Το Κωλοδάχτυλο αφενός είναι βεβαίως βεβαίως ένα από τα δάχτυλα του χεριού μας, όπως δεν μάθαμε στην Ανθρωπολογία στο σχολείο, αφεδύο είναι κατάσταση / πράξη, αφετρίτου είναι χειρονομία-βρισιά. Είναι μια πολυσήμαντη λέξη την οποία δεν έτυχε να εκθέσει κανείς εδώ, όπως πολύ εύστοχα παρατήρησε ο συσλανγκιστής Βράσταμαν, νονός του λημμάτου.

α. το δάχτυλο περ σε

Είναι το καλό το δαχτυλάκι. Το τρίτο και το μακρύτερο. Αυτό με το οποίο δεν ευλογούν οι παπάδες, αλλά είναι ευλογία για τον προστάτη -για τους άντρες. Είναι ο μέσος δάκτυλος του χεριού μας. Το τρίτο δάχτυλο για τους πιανίστες -και νομίζω για όλους τους μουσικούς. Ο λόγος που ονομάζεται και κωλοδάχτυλο είναι η περίσταση στην οποία πρωταγωνιστεί και την οποία συμβολίζει.

β. η κατάσταση

Στη γυναίκα:
Για τις γυναίκες, καθώς και για τον/την παρτενέρ στο σεξ που τους το βάζει, η διείσδυση του δακτύλου αυτού στον πρωκτό (ή και άλλου δακτύλου αν δεν βολεύει, πχ παίζει και ο αντίχειρας όταν το κωλοδάχτυλο δεν είναι στον κώλο αλλά στο μουνί, προς θεού όμως όχι αφού προηγουμένως έχει μπει στον κώλο, υποθέτω τα ξέρουμε πια αυτά), για τις γυναίκες λοιπόν, είναι άλλη μια καλή πηγή ηδονής, τουλάχιστον στη φάση των προκαταρκτικών, αν όχι και καθόλη τη διάρκεια του σεχ. Αφορά την άλλη δίοδο λοιπόν, και συμπληρώνει την ηδονή που προκαλείται με θωπείες κλπ στην υπόλοιπη περιοχή. Εννοείται ότι αν ο/παρτενέρ δεν το έχει σκεφτεί, μπορεί η γυναίκα να το βάλει και μόνη της, άμα λάχει.

Το κωλοδάχτυλο είναι ίσως ιδανικότερο και ηδονικότερο τής απόλυτης παρά φύσιν σεξουαλικής πράξης, γιατί δεν πονάει. Αποτελεί δε άριστο τρόπο μύησης και προετοιμασίας της υποψηφίου προς διακόρευσιν κώλοτρυπίδος. Πλην αλλ' όμως υπάρχουν τόσο σφιγμένοι κώλοι που το κωλοδάχτυλο δεν τους διαπερνά με καμία...

Στον άντρα:
Αυτό το παραπάνω, παραδόξως, δεν συμβαίνει ιδιαιτέρως στους άνδρες, οι οποίοι ως επί το πλείστον (ως επί το πλείστον, είπα!) το παίρνουν και το καλοπαίρνουν το κωλοδαχτυλάκι. Και δεν συζητάμε για τους ομοφυλοφιλόφιλόφιλους.

Για την χρήση και την κατάχρηση του κωλοδάχτυλου στον κώλο του πούστη (αχ ας με ξανασχωρέσουν οι ομό φίλοι μου, αφού αυτοί τα λένε ωμότερα από μας ντε...), καλύτερα να μας πει κάποιος που το ξέρει από χέρι, δηλ. κάποιος που την τρίζει την όπισθεν, δηλαδή κάποιος ομοφυλόφιλος που δεν ντρέπεται (με τόσα που έχουν ειπωθεί εδώ μέσα) να το δηλώσει και να μας πει αυτά που δεν ξέρουμε. Αλλιώς θα αρκεστείτε στις πενιχρές μου γνώσεις, τουτέστιν στο ότι έχω ακουστά πως η χρήση του κωλοδάχτυλου βοηθάει στην αποφυγή του καρκίνου του προστάτη (μάλλον γιατί ο προστάτης είναι κει κοντά και ερεθίζεται και αιματούται και του κάνει καλό, τι άλλο να πω). Η δική μου όμως η θεωρία είναι ότι ο προστάτης παθαίνει βλάβη όταν δεν καλογαμά ο άντρας ή δεν γαμά καθόλου, αλλά γιατρός δεν είμαι και δεν μπορώ να έχω άποψη.

γ. η χειρονομία

Ισούται με την βρισιά «άει και γαμήσου γαμημένε μαλάκα θα σου σκίσω τον κώλο παλιόπουστα και τη μάνα που σε πέταγε και της θειας σου το μπογαδοκόφινο κλπκλπκλπ», την οποία και συνοδεύει καμιά φορά.

«Βγάζω κωλοδάχτυλο» = ξεχωρίζω το μεσαίο δάχτυλο του χεριού μου απ' όλα τα άλλα (είτε κλείνοντας τη γροθιά μου και αφήνοντάς το να περισσεύει, ή γέρνοντάς το προς τα μέσα της παλάμης ενώ τα άλλα κοιτάνε τον θεό) και το δείχνω στον άλλον σαν απειλή, ή σαν βρισιά, ή με έκφραση εκδίκησης στη μούρη κλπ. Το κουνάω, δε, καλά-καλά προς το μέρος του ή, απλά κι όμορφα, δείχνω ότι τσακ! του το καρφώνω. Η κατεύθυνσή της κίνησης προέρχεται είτε από κάτω προς τα πάνω, είτε από πάνω προς τα κάτω, είτε από μας προς το άτομο.

Συμβουλή: μην βγάλετε ποτέ κωλοδάχτυλο σε οδηγό πούλμαν. Η υποφαινομένη το έκανε μια φορά (με όλο της το δίκιο, είναι γεγονός, αλλά δεν αρκεί αυτό) και ακολούθησε τρελό χολλυγουντιανό ανθρωποκυνηγητό μέσα στη Μεσογείων, μέρα μεσημέρι, με παρολίγο τραγικό, αλλά τελικά ευτυχές, τέλος (=τη γλίτωσα).

Συμβουλή β, ας την ξαναπώ καλού κακού:
προτού το κωλοδάχτυλο μετατραπεί σε μουνοδάχτυλο, πλύντε το ή, πιο απλά (μη γίνει και θέ(α)μα), μην το χρησιμοποιήσετε, βάλτε άλλο στη θέση του...

- Τι έχεις ρε μαλάκα και βογκάς;
- Τι νά 'χω ο κακομοίρης, βγήκα χθες με την Ιλιάνα και εκεί που με τσιμπούκωνε ωραία-ωραία μέσα στο αυτοκίνητο, χάααπ! μου χώνει ένα κωλοδάχτυλο, μου γάμησε τις αιμορροΐδες ρε πστ, τα είδα όλα, ούρλιαζα μισή ώρα από τον πόνο! και σήμερα δε μπορώ να περπατήσω ρε πστ!
- Βρε βρε βρε το Λιανάκιιιι!
- Τι βρε βρε βρε ρε μαλάκα άρρωστε, πονάω σου λέω, την αγαρμπομούνα μου μέσα! Αααααααχχχ!

βλ. και κλάβρα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το χ μέρος έχει ωραίες γκόμενες ή κανα καλό παστάκι ή και γκόμενους, γενικά παίζει παιχνίδι και το έδαφος είναι πρόσφορο για γκομενιλίκι πάσης φύσεως. Ειδικά τώρα που ήρθε η άνοιξη κι ανθίζουν οι γαδάροι.

- Έλα να σε πάω σε μια νέα καφετέρια να ξεσαπίσεις ρε μαλάκα...
- Μπε..., βαριέμαι.
- Έλα που σου λέω, έχει και κάτι καλά εκεί.
- Βαριέμαι σου λέωωωωωωωωω!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τι μαλακίες λες, πού ακούστηκαν αυτά τα πράγματα -κλπ.

Υπονοείται: «σε ποιο μαγαζί τραγουδάς να έρθουμε να σε δούμε ρε μαλάκα, με αυτά που λες σπας ταμείο».

- Ρε είμαστε μεγάλοι ρε, δεν θα μας πει ο ξένος ότι πρέπει να μπούμε στο ΔΝΤ εμείς ρε, εμείς που μας έχουν προγόνους μέχρι και οι Ίνκας!
- Ποιοι Ίνκας ρε καμένε, πού τραγουδάς;
- Τι πού τραγουδάω, έτσι είναι, το είπε ο Χαρδαβέλας αφού!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο παρεξηγιάρης, ο κομπλεξάκιας, που του θίξανε τον εγωισμό και τα (κατά φαντασίαν ή μη) πρωτεία του. Λέγεται και για άντρες και για γυναίκες.

Η παρεξήγα αυτή, προϋποθέτει πόζα. Δεν είναι ότι απλώς παρεξηγηθήκαμε, αλλά έχουμε και υφάκι και το δείχνουμε. Όπως θα έκανε μια σουλτάνα ώστε όλο το παλάτι να το πάρει πρέφα.

- Τι έχει ο Σάκης και κάθεται σαν τη θιγμένη σουλτάνα;
- Χέστονα μωρέ, του είπαμε ότι η γκόμενα που κουβάλησε όχι μόνο πλουσιέξ δεν είναι όπως του πούλαγε, αλλά γενικά είναι για τα μπάζα, ε και παρεξηγήθηκε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απάντηση στην ερώτηση: «Τι κάνεις;»

Το λέμε όταν είμαστε στον κουβά, πηγμένοι, δεν τσουλάει τίποτα, αλλά τεσπα είμαστε ακόμα ζωντανοί -που λέει και το άσμα.

Λέγεται ξερά, με τελεία και παύλα στο τέλος. Υπονοείται ότι θέλουμε να αλλάξουμε θέμα και να μη συνεχίσουμε να λέμε τα νέα μας.

Συνώνυμα: εδώ, υπάρχω.

- Τι γίνεται, τι κάνετε; Όλα καλά;
- Καλά μωρέ, ζούμε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μικρή ζωή. Περιορισμένη. Σαν μέσα σε έναν κουβά.

- Έχεις νέα από τη Νίκη;
- Ε, καλά είναι. Στον κουβά βέβαια, αλλά δεν παραπονιέται η καημένη.

Got a better definition? Add it!

Published

Ο χοντρός, ο υπέρβαρος, o παχύσαρκος. Αυτός που θυμίζει παλαιστή του σούμο. Οι οποίοι παλαιστές (για να παρηγορηθούν όσοι χλαπακιάζουν αβέρτα αλλά έχουνε και τύψεις), θεωρούνται στην πατρίδα τους όχι μόνο γαμώ τους γκόμενους, αλλά σχεδόν μυθικά άτομα (αν και εδώ τα μωρά φαίνεται να μην έχουν την ίδια γνώμη...)

Η μόνη μου απορία είναι πώς μπορεί κανείς να παχύνει τόσο τρώγοντας ιαπωνέζικο φαγητό, όσο ρύζι και να βάλει μέσα.

  1. Ρε συ, τον είδες τον Τέλη πώς έχει γίνει; Το άτομο είναι σούμο, χωρίς πλάκα...

  2. Αυξάνονται τα μωρά-«σούμο»
    Την αύξηση κατά 20% από το 2003 μέχρι σήμερα του αριθμού των μωρών που έχουν βάρος κατά τη γέννηση πάνω από 4,5 κιλά, αλλά και την αύξηση των μεγάλων μωρών (των επονομαζόμενων μωρών-σούμο) καταγράφουν οι στατιστικές στη Μεγάλη Βρετανία...
    από εδώ

(από ironick, 02/04/10)(από ironick, 02/04/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πέοντας, ειδικά όταν μιλάμε για πίπα.

Κλασική βλαμμενιά των ογδόνταζ, άρα πια μπαμπαδισμός.

- Τσιγάρο;
- Μπα, ευχαριστώ, δεν καπνίζω.
- Πούρο με φλέβες, καπνίζεις;

(Σημ: θα μπορούσε να είναι γκουζγκουνιά αυτό. Έλα όμως που ήταν κρυόκωλο αστειάκι του κάθε πέφτουλα της κιτσοδεκαετίας αυτής...)

Το λήμμα αναφέρεται στην dorsal vein του σχεδιαγράμματος (από allivegp, 21/03/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασική κλαψομουνιά.

Δεν μας έφταναν τα χάλια μας, φορτωθήκαμε και άλλα. Και μάλιστα με καλύτερο περιτύλιγμα. Το ταγάρι είναι πιο chic από ένα όποιο σακί, κι ας χωράει λιγότερα σκατά, ουκ εν τω πολλώ το ευ, αφού.

Πάντα επίκαιρο (πολιτικοοικονομικοκοινωνικά).

Παρομοίως: είχαμε σκατά, μας ήρθαν κι απ' το Πέραμα, όλα τα είχε η Μαριωρή, ο φερετζές της έλειπε, δε μας φτάναν τα αιδοία, ήρθανε και απ' την Ινδία.

Παρεμφερές και το μάθαν ότι γαμιόμαστε, πλακώσανε κι οι γύφτοι, για άλλη χρήση.

- Τι λες ρε συ! Έγκυος το Μαράκι; Πωπωωω! Και τώρα πάνω που έχασες και τη δουλειά σου και χρωστάς τρία νοίκια και σου κλέψανε το αυτοκίνητο και κάηκε ο σκληρός σου και έχασες το πορτοφόλι σου με όλα τα χαρτιά μέσα και σε αποκλήρωσε ο γέρος σου;;; Τι λες βρε παιδάκι μου, τσκ τσκ τσκ...
- Ναι. Όλ' αυτά. Είχαμε σκατά σακί, μας ήρθε και ταγάρι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εδώ και μήνες έχω στο πρόχειρό μου την λέξη αυτή. Υπάρχει στο γούγλε, αλλά και στον Τριανταφυλλίδη, ο οποίος την ετυμολογεί από το ιταλ. caserma < γαλλ. caserne και την ερμηνεύει ως στρατώνα. Εφόσον την βρήκα εκεί, θεώρησα περιττό να την βάλω ως λήμμα, αλλά τώρα βρίσκω ευκαιρία να την προσθέσω ως συμπληρωματικό λήμμα της καζέρνας του Βικάρ.

Η καζάρμα λοιπόν, εκτός από τοπωνύμιο (Εύβοια, Μεσσηνία, Αργολίδα νομίζω, ένα βουνό κοντά στη λίμνη Πλαστήρα κα), είναι σε μερικά μέρη το φρούριο (πχ στη Σητεία) ή απλά οι εγκαταστάσεις που στεγάζονταν σε ένα όποιο κτίριο το οποίο χρησίμευσε ως στρατώνας / αποθήκη όπλων κλπ κάποιων κατακτητών που πέρασαν από κει, πχ των Γερμανών κατά την Κατοχή.

Με την έννοια αυτή, δηλ. ως ουσιαστικό όχι ως κύριο όνομα, άκουσα για πρώτη φορά τη λέξη στην Αίγινα όπου, ακόμα και σήμερα, οι ντόπιοι λένε καζάρμα το Εϋνάρδειο (νομίζω), ένα από τα πολύπαθα και υπό κατάρρευση καποδιστριακά κτίρια του νησιού: και σχολείο έγινε, και μουσείο, και καζάρμα και απ' όλα. Αν δεν ήταν αυτό, τότε πρόκειται για κάποιο άλλο από τα ιστορικά της κτίρια. Σημασία έχει ότι πρόκειται για απλό κτίριο και όχι πραγματικό στρατώνα κλπ.

  1. «Πόσα ηλιοβασιλέματα και πόσες ανατολές πέρασαν από τα μαθητικά μας χρόνια και μου φαίνεται σα να ήταν χθες, που καθόμασταν στα ίδια θρανία της καζάρμας...»
    (από νεκρολογία στα «Νέα του Σαρωνικού»)

  2. βλ. μήδι, μάρκα ρούχων με έδρα την Αίγινα.

(από ironick, 13/03/10)Για τα μαγαζά που εκλείσανε: Αφιερωμένο στη Μές :-) (από HODJAS, 14/03/10)

βλ. και καζέρνα, κασέρνα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified