Έκφραση για πολύ μελό καταστάσεις, όπου κάποιος μες στην πίκρα του αρχίζει να κατεβάζει το ένα τσιγάρο μετά το άλλο. Λέγεται λ.χ. για έργα Φώσκολου και ριάλιτι Μικρούτσικου.
Συνώνυμο: Τι σού 'κανα και πίνεις τσιγάρο το τσιγάρο;
Έκφραση για πολύ μελό καταστάσεις, όπου κάποιος μες στην πίκρα του αρχίζει να κατεβάζει το ένα τσιγάρο μετά το άλλο. Λέγεται λ.χ. για έργα Φώσκολου και ριάλιτι Μικρούτσικου.
Συνώνυμο: Τι σού 'κανα και πίνεις τσιγάρο το τσιγάρο;
Got a better definition? Add it!
Συνηθισμένη ειρωνεία. Χρησιμοποιούμε το «λίγο» ειρωνικά για καταστάσεις που δεν παίρνουν λίγο ή πολύ αλλά ναι ή όχι. Κυρίως για έρωτα, σεξ και θάνατο. Λ.χ. «σκοτώθηκε λίγο», «το κάνανε λίγο».
Δεν είναι τυχαίο. Ο Αρκάς λέει ότι το σεξ και ο θάνατος έχουν μερικές πολύ σημαντικές ομοιότητες.
1. Και τα δύο μπορούν να γίνουν σε οποιοδήποτε μέρος, αλλά το συνηθέστερο είναι το κρεββάτι.
2. Και στα δύο βογγάς, όταν τελειώνεις.
3. Και στα δύο μετά είσαι πτώμα.
-Έχεις δει την Δανάη τελευταία;
-Όχι.
-Είναι έγκυος.
-Έλα ρε πούστη μου! Υποθέτω ότι αυτό περιπλέκει τα πράγματα!
-Λίγο έγκυος, μην ανησυχείς.
-Τό 'κανες ρε με την γυναίκα μου! Θα πεθάνεις!
-Ε όχι και πολύ κυρ Μήτσο μου, λίγο το έκανα ο έρμος!
Got a better definition? Add it!
Ο πολύ μάγκας, ο επιθετικός και τσαμπουκαλής μάγκας, που κάνει και νταηλίκια.
Τι μας το παίζεις ρε Μήτσο; Μάγκας και νταής; Νομίζεις πως θα σε φοβηθούμε;
Got a better definition? Add it!
Αγγλική/Αμερικάνικη έκφραση, αλλά την έχω ακούσει σε κάμποσες παρέες στην Ελλάδα και σε ελληνικές ταινίες και στην τηλεόραση.
Είναι ο φίλος/η με τον/ην οποίο/α κάνεις και σεξ, αλλά χωρίς πολλά συναισθήματα ερωτικού τύπου και χωρίς δέσμευση. Δηλαδή, και σεξ, και φίλοι, αλλά όχι σχέση.
Συμβαίνει σε περιπτώσεις που ο άλλος σε καλύπτει και σεξουαλικά για ένα σεξάκι, και φιλικά για να πάτε για ένα καφέ να συζητήσετε για σινεμά/πολιτική/αθλητικά/μόδα, αλλά όχι για συναίσθημα, ή για τα παραπέρα.
Σε κάποια ελληνική ταινία, δεν μπορώ να θυμηθώ ποια, η κόρη προσπαθεί να εξηγήσει στην ηλικιωμένη μαμά της το είδος σχέσης που έχουν δύο φίλοι της.
-Πώς να στο πω ρε μαμά; Είναι fuck-buddies! Συναντιούνται πού και πού για σεξ και no hard feelings!
Έρωτες χωρίς δεσμεύσεις: ανάβω κεράκι, γαμιολάκι, ελευθερογαμία, ελευθεροσχεσίτες, ένα στα γρήγορα, ερωφίλη, καβάτζα, καβατζογκόμενα, καφέ και πίπα, κοινόχρηστη γκόμενα, ξεπέτα, πηδύλλιο, πισωκολλητός και πισωκολλητή, πουτσοδότης, σαλματζής, σεξάκι (ως και σεξάκοι), σέρβις, φιλικό (τα καλύτερα γκολ μπαίνουν στα φιλικά), φίλοι με προνόμια, fuck buddy, one night.
Got a better definition? Add it!
Κρυώνω πάρα πολύ, τουρτουρίζω.
Άναψε το καλοριφέρ, γιατί θα γίνουμε αρχαίοι εδώ μέσα!
Κι άλλα για πολύ κρύο: δάγκωσα τ' αρχίδια μου, δάγκωσα το καβλί μου, δαγκώσει, τον / την έχω, κάνει κρύο, καιρός για τρίο, Λος Ψόφος, μπιλοζίρια, ξυλιάζω, πουτσόκρυο, τα αρχίδια μου έχουν γίνει φακές, τσάφι, τσόκρυο, ψόφος, ψωλόκρυο
Got a better definition? Add it!
Η Μερσεντές, το Μερσεντικό, η Μερσέντα, με λίγα λόγια αυτό που οδηγούν οι Μερσεντεζοβολάνηδες και οι Μερσεντοσουσούδες.
Με το Μερσεντέ του μπαμπά έσκασε μύτη ο φλωρούμπας!
Got a better definition? Add it!
Από το γαλλικό «poulain», δηλαδή «πουλάρι», είναι ο/η φέρελπις προστατευόμενος/η. Οπότε και το πιπίνι, που το έχουμε μη στάξει και μη βρέξει, ή κάτι σαν το «σκυλάκι» μας.
Κάπως πιο κυριολεκτικά είναι και το άλογο στο οποίο ποντάρουμε στον ιππόδρομο.
Ερευνάται ακόμη αν η έκφραση έχει λάβει και παρετυμολογία από τον πούλο, στο στυλ «πήρα το πουλέν» κ.ο.κ. (βλ. και αμελί πουλέν).
.
- Η Ευλαμπία είναι το νέο πουλέν του διευθυντή. Την βλέπω να παίρνει προαγωγή σύντομα.
- Το πουλέν θα πάρει κι αυτή!
Αντίστοιχο: μανάρι
Got a better definition? Add it!
Σε κάποιο σκετς πριν από χρόνια, νομίζω Χάρρυ Κλυνν, είναι μια γιαγιά με τον γιο της και βλέπουν αρχαία τραγωδία στα γερμανικά σε φεστιβάλ. Ακούγονται πολύ βίαιοι ήχοι και κλαπατσίμπαλα, και σε κάποια φάση μέσ' από Γερμανικά που θυμίζουνε Ναζί, ακούγεται κι ένα «Ορέστη». Κι ο πρωταγωνιστής λέει «Σώπα ρε μάνα, του την έδωκε του Ορέστη»! Την λένε από τότε πολλοί για πολλή κουλτούρα που δεν καταλαβαίνεις τίποτα. Και για καταστάσεις που είναι πολύ άγριες και κοιτάει ο καθένας πώς να την βολέψει και πώς να την πουλέψει...
- Πας μέχρι το περίπτερο να μου πάρεις ένα Γκλάμουρ;
- Κάτσε αγάπη μου, δεν βλέπεις; Τα ΜΑΤ ορμούν! Του την έδωκε του Ορέστη!
Got a better definition? Add it!
Επιφώνημα, όταν ρεύεται κάποιος. Δεν βγαίνει από το «μοσχάρι», αλλά από το άρωμα του «μόσχου», όπως στα «μοσχοβολώ», «μοσχομυρίζω» κτλ. Υπάρχει και ζώο που λέγεται μόσχος και δεν έχει σχέση με το μοσχάρι, αλλά είναι σαν ελάφι.
- Μπουρουά, ουουγκρ (δυνατό ρέψιμο).
- Μόσχος!
Got a better definition? Add it!
Παιδικό παιχνίδι- φάρσα, στην οποία παίρνεις τηλέφωνο και ζητάς την Ελένη. Όταν ο άλλος σε ρωτήσει «ποια Ελένη;», του απαντάς «η πούτσα μου η καυλωμένη». Αυτό το παιδικό αστείο έχει αναβιώσει τώρα στα κανάλια, που δέχονται τηλεφωνήματα ακροατών, όπως το «Τηλεφώς», και που μπορεί να πάρει ο καθένας για χαβαλέ. Τελικά το «ποια Ελένη;» το λέμε και για το πουλί.
Πραγματικό περιστατικό στο Τηλεφώς: Παίρνει τηλέφωνο ένας φαρσέρ και ζητάει την Ελένη. Οι δυο παππούδες κοιτιούνται, και του απαντούν: «Ποια Ελένη;». Αυτός τους λέει «την πούτσα μου την καυλωμένη», και το κλείνει. Οι παππούδες δεν τον ακούνε και για ένα μισόλεπτο συνεχίζουν να αναρωτιούνται στον αέρα «τι ήθελε ο κύριος;», «έχουμε εδώ καμιά Ελένη;», «ξέρεις καμιά Ελένη;» κ.τλ.
Επίσης: ποιος;.
Got a better definition? Add it!