Σλανγκ προστακτική του πιάνω, δηλαδή βάζω κάτι στο χέρι μου, στη παλάμη μου, εγχειρίζω, χουφτώνω. Αντί του «πιάσε».
Χρησιμοποιείται με την έννοια του φέρε, προσκόμισε.
Πιάκε 'να μπουκάλι μπύρα απ' την κασόνα.
Σλανγκ προστακτική του πιάνω, δηλαδή βάζω κάτι στο χέρι μου, στη παλάμη μου, εγχειρίζω, χουφτώνω. Αντί του «πιάσε».
Χρησιμοποιείται με την έννοια του φέρε, προσκόμισε.
Πιάκε 'να μπουκάλι μπύρα απ' την κασόνα.
Η προστακτική στην αργκό: -α, -έκα, -ω, έμπαινε, έφυγες, κατέβαινε, μπέκα, πάνε, πιάκε, τσάκω· ακόμη: προστακτική αντί για απαρέμφατο, συνεχής προστακτική ως στιγμιαία.
Got a better definition? Add it!
Πρόσφατο, σχετικά, ειδικό μεταλλικό εργαλείο του τεχνίτη αμαξωμάτων αυτοκινήτων (φανοποιού, λαμαρινά), για εξειδικευμένη και συγκεκριμένη χρήση. Πρόκειται για εξολκέα που χρησιμοποιείται για επιδιορθώσεις ελαφρών ζημιών (βουλιάγματα) το οποίον έλκει την παραμορφωμένη λαμαρίνα προς αποκατάσταση της στο αρχικό της σχήμα και θέση.
Το εργονομικού σχήματος βαρίδι που χρησιμοποιείται ειναι σχεδιασμένο και κατασκευασμένο σε σχήμα χούφτας, ενώ η όλη κίνηση χρήσης του, σε συνδυασμό με την παλινδρομική κίνηση του βαριδιού προσομοιάζει με τη πασίγνωστη και ευχάριστη νεανική , αλλά και ωριμότερη, δραστηριότητα του άρρενος, απ' όπου λαμβάνει και την ονομασία του.
Είναι αξιοσημείωτο ότι η χρήση του εν λόγω εργαλείου πραγματοποιείται ευχάριστα τόσον απο νέους οσο και από παλαιότερους τεχνίτες, οι οποίοι, κατά κοινή ομολογία και κατ' εξαίρεση από τα υπόλοιπα εργαλεία, δεν αντιμετωπίζουν καμιά απολύτως δυσκολία κατα την εκμάθηση του τρόπου χρήσης του, που εξελίσσεται και περαιώνεται ταχύτατα και με εντυπωσιακά αποτελέσματα.
Μια αντιπροσωπευτική τιμή του σετ μαλάκα, για το τρέχον έτος 2010, είναι περί τα 35 ευρώ.
Κυκλοφορεί και μαλάκας βαρέος (η βαρέου) τύπου.
Οι μαλάκες προέρχονται από όλες τις γνωστές βιομηχανικές χώρες ενώ υπάρχουνε και μαλάκες εγχώριας παραγωγής. Ο επώνυμος και εγγυημένος μαλάκας διαθέτει διεθνή ISO τυποποίηση ποιότητας και παραδίδεται σε ανθεκτική μεταλλική κασετίνα.
Αναμένεται η καταχώρηση του λήμματος μαλάκας και στα τεχνικά εκπαιδευτικά μηχανολογικά εγχειρίδια για πλήρη αποκατάσταση και αποσαφηνισμό του όρου και άρση κάθε σύγχυσης και παρερμηνείας.
Για να δείτε τον μαλάκα στο φυσικό του περιβάλλον, επισκεφθείτε αυτό εδώ το σάιτ εταιρείας που ειδικεύεται στα εργαλεία αυτοκινήτων.
Ο μάστορας στο βοηθό:
- Τάκη, φερ' ένα μαλάκα βαρέου τύπου, γιατί μ' αυτόν εδώ δε γίνεται τίποτα.
Got a better definition? Add it!
Άλλος ένας, ουδόλως λόγιος, τρόπος προκειμένου να ζητήσεις από κάποιον να απομακρυνθεί.
Μπορεί κάλλιστα να σερβιριστεί με πλήθος εποχιακών ή μη, υβριστικών ή απαξιωτικών προσωπικών χαρακτηρισμών.
Από το εκ και ακουμπάω (ακουμπώ, αγγίζω).
Προστακτική ξεκουμπίσου. Πληθυντικός ξεκουμπιστείτε. Αόριστος ξεκουμπίστηκα.
Συνώνυμα: ουστ, χάσου, στα τσακίδια, ασταδιάλα.
Προσοχή: να μη συγχέεται με το ξεκούμπωτος (ακομβίωτος).
Ξεκουμπίδια ωρέ βρωμόπουστα.
Ξεκουμπιστείτε γρήγορα από δω μωρή καλτάκες.
Βλ. και ξεκούμπα, ξεκουμπιδιέν
Got a better definition? Add it!
Φυσιολογικά οι φράσεις χρησιμοποιούνται, η μεν πρώτη για να εκφράσει έκπληξη, ξάφνιασμα, θαυμασμό, απορία, ενώ η δεύτερη σαν χρονικό ερωτηματικό επίρρημα.
Στη σλανγκ version όμως, το κέντρο βάρους των εκφράσεων μετατοπίζεται έντεχνα, από την έκπληξη και τον χρόνο, στην άμφω περιεχόμενη προσωπική αντωνυμία «εσύ», αποδίδοντας επαναληπτικά ένα τελείως διαφορετικό όσο και μακάβριο πολλές φορές, νόημα.
- Τα 'μαθες; Πέθανε ο Ιάκωβος.
- Άντε κι εσύ! Πότε κι εσύ!
Got a better definition? Add it!
Σημαίνει φύγε, ουστ, τζάζω, ξεκουμπίδια, την κάνω με ελαφρά πηδηματάκια κλπ.
Από το γαλλικό allez-vous en που σημαίνει το ίδιο.
Μάγκες, μπήκε ελεγκτής στο λεωφορείο, ώρα να τη κάνουμε αλεβουζάν.
Got a better definition? Add it!
Είναι ο ακατάστατος, ο ασταθής, ο από δω κι από κει.
Από το τούρκικο derbeder που σημαίνει το ίδιο.
Kαρδιά μου ντερμπεντέρισσα...
Got a better definition? Add it!
Μεταφορικά, ο αυνανισμός, η μαλακία.
Η έκφραση αποτελεί συνδυασμό κατάληξης γυναικείου ονόματος, όπως π.χ. Αμαλία, Ευθαλία, Κορνηλία, Κρυσταλλία κλπ, που, παραπλανητικά και ενδεχομένως και νοσταλγικά, παραπέμπει σε γυναίκα, μαζί με το τμήμα της άκρας χειρός, παλάμη η αλλέως χούφτα, που υλοποιεί την παλινδρομική κίνηση της επιδερμίδας του ανδρικού μορίου, κατά την αυτοηδονική και ανακουφιστική διαδικασία εξαγωγής του γνωστού γαλακτώδους οπού του άρρενος.
Got a better definition? Add it!
Η έκφραση σκιαγραφεί μια γενικότερη κατάσταση που χαρακτηρίζεται από χάρβαλο, πουστιά, ευγενική κοροϊδία κλπ, σε bizzare βαθμό.
(Σημείωση: προσοχή στον σωστό τονισμό στην παραλήγουσα της πρώτης λέξης, κατά την αναφώνηση της έκφρασης.)
- Πω πω φίλε μου, τι σκατό εξήγηση ήταν αυτή που μας έκανε ο τύπος.
- Άσε δικέ μου, θρασυπουστία κι ασυδοσία.
Got a better definition? Add it!
Απαξιωτικός η πειρακτικός χαρακτηρισμός για κάποιον, όπως είναι και ο φιρφιρής, ο τσιχλιμπίχλης, ο μαγλύφας, ο χλεχλές, ο μαλάκας, ο μαχλέπας, ο μαχλέμπουρας, ο γιαγλής κλπ.
Λέγεται και χεργκελές ή χεργελές.
Από το τούρκικο hergele, που σημαίνει ενοχλητικός, αντιπαθητικός, ανεπιθύμητος.
- Άντε να μου χαθείς βρε παλιοχερχελέ.
Got a better definition? Add it!
Χρησιμοποιείται όταν θέλουμε να πούμε ότι κάτι ήτανε πολύ καλό, όμως διάρκεσε για λίγο.
Παρόμοιες φράσεις “καλό αλλά λίγο”, “πολύ καλό για να κρατήσει πολύ”, ή το εγγλέζικο “too good to last” κλπ.
- Άσε, μόνο για την περασμένη Πέμπτη το PC-shop είχε έκπτωση 40% στους σκληρούς δίσκους και δεν το πρόλαβα.
- Εμ, έτσι είναι, κάθε θαύμα τρεις ημέρες.
Got a better definition? Add it!