«...και με κανέναν άλλο», θα συμπλήρωναν όλοι οι άλλοι.

Φράση που απευθύνεται προς τρίτους ως μπηχτή για την μεγαλόστομη αυτοϊκανοποίηση και έπαρση που τους δέρνει, συνανθρώπους μας που είναι κουλ και φαίνονται, αλλά κατά κανόνα σε βάρος της ψυχραιμίας (καλής διάθεσης, ψυχικής υγείας, επαγγελματικής πορείας, οτιδήποτε) των άλλων. Η φράση λέγεται συνήθως σε τρίτο πρόσωπο «αυτός /-ή τα πάει καλά με τον εαυτό του/της»,

αλλά καμιά φορά ξεγλυστράει και από χειλάκια στο πρώτο ενικό και ακούς «τα πάω καλά με τον εαυτό μου»!!! (είναι πια κατόρθωμα πάντως).

Να σημειώσουμε ότι μιλάμε για άτομα που διακόπτουν τον εαυτό τους και που συνήθως έχουν κάνει δουλειά με τον εαυτό τους χωρίς μ' αυτό να πάψουν να είναι ανυπόφοροι /-ες (και στα όρια νευρικής κρίσης).

- Εγώ, εγώ που λες, με όλα αυτά που γίνανε σκασίλα μου, εγώ τα πάω καλά με τον εαυτό μου....
- Καλά τον κεράτωσες τον άνθρωπο 6 φορές και δε σε νοιάζει...
- Άφησε με να ολοκληρώσω... λοιπόν, σημασία έχεις πως νιώθεις κι εγώ δεν ένιωθα καλά μαζί του...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι αναφέρονται αδιακρίτως τα τεράστια (εξού και συγκαταλέγονται στους δεινοσαύρους), άσχημα και κυρίως άγνωστα έντομα. Προκαλούν τρόμο, ενίοτε δε και θαυμασμό. Τερατόσαυρους βλέπουν πιο συχνά οι Αθηναίοι -ες όταν πάνε στην εξοχή - για τους υπόλοιπους τα ζούδια έχουν συνήθως ονοματεπώνυμο, ενώ στο σύνολό τους «τρώνε-και-τα-κουνούπια».

- Κόψε ρε συ ένα τερατόσαυρο στα δοκάρια....
- Τύφλα να χει το Alien! Εθνικός δρυμός το σπίτι του παππού...

- Εεε, ξέρεις, έχεις ένα τερατόσαυρο στον ώμο....
- Διώξτο!
- Α, δε μπορώ, φοβάμαι....

(από xalikoutis, 11/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φράση «έχει τζόγο» χρησιμοποιείται από μηχανικούς για να δηλώσουν, ότι ένα εξάρτημα δεν έχει καλή εφαρμογή, με αποτέλεσμα να κινείται από τη θέση του (να «παίζει», δηλαδή, γύρω από τη θέση του - άλλωστε ο «τζόγος» προέρχεται από το ιταλικό gioco=παιχνίδι).

Πιο συχνά, χρησιμοποιείται από επιδιορθωτές μοτοσυκλετών και ποδηλάτων, για τις εφαρμογές των αξόνων των τροχών, του πιρουνιού κ.λπ. Σε αυτή την περίπτωση, υπάρχει πραγματικός τζόγος, διακυβεύονται πολλά και κηδεύεσαι εσύ...

(στο Σαλονικιό μάστορα)

- Και δε με λες, μόνος σου την έκανες τη μόντα εδώ;
- Ε, ναι...
- Φλλλαράκι θα τ' αφήσεις, γιατί έχει τζόγο και σε βλέπω να αγοράζεις οικόπεδο...

φωτό τραβηγμένη κάπου στην Καλογρέζα (από xalikoutis, 12/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υβριστικός χαρακτηρισμός από Δυτική Κρήτη, μάλλον. Η λέξη Τζουγκρί σημαίνει απόκρημνος και αιχμηρός βράχος, στην πλαγιά ή την κορυφή βουνού

(υπάρχει και το ριζίτικο: Τ’ αγρίμι στέκει στο τζουγκρί κι οι σκύλοι στ’ς αλυσίδες / κι’ ο Μυργιολής χαροκοπά σε δίπορτη ταβέρνα...).

Στην κούργιαλο - σλανγκ τζούγκρος είναι ένας πολυσήμαντος χαρακτηρισμός: σημαίνει βλάκας, άσχετος, ξεροκέφαλος, ατζούμπαλος, ψωροπερήφανος, ιδιότροπος, γκαφατζής, άνιωθος και άχρηστος άνθρωπος.

Παρ' όλ' αυτά δεν είναι και πολύ δυνατή βρισιά και μπορεί να λέγεται απλά αντικαθιστώντας το μαλάκας ή και το γρόθος.

Πέρα από το ότι είναι λέξη που γεμίζει κάργα το στόμα, η αντίληψη για το τζουγκρί ως κάτι το αρχέγονο, ακλόνητο, αλλά και ακαλλιέργητο και αφιλόξενο, ευθύνεται μάλλον για τη μεταφορική αυτή χρήση του τζούγκρου.

  1. - Σούζες κάνετε;
    - Εγώ δεν κάνω γιατί είμαι τζούγκρος...
    - Τι είσαι λέει
    (από τούτο το μοτο-φόρουμ).

  2. - Μωρέ τζούγκρε, το ρούφηξες πάλι το τόνερ; Δε σου δείξα μωρέ απροχθές ίντα να πατείς;
    - Δε γατέω εγώ τέθοια, το πράσινο πατώ κι ό,τι βγει...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση την οποία ομολογουμένως δεν έχω αυτηκοήσει αλλά παραθέτω λόγω του ότι είναι κατ' εμέ απολύτως unpektable και λίγο πολύ σε αυτό το πνεύμα... Τη διάβασα στην αυτοβιογραφία του Μάρκου (του Συριανού)και όσοι/ες ρεμπετολογίζουν ας την αναλύσουνε λιγάκι... Το νόημα στο φάσμα του κουραφέξαλα....

«Η ανάγκη δε µ' άφησε να µάθω γράµµατα, αλλά κι αυτοί που τα 'µαθαν
τζούρα µαχαλάς κι αέρας πελεκούδια είναι».

(από xalikoutis, 09/09/08)(από xalikoutis, 09/09/08)

Βλ. και τον πούτσο κλαίγανε

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φράση αποτελεί παράφραση της παλιά παροιμίας «το χρήμα πολλοί εμίσησαν, τη δόξα ουδείς». Η σλανγκοπαροιμία περί μαλάκα και μαλακίας προκύπτει από την αρχική παροιμία μάλλον με τη μεσολάβηση της εσφαλμένης μεν αλλά σύντομης και εύχρηστης εκδοχής «το χρήμα πολλοί αγάπησαν...», η οποία βέβαια παραλείπει το «τη δόξα ουδείς» γιατί θα ήταν πασιφανές λάθος, και η οποία δε συγκρίνει χρήμα και δόξα, απλά καταγγέλλει την φιλαργυρία και τα άσχημα καμιά φορά αποτελέσματά της....

Η σλανγκ πλιατσικολόγησε πάνω σε αυτή την εσφαλμένη και ηθικολογική εκδοχή αναφερόμενη στο πολυαγαπημένο της ζήτημα, τη μαλακία, και μεταφέροντας τη σύγκριση στο επίπεδο όχι διαφορετικών αξιών (χρήμα ή δόξα) αλλά μεταξύ πράξης και υποκειμένου της πράξεως: μεταξύ «μαλάκα» και «μαλακίας». Έτσι, όμως, έδωσε και ένα άλλο, όχι πιστό, αλλά εξίσου ισχυρό νόημα, στην όλη νοηματική δομή της αρχικής παροιμίας...

Να σημειώσουμε ότι ως φόρμα, η φράση είναι φοβερά σλανγκοεύχρηστη: σχεδόν κάθε χαρακτηρισμός μπορεί να ενταχθεί και να προκύψουν φράσεις με λεπτές νοηματικές αποχρώσεις, αλλά και μικρές οάσεις αμφισημίας που είναι όμως ανάλογα την περίσταση τίγκα στο νόημα, λ.χ.

  • το πουστρηλίκι πολλοί αγάπησαν, τον πούστη ουδείς
  • το κλανίδι πολλοί αγάπησαν, τον κλασμένο ουδείς
  • το γαμήσι πολλοί αγάπησαν, τη γαμιόλα ουδείς, κ.λπ. κ.λπ.

    Γενικά, το νόημα είναι περίπου ότι μια πράξη αγαπητή και ηδονική, δε θα πρέπει πάντως να γίνεται καθ' υπερβολή ώστε να χαρακτηρίζει κάποιον... Οπότε, η αφηρημένη δομή και φόρμα έχει περάσει στη σλανγκ (βάλαμε το «μαλάκας» συγκεκριμένα περισσότερο ως εμβληματικό), γιατί καλύπτει μια ανάγκη: την ανάγκη με ασεβή τρόπο (που εξασφαλίζεται με την βεβήλωση μιας ηθικοπλαστικών καταβολών αρχικής φράσης) να μπορούν να καταγγελθούν, όταν πρέπει, τα καθόλου μισητά κατά τα άλλα για τη σλανγκ φαινόμενα υπερβολής.

Θα πρέπει επίσης να πούμε ότι, σαν φράση γενικά και ειδικά δεν είναι και πολύ ποιοτική, ούτε καν για σλανγκ, ανήκει στα τάρταρα της σλανγκ, not least επειδή περιέχει καθ' υπερβολή και παρήχηση σλανγκο-ύβρεις. Και νοηματικά, δεν είναι τόσο καλή ώστε να τη λέμε συχνά, έστω κι αν σχηματίζεται πολλές φορές μέσα στο κεφάλι μας με ακατανίκητο συνειρμικό τρόπο. Για το ότι δεν τη λέμε ευθύνεται επίσης η σχετική της αμφισημία/αστοχία για παροιμία που θέλει να είναι («ποιοι αγάπησαν τη μαλακία;» «δεν υπάρχουν μαλάκες που αγαπήθηκαν;»). Συγγενεύει δηλαδή γενικά με ένα απροσδιόριστο βασίλειο καθημερινής γλωσσικής σαχλαμάρας, διαφορετικό πάντως από αυτό στο οποίο ανήκουν όσα ο χρήστης Jesus έχει επισημάνει ως προσδίδοντα γελοιότητα στο λόγο εδώ, και διαφορετικό και από το βασίλειο των σεφερλισμών.

Απαντά και με το αρχαιοπρεπέστερο «ηγάπησαν».

Παράδειγμα 1 (από δικού μου)

- Με παράτησε η Φιλίππα, γιατί λέει στέλνω mail στις πρώην μου... μπουχουχου...
- Εμ, τη μαλακία πολλοί αγάπησαν, το μαλάκα ουδείς...

Παράδειγμα 2 (από blog - συνιστώ ανεπιφύλακτα να διάβάσετε το συγκεκριμένο ποστ)

Αγαπητοί εν Χριστω αδελφοί να γνωρίζετε ότι αν την τινάζετε πάνω από τρεις φορές θεωρείτε αυνανισμός (μαλακία).

Την μαλακία πολλοί αγάπησαν, τον μαλάκα ουδείς.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μολονότι κοντινό ως προς το μάγκικο ύφος και ήθος με τα τελέρε ...; δεμελέρε, το τιθέρε; (από το «τι θες ρε;») διαφέρει ως προς το εκφραζόμενο συναίσθημα και τη διάθεση του χρήστη: εκφράζει βιασύνη, ένταση και τσαμπουκά μάλλον, παρά νωχελιμοσύνη, χαλάρωση και οικειότητα.

Από την άλλη, και το «τιθέρε», με τη συντομία του, ενέχει την πρόθεση να τελειώσει το γρηγορότερο δυνατό η διατάραξη, ώστε να αποκατασταθεί και πάλι η ομαλότητα της νωχελίμοσύνης και αδράνειας.

Λέγεται βέβαια και σε γνήσιους τσαμπουκάδες.

Η προφορά στην πρώτη συλλαβή παίζει, άλλοτε «τι» και άλλοτε «τε».

α) ....
- Eε, τιθέρε μαλάκα... φερ' την κοακόλα ρε καραγκιόζη...
- Κατέβασε ρε μαλάκα τα παπούτσια απ' τον καναπέ...
- Ρε φερ' την κοακόλα μησεαμήσω...

β) Tιθέρε μάγκα; φασαρία θες;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

...ή απλώνω πατάκια ή χαλάκια.
Ξερνάω τον κώλο μου από την πόρτα του αυτοκίνητου στο μεγάλο κάτω.

- Σταμάτα λίγο ρε....
- Τι λέει, θα τινάξουμε τα πατάκια...; - Σταμάτα λίγο λέμε ρεεεεε....

Got a better definition? Add it!

Published

Αδερφός του ελαμωρέ και ξάδερφος του ωχαδερφιστή, με εκλεκτικές συγγένειες προς τον καικαλά και κυρίως τον οτινάνα.

Ο τιταθές (πληθ. τιταθέδες) είναι κι αυτός φιγούρα νεοελληνικής μιζέριας. Που παράπονο δεν έχει (με το σύστημα) αλλά κι ευχαριστημένος δεν είναι (δηλαδή, θέλει ακόμα κι άλλα κοκαλάκια να γλείψει)... Τι τα θες; Πάντα έτσι δεν ήταν ο μικροαστός; Άσε ρε τώρα...

Αγούγλιστον προς το παρόν, εθεάθη στο λόγο και στους τοίχους αναρχικών και καταλήψεων.

Θάνατος στους Τιταθέδες! (Α)

Είμαστε αλάνια, διαλεχτά παιδιά μέσα στην πιάτσα
και δεν την τρομάζουν οι φουρτούνες τη δική μας ράτσα

Τι τα θες, τι τα θες, πάντα έτσι είν’ η ζωή
θα γελάς ή θα κλαις βράδυ και πρωί

Κάθε μας μεράκι γίνεται τραγούδι και το λέμε
και μες στα στραπάτσα μάθαμε ποτέ μας να μην κλαίμε

Τι τα θες, τι τα θες, πάντα έτσι είν’ η ζωή
θα γελάς ή θα κλαις βράδυ και πρωί

Κι αν στην κοινωνία μας χτυπούν αλύπητα οι μπόρες
Μέσα στο τραγούδι φεύγουνε χαρούμενες οι ώρες

Τι τα θες, τι τα θες, πάντα έτσι είν’ η ζωή
θα γελάς ή θα κλαις βράδυ και πρωί

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παλιομοδίτικη αλλά και στάνταρ έκφραση, που σημαίνει ότι το νόημα μιας λέξης είναι ταυτόσημο με την ετυμολογία ή τη σύνθεσή της, άρα και πασίδηλο, ταυτολογικό με την καλή έννοια, αυτονόητο. Συνεπώς, και εδώ αρχίζουν τα ωραία, στο βαθμό που μια κατάσταση σχετιστεί με το νόημα μιας λέξης, η λέξη η ίδια κι από μόνη της εξηγεί τι συνέβη, τι συμβαίνει ή τι πρέπει να συμβεί σε αυτή την κατάσταση. Η λέξη το λέει: το εξηγεί ωραία, το σιάχνει, και το λήγει το ζήτημα.

Ευκολάκι, λοιπόν, το νόημα της λέξης, αλλά για να καταφέρεις να το βρεις μέσω αυτούνων των γλωσσολογικών δεδόμενων, ετυμολογία, σύνθεση κ.λπ., πρέπει να έχεις λιγάκι νιονιό - άρα η φράση υπονοεί ότι είσαι άνιωθος, γι' αυτό και μπερδεύεσαι, γι' αυτό και χρειάζεσαι βοήθεια, κάποιον να σου τα κάνει πενηνταράκια - αν και δε θα έπρεπε γιατί αυτά τα ξέρει και η κυρά ΚαTINA.

Φράση με άλλα λόγια καρακατα-πατερναλιστική, αγαπημένη κάθε είδους δημοδιδασκάλων, κατηχητάδων, πολύπειρων μπαρμπάδων, και γενικά ξερόλων και αποφοίτων της Εκόλ Νορμάλ Σουπεριέρ Ντε λα Βι για τους οποίους οι λέξεις ως έννοιες έχουν ακριβώς τόση σοφία όσο και οι ίδιοι (δηλαδή, καρατσεκαρισμένα και παλαίουρικα πάρα πολλή), γι' αυτό και τις επικαλούνται ως ακλόνητα και σεβαστά επιχειρήματα.

Η έκφραση είναι πολύ διαδεδομένη και γενικής χρήσης, αλλά σήμερα υπάρχουν τρεις μεγάλες κατηγορίες χρηστών/χρήσεων της φράσης (οι δύο πρώτες συχνά συμφύρονται σε ιδιότυπα κοκτέλια σοβινισμού, συντηρητισμού και γλωσσαμυντοροσύνης):
1. Κοινολογικάριοι συνετοί νοικοκυραίοι, οι οποίοι λένε ότι η λέξη σημαίνει αυτό που σημαίνει και άσε τα φιλοσοφικά και κυρίως τα κομμουνιστικά. Αυτό που λένε οι Εγγλέζοι no-nonsense τύποι, που προστατεύουν τα ονόματα γιατί τα ονόματα είναι η ψυχή μας.
2. Πορτοκαλίζοντες αλλά ενδεχομένως και ψιλότίμιοι αρχαιόκαυλοι, που πάντως βρίσκουν διαστημικών διαστάσεων διαστάσεις στις hellenikes λέξεις. Οι λέξεις είναι στην περίπτωσή τους ένα Μάτριξ υπερ-όπλο το οποίο όχι μόνο εκφράζει νοήματα αλλά και παράγει νοήματα και εξηγεί πώς έχουν τα πράγματα αξιωματικά και αδιαμεσολάβητα. Ακραία, παρεκκλίνουσα μορφή του "το λέει κι η λέξη" είναι εδώ η λεξαριθμική οΘντκ θεωρία.
3. Καθώς η φράση έχει φθαρεί από την πολύ χρήση και έχει προχωρήσει και η κενωνία και έχει ανέβει και το μορφωτικό επίπεδο, η φράση χρησιμοποιείται για να ελαφρύνει το κλίμα ή για πλάκα, και συχνά όταν ακριβώς η λέξη δεν το λέει, είναι δηλαδή άδηλο το νόημα ή η προέλευσή της, ή γενικά για να δωθεί μια οτινανίστικη τροπή στη συζήτηση λόγω της δασκαλίστικης κακογουστιάς της φράσης.

(στο σχολείο)
- Κυρία, τι σημαίνει "ανακλά";
- Σημαίνει "καθρεφτίζει", το λέει κι η λέξη.

(στην παρέα)
- Έκανες μαλακία.
- Τι μαλακία;
- Μαλακία, το λέει κι η λέξη.

(στο διαδίχτυο)
Τί θα πει πνευματική φτώχεια; Όλοι σας έχετε δει ανθρώπους που είναι φτωχοί κι άποροι. Για να περιγράψουμε την πνευματική φτώχεια λοιπόν ας εξετάσουμε πρώτα την υλική φτώχεια, ώστε από τα όμοια να φτάσουμε σε μια σωστή εξήγηση. Άπορος, όπως το λέει κι η λέξη, είναι εκείνος που δεν έχει τίποτα. πηγή.

Αυτή τη λειτουργία που αναφέρεις επιτελούν τα παραμύθια. Το λέει κι η λέξη τους - παραμυθία, παρηγοριά προσφέρουν, ανακουφίζοντας από τους πανταχού παρόντες φόβους, προσφέροντας κομμάτια ουτοπίας. πηγή.

[Α]υτό που χρειάζεται η εργατική τάξη δεν είναι απλώς ένα «καλύτερο» ΚΚΕ, η ανάκτηση ενός μυθικού και μυθοποιημένου παρελθόντος, αλλά η ριζοσπαστική υπέρβασή του, κάτι που απαιτεί- όπως το λέει κι η λέξη- κατάδυση στις ρίζες των προβλημάτων. πηγή.

Η Ιωσηφίνα (του Ναπολέοντα) είχε πει: «Ποτέ να μη φοβάσαι τις πρώην. Μόνο τις επόμενες». Η Ιωσηφίνα ήταν πολύ έξυπνη γυναίκα (πως αλλιώς θα τα ‘βγαζε πέρα με κοτζάμ Ναπολέοντα) κι είχε πολύ δίκιο. Αλλά την ακούμε; Το μυαλό μας δεν πάει ποτέ στις επόμενες, κυρίως γιατί είμαστε ματαιόδοξες (μετά από μένα το Χάος) κι εστιάζουμε στις πρώην που δεν θα ‘πρεπε να μας απασχολούν ούτε λεπτό. Γιατί τι είναι η Πρώην; Κυρία, κυρία, το λέει κι η λέξη. Πρώην: Πέρασε, Πριν, Παρελθόν. πηγή.

Ας σταματήσουμε να τα περιμένουμε όλα από τις εξουσίες. Η εξουσία, όπως το λέει κι η λέξη, βρίσκεται εκτός της ουσίας. Αστειεύομαι, αλλά ας το σκεφτούμε κι έτσι. Άλλωστε τι Θεός θα ήταν αν έκανε ό,τι του ζητούσαμε; πηγή.

Να βοηθήσω με λίγα λόγια: πανεπιστημιακό Πειραματικό σχολείο μόνο με τυχαίο δείγμα μαθητών νοείται (Ντιούι, Ντεκρολί, κ.ά). Το λέει κι η λέξη, τόσο έχουμε αποξενωθεί από τη μάνα γλώσσα μας; Στο σχολείο αυτό δοκιμάζουμε τη νέα επιστημονική γνώση, εκπαιδεύουμε τους νέους επιστήμονες. πηγή.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified