Το λέμε για όποιον έχει κορμί σαν τον Απόλλωνα, λ.χ. αυτόν στην Ολυμπία, αλλά πιο πολύ ειρωνικά για όποιον έχει κορμί Σάτυρου.

Με άλλα λόγια, για όποιον έχει σμιλεμένο αλαβάστρινο πραξιτελικό σώμα ή μάλλον το ακριβώς αντίθετο. Όταν τον βλέπουμε, του λέμε: - Μα ποιος είσαι ρε μεγάλε; Ο Σίνης ο Πιτυοκάμπτης;

Στίχοι: Ημισκούμπρια
Μουσική: Ημισκούμπρια

Έφτασε ο Μάιος εμπρός βήμα ταχύ
κορμάρες να πετάξουμε γυμνές στην εξοχη
Να τώρα που κοιτάζομαι μπροστά εις τον καθράφτη
βλέπω κατι τραγικό, το ηθικό μου πέφτει
Κάπου τα χα δει θυμάμαι με σουσουάμι
ήτανε στο φούρνο τα πουλούσαν με το δράμι
Λαχταριστά ψωμάκια ζεστά και τραγανά
μα πάνω στην κορμάρα μου φαντάζαν τραγικά
Για να γλυτώσω φίλε απ' αυτόν τον πανικό
ξανά στο γυμναστήριο σε πρόγραμμα γοργό
Όταν μπήκα μέσα με ύφος Ηρακλή
και με το μαλλί του Βιντιάδη Μεγακλή
τα άτομα τα παίξαν, τ' άτομα ψαρώσαν
και αμέσως πιο πολλά βάρητα σηκώσαν
γιατι ήμουν ενας σφίχτης νιντζάτος τρομερός
Το γυμναστήριο είναι ένας χώρος ιερός
Η γυμνάστρια σαν ήρθε η σούπερ υπεργκόμενα
άκουσα απ' αυτήν τα εξής λεγόμενα
«Καλή σας μέρα κύριοι, ήρθατε να γραφτείτε
μα το κορμί σας για να δω θα πρέπει να γδυθείτε»
Και γδύθηκε ο παίδαρος να αναπτερωθεί
μα με το πρώτο λίκνισμα είχα ξελιγωθεί
Και εγώ με μια ένεση θα παίξω με τα χέρια
στήθος, πόδια, πλάτη, θα καταπιώ μαχαίρια
Γιατί είμαι ο Σβαρτζενέγκερ, γιατί είμαι ο Συλβέστρος
και τρώω τον τουιτισμό γιατί είμαι ένας μαέστρος
Σαν μπήκα μες την αίθουσα τα μπράτσα μου να σφίξω
μόλις κοίταξα καλά μου ήρθε ευθύς να βήξω
και πήρα καραμέλα, το φίλο του ψαρά
γιατί μπροστά μου είδα το φίλο Μιθριδά («Αν ει!»)
-«Τι κάνεις εδώ πέρα;» του είπα με τρομάρα
-«Ήρθα να γυμνάσω...»

Ρεφραιν:
Την Απολλώνια κορμάρα («Τι κορμάρα είναι αυτή»)
Την Απολλώνια κορμάρα («αχ θα πάω ν' αυτοκτονή»)
Την Απολλώνια κορμάρα («δεν έχει ουτε μπιμπίκια»)
Την Απολλώνια κορμάρα («διαθέτει και ποντίκια»)
Το ξέρω οτι είσαι σφίχτης, το ξέρω οτι είσαι strong
και τραβάς τα ζόρια άμα λάχει all night long

Κι εγώ είμαι ένας σφίχτης με τέλειο κορμί
τραβώ την τροχαλία με δύναμη και ορμή
Όλοι μες το gym τους μύες μου χαζεύουν
και από τη λύπη τους τσάρλεστον χορεύουν
γιατι είμαι ο καλύτερος και έχω και γραμμώσεις
Αγόρασα καμπριολέ πληρώνω και τις δόσεις
Κι έχω κάμποσες ξανθές που όλο για 'μένα κλαίνε
Χαϊδεύοντας το στήθος μου συνέχεια μου λένε
«Αγόρι μου, η κορμάρα σου με έκανε κουρέλι
Θα ανέβω στο τραπέζι να χορέψω τσιφτετέλι
Μανάρι μου, στολίδι, λεβέντη μου κι αλήτη,
άσε με να σου κόψω τις τρίχες απ'τη μύτη»
Τα κορίτσια με ποθούν και εγώ όλο τους τάζω
γιατί έχω προσόντα σαν το Σπύρο το Μπουρνάζο
Τραβωώ τα ζοριλίκια για πέντε-έξι ώρες
και όλοι οι τριγύρω κοιμούνται σε αιώρες
Ο τσλεκερε-Τσαν Τσουμ Τσίμπλερ μύγα είναι μπροστά μου
Σηκώνω και κιλά που δεν αντέχουν τα οστά μου
Κουτιά οι πρωτεϊνες που καταναλώνω
Το hell of a body το αναστηλώνω
Κι έτσι εδώ που βρίσκομαι και χτίζω το κορμί
μα όχι με μπετά, ωσάν το μπετατζή
θα γίνω υποψήφιος και φίλε μη γελάς
Εμένα θα εκλέξουνε για Μίστερ της Ελλάς
-«Αλήθεια Μιθριδάτη;»
-Ησύχασε, μωρό μου
Εσένα δε σ'αφήνω, μα έχω το σκοπό μου
γιατι είμαι ένα σώμα με μύωνες γεμάτο
Τις πόζες σαν αρχίσω θα πέσουν όλοι κάτω
Θα βγαίνω σε περιοδικά, θα σφίγγω ποντικάρες
να λιώνουν σα με βλέπουν όλες οι γυναικάρες
Θα γίνω Λου Φερίνιο με το μακρύ μαλλί
και ας μην έχω τίποτα μέσα στην κεφαλή
Τώρα που με άκουσες, τα ζοριλίκια βάρα
Θα κάνω σα γλυπτό...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος προέρχεται από πειραγμένες εκλογικές αναμετρήσεις, που λάμβαναν χώρα το δίχως άλλο πριν από την μεταπολίτευση και όπου το εκλογικό αποτέλεσμα καθοριζόταν από την βία που ασκούσαν οι καθεστωτικοί μηχανισμοί του ήδη κυβερνώντος κόμματος και άμα λάχει και η νοθεία.

Πλέον, όμως, καθώς παρόμοια φαινόμενα έχουν εκλείψει, η έκφραση χρησιμοποιείται ως ακριβές αντίστοιχο του αγγλικού sex & violence. Δηλαδή από τύπους που ακούνε και τραγουδάνε μόνο μπλακ, ιδίως στην σεξουαλική τους βιοτή.

Συνώνυμα: Βιαιοπραγίες, σεξ και βία στα πορνεία, τώρα: σεξ και βία και στα σχολεία!

Πιερ: Μωρή λουμπίνα, εγκώ στον κάνει λάστιχο!
Πέρι: Έεετσι! Έτσι μαύρε μου θερμαστή από το Τζιμπουτί, γουστάρω βία και νοθεία!
Πιερ: Μα εγκώ από Αμπιτζάν! Τζιμπουτί ξάδερφο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γενικός, μάλλον υποτιμητικός, χαρακτηρισμός των Νεοελλήνων, με την έννοια ότι αρέσκονται σε ανατολίτικες συνήθειες, όπως τα τσιφτετέλια.

Γενικά, χρησιμοποιείται από αυτούς που κατηγορούν τους Νεοέλληνες μάλλον για την ανατολίτικη τάση τους παρά για την δυτικόφιλη, λ.χ. για αυτούς που θα ονομάσουν την Ελλάδα Ελλαδιστάν ή Λαϊκή Θεοκρατία του Ελλαδιστάν μάλλον παρά Ελλαδέξ, αν και το ένα δεν αποκλείει το άλλο.

Χρησιμοποιήθηκε αρκετά στην παπανδρεϊκή δεκαετία του '80 και απαθανατίστηκε απ' τον Διονύση Σαββόπουλο στο άσμα «Κωλοέλληνες» του αντιπασοκικού δίσκου «το Κούρεμα».

Οι πρώτοι στίχοι των Κωλοελλήνων:

Μελαμψές φυλές
κοντοπόδαρες,
Σειληνοί του κράτους
που ξερνάει και νάτους,
τσιφτετέλληνες!
Με γονείς ληστές
των συντρόφων τους θύτες
για αμνηστία οι αλήτες
τώρα διοικητές.
Κράτος ασυστόλων
και πεσμένων κώλων
κωλοέλληνες.

Η χάρτα αυτού του κράτους κρύβει απάτη
που φτάνει στον γνωστό αγριορωμιό
στο ντάτσουν μιας φυλής που ζει φευγάτη
απ`ό,τι Ελληνικό στον κόσμο αυτό.

Μπρέθλες. (από Galadriel, 17/10/10)(από Khan, 14/11/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

σούπω / σουπώ / σουπωγώ: Μονολεκτικός τύπος από την εξής εξέλιξη:

ίνα σοι είπω (εγώ) > να σου πω (εγώ) > σουπώ (γω).

Λέγεται κυρίως σε δύο συμφραζόμενα:

  1. Θέλουμε να κάνουμε μια κάπως αδιάκριτη ερώτηση και διστάζουμε, οπότε το σουπώ είναι ένας σλανγκικώς ορθός τρόπος να προσπεράσουμε τις αναστολές.

  2. Όταν δεν ακολουθεί κάτι άλλο αμέσως, εκφράζει εκνευρισμό και μια αόριστη απειλή, η οποία υποτίθεται ότι θα ακολουθήσει, αλλά πολλές φορές παραλείπεται. Η απειλή είναι του τύπου θα σου 'ξηγήσω το όνειρο.

  1. Mes προς Ντέρτι, από εδώ: Σούπω μωρέ Ντέρτυ, θέλω να καιρό να σε ρωτήσω αλλά ντρεπόμουν και τώρα βρήκα το θάρρος, άντρας είσαι ή γυναίκα; :-P

  2. Σλανγκαρχίδης προς φίλο Σλάνγκο: Κοίτα, φίλε, με το συμπάθειο, τα τελευταία λήμματά σου, δεν είναι τόσο ότι ανήκουν στην κατηγορία ceci n'est pas slangue, αλλά να, με το μπαρδόν, είναι ceci n'est pas tellement slangue...
    Σλάνγκος (εκνευρισμένος): Σουπωγώ!...

(από Khan, 27/10/10)

Δες και παράλειψη των να και θα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά το κλαπαρχίδης, είναι η -μούνα με διογκωμένα εξωτερικά χείλη αιδοίου. Θεωρείται σεξιστικώς ότι οφείλεται στην πολλή χρήση και ότι η κλαπομούνα είναι παρτόλα. Δεν έχει εξακριβωθεί σαφώς η σχέση με τα παλαμάκια. Αλλά στην εποχή του Pousti κανένα πρόβλημα δεν είναι άλυτο!...

Μένιος: - Της αρέσει τόσο πολύ το σεξ μαζί μου, που να φανταστείς μετά χτυπάει παλαμάκια!
Γιώργος: - Απλά η Λάουρα είναι κλαπομούνα! Αχ βρε Γιώργο, το Φραπέ slangossip τό 'χει βούκινο, κι εσύ κρυφό καμάρι!...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από διαφημιστικό σποτάκι της HELMEPA (Ένωση για Καθαρότητα του Περιβάλλοντος) στα '80ς, όπου ένας γλάρος με κάπως πατερναλιστικό ύφος δακτυλόδειχνε με τα φτερά του κι έλεγε να μην πετάμε σκουπίδια και πλαστικά στις ακτές. Κάτι η εκνευριστική φωνή του ηθοποιού για τον γλάρο, που τον κατέστησε αρχέτυπο για τον γκρηνιάρη, κάτι η πετυχημένη καρτουνιά, το σλόγκαν έμεινε στις συνειδήσεις.

Πλέον χρησιμοποιείται σε φάσεις δυο τρία τακ πριν το όχι άλλο κάρβουνο. Δηλαδή, όταν έχουμε αρχίζει να κουραζόμαστε με κάτι που κάνει κάποιος, λέμε «όχι σκουπίδια, όχι πλαστικά σε θάλασσες και ακτές», και αν, παρ' ελπίδα, ο άλλος συνεχίσει της ψωλής του τον χαβά, τότε αγανακτούμε με το φωσκόλειο «όχι άλλο κάρβουνο». Αν ο άλλος ενοχληθεί με το ηθικιστικό ύφος μας, η σλανγκικώς ορθή απάντηση είναι «γαμώ το γλάρο σου!».

  1. Από βλόγιο: ΟΧΙ ΝΔ, ΟΧΙ ΠΑΣΟΚ, ΟΧΙ ΣΚΟΥΠΙΔΙΑ, ΟΧΙ ΠΛΑΣΤΙΚΑ ΣΕ ΘΑΛΑΣΣΕΣ ΚΑΙ ΑΚΤΕΣ!

  2. Αποσπάσματα κρεβατομουρμούρας μεταξύ Σλάνγκου και Λυσισλάνγκης: % Λ.: Δηλαδή το παραδέχεσαι ότι υπήρχαν και γυναίκες στη συνάντα του slang.gr!
    Σ.: Αφού είναι ιστομαστόρισσες τα κορίτσια, πώς να μην έρθουν;
    Λ.: Και καλά. Ήθελες συνάντα; Να πας! Αλλά να πήγαινες στην Θεσσαλλλονίκη που δεν είχε γυναίκες!
    Σ.: Πώς να πάω αγάπη μου εκεί πάνου, 8 ώρες είναι!
    Λ.: Ο Πάτσης δηλαδή πώς πήγε;
    Σ.: Αφού στα έχω εξηγήσει αγάπη μου, η σχέση μου με τις σλανγκομ..., εμ με τις Σλανγκοφοριάζουσες είναι καθαρά πλατωνική. Μας ενώνουν ζητήματα πνευματικής υφής...
    Λ.: Ναι, όπως το μουνοκλάνι και το καμένο ντουί! Έχει βουίξει βρε το Φραπέ.slangossip! Ως εδώ! Ή τις ανάφτρες ή εμένα!
    Σ.: Άσε με βρε μωρουλίνι μου με τα όχι σκουπίδια, όχι πλαστικά σε θάλασσες και ακτές... Νισάφι... Αφού ξέρεις πως δεν έχω μάτια για άλλη!...
    Λ.: Είμαι πράγματι το μωρουλίνι σου; Λουλούκο μου εσύ!
    (σ.ς.: Ακολουθεί γουτσιστικός διάλογος, που αν τον αναφέραμε, το λήμμα θα κατατασσόταν στα «σιχαμερά»).

  3. Τελευταίες οδηγίες που δίνουν οι σέξι ναυαγοσώστριες του Slangwatch, οι επιφορτισμένες με την επιτήρηση και σωτηρία των ναυτιλλωμένων Σλάνγκων από πνιγμό στην ίδια τους την λημματολάσπη:
    - Έτσι σλανγκάκια μου; Όχι τραβηγμένες λεξιπλασίες, όχι τραβηγμένα αυτοαναφορικά σε θάλασσες και ακτές! Δεν σας φταίνε σε τίποτα οι καβουροσλανγκόσαυροι να κάνουν υπερωρίες για να καθαρίσουν την λημματολάσπη σας!...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προτεινόμενος όρος για διαδικτυακό φαινόμενο.

Κατ' αρχήν, σπρετσατούρα είναι η επιτηδευμένη ατημέλεια, «το να κάνεις τα δύσκολα να φαίνονται εύκολα, ένα είδος αυτο-ειρωνείας στο εμφανισιακό σου στυλ».

Ως «κυβερνοσπρετσατούρα» εννοώ το να επιλέγεις να μην χρησιμοποιείς κώδικες του Διαδικτύου, όπως λ.χ. τα lol, λολ, Μ.Α.Ο., LMFAO κ.λπ., *X/Μ, rofl κ.τ.λ. Αλλά προτάσσοντας μια οικολογική ανησυχία του στυλ χασίσι, γαμήσι κι επιστροφή στη φύση, να επιμένεις να προσομοιώνεις και στον γραπτό διαδικτυακό λόγο (έστω ατελώς) ηχοχρώματα του φυσικού προφορικού λόγου ή άλλους φυσικούς ήχους.

Αυτό που διακρίνει την κυβερνοσπρετσατούρα από αυθόρμητους και τυχαίους σχηματισμούς, όπως λ.χ. τον Μέσειο γέλωτα «αχαχαχαχαχαχαχ ΤΜ» είναι ότι η πρώτη γίνεται με επίτηδευση για να πούμε ότι και καλούα είμαστε φυσικοί, αυθόρμητοι κτλ.

Στυλίστ κυβερνοσπρετσατούρας:

  1. Έστω το φημολογούμενο ως καμπανιστό γάργαρο γελάκι της περιωνύμου αρχοντολεβεντοσλανγκομούνας. Το μεταφέρουμε στον γραπτό διαδικτυακό λόγο ως:

χαχαχαχαχαχαχαχα

Επειδή η εν λόγω χρήστρια κατά δήλωσή της: «έτσι γελάω κι όλας ξεκινάω με ένα ααααααα και μετά ξεσπάω χαχαχαχα», βλ. *X/ΜΟΥ, φροντίζουμε να προηγείται το άλφα του χι στην αρχή:

αχαχαχαχαχαχαχαχα.

Για μεγαλύτερη αίσθηση κυβερνοσπρετσατούρας διαπλέκουμε ατάκτως τα χι και τα αλφα και τελειώνουμε κατά προτίμηση με χι:

αχαχαχχααχχαχαχαχχαχχχααχαχαχ.

  1. Το θαυμαστικό «!» που μετατρέπεται σε «1» στο chat, όταν βαριέσαι πλέον να πατάς ταυτόχρονα το shift και το 1:

Λ.χ. !!!!!!!!!!!!!!!!!111111.

  1. Χρησιμοποιείς προφορικά επιφωνήματα, όπως ετς και για να ειρωνευτείς τους ντοτάδες τα αποδίδεις με ντοταδίστικη μορφή αγγλικού αλφαβήτου χωρίς να χάνουν τον χαρακτήρα τους ως απόδοση ακούσματος, δηλαδή ως: etc.

  2. Όροι της «νηπιακής ιδιολέκτου» (Χαλικούτης), όπως καραγκαγκάν προσδίδουν έναν γουτσισμό με την καλή έννοια στην κυβερνοσπρετσατούρα. Γενικώς, κάθε ηχομιμητική λέξη είναι ευπρόσδεκτη, λ.χ. φιρουλί φιρουλό.

  3. Ιδίως όροι από κόμιξ, όπως σλουρπ!, λυγμ, κλαψ κ.ο.κ.

Έτσι η κυβερνοσπρετσατούρα γίνεται μια αυτοφυής σλανγκική αντίσταση στην επέλαση της αμερικλανιάς, χωρίς να μεταπέσουμε σε e-λληναρισμό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ιδιότης του να είσαι τσαχπινιάρης, -α, ή τσαχπινογαργαλιάρης, -α, τσακπινογαργαλιάρης, -α, ή και τσαχπινογαργαλόπουστα.

Η αρχική σημασία της λέξης στα τουρκικά είναι «γυναικάς», οπότε λεγόταν αρχικά μόνο για άντρες, αλλά μετά επεκτάθη και στις γυναίκες και τους πισωλούρηδες.

Κλασικό παράδειγμα τσαχπινιάς η Ευγενία Μανωλίδου.

Είναι η μόνη που λεει το «όχι», αρχίζοντας με άλφα. Και που μπορεί να πει το τσαχπίνικο «τσου» με ανοικτό το στόμα!
(Βλ. μύδι).

The Kavli Prize for best τσαχπινιά goes to Ευγενία Μανωλίδου! (από Hank, 16/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φετέισον, το τυρί που μαζεύεται στο άπλυτο πέος ενός τυροβρωμίκουλα.

- Φέτα και αγγούρι, λίγη ντοματούλα λείπει για να φας χωριάτικη, είπε ο Νώντας στο Λίλιαν με το ιδιότυπο σαρδόνιο γέλιο του..

Got a better definition? Add it!

Published

Ένα από τα πολλά συνώνυμα του υπερμεγέθους πέοντα. Το κυνήγησε ο Χάρης Σιανίδης στον Αμαζόνιο. Από τότε έμεινε και η έκφραση το χαϊδεύει το ανακόντα.

Το τατουάζ πέους δεν είναι εύκολο. Η αλοιφή που συνήθως χρησιμοποιούν οι δερματογράφοι για να αφαιρέσουν το παραπανίσιο μελάνι κάνει το πέος να γλιστράει «σαν σαπούνι στο ντους», σύμφωνα με τον Ματτ Ντογκ. Μου είπε ότι είχε δουλέψει σε όρθια και πεσμένα πέη, και το χειρότερο ήταν σε στύση. Αν όμως ένα πέος δεν είναι σε στύση – και συνήθως ζαρώνουν μόλις τα πλησιάσει η βελόνα – υπάρχει το πρόβλημα του τεντώματος του δέρματος ούτως ώστε το τατουάζ να είναι σωστό όταν έρθει η ώρα της στύσης. Συνήθως ο πελάτης είναι αυτός που αναλαμβάνει το έργο του τσιτώματος.
-Ναι, σιγά την ανακόντα.

Από το gaynewsingreek.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified