κοκορέλαιο (καστορέλαιο) για την δυσκοιλιότητα
  • Σπουδαίος ιατρός σου λέω, Αλέκτωρ Πανεπιστημίου (λέκτωρ).
  • Ελληνοαμερικάνος: «πάσχω από σούπερ – θυροειδισμό» (υπερ-θυρεοειδισμό)
  • Έχω αχιβάδες (αιμορροΐδες)
  • Είμαι αναλγητικός τύπος (εξηγεί ότι δεν πονάει εύκολα)
  • Moυ πείραξε την χλωροφύλλη του εντέρου (χλωρίδα)
  • Πρέπει να κάνουμε το περίγραμμα (σχήμα)
  • Γιατρέ, μήπως έχω φυσίγγιο; (συρίγγιο)
  • Ο πατέρας μου είχε κολόν- μπαρέ (Guillain – Barre)
  • Μήπως απελευθερώθηκε ο γιατρός;
  • Μού είπαν να βάλω μετασχηματιστή (απινιδωτή...)
  • Θέλω καρδιογράφημα γιατί θέλω να κάνω λαμπαδοσκόπηση (λαπαροσκόπηση)
  • Θα πάω στην αγρότισσα (αγροτική ιατρό)
  • Έχει ένα ομοίωμα (ινομύωμα)
  • Ωραία τα ραντεβού του ΙΚΑ, πριν γινόταν πολύ συνασπισμός. (συνωστισμός)..
  • Έκανε λαμπαδοσκόπηση στη χολή (λαπαραοσκόπηση)
  • Eχει όζον στο θυρεοειδή (όζο)
  • Πήρε υπόθετο Τουρκολαξ για τη δυσκοιλιότητα (Dulcolax)
  • To προϊστορικό του ασθενούς . . . (ιστορικό)
  • Έκανε ασθενογραφία (ακτινογραφία)
  • Γιατρέ, ο γιος μου είναι τύπος τρεχούμενος (αθλείται...)
  • Έπαθε λιποθυμία, κάτι σα νέκρωση - της είπε ο γιατρός να πάει στα Γιάννενα για μαγνητοσκόπηση
  • Παίρνω ένα χάπι που μολέρνει το αίμα (αραιώνει)
  • Η γυναίκα μου έχει ασθενοφόρωση...(οστεοπόρωση)
  • Αρρώστησα με ζάχαρη…(σάκχαρο)
  • Έχει πεσμένο ρευματοκρίτη [γιατί έχει ρευματισμούς] (αιματοκρίτη)
  • Με πήραν στο πρώτο παραμονεύον νοσοκομείο…(εφημερεύον)
  • Μου κάμανε ένεση μουσολίνι (Muscoril)…
  • Έχει μεγαθλαστική αναιμία ( μεγαλοβλαστική )
  • Σηματοδότης καρδιάς ( βηματοδότης )
  • Γιατρέ έχω μουρούτιτα... (ιγμορίτιδα)
  • Μου βάλαν καφετήρα στην ουρήθρα…(καθετήρα)
  • Είμαι τύπος αγχολυτικός…
  • Η γυναίκα μου έχει πέτρα στη χολή και θα την χειρουργήσουνε με ραβδοσκόπηση…
  • Έχω ιστιοπόρωση…(οστεοπώρωση)
  • Θέλω να μου γράψεις γλουτοφάγους (Glucophage)
  • Μου βάλανε σωλήνα Levi’s... (Levine)
  • Mου βρήκανε κισσούς μελισσοφάγου (κιρσούς οισοφάγου)
  • Έχω θετικό Αυστριακό Αντιγόνο (Αυστραλιανό)
  • Δεν τρώει καθόλου φοιτητικές ίνες ( = φυτικές ίνες )
  • Γάλα αμνησίας, Γάλα Κορινθίας ( = Γάλα Μαγνησίας )
  • Έκανα μία αιμοκάθαρση ( = αιμορραγική κένωση )
  • Παίρνω συνεχώς το φυτοφάρμακο ( = All-Bran)
  • Πήρα φουσκοπάν (Buscopan, για το φούσκωμα)
  • Ξέχασα να φέρω το συνταγματολόγιο του ΟΓΑ (συνταγολόγιο)
  • Σύζυγος προς γυναικολόγο: «Κατά την ερωτική επίπληξη …»
  • Μου σύστησαν να κάνω μία κατασκόπηση στομάχου. (ενδοσκόπηση)
  • Παρακαλώ ένα ραντεβού για γαστρορραγία (γαστρογραφία)
  • Γιατρέ, είστε εφημέριος σήμερα; (εφημερεύων)
  • Ο πόνος με χτυπάει πίσω στις πινακίδες μου (ωμποπλάτες)
  • Έχω στένωση στο σαρκοφάγο μου (οισοφάγο)
  • Σαρωτική τομογραφία (αξονική)
  • Ο Δημοκρίτης (αιματοκρίτης) έπεσε.
  • Έχω ισχιαλγία στο πρόσθιο τοίχωμα της καρδιάς (και όχι στο πόδι;)
  • Μου κάνανε 4 γεωτρήσεις στα πνευμόνια μου (διατρήσεις)
  • Ο άρρωστος έχει συκώτι στο πάγκρεας
  • « Προσήλθε νεκρός » - Γράφτηκε κατ' επανάληψη στο βιβλίο εξωτερικών ιατρείων.
  • Είμαι επί 5 μέρες άνεργη (δεν έχει ενεργηθεί)
  • Με στείλαν στον γκανγκστερολόγο για να κάνω γκαγκστροσκόπηση (γαστρεντερολόγο - γαστροσκόπηση) .
  • Ιατρέ μου τώρα δε πονάω πολύ, πονάω έτσι, ανεπαίσχυντα (ανεπαίσθητα) !
  • Άνδρας ασθενής: « Ιατρέ , έσπασα την αριστερή κλειτορίδα μου», δείχνοντας την αριστερή κλείδα του.
  • Μήπως είναι διάρροια από ζαμπονέλα; (σαλμονέλα)
  • Η σύζυγος διαβητικού βοηθάει κατά τη λήψη του ιστορικού: «Πες στο γιατρό ότι κάνεις σωλήνες». (ινσουλίνες)
  • Πάσχει από βαριά ασθενοπόρωση (οστεοπώρωση)
  • Ήρθε το σφαξ από την Αθήνα; (φαξ)
  • Ιατρέ, ο άντρας μου δε βάζει προφυλακτήρες και είμαι έγκυος ξανά.
  • Θέλω να κάνω ένα πλήρες τσεκ-ιν (τσεκ απ)
  • Ατομικό Αναμνηστικό: Πολιτισμικές ωοθήκες (πολυκυστικές)
  • Ντρίπλες αγγείων (Triplex)
  • Σαξωνική Φωτογραφία (αξονική τομογραφία)
  • Η χλωρίδα και η πανίδα (=οξύουροι) του εντέρου
  • Χθες έκανε κατακλυσμό ( και υποκλυσμό)
  • Εισερχόμενο μήνυμα στον αυτόματο τηλεφωνητή αγροτικού ιατρείου: μπιπ.... Πού είναι ο γιατρός;.......Ορέ σου μιλάω! Πού έιναι ο γιατρός;...........Ορέ του μιλάω και δεν μ' ακούει!..........Ποιος είσαι ορέ παιδί;.........Μπάααααα.........Με κογιονάρει ετούτος εδώ.........Μου λέει κάτι νούμερα αλλά δεν προκάνω να τα γράψω!!!!!
  • Γιατρέ μου, γράψε μου σε παρακαλώ δύο Λαστίξ (Lasix) και δύο Καροτέν (Capoten)!
  • Γιατρέ μου γράψε μου σιρόπι Μοσκοβολάν (Mucosolvan) για το βηχιό!!
  • Γιατρέ μου θα μου γράψεις δύο Λοναρί (Lonarid) και ένα Μποστάν (Ponstan);
  • Υπεραστική κρίση (υπερτασική)

Όλα τα παραπάνω!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χάνω λάδια είναι κοινότατη, πρωτόλεια σλανγκιά που σημαίνει δε μπάω καλά, έχω ξελασκαρισμένες βίδες, κόβω καπίστρι, είμαι γιωτάς, γκάου, τζαζ, γιούχου.

- Πας καλά ή χάνεις λάδια;

Got a better definition? Add it!

Published

Πρόκειται για χαρυκλίννεια έκφραση που διανθίζει τον προφορικό λόγο μας και δηλώνει απαρέσκεια ή θρήνο απέναντι σε ένα δυσάρεστο νέο ή κάποια δυσάρεστη κατάσταση. Συνήθως, συνοδεύεται από χαιρέκακη διάθεση του ομιλούντα, με σαφή απαξιωτική χρήση του όρου «κυρία», που μπορεί να αντικατασταθεί ισοεκτασιακώς και από άλλες προσφωνήσεις (βλ. και χαλικούτειο ορισμό μωρή κυρία! και πρβλ. το παράδειγμα που ακολουθεί.)

Η πασίγνωστη ατάκα του Χάρρυ Κλυνν «και κλάααμα η κυρία» εδώ γίνεται «και κλάααμα το τοπ μόντελ». Θρηνούν οι κοπέλες επειδή φοβούνται ότι θα αποκλειστούν. Κλαίει με μαύρο δάκρυ μια κοπελίτσα επειδή μισεί τα μπούτια της. (από εδώ)

(από Khan, 21/11/10)Μύνημα σφάλματος από τον Google Chrome 18 (από alxign, 01/04/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σκωπτική ατάκα με την οποία, αν και φαινομενικά αναιρούμε, στην πραγματικότητα τονίζουμε μια βρισιά που μόλις έχουμε ξεστομίσει.

Κανονικά, το μπιπ μπαίνει ως λογοκρισία στη θέση της βρισιάς, όμως δίκην σλανγκιάς βάζουμε το μπιπ στη θέση μιας άλλης, αθώας λέξης που συνόδευε τη βρισιά, αφήνοντας τη βρισιά ανέπαφη.

Δείχνουμε δλδ ότι έχουμε το τακτ να καταλαβαίνουμε και να επανορθώνουμε για μια παρεκτροπή του προφορικού ή γραπτού λόγου μας, αλλά στην ουσία δεν κάνουμε τίποτε άλλο από το να την επιβεβαιώνουμε και να την επιτείνουμε.

Το λήμμα μας το μεταχειρίστηκε ο σλάνγκαρχος Μητσικώστας μιμούμενος τον Big Mac - Αγαπούλα- Ψωμιάδη, αλλά αφθονεί σε πολλά παραδείγματα του προφορικού και του ιντερνετικού λόγου.

Για τη σημασία του «μπιπ» καθ' αυτό, βλ. το Μέσειο λήμμα μπιπ.

  1. από εδώ
    Είναι χειμώνας, έξω κάνει ψωλόκρυο (βάλε μπιπ στο «κάνει»). Γυρνάς σπίτι σου αργά το βράδυ, μετά από μια πολύ κουραστική μέρα στην δουλειά.Τσιμπάς κάτι στα γρήγορα, και χωρίς πολλά-πολλά την πέφτεις στο κρεβάτι για να κοιμηθείς.ΌΜΩΣ...
    Η πουτάνα η κουβέρτα είναι πολύ μικρή για τα ατέλειωτα στρέμματα του κορμιού σου!!

  2. από εδώ
    Εμένα πάντως το tethering δεν λειτουργεί - συγνώμη, αλλά μας πιάσανε μαλάκες. Και βάλτε μπιπ στο συγνώμη.

  3. από εδώ
    Όσοι πηγαίνετε σε club με «χορεύτριες» να δείτε κάνα ξέκωλο (βάλε ένα μπιπ στο χορεύτριες) δεν είναι ανάγκη, καθώς τα βλέπετε όλα στο δρόμο... κυριολεκτικά... βλέπετε... δεν μεθάει ποτέ η νεολαία της Αγγλίας... cheers mates. Και όταν λέμε ξέκωλο... εννοούμε ξέκωλο... Και βάλτε μπιπ στο εννοούμε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ταμπλ ντοτ (= table d'hôte) είναι το προκαθορισμένο μενού, δλδ η υποχρεωτική κατανάλωση συγκεκριμένων πιάτων προς συγκεκριμένη τιμή, που επιβάλλεται συνήθως στα εστιατόρια τις ημέρες των γιορτών για να βγάλουν οι μαγαζάτορες τα σπασμένα άλλων ημερών.

Μας ήρθε από τη Γαλλία και σαν συνήθεια και σαν λέξη. Στα χάνια του μεσαίωνα, μέχρι να εμφανιστούν τα πρώτα εστιατόρια με μενού «α λα καρτ», οι πελάτες κάθονταν όλοι μαζί σ' ένα τραπέζι (table de l'hoste, όπως λεγόταν τότε, το «τραπέζι του οικοδεσπότη») και μοιράζονταν όλοι ένα κοινό μενού — και έτρωγε περισσότερο ο πιο γρήγορος.

Υπάρχει και ο λανθασμένος τύπος «νταμπλ ντοτ» καθ' ότι το αυτί του ελληναρά χοντραίνει κάπως τις ξενόγλωσσες λέξεις... Μάλιστα, ειπώθηκε και σε μεσημεριανάδικο ότι ντάμπλ ντοτ είναι το γεύμα για δύο, εξ ου και το double.

Ως ιδιωματισμό, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε το λήμμα μας για να χαρακτηρίσουμε μια προειλημμένη απόφαση, κάτι τελειωμένο ή προαποφασισμένο ή «στημένο» που μας σερβίρεται ή μας επιβάλλεται, χωρίς να έχουμε περιθώριο επιλογής ή διαπραγμάτευσης.

  1. Κάνουν λάθος αν νομίσουν ότι θα προσέλθουμε σε μια ταμπλ ντοτ διαπραγμάτευση με την ηγεσία του Υπουργείου.

  2. Αυτοί αποφασίζουν και διατάσσουν και εμείς χορεύουμε όλοι πάνω από το ζουρνά και θέλουν και διάλογο ταμπλ ντοτ με την εργατιά για το θεαθήναι; Ούσουτου, λαμόγια!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι η αίσθηση του καινούριου, του αχρησιμοποίητου που αναδίδει - κατ' εξοχή - ένα καινούριο αυτοκίνητο, αλλά και άλλες γκατζετιές όπως π.χ. κινητά, λαπ-τοπ κ.τ.ο., όταν τα παίρνουμε τσίλικα, του κουτιού, και τα χρησιμοποιούμε για πρώτη φορά.

Ειδικά στον πολύπαθο (εσχάτως) κλάδο της εμπορίας μεταχειρισμένων αυτοκινήτων, η καινουργίλα που προκύπτει από ένα πολύ καλό πλύσιμο μέσα-έξω, είναι το ιερό γκρέιλ του μερακλή, πλην μπατίρη, επίδοξου αγοραστή, που συχνά κάνει την πλάστιγγα να γέρνει υπέρ του ενός ή του άλλου σέκοντ χαντ τουτού.

Επιτομή στην υπόθεση της νεκραναστημένης καινουργίλας του μεταχειρισμένου αυτοκινήτου, προσφέρει ο βιολογικός καθαρισμός του σαλονιού, κατά την οποία απομακρύνονται με ακραία σχολαστικότητα και με τη βοήθεια ειδικών σκουπών και χημικών διαλυμάτων όλα τα μακρο- ή μικροσκοπικά ξένα σώματα, σκουπιδάκια, πτώματα από το μπουθ, καπότες (που χρησιμοποιήθηκαν κάποτες από τον παλιό ιδιοκτήτη) και οσμηρά σωματίδια, γυαλίζεται το ταμπλώ, και εν γένει γίνεται ό,τι χρειάζεται ώστε να επιτευχθεί η τελεία κάθαρσις (sic) του αυτ-του, που απαράλλαχτα ακολουθείται και από αλοιφή που τονώνει και αναζωογονεί το ταλαιπωρημένο χρώμα της λαμαρίνας.

- Το πέρασα, που λες, βιολογικό καθαρισμό και αλοιφή σε ένα πλυντήριο και έγινε τζιτζιλόνι: μέχρι που μυρίζει και καινουργίλα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το τουβλάκι αποτελεί μονάδα μέτρησης:

  • της ισχύος του σήματος που πιάνουμε στο κινητό
  • του επιπέδου φόρτισης της μπαταρίας του κινητού
  • της πληρότητας με καύσιμο του ρεζερβουάρ του αυτοκινήτου, όταν ο σχετικός δείκτης μας επί του καντρανίου δεν συνίσταται στην κλασσική (και παλαιομοδίτικη) βελόνα.

    Συνήθως με σήμα δύο τουβλακίων μπορούμε να πραγματοποιήσουμε μια κλήση, ενώ όταν η μπαταρία του κινητού έχει δύο τουβλάκια, καλύτερα να ψάξουμε επειγόντως για πρίζα. Αν πάλι η βενζίνη μας έχει περιοριστεί στο ένα τουβλάκι, πρέπει επειγόντως να σταματήσουμε στο πρώτο βενζινάδικο που θα βρούμε μπροστά μας, γιατί σε λίγο δεν θα έχουμε καύσιμο ούτε για σάλιο.

Πριν αμφισβητήσει κανείς την σλανγκαμπίλιτυ του λήμματος, να υπενθυμίσουμε ότι αν ένας αλλοδαπός που ζει στη χώρα μας το ακούσει και το ψάξει σε ένα μέινστριμ λεξικό, δεν θα το βρει με την έννοια που το ορίζουμε εδώ.

- Έλα, κάνεις διακοπές... κουνήσου τον κώλο σου, μπας και βρεις καλύτερο σήμα
- Τι κουνήσου ρε μαλ, τρία τουβλάκια σήμα έχω!

πέντε τουβλάκια σήμα και μπαταρία (από allivegp, 18/12/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνήθως συντάσσεται με το ρ. «κάνω» ή «παριστάνω», και σημαίνει προσποιούμαι τον ανήξερο/αδιάφορο, κάνω τον Κινέζο ή τον Αλέκο, ποιώ την πάπια (ή νήσσα), ή ακόμη «το παίζω τρελίτσα».

Καλά, αν δείτε κανέναν διαρρήκτη το βράδι σπίτι σας, κάντε τον ψόφιο κοριό και αφήστε να σας βουτήξει ό,τι βρει... Καλύτερο από το να πάτε γυρεύοντας για καβγά μαζί του. (από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published

Μονολεκτική κλιμάκωση του τσαμπουκαλίστικου ύφους μας, όταν έχει προηγηθεί μια παρατήρηση, επιβολή ποινής ή άλλη βαρύγδουπη δήλωσή μας προς κάποιον αποδέκτη που φαίνεται να μη μας έχει πάρει και πολύ στα σοβαρά, επειδή το όλο ύφος μας δεν ήταν εξ αρχής τρε ψαρωτίκ.

Συχνά, επιτείνεται με διπλασιασμό του με χρήση της κλητικής προσφώνησης-αγενούς νότας των σταυρολέξων «ρε».

  1. - Πάρε γιατί είσαι ακομβίωτος και άλλα 5Φ επειδή σου κρέμεται το κορδόνι από την αρβύλα. Γελάς; Ρε γελάς;

  2. - Γιατρέ, πάρε το συνταγολόγιο, κάν' το ρολό και βάλ' το στον κώλο σου. Ξέρεις τί μπορώ να σου κάνω εγώ; Γελάς; Ρε γελάς;

Στο 1:42 (από allivegp, 22/01/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified