Η χαμηλού επιπέδου και ανειδίκευτη εργασία, συνήθως επειδή ο εργαζόμενος δεν έχει τα προσόντα για κάτι παραπάνω. Βλέπε και χαμαλοδουλειές.

- Τι λέει η νέα σου δουλειά;
- Άσε, επειδή είμαι ο νεότερος εκεί, μου έχουν βάλει να κάνω πολύ χαμαλίκι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ψεύτης, αυτός που πουλάει παραμύθι για να κοροϊδέψει τους άλλους.

- Πήρες τελικά την αύξηση που σου υποσχέθηκε το αφεντικό;
- Άσε ρε φίλε, 4 μήνες έχουν περάσει και ακόμα να μου την δώσει... καλά είναι και πολύ ψευτόπουλος...

(από GATZMAN, 28/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο χώρος που είναι γεμάτος καπνό, συνήθως λόγω των πολλών καπνιστών.

Ντουμάνι έγινε χθες το αμφιθέατρο της σχολής, την ώρα της συνέλευσης!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πολύ κουρασμένος και πεσμένος, είτε σωματικά είτε ψυχολογικά.

- Άσε, δεν έχω κουράγιο για τίποτα, μετά τον πρόσφατο χωρισμό είμαι συνέχεια ράκος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα λεφτά, ο παράς.

Ρε μαλάκα φέρ' τα πράσινα τώρα αμέσως αλλιώς θα τσακωθούμε άγρια!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το βουτυρόπαιδο, ο μαλθακός άνθρωπος, ο φλώρος, ο μαμάκιας.

- Καλά, αυτός είναι τελείως βουτυρομπεμπές. Ακόμα και στο σινεμά πάει μαζί με τη μαμά του.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είδος εκρηκτικού που κάνει μεγάλο θόρυβο όταν σκάει. Συνήθως το ρίχνουν το Πάσχα, ή όταν θέλει κάποιος να πανηγυρίσει, π.χ. για ένα γκολ.

- Ρε συ, Μπάτσοι! Κρύψε γρήγορα τις γουρούνες μην τις δουν!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λέμε για κάτι που είναι πολύ αστείο ή γελοίο, συνήθως όταν κάποιος γίνεται ρεζίλι. Είναι συνώνυμο με την παλιά γνωστή φράση «γελάει και το παρδαλό κατσίκι».

- Ρε συ, φτιάξε ένα καλό βιογραφικό! Με αυτές τις μαλακίες που γράφεις, όχι μόνο δε θα σε πάρουν για δουλειά, αλλά θα γελάσουν ακόμα και οι κατσαρίδες!

And it was literally like she had reached into my chest, ripped out my heart, and smeared it all over my life! ... and I\'m falling, and I keep falling, and I don\'t think I\'m ever going to stop!This was not a real funny story, was it? (από Galadriel, 22/02/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι Αθηναίοι ταξιτζήδες (ή ταρίφες), λόγω του κίτρινου χρώματος που έχουν τα ταξί στην Αθήνα.

- Μου τη σπάει η κίτρινη φυλή! Οι περισσότεροι από αυτούς την έχουν δει άρχοντες του δρόμου επειδή απλά και μόνο έχουν μεγάλη πείρα!

Βλ. και σχετικό λήμμα κιτρινιάρης

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ειρωνικά, αυτός που πιστεύει ότι είναι ο θεός της μπάλας, ότι παίζει φοβερό ποδόσφαιρο. Εναλλακτικά, μπορεί να χρησιμοποιηθεί και το «Μαραντόνα» ή το «Ζιζού» (ή και οποιοδήποτε όνομα κορυφαίου ποδοσφαιριστή).

- Καλά, χθες που πήγαμε για 5x5, έβαλα ένα γκολ γαμάτο! Πέρασα 3 αμυντικούς και πριν καλά καλά καταλάβει τίποτα ο τερματοφύλακας, το κάρφωσα στη γωνία!
- Σώπα ρε Πελέ, και τι έχει να λέει αυτό... εγώ έχω βάλει καλύτερα γκολ.

Βλ. και σχετικά λήμματα: άμπαλος, ο και Ampalinho (Αμπαλίνιο)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified