Αυτός που τον παίρνει σε υπερθετικό βαθμό, ο γκέουλας, το καραπουσταριό, η κραγμένη αδερφάρα.

Στο κλαμπ ο γκέι βλέπει ένα τεκνό και νιώθει την ανάγκη να του μιλήσει:
- Καλέ πώς σε λένε χρυσό μου, εσένα κάπου σε ξέρω...
- Άει γαμήσου ρε τομπαίρνουλα, που θα μου την πέσεις μέσα στο μαγαζί εμένα, τον πρώτο γαμιά της Πετρούπολης!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προστακτική έκφραση βγαλμένη από την βουκολική ζωή (τονίζεται στο -ρ), που απευθύνεται από φιλήσυχο βοσκό στα πρόβατά του, στην προσπάθεια να τα ταρακουνήσει και να τα καθοδηγήσει. Παραλλαγή : οοοούιιιιι τσαπ τσαπ τσαπ τσαπ τσαπ τσαπ!!!

Στην παραλία 5 φίλοι λιάζονται σε κατάσταση αρντάν. Ξαφνικά ο ένας μπανίζει γαμάτο γκομενάκι.
- Πω πω ένα θεόμουνο! Ξυπνήστε ρε μαλάκες να δείτε! Κοίτα τους ρε πώς κοιμούνται! Τσαπρρρρρ ρε!

(από John Kar, 21/05/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει γαμάω, τονε βάζω, τον ακουμπάω.

Μεταξύ νεοσυλλέκτων :
- Ρε Πέτρο, δεν αντέχω άλλο 2 μήνες κλεισούρα στο στρατόπεδο. Έχω να γαμήσω 2 μήνες και 1 ώρα.
Πέτρος: - Άντε, μεθαύριο βγαίνουμε με άδεια, τράβα να πετσώσεις σε κανά μπουρδέλο να γίνεις αρντάν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι η μικρή απόσταση, παρόμοια με αυτήν μεταξύ μουνιού-κώλου. Αυτά τα δύο τρυπόνια δεν απέχουν και πολύ μεταξύ τους, γι' αυτό και μερικές φορές πάμε για το πρώτο και «όλως τυχαίως» μπαίνουμε ή προσπαθούμε να μπούμε στο δεύτερο.

Δυό φίλοι κάθονται για καφέ σε καφετέρια.
- Έλα σου λέω ρε μαλάκα, σήκω να πάμε στην Espresso, μόλις με πήρε η Μαρία, κάθεται με μια φίλη της.
- Άσε με τώρα και βαριέμαι να αλλάξω μαγαζί.
- Έλα σου λέω, δυό βήματα είναι, απ' το μουνί στον κώλο, μισό λεπτό με την μηχανή.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφέρεται σε μεγάλα βυζιά, ευρωπαϊκών προδιαγραφών. Επικράτησε μετά την συμμετοχή της Μαντούς στο διαγωνισμό με βυζαλέο ντεκολτέ.

- Κοίτα ρε μαλάκα ένα γιουροβίζιον που περνάει.
- Ναι ρε φίλε. Αυτή πάει χαμένη στην Ελλάδα. Αυτή πρέπει να πάει στην Ισπανία να μάθει στους Ισπανούς Ισπανική.

(από Khan, 14/03/12)(από Khan, 08/05/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι ειδική καρέκλα-καροτσάκι με μία τρύπα στο κάθισμα, έτσι που να μπορεί κάποιος να αφοδεύει καθήμενος. Κάτω από την τρύπα υπάρχει ειδικό δοχείο συλλογής. Συνήθως χρησιμοποιείται στα νοσοκομεία για αυτούς που δεν μπορούν να πάνε μέχρι την τουαλέτα.

Στο τρόλλεϋ: - Μεγάλε, γιατί κρατάς την κοιλιά σου;
- Άσε, μην παίζεις με τον πόνο μου. Από χθες με πάει κλαστοχέστος.
- Αν είμασταν τώρα στο νοσοκομείο θα είσουνα βασιλιάς στο θρόνο σου...

(από ironick, 20/05/08)(από ironick, 20/05/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Θρεπτικός χυμός που βγαίνει από το ανδρικό μόριο (κατά το Amita), κοινώς το σπέρμα.

Ο γκόμενος (δεν κρατιέται με τιποτα) στην γκόμενα: - 'Ελα κοπελάρα μου εσύ, πάμε γρήγορα στο σπίτι και θα σε κεράσω χυσαμόλι με σπερμίτα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για ποδανή λέξη, και προέρχεται από γνωστό υπερρεαλιστικό ποίημα των ποδανών, το εξής:

Ο τσάρος, που;
κι ο νάρος μου,
τα δυο να βουλώνουν, μα...

Για τους ποδανόφωνους, ο τσάρος δεν είναι άλλος από τον πούτσαρο.

Λακαμά, χθες δίβρα ρασαπέ από την Νηέλε και της πέταξα έναν τσάρο....

(από John Kar, 21/05/08)

Got a better definition? Add it!

Published

Σημαίνει σαλεύω, τα χάνω, χάνω λάδια, καίω φλάντζα. Προέρχεται εκ μεταφοράς από το τρέλλαμα ενός αλόγου που, όντας αφηνιασμένο, τελικά σπάει το καπίστρι, το σύστημα δηλαδή των ιμάντων με το οποίο είναι δεμένο και απο το οποίο καθοδηγείται.

- Είδες τελικά τι παθαίνει κανείς από την πολλή δουλειά; - Τι παθαίνει;
- Να, έμαθα οτι ο Μάνος πήγε σε ψυχίατρο. Αλλά τι περίμενε; Έχει τη γυναίκα του, τα έχει επίσημα με την ξανθιά την παντρεμένη, συνεχίζει με ένα πιπίνι που γνώρισε πριν από δύο μήνες και τώρα γαμάει και την κόρη της περιπτερούς, όλες μαζί ταυτόχρονα. Πόσες γυναίκες να αντέξει ο άνθρωπος, έκοψε καπίστρι.

Στο 0.58 μια διάσημη χρήση. (από Khan, 24/10/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη που αναφέρεται σε διαδεδομένη στην Ιαπωνία σεξουαλική πρακτική, κατά την οποία μία γυναίκα τρώει στη μάπα ή καταπίνει τα περιεχόμενα πολλαπλών διαδοχικών εκσπερματίσεων από πολλούς άνδρες μαζί. Μάλιστα η πρακτική αυτή διαδίδεται σιγά-σιγά και στην Ευρώπη, με ραντεβού που δίνονται μέσω Internet.

Πω πω ρε μαλάκα, πολύ γαμάτο το γκομενάκι... Έχω μάθει ότι είναι πρώτη στις πίπες. Είσαι να το ψήσουμε για κάνα μπουκάκι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified