Υποτιμητική φράση που απευθύνεται με έντονο απαξιωτικό μορφασμό, για κάποιον τραγουδιστή, ή για κάποια τραγουδίστρια τελευταίας κλάσης (βασικά για κλάσιμο είναι). Για κάποιο άτομο που θεωρεί πως είναι το... μουσικό ταλέντο.

Μιλάμε για κάποιο ψώνιο, για κάποιο άτομο συμβατών προδιαγραφών με το Ανίτα show (δες και γαργάρα με ξυλόπροκες), για κάποιον Κακοφωνίξ, για κάποιο εντελώς ατάλαντο μουσικά άτομο, που ωστόσο όμως μπορεί να διακρίνεται για άλλα ταλέντα (π.χ: μπορεί να μιλάμε για κάποια με φωνητικές δυνατότητες α λα Μαρία Κάβλας, για κάποια φραπεδιάρα, για κάποια χορεύτρια, κλπ).

Πολλά απ' αυτά τα άτομα τραγουδούν σε κέντρα ftpπροδιαγραφών. Πάντως όποιος πάει για να ακούσει ποιοτικό άσμα εκεί, τα 'πιασε τα λεφτά του. Όπως λέει κι η Σαπφώ: Αλλού τα κακαρίσματα κι αλλού γεννούν οι κότες. Και στη φάση αυτή, μιλάμε για κακαρίσματα.

Το υποτιμητικό της φάσης βγαίνει από το γεγονός, πως ενώ η φράση θυμίζει σκάλα του Μιλάνου (που παραπέμπει σε όπερα και σε μουσική υψηλού επιπέδου), γίνεται η ανατροπή μιλώντας για Σκάλα του Ωρωπού (δεν μιλάμε δηλαδή για σκάλα με όπερα, αλλά για λιμάνι).

Μιλάμε δηλαδή για κάτι άσχετο. Και επομένως παραπέμπουμε έτσι σε κάποιον ατάλαντο στο τραγούδι.

Όσο πιο χάλια αντίληψη έχουμε για την περιοχή του αναφερόμενου λιμανιού, τόσο πιο μεγάλη γίνεται η απαξίωση.

Σημείωση:

1) Μπορούμε να κάνουμε παύση μεταξύ της λέξης σκάλας και της λέξης Ωρωπού, για να δημιουργηθεί εντονότερη η εντύπωση περί σκάλας του Μιλάνου στο μυαλό του συνομιλητή μας, πριν την ανατροπή που θα ακολουθήσει.

2) Αντί για σκάλα Ωρωπού θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για σκάλα Πολυχνίτου, Καλλονής και γενικότερα για οποιαδήποτε σκάλα λιμανιού.

- Αυτή την τραγουδίστρια που μου σύστησες χθες στο σπίτι σου, δεν την έχω ξανακούσει. Καλή είναι; Πού τραγουδάει;
- Καλή;... Μόνο καλή; Να φανταστείς... τραγουδάει στη σκάλα... - Σκάλα;... Σκάλα του Μιλάνου;
- Περίπου. Σε σκάλα τραγουδάει κι αυτή, αλλά όχι στη σκάλα του Μιλάνου. Στη σκάλα... του Ωρωπού τραγουδάει βρε! Πού να τραγουδάει μωρέ; Στο κέντρο «Τα κακαρίσματα», στην εθνική οδό. Αλλά, δεν μπορείς να πεις; Από μουνί... φωνάρα η τύπισσα. Μιλάμε για... βιρτουόζο στον χειρισμό πουλόφωνου. Όχι αστεία!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φράση, γνώριμή μας κι απ' το γνωστό τραγούδι που πρωτοερμήνευσε ο Στράτος Διονυσίου, θα μπορούσε να αναφέρεται από κάποιον που βιώνει μια μόνιμη ψυχοσωματική φθοροποιό κατάσταση, ή από κάποιον που συγκυριακά χτυπιέται από διάφορα προβλήματα.

Έτσι, όταν αυτός βρεθεί αντάμα με ένα φίλο, θα μπορούσε χαμογελώντας πικρά να κοιτάξει στον ουρανό, τεντώνοντας τα χέρια πίσω, λες και απευθύνεται στις ουράνιες δυνάμεις (θεωρώντας πως τα προβλήματα που βιώνει είναι τεράστια και που δεν μπορούν να επιλυθούν, πάρα μόνο μέσω θείας επεμβάσεως).

Εκφέρει την ατάκα, επιζητώντας απεγνωσμένα να γίνει στο πατ κιούτ, το επιζητούμενο cut - paste (κοπή - επικόλληση), από τη μπαχαλοκατάσταση που βιώνει, σε μια φυσιολογική κατάσταση (είναι δε τόσο διαφορετικές οι σημερινές συνθήκες απ' τις ζητούμενες, ώστε στα μάτια του οι δεύτερες να φαντάζουν μακρινές και ως συνθήκες ζωής που απαντώνται σε άλλον πλανήτη).

Πολλές φορές, η ατάκα ακούγεται από κάποιον φαντάρο που υποφέρει τα πάνδεινα, ευρισκόμενος στην άκρη του Θεού, σε τόπο που στα μάτια του φαντάζει αφιλόξενος. Αισθάνεται πως βρίσκεται σε άλλο πλανήτη και δεν κάνει τίποτα άλλο από το να επιζητά μανιασμένα τη μετάθεση. Αισθανόμενος πως μέσω των όποιων κονέ του δεν γίνεται τίποτα, στέλνει, request στον ουρανό... Και καλά!

Όταν στον θάλαμο, ή σε κάποια ταβέρνα της περιοχής τού στρατοπέδου, τύχει να παιανίσει το αναφερόμενο άσμα, τότε αυτός θα μπορούσε να τραγουδήσει μαζί με τον Στράτο, εκφέροντας έτσι τη συγκεκριμένη ατάκα. Τότε ξεζιπάρεται όλη η συσσωρευμένη αγανάκτηση που 'χει μαζευτεί στην ψυχή του απ' το ζόρι που τραβάει. Ετς, εκτονώνεται προσωρινά για να φορτώσει την επόμενη, ενώ η ελπίδα προσμονής της μαγικής στιγμής της μετάθεσης, είναι ολοζώντανη μέσα του.

  1. - Που λες, αισθάνομαι βραχωμένος στον γάμο μου. Άστα... Ζητώ ακρόαση Θεού και αλλαγή πλανήτη.

  2. - Άστα, μου 'χουν έρθει τα πάνω κάτω τον τελευταίο καιρό. Με έχουν πλακώσει οι... αρρώστιες και στο καπάκι, έχασα και τη δουλειά μου. Τι να πω; Ζητώ ακρόαση Θεού και αλλαγή πλανήτη. Πολλά ζητάω;

  3. Φαντάρος εκ Κρήτης αναλογιζόμενος τι τραβάει, σε ένα αφιλόξενο τάγμα, λέει την εξής μαντινάδα, κοιτώντας μια προς στον ουρανό και μια προς στον τόπο του:

Ζητώ ακρόαση Θεού και αλλαγή πλανήτη
και μια καλή μετάθεση να κατεβώ στην Κρήτη. Δες

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η έκφραση αφορά τους εμπλεκόμενους σε διάφορες αναποτελεσματικές συσκέψεις (meetings), που γίνονται σε εταιρείες, σε οργανισμούς, υπουργεία κλπ. Ειδικά εκεί όπου η δυοξύνη έχει σκοτώσει κάθε ίχνος εργατικότητας και οργάνωσης, π.χ: στον δημόσιο τομέα. Εκεί το μπάχαλο καλά κρατεί. To πρόβλημα της αναποτελεσματικότητας μεγαλώνει όταν κι ο πελάτης είναι επίσης εταιρεία του δημοσίου τομέα.

Υπάρχει κοινή παραδοχή πως σε πολλά απ' αυτά τα αναποτελεσματικά meetings, μαζεύονται διάφοροι «υπεύθυνοι» τομέων δράσης, που εμπλέκονται σε ένα πρότζεκτ. Υποτίθεται πως και καλά έχουν λάβει προ κάποιου εύλογου χρονικού διαστήματος, την ατζέντα των θεμάτων, που θα συζητηθούν στη σύσκεψη, με στόχο να μελετήσουν τα θέματα, να δουν τι εκκρεμότητες υπάρχουν, να εκτιμήσουν τα προβλήματα που σχετίζονται με την πορεία του πρότζεκτ, να βρουν πληροφορίες, να προετοιμάσουν προτάσεις. Στην πράξη όμως... τρεις λαλούν και δυο χορεύουν!

Υποτίθεται πάλι, πως έχει εξεταστεί το γεγονός πως μπορούν όλοι να συμμετάσχουν στο meetinng. Στην πράξη όμως, δεν μελετιέται και πολύ αυτό. Πάντα κάποιοι λείπουν αναγκαστικά, σε ανειλημμένες υποχρεώσεις.

Πολλές φορές, η αναευθυνουπευθυνότητα που διακρίνει τους εμπλεκόμενους, οι διάφορες εμβόλιμες δουλειές που προκύπτουν απ' το πουθενά, εργασίες που αφορούν άλλα πρότζεκτ που τρέχουν παράλληλα κλπ καθώς και η γενική τάση πολλών να τα φορτώνουν όλα στον άμοιρο τον κόκορα, οδηγούν σε συσκέψεις όπου οι περισσότεροι συνομιλητές κάθονται γύρω από ένα τραπέζι, εντελώς απροετοίμαστοι. Άρα τι θα μπορεί να περιμένει κανείς από μια τέτοια σύσκεψη. Μάλλον όχι και τόσο σπουδαία πράγματα.

Δίνονται κάποιες δικαιολογίες του κώλου για τις καθυστερήσεις των εργασιών που έπρεπε να γίνουν μα δεν έγιναν, γίνεται σχετική χάβρα, κάποιοι εκτοξεύουν ευθύνες σε συναδέλφους, σε προμηθευτές, σε υπουργικές αποφάσεις, σε πελάτες, στην ανάδρομη την Αφροδίτη...

Ου..., από δημιουργικές σκέψεις και από δουλειά βαλτώνει το θέμα, αλλά από δικαιολογίες... σε παρακαλώ. Σωστέςμάνες της καραβίδας.

Εν συνεχεία, συζητούνται επόμενες δραστηριότητες, τα άτομα χωρίζουν και το πράγμα πάει λέγοντας.

Στη διάρκεια της σύσκεψης, κάποιοι πάλι βρήκαν την ευκαιρία να καλαμπουρίσουν με τους γύρω τους και να πιουν ένα καφέ βρε αδερφέ σε έναν άλλο χώρο. Κάποιοι προσπάθησαν να ανεχθούν το μη δημιουργικό μαλακισμένο δίωρο του meeting, κλπ.

Κοντολογίς όποιος συσκέπτεται, σε τέτοιες αναποτελεσματικές συσκέψεις, δεν σκέπτεται και δεν προετοιμάζεται πριν τη σύσκεψη, ούτε κατά τη διάρκεια της (εκεί μαλακίζεται συλλογικά), ούτε μετά.

Βλ. και: πότε δεν έχουμε βαρέλια… πότε μας λείπουν τα σκατά… πότε χαλάνε τα μαστίγια..., σύσκεψη

Εκεί, λοιπόν, θέλουμε να μας πείτε μέτρα και σκέψεις και όχι να μας κάνετε συμβούλια -μεγάλα συμβούλια των τριάντα ανθρώπων- αντιμετωπίσεως της φοροδιαφυγής.

Όποιος συσκέπτεται δεν σκέπτεται, κύριε Υπουργέ. Όχι, βέβαια, ότι είμαστε πεπεισμένοι πως αυτή η Κυβέρνηση σκέπτεται και πολύ. Γιατί αν σκεπτόταν, δεν θα έβαζε μέτρα τα οποία θα έπαιρνε την άλλη μέρα και δεν θα μιλούσε για όλα αυτά τα θέματα.
Δες

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το φιρίκι αποτελεί ειδική ποικιλία μήλου. Το μήλο αυτό χαρακτηρίζεται για το μικρό μέγεθός του. Ετυμολογείται, σύμφωνα με τον Τρανταφυλλίδη, από την τούρκικη λέξη ferik, που σημαίνει μικρό μήλο.

Στην συγκεκριμένη περίπτωση, αναφερόμαστε σε εγκέφαλο (λόγω σχήματος μήλου) και πιο συγκεκριμένα σε εγκέφαλο με μικρή αξιοποίηση (λόγω του μικρού μεγέθους του φιρικιού, πράγμα που παραπέμπει σε λειψό ειδικό εγκεφαλικό βάρος, σε ελλειπή φαιά ουσία).

Επίσης ο όρος, ηχομιμητικά, παραπέμπει σε φυρό μυαλό, σε μυαλό που έχει φύρα, σε μυαλό δηλαδή με μειωμένες πνευματικές ικανότητες. Βλ και λήμμα: φυρομυαλιάζω

Άρα, βάσει των παραπάνω, όταν αναφέρουμε τον όρο αναφερόμαστε σε:

1) Κάποιον που χάνει, σε κάποιον βλάκα, σε κάποιο βλακόμετρο, κλπ. (βλ. παρ. 1)

2) Κάποιον που, χωρίς να 'ναι βλάκας, έκανε μια βλακεία, μα τι βλακεία. Θέλοντας να εκτονωθούμε, αναρωτιόμαστε για το μυαλό του! (βλ. παρ. 2).

3) Υπέρμετρη χρήση ή ανοχή κάποιας δραστηριότητας, που θεωρούμε πως φθείρει και φυραίνει σιγά σιγά τη φαιά ουσία του εγκεφάλου. Πράγματι, όταν δεν ασχολούμαστε σφαιρικά με διάφορες δραστηριότητες και διαθέτουμε μονόπλευρα το χρόνο μας σε μια δραστηριότητα, τότε αρκετές δεξιότητες δεν αναπτύσσονται, μ' αποτέλεσμα η δυναμικότητα του μυαλού μας να υπόκειται μια διαρκή φθορά (βλ. παραδείγματα 3, 4).

  1. - Ρε τι μυαλό φιρίκι έχει αυτός; - Έ τι περιμένεις από ένα βλάκα με πατέντα;

  2. - Τι βλακεία πήγες κι έκανες; Μα μυαλό φιρίκι έχεις; Και έχεις και φήμη έξυπνου.

  3. - Το πολύ το φίκι-φίκικάνει το μυαλό φιρίκι.

  4. - Με έχει πρήξει μιλώντας μου για τα προβλήματά του. Μιλάμε, μου 'χει κάνει το... μυαλό φιρίκι. Μου 'χει πρήξει τα αρχίδια. Έλεος!

Φιρίκια (από GATZMAN, 05/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όπως φαίνεται κι εδώ, όταν λέμε: «τα μεγάλα πνεύματα συναντώνται» εννοούμε όταν τύχει κάποιοι να κάνουν παρόμοιες σκέψεις. Η ατάκα αυτή εξυψώνει τους ομιλητές, υποβοηθώντας το μεταξύ τους επικοινωνιακό κλίμα.

Όταν κάνουμε μια μικρή επέμβαση στη φράση, προκύπτει ο όρος της συγκεκριμένης περίπτωσης.

Διακρίνουμε τρεις περιπτώσεις:

  1. Εδώ συμφωνούμε με την άποψη «τα μεγάλα πνεύματα συναντώνται», άποψη που μόλις ακούσαμε. Αποκαλώντας το πνεύμα οινόπνευμα, συμβάλλουμε στο να προσδοθεί μια χιουμοριστική νότα στα πράγματα και να βελτιωθεί περισσότερο η μεταξύ μας επικοινωνία (βλ. παράδειγμα 1).

  2. Όταν διαπιστώνουμε πως κάποιοι, που τους ξέρουμε ως δυνατούς πότες, τα πίνουν και παρέα. Όταν τα πίνουν, το πνεύμα τους γίνεται... οινόπνευμα. Αυτό μπορεί να συμβεί συγκυριακά, μπορεί όμως να συμβαίνει και συχνά και εμείς να το αγνοούμε (βλ. παράδειγμα 2).

  3. Όταν κάποιοι που είναι λιάρδα, συμφωνούν για παράλογα πράγματα.

Ο όρος εκφέρεται από κάποιον που διαπιστώνει πως για μια τέτοια... συμφωνία, δεν μπορεί να μιλάει το πνεύμα, αλλά το οινόπνευμα.

Πώς το διαπιστώνει αυτό;

Όταν βλέπει πως, για θέμα που απαιτεί την απλούστερη νοητική επεξεργασία, κι οι δυο πότες καταλήγουν στην ίδια μπαρούφα, όταν βλέπει πως κι οι δυο θεωρούν πως μπορούν να πραγματοποιήσουν τα πλέον αδύνατα πράγματα, κλπ.

Ο τύπος θεωρεί πως, και για τα δυο, φταίει ο απίστευτος βαθμός της νοητικής χαλαρότητας που μπορεί να προκληθεί από την υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ.

Με αφορμή το συγκεκριμένο γεγονός, θα μπορούσε να αναφέρεται και σε κάποιους που από το πολύ πιόμα έχουν καταστρέψει τη διανοητική λειτουργία τους.

Για την περίπτωση 3, βλ. παράδειγμα 3.

  1. - Αγγελικούλα κι εγώ όταν το είδα, με βυσσινάκια το φαντάστηκα (τα μεγάλα πνεύματα συναντώνται) ή με γλυκό κερασάκι επίσης.....
    - Nαι Έλενά μου είδες; Τα μεγάλα οινοπνεύματα συναντώνται! Δες

  2. - Είδα τον Μήτσο και τον Κώστα να τα πίνουν στην ταβέρνα της πλατείας. Τους ήξερα για κρασοπατέρες, αλλά δεν γνώριζα πως τα πίνουν και παρέα.
    - Τους σύστησαν τις προάλλες κι από τότε έγιναν αχώριστοι. Μιλάμε... βρήκε ο Φίλιππος τον Ναθαναήλ. - Ετς! Κάποια στιγμή... τα μεγάλα οινοπνεύματα συναντώνται ... χε χε.

  3. - Είχαμε βγει χθες με τους υπόλοιπους της σαββατοπαρέας. Ο Κώστας κι ο Πέτρος ήπιαν... ήπιαν... ήπιαν. Από κάποια στιγμή και πέρα... έλεγαν τα... κουλά. Ό,τι μαλακία πέταγε ο ένας, την έβρισκε έξοχη ιδέα ο άλλος. - Τα μεγάλα οινοπνεύματα συναντώνται, φίλε μου. Απ' τις πολλές τις μεταξύ τους συναντήσεις όμως, έχουν καταντήσει να 'χουν μυαλό με λειψό ειδικό βάρος, λόγω της μόνιμης κατακράτησης οινοπνεύματος στον εγκέφαλο. Έτσι, ό,τι πουν, προσεγγίζει το ό,τι πιουν.

Ουσίες κι οινοπνεύματα (από GATZMAN, 05/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το κατά Μάρκον Ευαγγέλιον, γράφτηκε από τον ευαγγελιστή Μάρκο, κατά τον πρώτο αιώνα μ.Χ. Με μια μικρή παράφραση προκύπτει το κατά Μαρξ Ευαγγέλιον.

Ο όρος θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί με την έννοια της θεωρούμενης βίβλου αναφοράς των αριστερών, λόγω της μαρξιστικής κοσμοθεωρίας τους. Αατα!

Σχετικό λήμμα: μαρξόρθόδοξος.

Σημείωση: Το παραπάνω αναφερόμενο κατά Μάρκον Ευαγγέλιον, να μην συγχέεται με αυτό, του σύγχρονου Μάρκου.

- Ο κόσμος άλλαξε. Δεν μπορεί να μένεις ακόμα κολλημένος με το κατά Μαρξ ευαγγέλιον!
- Ναι... ναι μιλάς κι εσύ ρε προλεφτάριε. Αν δεν σου 'ρχόταν, ρε συ, αυτή η τεράστια ξαφνική κληρονομιά απ' το πουθενά, θά 'σουν ακόμη στο κόμμα και θα 'ερχόσουν σίγουρα μαζί μου το βράδυ στην αφισοκόλληση.
- Καλά... ναι!
- Άντε ρε Μαρξ εντ Σπένσερ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν οι κότες έχουν γεννητούρια, κακαρίζουν για να διαλαλήσουν τη χαρά της δημιουργίας τους, για το καινούριο αυγό που κατάφεραν να φέρουν στον κόσμο. Χαίρονται γιατί κατόρθωσαν να πιάσουν, το στόχο του ημερήσιου πρότζεκτ τους.

Σύμφωνα με τα παραπάνω, ο ντόρος (κακάρισμα), είναι ένδειξη δημιουργίας ενός σημαντικού γεγονότος (γέννηση αυγού).

Ερχόμαστε τώρα στην ερμηνεία της ατάκας του συγκεκριμένου λήμματος, όπου ο ποιητής μολογάει, πως: αντίθετα με τα παραπάνω, αλλού γίνεται ο ντόρος κι ο θόρυβος (κακάρισμα) κι αλλού γίνεται το σημαντικό γεγονός (αυγό).

Ορισμένες κλασσικές περιπτώσεις που μπορεί να συμβαίνει αυτό, παρουσιάζονται παρακάτω:

1) Κάποιοι που είναι αμέτοχοι σε ένα τομέα, ή κάποιοι που ασχολούνται με επουσιώδη θέματα του τομέα αυτού, κάνουν την τρίχα τριχιά, κάνοντας τον...ντόρο, ενώ αυτοί που ασχολούνται με τα ουσιώδη, λειτουργούν αθόρυβα. (βλ. παρ. 1).

2) Κάποιοι κάνουν ντόρο για επουσιώδη πράγματα, ενώ στα μουλωχτά κάνουν τα ουσιώδη. (βλ.παρ.2).

3) Θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί σε περιπτώσεις του λόγου (γραπτού και προφορικού), που επιχειρείται γεφύρωμα διαφορετικών περιπτώσεων.

Στα καθ' ημάς (σλανγκικός μικρόκοσμος), ο όρος, θα μπορούσε να χρησιμεύσει κατά το πέρασμα από την κλασσική, στη σλανγκική σημασία ενός λήμματος. (κάτι που προσωπικά χρησιμοποιώ σε διάφορα λήμματα). Να πως γίνεται αυτό:

Ξεκινάμε πολλές φορές να αναλύουμε ένα θέμα και στην πορεία εμφανίζουμε κάποιο στοιχείο (το στοιχείο του ντόρου), που θυμίζει μια συγκεκριμένη πιθανή κατεύθυνση της ροής του λόγου. Τότε μέσω χρήσης του συγκεκριμένου όρου, προσπερνάμε το παραπλανητικό στοιχείο (το στοιχείο του ντόρου) και πάμε επεξηγηματικά προς την ουσία, προς το σημαντικό δηλαδή στοιχείο της περίπτωσης μας. (βλ. παρ. 3).

Συναφής έκφραση: Αλλού το όνειρο κι αλλού το θάμα.

Τις ευχαριστίες μου στην κοντέσα Βαλέραινα.

  1. - Όταν στην εταιρεία μας, καταπιανόμαστε με κάποια μικροεπένδυση, φωνάζουμε πως κάνουμε κοσμογονικό έργο, την ώρα που οι ανταγωνιστές μας κάνουν αθόρυβα, επενδύσεις στρατηγικής σημασίας.
    - Εμ, αλλού τα κακαρίσματα κι αλλού γεννάνε οι κότες φίλε μου. Γι' αυτό και πάμε απ' το κακό στο χειρότερο.

  2. - Κάποιοι εργατοπατέρες κάνουν ντόρο, για απλά εργατικά ζητήματα, μπρος σε δημοσιοκαφρικά παράθυρα ενώ στη ζούλατα κάνουν πλακάκια με τους άρχοντες της διαπλοκής. - Ε δεν το ξέρεις... Αλλού τα κακαρίσματα κι αλλού γεννάνε οι κότες.

  3. Μια απάντηση που περιέχει τον όρο, συγγενείς απ' της συκιάς το γάλα
    (το γαλακτώδες υγρό που περιέχουν τα ανώριμα σύκα), θυμίζει μεν... τον όρο συγγενείς απ' της μάνας το γάλα... αλλά... αλλά.... αλλού τα κακαρίσματα κι αλλού γεννάνε οι κότες!. Όταν εκφέρουμε τον όρο, υποδηλώνουμε εμφατικά και με χιουμοριστικό τόνο, πως δεν υπάρχει καμιά συγγένεια μεταξύ μας (ή αν υπάρχει είναι τόσο μακρινή, ώστε να μη λογίζεται ως συγγένεια), αφού απ' της συκιάς το γάλα μπορεί να πιει οποιοσδήποτε, εν αντιθέσει με το γάλα της μάνας το οποίο παραπέμπει σε αδελφική συγγένεια (ύψιστη μορφή συγγένειας).
    Δες

(από GATZMAN, 03/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Όταν αναφέρουμε τον όρο, αναφερόμαστε σε κάποιον που κατά τη γενική εκτίμηση ενός κοινωνικού συνόλου ανταποκρίνεται πως πληροί στο έπακρο τις προδιαγραφές του προτύπου βλακείας.

Όσο πιο ευρύ και αντιπροσωπευτικό είναι το σύνολο κι όσο πιο τεκμηριωμένες είναι οι γνώμες αναφορικά με την επιλογή του πρότυπου βλάκα, τόσο πιο αξιόπιστο θα είναι τα αποτέλεσμα της επιλογής.

Αυτός θα είναι κάποιος, του οποίου το όνομα θα μπορούσε άνετα να εισαχθεί ως λήμμα σε λεξικό. Λήμμα που θα έχει την έννοια του πρότυπου βλάκα.

Αυτό δεν είναι μια θεωρητική υπόθεση. Έχει συμβεί σε διάφορα άλλα θέματα. Π.χ.: όταν θέλουμε να αποκαλέσουμε κάποιον πολύ χοντρό, μπορούμε να τον αποκαλέσουμε τόφαλο, (εκ του Δημήτρη Τόφαλου).

Στην περίπτωση μας, αναφερόμαστε σε μια βλάκ άουτ περσόνα άνευ προηγουμένου. Κι όπως ένας χωριάτης θέλει δυο φορές χωριάτηγια να 'ρθει στα ίσα του, αντιστοίχως κι ένας βλάκας θα νικηθεί από έναν που είναι δυο φορές βλάκας. Άρα ψάχνουμε τον πρωταθλητή της λίστας των ηλιθίων. Τον πλέον ανίκητο βλάκα.

Αυτός ο πρότυπος βλάκας, ο εντελώς βλάκας δηλαδή, θα είναι κάποιος που είναι:
ο άνθρωπος εγκεφαλογράφημα ευθεία, ο πιο ζωντανός ζύθος, αυτός με το πιο ακατοίκητο ρετιρέ, το απόλυτο βλάκατρον, ο βλάκας με... πατέντα, ο βλάκας με... λοφίο και την... περικεφαλαία, ο άρχοντας των μαργαριταριών, ο πλανητάρχης της βλακείας (άρα ο Μπους θα μπορούσε να θεωρηθεί και διπλός πλανητάρχης).

Θα μπορούσε :

α) Το όνομα του πρότυπου βλάκα ή βλάκα αναφοράς (π.χ.: Μπους) να αποτελεί, μονάδα μέτρησης βλακείας. (π.χ.: 1 Βush).

β) Σε υποτιθέμενο όργανο μέτρησης βλακείας, η αποτιμώμενη τιμή της βλακείας κάποιου βλάκα, να αποτιμηθεί, συγκριτικά με την επίδοση του πρότυπου βλάκα (maximum τιμή του οργάνου, π.χ.: 1 Βush).

Για την περίπτωση αυτή, βλ. παρ. 1.

  1. Θα μπορούσαμε εμφατικά να αναφερθούμε σε κάποιον:

α) Πολύ κουτό, με φάτσα - έκφραση - διάνοια που φωνάζει από μίλια... μακρυά πως είναι το... κουτόχορτο, το... βλήτο. (βλ. παρ. 2).

β) Που δεν είναι κουτός, αλλά που ωστόσο έκανε τη... βλακεία. Τον αποκαλούμε έτσι, με στόχο να τον κοροϊδέψουμε, να τον ειρωνευτούμε, αλλά και να εκτονωθούμε (βλ. παρ. 3).

Κλείνοντας, αποτείνω τις ευχαριστίες μου στον άψογο acg.

  1. - Ο Μπους είναι το απόλυτο βλακόμετρο.
  1. - Κοίτα τι κάνει ρε μαλάκα το βλακόμετρο; Βρέχει καταρρακτωδώς κι ο παπάρας ποτίζει τον κήπο.
    - Μια ζωή βλάκας αυτό το παιδί.
  1. - Μόλις φάγαμε, πήγε ο Νώντας κι έκανε βουτιά στη θάλασσα. Παραλίγο να φουντάρειο πούστης. Μιλάμε για το... βλακόμετρο. Τίποτα άλλο δε λέω.
    - Καλά δεν το πιστεύω. Αυτός είναι πανέξυπνος.
    - Τι να πω;... Λέει πως του την καύλωσε ξαφνικά να ρίξει βουτιά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μια καμακιάρικη έκφραση, όπως κι η έκφραση: θερμά συγχαρητήρια στον μπαμπά και στη μαμά.

Είναι πιο ραφιναρισμένη σίγουρα απ' αυτή: Ωχ τα πόδια, άστα κει, κολεοί και είναι εντελώς διαφορετικού νοήματος απ' τη φράση: Μάγειρας ήταν ο μπαμπάς σου.

Η φράση, ζαχαροπλάστης ήταν ο πατέρας σου, αντίκα και ξεπερασμένη πια, απευθυνόταν από καμάκι παλαιάς κοπής, σε διερχόμενη γκόμενα, με στόχο να εκθειάσει τη θηλυκότητα της. Ήθελε έτσι, ο τριαινοφόρος, να πει πως, τη βρίσκει νοστιμούλα και μάλιστα γλυκιά σα ζάχαρη. Προσπαθούσε δηλαδή, μέσω της ατάκας αυτής, να περάσει το μήνυμα, πως ο πατέρας της θα πρέπει να 'ταν... ζαχαροπλάστης ώστε να μπορέσει να «φτιάξει ένα τέτοιο γλυκό». Δε σημαίνει βεβαίως, πώς αυτά που έλεγε, πως τα εννοούσε κιόλας. (Συνήθως, σα δόλωμα τα 'ριχνε).

Που στόχευε;

Ήθελε έτσι ο τυπάς να την πέσει στο παστάκι, στο μπουγατσάκι, στο πιπινάκι, στο μιλφέιγ, σε κάποια ζαχαρομούνα, ή σε κάποια, κάπως έτσι τέλος πάντων, με στόχο να ανεβάσει τα πεσμένα του ζάχαρα καίγοντας θερμίδες μαζί της.

Ας δούμε αναλυτικότερα όμως, τι θα μπορούσε και καλά, να υπάρχει στο background της φράσης.

1) Ένας πατέρας ζαχαροπλάστης, ξέρει κι εκτιμά το γλυκό, από τη γεύση του, από τη γλύκα που αυτό πλημμυρίζει το στόμα, από το σιρόπι του και... σίγουρα κάνει τα πάντα για να φτιάχνει γλυκά όνομα και πράγμα. Σκεπτόμενος έτσι φτάνει κάποια στιγμή, που ότι και καλά γίνεται (εξέρχεται) απ' αυτόν, χαρακτηρίζεται και καλά... από μοναδική γλύκα. Επομένως και το σορόπι, που εξέρχεται απ' το σουτζούκ λουκούμ του... Λέμε τώρα!

Αυτό λοιπόν το σορόπι, ως μοναδικό σερμπέτι, πέφτοντας στη μήτρα της γυναίκας του, ως πετιμεζάτο ...μπεϊκιν παόυντερ, συμβάλλει καθοριστικά στη δημιουργία ενός γλυκού εντός του φούρνου της.

Η κόρη πάλι, κουβαλώντας αφενός τις κυτταρικές ζαχαροπλαστικές καταβολές του πατέρα της και αφεδύο μεγαλώνοντας δίπλα σε ένα ζαχαροπλάστη πατέρα, αναμένεται πως θα αποκτήσει μοναδική γλύκα και πως θα γίνει το... πλάσμα! Και αντίθετα με ένα γλυκό που γίνεται γρήγορα (για εμπορική χρήση), αυτή τελειοποιεί τη γλυκύτητα αργά αργά, άρα το αποτέλεσμα θα είναι κατά πολύ ποιοτικότερο.

Με αντίστροφη αναγωγή, καταλήγουμε πώς ένα τέτοιο πλάσμα, θα πρέπει να έχει... και καλά, πατέρα ζαχαροπλάστη.

2) Μια τέτοια φράση υποτίθεται πως λινκάρει με την αγάπη μεταξύ κοπέλας-πατέρα, κάτι που... και καλά, θα αναμενόταν πως θα μπορούσε να εκτιμηθεί από την κοπέλα ως διπλό κομπλιμέντο (για αυτή αλλά και για το φουκαριάρη τον χρυσοχέρη τον πατέρα της που έδωσε όλη του την τέχνη και τη μαεστρία του στη δημιουργία της).

Τι έβγαινε από τη φάση;

1) Για την κοπέλα: Άλλες κολακεύονταν, άλλες ενοχλούντο τάχυναν το βήμα κι έφευγαν, άλλες του την έλεγαν κιόλας (βλ. παράδειγμα 1), άλλες μπορεί να ανταπέδιδαν τον καλό λόγο, κι άλλες πάλι μπορεί και να το προχωρούσαν το θέμα.

2) Για τον καμακόβιο: Το γεγονός είναι πως ο δρόμος για το σεξ είναι στρωμένος από χυλόπιτες και παντελονόψαρα. Ο κάμακας όμως δεν απαιτούσε ευστοχία ένα προς ένα, γι’ αυτό και συνέχιζε απτόητος!

Σημείωση:

1) Πολλές φορές, η φράση, συνδυαζόταν με τη φράση: Κουρκουμπίνια σε τάιζε η μάνα σου; Εδώ ο ποιητής εστιάζει στο ρόλο της μάνας νοικοκυράς που συντηρεί τη γλύκα που ήρθε απ' τον πατέρα. Ο συνδυασμός των δύο αυτών φράσεων μαρτυρά έμμεσα την παλαιότητα της φράσης.

2) Η ατάκα συνηθιζόταν από βαρύμαγκες, κάτι που έκανε αίσθηση, λόγω της αντίθεσης που προκαλείτο (βαρύς- γλυκιά). Ωστόσο όμως, ο κάμακας θα μπορούσε να πιστεύει πως τα αντίθετα έλκονται. (βλ.παρ.1)

3) Η ατάκα θα μπορούσε να λέγεται και: ζαχαροπλάστης είναι ο πατέρας σου; (βλ. παράδειγμα 2).

4) Η ατάκα θα μπορούσε να λεχθεί και χωρίς να 'χει στοιχείο καμακώματος μέσα της. (π.χ.: θα μπορούσε να εμπεριέχει θαυμασμό). Ωστόσο θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς, πως πάντα υποβόσκει ένα λανθάνον στοιχείο καμακιού. (βλ. παράδειγμα 2).

Μύρια θένκια, στον Χάνκ , αλλά και στην ironick για το συγκεκριμένο θέμα.

1)
- Ε, ψιτ, μαντάμ, ζαχαροπλάστης ήταν ο πατέρας σου;

- Ναι, ρε, και ο πρώτος χαλβάς που έφτιαξε ήσουν εσύ.

Δες

2)
Μια νουαζέτα που κινείται σινάμενη και κουνάμενη, αποσπά την προσοχή κάποιου που θαυμάζοντας την, της φωνάζει:
- Πω πω παιδάκι μου, ζαχαροπλάστης είναι ο πατέρας σου;

Παράρτημα

Το ερωτικό όνειρο του Έλληνα ήταν μια Σουηδέζα και στα καμάκια η φράση-κλισέ που κυριαρχούσε ήταν ζαχαροπλάστης ήταν ο πατέρας σου, ή το «παιδί μου ατελείωτο» με το λάμδα Σπηλιωπουλαίικο. Πέρασαν κάμποσα χρόνια για να πέσουμε σε πιο minimal πράγματα όπως το περίφημο «ΦΣΦΣΦΣΦΣ;» (σαν να χύνεται κάτι και το συγκρατείς). Όλα τελικά εξελίσσονται... Δες

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος παραπέμπει σε μια απ' τις τελευταίες πρωτόγονες φυλές του πλανήτη, τη φυλή των Μασάϊ (Δες εδώ αλλά και εδώ), φυλή που κατοικοεδρεύει σε περιοχές της Κένυας και της Τανζανίας.

Τι όμως θέλει να πει ο Σικελιανός εδώ;

Ο όρος προκύπτει εκ του όρου «Φυλή των Μασάϊ» και εκ της λέξης μασάει και στη συγκεκριμένη περίπτωση συνδέεται με συνδηλώσεις αγριότητας (εκ της φυλής Μασάϊ) και με μάσα. Συνδέεται δηλαδή με άγρια μάσα.

Οταν εδώ μιλάμε για φυλή των Μασάει αναφερόμαστε σε:

1) διαπλεκόμενα ντόπια & ξένα λαμόγια, σε μιζαδόρους (Δες κι εδώ αλλά κι εδώ), κλπ. που μασάνε αγρίως χρήμα με ουρά, χρήμα που θα μπορούσε να βελτιώσει την ποιότητα της ζωής, της φυλής των Αφελίμ.

Πολλές φορές δε, κάποιοι της φυλής των Αφελίμ, γίνονται Μασάει με στόχο το εύκολο κέρδος. Θυμόμαστε σχετικά τον Αλεξαντράκη στο ρόλο του προλεφτάριου στο «Ξύπνα Βασίλη» και τον Κούρκουλο, που περιστασιακά έπαιξε αυτό το ρόλο, στο «Ορατότης μηδέν».

Σχετικά λήμματα: νόμος είναι το δίκιο του Σωκράτη, βιοπαλαιστής, στη μάσα ενωμένοι στον αγώνα χωριστά, δημοσιοκάφρος, παραθυρομουρμούρα.
Στα συγκεκριμένα λήμματα εικονίζονται διάφοροι φύλαρχοι.

2) Σε φαγοπότες που μασώντας αγρίως, χτίζουν ακάματα κοιλιακούς και σαγωνιαίους, ρίχνοντας τις μάσες της αρκούδας σε φεστιβάλ χοληστερίνης.

Σχετικό άσμα: Μασάϊ (Ερμηνεία: Ελλη Κοκκίνου, Συνθέτης/Στιχουργός:Φοίβος)

  1. - Αμάν πια! Εχουμε πλαντάξει με τη φυλή των Μασάει. Αντί την οικονομική στύση να την πληρώσουν αυτοί, θα την πληρώσουν οι Αφελίμπάλι.

Στο συγκεκριμένο λίνκ υπάρχει απόσπασμα σχετικό με τη Φυλή Μασάει αυτής της έννοιας.

  1. Σάββατο, αργά το απόγευμα. Ενας ιδιοκτήτης εστιατορίου απευθύνεται στον σέφ, λίγο πριν την επέλαση των πελατών (σαββατοπαρέες, κλπ)
    - Είμαστε έτοιμοι να καλύψουμε τις μασητικές ανάγκες της βραδιάς; Αντε γιατί από στιγμή σε στιγμή, προβλέπεται να καταφτάσει η άγρια φυλή των Μασάει. Δε θα μείνει κολυμβηθρόξυλο πάλι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified