Ή γκροϊντάφ / γκρ’ντάφ.

Σύνθετο, ηχομιμητικό, φαντεζί -όπως κάθε πελοποννησιακή λεξιπλασία- επιφωνοειδές ουσιαστικό (αλλά και επίρρημα, μετοχή), εκ των γκρίνια και νταφ, όπου «νταφ» εννοείται ο κρότος (παρ. 5), η υπερβολή (παρ. 6), η έκπληξη (παρ.7), το χτύπημα (παρ.8).

Πολλαπλά λοιπόν τα νοήματα του «νταφ», λιγοστοί οι περιορισμοί, ρευστή η χρήση.

Κατά συνέπεια κι ως εκτουτού, «γκριντάφ» σημαίνει την υπερβολική γκρίνια, τη χτυπητή γκρίνια, που προκαλεί έκπληξη, που παράγει κρότο κλπ. Κοινή λοιπόν η παρανόηση. Το «νταφ» δεν είναι και «γκριντάφ».

Συντακτικά το «γκριντάφ» μπορεί να πάρει θέση υποκειμένου (παρ.1), αντικειμένου (παρ. 2), επιρρηματικού προσδιορισμού (παρ. 3), τροπικής μετοχής.

Δέον να σημειωθεί ότι η κατά τα πελοποννησιακά ειωθότα προσθήκη ελληνοπρεπούς κατάληξης στις λεξιπλασίες που λήγουν χειλοδοντουρανικόληκτα διευρύνει τη χρήση των (π.χ. γκρινταφ-ιάζω, γκρινταφ-ητό, γκρινταφ-ίαση κ.ο.κ).

  1. Το γκριντάφ πάει σύννεφο!

  2. Σταμάτα το γκριντάφ...

  3. Όλη τη νύχτα γκριντάφ...

  4. Τον πήγε γκριντάφ μέχρι τη Χαβάη.

(νταφ):
5. Εκεί που είχαμε πιει τα κρασhά μας, μερακλώgνει ο Αντωνόπ’λος, βγάνjει τη διμούτσουνjη στο τραπέζι του γάμου και Νταφ-κίχου, νταφ-κίχου, νταφ-κίχου. Μας κόπηκε η περίοδος. (όπου κίχου, η ηχώ της βοgλίδας στο καταρράχι)

  1. Τραβάει τελευταίο φύλλο και νταφ μ’απιθώνjει ένα «ρέστα» χεροπηχιάρικο. Τον κοιτάω, «γιατί ρε φούλ’ ρέστα;».. «έτσι μου καπίνjησε» μ’απαντάει. Του τραβάω κι εγώ ένα παλικαρίσhο νταφ «τα βλέπω» και δενjείχα μετά ούτε για να πάρω τσιγάρα»

  2. Αgνοίγω την πόρτα και νταφ! τι να ιδώ; Ο Κοζότ με τον Μυτίτσα μου έκαναν πάρτυ γενεθgλίων!

  3. χτύπημα: ντάφ στο κεφάλι, να. Ξερό το τσόgνι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το τηλεχειριστήριο. Το remote control. Το καμ-πιούτα εμπάσει περιπτώσει. Αυτό που πατάς κι αλλάζει κανάλια, ψηλώνει φωνές, κλείνει την τιβί, ανοίγει το αρκοντίσιο, κλπ.

Όχι αυτό της πρώην τηλεόρασης που το φυλάς λες και θα αλλάξει η μόδα, όχι τα δεκατέσσερα παροπλισμένα άλλα, που βάζεις σε ένα κουτί κάτω από το τραπέζι του σαλονιού και τα τρώει η σκόνη, όχι το παλιό που χάλασε από την πολλή χρήση και το κρατάς για ανταλλακτικά.

Εκείνο το γαμίδι που όταν το ψάχνεις πάει και κρύβεται γ@μώ το στανιό του μέσα και δε λέει ένα «ορίστε» που το φωνάζεις να ρθει να φάει και να πέσει για ύπνο γιατί έχει σχολειό το πρωί.

υγ ένα μεγάλο grazie στον capo di capi di tutti capi που σκοπό ζωής έχει να χάνει το εν λόγω.

(ακριβώς στα τρία λεπτά ανακατέματος μαξιλαριών και καλυμμάτων)

- Πλάτωνα που είναι το τηλεγαμίδι;
- Το τηλεχειριστήριο;
- Ναι αυτό.
- Το ριμότ κοντρόλ;
- Ναι γαμώ την πουτάνα μου γαμώ.
- Αυτό τι είναι;
- Φέρτο, καλό είναι.

βλ. και γαμίδι

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύνθετη λέξη εκ των προφανών. Εννοείται αυτός που βρίσκει χαρά στο να κάνει μαλακίες, το έχει ανάγει σε άθλημα, αθλοπαιδιά, παιχνίδι, βάζει όλο του το μεράκι προκειμένου να πετύχει η μαλακία που έχει στο μυαλό να σου κάνει. Ο καθ'έξιν μαλάκας.

Η διαφορά του με τον μαλάκα είναι αυτή ακριβώς, η βαθιά συνειδητοποίηση ότι κάνει μεν μαλακία αλλά παρόλα αυτά αρνείται να την εγκαταλείψει καθοδηγούμενος από την ίδια του τη φύση που ικανοποιείται μόνο όταν ο ψωλοπαίχτης επιδίδεται στο αγαπημένο του σπορ.

Το θηλυκό ψωλοπαίχτρια χρησιμοποιείται καταχρηστικά, τόσο για ανατομικούς όσο και για φεμινιστικούς λόγους.

Κοίτα τον ψωλοπαίχτη, δε θα ησυχάσει αν δε σκοτώσει κάναν άνθρωπο... τώρα πάει να κάνει αναστροφή στην Αττική οδό...

(κατεβάζει παράθυρο και φωνάζει στον απερίσκεπτο οδηγό)

ΑΥΤΑ ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΑΓΟΡΙ ΜΟΥ ΔΕ ΦΤΙΑΧΤΗΚΑΝ ΓΙΑ ΝΑ ΚΡΑΤΑΝΕ ΤΙΜΟΝΙ... ψωλοπαίχτη...

(το τελευταίο με σβήσιμο της έντασης της φωνής)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ήτοι έμπλεξες και πώς θα ξεμπερδέψεις...

Νησιωτικό, του Αιγαίου, απαντάται σε περισσότερα του ενός ψαρονήσια, ενδεικτικά Χίο, Μυτιλήνη, Σάμο και... Μύκονο (εκεί, στην Ψαρού).

Καθότι το ψάρεμα και δη η καθετή, η συρτή, το παραγάδι και λοιπές αλιευτικές μέθοδοι συνδυάζουσες αγκίστρια και μεσινέζες είναι μεν χόμπι κι ωραίο χόμπι, κι άμα πιάνεις κιόλα είναι σούπερ ντούπερ. Άμα όμως το κατεβάσει το ρημάδι το αγκίστρι μέχρι τον αφαλό ο ψάρακας -κι ενώ τσιμπάει του χαμού– σε πιάνει μια απελπισία να ξαγκιστρώσεις, να ξεψαρίσεις και να ξαναδοκιμάσεις την τύχη σου τώρα που μυρίζει. Και δώσ' του εγχειρήσεις και να τα αίματα, και να τα κοψίματα, μπουρδέλο η βάρκα, τριμπούρδελο η ψυχολογία, εφταμπούρδελο η πετονιά, κι ο εξυπνάκιας να σε συμβουλεύει ότι το ψάρι θέλει υπομονή.

Αντιθέτως, αν πρόκειται για καλό ψάρι, το ξαγκίστρωμα αποκτά μια έξτρα θεατρικότητα και το γλεντάει δεόντως ο ξαγκιστρώνων, εξυμνώντας το μέγεθος του θηράματος σε κάθε χειρουργική τομή που του καταφέρνει, υπενθυμίζοντας δια πολλοστή φορά στους άμοιρους θεατάς τα κατά καιρούς αλιευτικά κατορθώματά του.

  1. Και σκέψου λέει, κάποιος που με αντιπαθεί να με καρφώσει ότι επί πληρωμή μαζεύω διαφόρους στο σπίτι μου, «το 'χω κάνει τεκέ και γίνεται του ...»τα τσιγάρα, τα ποτά και τα ξενύχτια. αν προσθέσει κιόλας ότι γι' αυτά που εισπράττω δεν κόβω απόδειξη είσπραξης... άντε μετά ξαγκίστρωνε...! Χαχαχα...εδώ

  2. - Μα δεν τον γουστάρω.. δηλαδή, όχι πολύ, είπε η φίλη.
    - ..
    - Όχι, αλήθεια. Δε θα το έκανα ποτέ. Εξ άλλου εκείνος μου την έπεσε.
    Στο όνειρο. Της. Εκείνος έφταιγε. Τώρα 'άντε εσύ ξαγκίστρωνε' όπως λέμε στο Αιγαίο...εκεί

3.T’ απ’ τη ζωή βγαλμένο:

- Πλάτωνα έχασα τον κλειδάριθμο του taxis..
- Γαμώ τα γαμήσια του ιούδα γαμώ..
- Θα πάω εφορία να πάρω άλλον.
- #@(^^(@#^@^&&!!
- Πώς κάνεις έτσι μωρέ; δυο λεπτάκια θα πεταχτώ, θα τους πω το πρόβλημα και...
- Ναι δυο λεπτάκια για κάθε έναν που στέκεται στην ουρά. Κι άμα στο δώσουν. Δεν αποκλείεται να σε ξαναστείλουν πίσω να ξανακάνεις ηλεκτρονική αίτηση. Και μετά θα ξαναπάς και θα σου πουν ότι προέκυψε θέμα με την διπλή αίτηση. Και θα πέσεις σε κάνα μαλάκα που θα αρχίσει τα «δεν μπορώ», «δε μου σηκώνεται», «δεν καλοπήδηξα εχτές» κι άντε συ ξαγκίστρωνε.
- [τρίβοντας τα χέρια του]Μήπως υπερβάλλεις; Είναι φίλοι μας οι εφοριακοί...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τετριμμένη ατάκα που τα λέει όλα από μόνη της. Δύο είναι τα παιδιά, κι ενώ κανονικά θα πρεπε να τα προσέχεις το ίδιο, το ένα είναι πιο καλό από το άλλο.

Τη στιγμή που θα κορυφωθεί στην κουβέντα απάνω η σύγκλιση θεωρίας και πράξης, ιδεατού και πραγματικού, θα φορεθεί και η ατάκα σε φάση «μπορεί να τα λέω χύμα, κατά βάθος είμαι ψαγμένος...», η οποία ενσωματώνει με απλό και ευθύ, μάγκικο τρόπο ένα μεγάλο ταμπού της ελληνικής κουλτούρας. Αυτό του αδικημένου φτωχούλη του Θεού που, αν και του χρωστάει όλος ο ντουνιάς, διατηρεί την ψυχραιμία του και βλέπει τη μεγάλη εικόνα της τυχαιότητας, του χάους, του ντετερμινισμού ή όπου αλλού τον βγάζει η κουβέντα. Ατάκες σαν και δαύτη χρησιμοποιούνται σε ρόλο reset, ήτοι αρκετά τα μπερδέψαμε τα πράματα, πάμε άλλη μια από την αρχή.

Κλασικά παραδείγματα των μονίμως γαμώ τη μάνα τους βρίσκονται παντού. Στις μειοψηφίες,στις ανίσχυρες πλειοψηφίες, σε κάθε, μα κάθε ανταγωνιστικό πεδίο: οι αγανακτισμένοι στις πλατείες, τα μικρά κόμματα, η αντιπολίτευση, όσοι έχασαν το διορισμό για 10- ή για 1000+ μόρια, όσοι βγήκαν στην εφεδρεία, όσοι πήραν την ανεπιθύμητη μετάθεση, ή δεν πήραν την επιθυμητή, όσοι δεν είχαν βύσμα, ή δεν είχαν επαρκές βύσμα, όσοι δεν πήραν επιδότηση ή δεν πήραν την επιδότηση που ήθελαν, όσοι δεν εξαιρέθηκαν από τη κακιά τη ρύθμιση, ο μπασκετικός γαύρος, ο ποδοσφαιρικός βάζελος, όποιος πορεύεται γενικώς «με το σταυρό στο χέρι» αλλά δε ανταμείφθηκε άμεσα (καθότι ο ανυπόμονος ηδονιστής δεν αγίασε ποτέ) ή όποιος είχε απλά την ατυχία να δει ότι υπάρχουν και καλύτερα, αλλά «δεν ήταν η χαρά για μας».

Η ατάκα λοιπόν βρίσκεται σε απόλυτη ιστορική, πολιτιστική και κοινωνική αρμονία με την κουλτούρα μας. Ας μου επιτραπεί η κάτωθι πολυλογία.

Ξεχωριστή θέση στην προπαγάνδα, που με συνέπεια προωθούσε το μάθημα της Ιστορίας στα Ελληνικά σχολειά, κατέχει η πάντα σε δραματικό τόνο διαπίστωση ότι αυτή η χώρα δεν κατάφερε ποτέ να ενωθεί κάτω από ένα κοινό σκοπό, ή εναλλακτικά να επιδιώξει έναν κοινό στόχο, παρά μόνο όταν ο κόμπος έφτανε στο χτένι. Μέχρι να φτάσει εκεί όμως, ή ενδεχομένως για να φτάσει εκεί, είχαμε ήδη σφαχτεί μεταξύ μας, χωρίζοντας τα παιδιά μας σε καλά παιδιά και σε γαμώ τη μάνα τους. Κι είχαμε ήδη δημιουργήσει -βάσει αυτής της διαίρεσης- τριαντατρία μέτρα και σαρανταεφτά σταθμά για να εφαρμόζονται επιλεκτικά οι νόμοι.

Αυτό το «διαίρει και βασίλευε» σε κάθε συλλογική δραστηριότητα πήρε αργά και σταθερά ανεξέλεγκτες διαστάσεις και με τόσο διαφορετικά κριτήρια που μόνο δημοκρατικός νεοϋορκέζος θα μπορούσε να κατανοήσει πλήρως, αν και θα του διέφευγε το πώς καταφέραμε σε μια, συγκριτικά με τη δική του μονολιθική, κοινωνική δομή να εξυψώσουμε το diversity σε τέτοια δυσθεώρητα ύψη. Μεταξύ λοιπόν δημοσίου και ιδιωτικού τομέα με περαιτέρω υποδιαιρέσεις εντός των διαιρέσεων - υμετέρων και ημετέρων, πατρικίων και πληβείων, Πασοκ και ΝΔ, Γαύρου και Βάζελου (Παοκ- Άρη), Βορείων και Νοτίων, του κράτους της Αθήνας και της υπόλοιπης Ελλάδας, Τούρκων, Βούλγαρων, Αρβανιτών, Βλάχων, Σλάβων, απευθείας απογόνων του Αριστοτέλη, του Αγγλικού, του Γαλλικού και του Ρωσικού κόμματος, του εσωτερικού, του εξωτερικού, του μου-λου, βασιλικών-βενιζελικών, φοιτητών-χουντικών, Μασόνων -Χριστιανών, ορθοδόξων- καθολικών, δοσίλογων-πατριωτών, εχόντων και μη κατεχόντων, Κηφισιάς- Πειραιά, εν άστει-εν αγροίς, των αλωνιών, των σαλονιών, του έντεχνου, του λαϊκού, των Παπανδρέου και των Καραμανλήδων, των καραστρέητ και καραγκαίη κ.ο.κ, οικοδομήσαμε την Ελλάδα πάνω στις ίδιες –σχεδόν, τα καρότα και τα μαστίγια δεν ήτανε για μας- δημοκρατικές βάσεις και αρχές, που διέπουν κάθε σύγχρονη πολυπολιτισμική χώρα, χωρίς βέβαια να είμαστε τέτοια και αποδεχόμενοι δογματικά ότι χωρίς αντίπαλο δέος η κατάληξη δεν μπορεί να είναι άλλη από ένα ολοκληρωτικό καθεστώς. Οπότε, εν μέσω της ως άνω τρικυμίας και σύγχυσης, το παιχνίδι παίζεται ακόμα με πιόνια που αδυνατούν να καταλάβουν σε κάθε δοθείσα περίπτωση αν υπήρξαν ευνοημένα ή γαμώ τη μάνα τους, γιατί όσο τα πολυσκέφτεσαι, τόσο πιο ρευστά γίνονται αυτά τα πράγματα, ειδικά αν σε καταδιώκει η φοβία να καταταχθείς στους γαμώ τη μάνα τους. Πού θα πάει, θα βρεθεί το υπεύθυνο γονίδιο.

Σίγουρα πάντως δε ξεδιάλυνε την κατάσταση η συντονισμένη οικογενειακή κατήχηση που, κατά μία άποψη, μέσα από τις κυνικές διδαχές της δημιούργησε μια παράλληλη έννομη τάξη, που αντιμάχεται σχεδόν στο σύνολό της τη δημόσια έννομη τάξη. Στον πόλεμο, τον έρωτα, αλλά και την επιβίωση του Έλληνα επιτρέπονται τα πάντα. Με τις ευλογίες γονέων και κηδεμόνων λοιπόν και με γνώμονα να μη γίνει το παιδί κορόιδο γαμώ τη μάνα του, έγινε επιτακτική η ανάγκη να παρακάμπτεται ή να γίνεται αντικείμενο διαπραγμάτευσης ο νόμος και η εφαρμογή του.

Αυτά όμως περί διαίρει και βασίλευε είναι θεωρίες συνωμοσίας, διότι εμείς οι βαλκάνιοι πάνω από όλα είμεθα άνθρωποι της κοινωνικής δικτύωσης κι έτσι κάναμε, κάνουμε και θα κάνουμε τις δουλειές μας. Τι κι αν υπήρχαν πρωτεργάτες και αρχιτέκτονες της διαίρεσης, εμείς αυτή την Ελλάδα θέλαμε κι ας μη γελιόμαστε μεταξύ μας. Μεταξύ πολέμων, κατοχών και κατακτητών, πού να βρεθεί χώρος να πιστέψεις σε αξιοκρατίες και μαλακίες. Άσε που το έδαφος ήταν παραπάνω από γόνιμο και σπαρμένο από τον καιρό που δώσαμε τα φώτα μας στη Δύση κι η μαλάκω η Δύση μας το αναγνώρισε. Έκτοτε, γενιές επί γενεών Ελλήνων μεγαλώνουν καμαρώνοντας για τα κατορθώματα των προγόνων τους, γιατί όταν εμείς είχαμε χοληστερίνη, οι πουθενάδες οι χτεσινοί τρώγανε βελανίδια και, αν μη τι άλλο, μας χρωστάνε παγκοσμίως τη μισή και βάλε ιατρική ορολογία κλπ. Συνεπώς και δικαιωματικά, νομιμοποιηθήκαμε –στις συνειδήσεις μας- ως τα καλά παιδιά της οικουμένης που ντροπή σε όποιον τους φερθεί σαν να 'ναι γαμώ τη μάνα τους.

Τουλάχιστον, οι δυτικοί αντιγραφείς κρατάνε πού και πού τα προσχήματα, στην εφαρμογή είτε των νόμων, είτε των αξιοκρατικών κριτηρίων, γιατί το ξενόφερτο μοντελάκι που υιοθετήσαμε -μόνο ως προς τα καλά του- δεν λειτουργεί αλλιώς. Θέλει την ψευδαίσθησή του... Τα καλά παιδιά βέβαια δεν έχουν ανάγκη να κρατήσουν τα προσχήματα, αυτά είναι για τα πρόβατα, τους δυτικούς, τους ανυποψίαστους, τους «γαμώ τη μάνα τους».

Όσο λοιπόν ο Έλληνας είναι το καλό μας το παιδί και γαμεί αριστερά- δεξιά, ποσώς ενδιαφέρεται για όλα αυτά τα ιδεολογικά. Όταν όμως διαπιστώσει ότι υπάρχουν και καλύτερα παιδιά -«πιο ίσα από τους ίσους» όπως είπε κι ο χάρρυ για τον Σαρτζ, τότε και μόνο τότε θα χρησιμοποιήσει το εν λόγω λήμμα, πνιγμένος από την αδικία της ασύλληπτα μεγάλης και ακατανόητης εικόνας -στον μύλο της οποίας κατά πάσα πιθανότητα έχει ρίξει κι ο ίδιος νερό.

Γιατί βρέχει στη φτωχογειτονιά και το κοχίμπα σβήνει, γιατί «ξεσηκωθείτε αδέρφια να βγούμε στους δρόμους με ρόλεξ στα χέρια, με γούνες στους ώμους», γιατί γάτος γαμεί, γάτος σκούζει κλπ. Κι άμα γουστάρουμε να ξηγιόμαστε κάργα συντάξεις και επιδόματα και κράτος πατερούλη, αυτά είναι κεκτημένα των καλών παιδιών που δεν τα διαπραγματευόμαστε. Ο άλλος δηλαδή γιατί;

Με άλλα λόγια, δεν αντέχονται οι ενοχές για αυτά που θα μπορούσαν να είχαν γίνει αλλά δεν έγιναν, για αυτά που έγιναν ενώ θα μπορούσαν να μην είχαν γίνει, αλλά τώρα είναι αργά για δάκρυα. Όπως σωθήκαν τα άλλα καλά παιδιά, πρέπει να σωθούν και τούτα.
Κι όπως λέει κι ο Χότζας στον Καζαντζίδη, πότε θα φταίει η σακατεμένη η μοίρα, πότε οι πλανήτες ή/και η ακαθορίστου προελεύσεως και έμπνευσης διαίρεση των Ελλήνων σε καλά παιδιά και σε γαμώ τη μάνα τους. Ο καθένας μπορεί να εξάγει τα συμπεράσματά του, τζάμπα είναι το λακριντί. Οι μάζες πάντως χότζα μου δεν έπαψαν, ούτε θα πάψουν να μη σηκώνουν ορθολογιστικές εξηγήσεις. Όταν μας πιάνουν έναν-έναν, κάτι γίνεται...

  1. Η βία, ένστολη ή μη ένστολη, είναι καταστροφική... να το κοιτάξουμε το θέμα και να μην έχουμε μονομέρεια. Δεν μπορεί το ‘να παιδί καλό παιδί και τ’ άλλο γαμώ τη μάνα του.... κι ο αστυνομικός ελληνόπουλο των 900 ευρώ το μήνα είναι.» (Γιακουμάτος)

  2. το ‘να παιδί καλό παιδί και τ’ άλλο γαμώ τη μάνα του. Παντού διακρίσεις σε αυτήν την πουτάνα τη ζωή... καλό μήνα σε όλα τα τσογλάνια του διαδικτύου που βγάζετε τη γλώσσα στην εξουσία (από μπλογκ)

  3. Αιδώς αχρείοι, το ‘να παιδί καλό παιδί και τ’ άλλο γαμώ τη μάνα του. Προκλητικές ανισότητες παρά τις μεγάλες αλλαγές στο ασφαλιστικό σύστημα που επιχειρεί η κυβέρνηση... (από φόρουμ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σλανγκιστί: το ακριβώς αντίθετο. Με διάθεση εντελώς ειρωνική και μια στάλα απογοήτευσης, ο χρήστης αναφωνεί το λήμμα σχολιάζοντας στόχο που δεν επετεύχθη.

- Το πήρες το παπί;
- Άστα μ' έχουν ξεσκίσει με το σέρβις. Από βδομάδα σε βδομάδα με πάνε… κι από πενήντα έχει φτάσει εκατό… στα δυο κατοστάρικα θα τους πω να του βάλουν ένα σεμεδάκι στη σέλα και να πίνουν εκεί τον καφέ…
- Επιτυχία…

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

..επέρασεν. Όμως δεν ήγγισεν. Άρα απεβίωσε ο γείτων.

Ήτοι καμία σχέση, ούτε καν. Το περνάν από κοντά, απέχει παρασάγγας, οπότε δεν υφίσταται ουδεμία εγγύτητα, ουδεμία πιθανότητα και τέλος ουδεμία ελπίδα να επιτευχθεί ο εκάστοτε στόχος. Κλασική Χιώτικη λαϊκή έκφραση κι ως εκτουτού πάντοτε επίκαιρη, υπερπληθής ειρωνείας. Έρχεται ως απάντηση- αντίβαρο σε παρόλες, φανφαρονισμούς, λεονταρισμούς και έτερες βαρύγδουπες υπερβολές.

Περί της ειρωνικής διάστασης του εν λόγω βλ. σχ. συνώνυμα "εκεί που έχεσεν η Λέχου βγήκε η Τζούλη Βίκου", αλλά και τα γνωμικά που παραπέμπουν στο χέσιμο του κόσμου ολάκερου από ένα και μόνο έντομο που άρτι απέκτησε πρωκτόν. Δε 'α σηκωθούν τα ποδάρια να βαρέσουν το κεφάgλ', ναούμ.

Έτερο περιφραστικό συνώνυμο "ο γάμος του καραγκιόζη".

Αντώνυμο το "κανεύ(γ)ω",[πιθανότατα εκ της κάνης- σημαδεύ(γ)ω και επιτυγχάνω τον στόχο μου] και μπόνους το πελοποννησιακό "κοτρώνω" (πιθανότατα εκ της κοτρόνας, καθότι οι πελοποννήσιοι είναι αρχαιότατοι μαχηταί, από την εποχή του λίθου, λέμε τώρα) δια τους ομιλούντας αμφοτέρους τις διαλέκτοι.

Πλάτων: Τι θα γίνει με κείνα τα λεφτά;
Γιώργος: Λυπούμαι για λογαριασμό σου.. εντροπή πλέον να με ταλαιπωρείς με προπέρσινα ζητήματα..ακόμα εκείνα τα χρήματα σκέφτεσαι; Δε σου ανήγγειλα εμπροθέσμως κι εγκύρως ότι διέγραψα μονομερώς το χρέος μου; Πάνε αυτά, ω Πλάτων, ξέχασέ τα! Αν παρ' ελπίδα έχεις τίποτα νωπό να διαπραγματευτούμε, είμαι όλος αυτιά.
Πλάτων: Από κοντά επέρασες Γιωργάκη... Δεν είναι ώρα για διαπραγματεύσεις αλλά για αποφάσεις.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το αυτογκόλ. Η – με άλλα λόγια – επιτομή της χαζομάρας και της ανικανότητας ή/και του υπερβάλλοντος ζήλου ή της εμφανούς διαφοράς δυναμικότητας μεταξύ των ομάδων που αναμετρούνται, ή πληθώρας άλλων λόγων στους οποίους καταλήγουν μετά από αχρείαστα (;) διεξοδική ανάλυση οι αθλητικογράφοι.

Σε ό,τι από τα παραπάνω κι αν οφείλεται το εκάστοτε αυτογκόλ, αφήνει πάντα μια ξινίλα στον οπαδό της ομάδας που το σημειώνει-και μια χαιρεκακία στον αντίπαλο. Ο Μόνιτς ξορκίζει για τους μεν την ξινίλα με χιούμορ και προσφέρει στους δε μια λάιτ εναλλακτική για καζούρα, παραπέμποντας εμμέσως στο σκοπό που εξυπηρετεί κάθε ανέκδοτο.

Το λήμμα προέρχεται από ανέκδοτο λοιπόν, και αποτελεί ένα από τα πολλά ακατέργαστα διαμάντια της ποδοσφαιρικής αργκό, καθώς οι ποδοσφαιρόφιλοι πολλά επινοούν, ακόμα περισσότερα αναπαράγουν αβίαστα, ενώ σπάνια είναι σε θέση να παράσχουν επαρκείς επεξηγήσεις για την αργκό τους.

Ο Πανούτσος σε κάποιο άρθρο του υπερασπίστηκε απόλυτα την αναγκαιότητα ύπαρξης ενός τουλάχιστο φόρουμ – του χώρου του ποδοσφαίρου εν προκειμένω-όπου να μπορεί ο καθένας να εκφράζεται χωρίς να πολυσκέφτεται τις καταστροφικές εν δυνάμει συνέπειες της αστόχαστης άποψης που εξέφρασε- γιατί απλούστατα, τι είναι το χειρότερο που μπορεί να συμβεί λέγοντας (ακόμα) μια μαλακία για τα ποδοσφαιρικά.

Να σημειωθεί ότι όταν πρωτοκυκλοφόρησε το ανέκδοτο, η ενωμένη Γιουγκοσλαβία ήταν και φτηνή αγορά και τίγκα ξέχειλη στα ταλέντα, οπότε κάθε ελληνική ποδοσφαιρική ομάδα είχε κι από έναν «πορτοφολά»- προσωνύμιο που δόθηκε από τον «Φίλαθλο» στους Σέρβους μπαλαδόρους – στους Ρουμάνους δόθηκε το «κλέφτης». Στη δε ΑΕΚ επί Μπάγεβιτς (πρώτη θητεία) μέχρι και οι σεκιουριτάδες του γηπέδου ήταν συμπατριώτες του.
Εξ ου και το εξυπνακίστικο - ψαρωτικό του ανεκδότου κι ο κύριος λόγος που αφομοιώθηκε.

Το ανέκδοτο:
- Πόσο ήρθε;
- Νικήσαμε 2-0...
- Ποιοι τα βάλανε;
- Το ένα ο Μάκης και το άλλο μόν(ο)ι τ(ου)ς
- Πήραμε Σέρβο;

Το παράδειγμα απ’ τη ζωή βγαλμένο:
«Ο Σόλι προσπάθησε να γυρίσει την μπάλα για τη Ρόζεμποργκ, που κόντραρε στον Κωστούλα και πήρε ύψος, ο Νικοπολίδης βγήκε να τη μαζέψει και για αυτό ο Ανατολάκης έσκυψε, όμως η μπάλα πέρασε πάνω από τον τερματοφύλακα του Ολυμπιακού, ο οποίος στη συνέχεια την κυνήγησε και πάνω στη γραμμή προσπάθησε να τη διώξει.Αυτή βρήκε στον Μαυρογενίδη και κατέληξε στα δίχτυα. Παιδαριώδες λάθος της άμυνας..»

- Το μαλάκα το Μόνιτς...
- Τι έκανε το νούμερο..Σκόρδο-κρομμύδι ρεεεεεεειιι

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

...μου φαίνεται. a.k.a μαζέψου (βλ. λινκ κυριολεκτικά), σύνελθε κλπ.

Η οικειότητα φέρνει θράσος, με την έννοια του παράλογου θάρρους, δηλαδή της υπέρμετρης κι ανεξήγητης ευκολίας που μας διακρίνει ως ράτσα να κακοποιούμε λεκτικά, σωματικά ή/και ψυχολογικά αυτούς που θεωρούμε δεδομένους. Όλα αυτά, τη στιγμή που είμαστε εξόχως ευγενικοί απέναντι σε όσους δεν έχουν καταστεί δεδομένοι -ακόμα- προκειμένου εν ευθέτω χρόνω, να τους φέρουμε στα νερά μας και να τους δείξουμε ποιοι πραγματικά είμαστε και ποια τα θεάρεστα έργα μας.

Άλλο πράγμα να είσαι ο εαυτός σου κι άλλο να βγάζεις τα απωθημένα σου στον πιο εύκαιρο κατά την κρίση σου στόχο. Επίσης, άλλο να ανέχεσαι περιοδικά την τρέλα του άλλου κι άλλο να καταντάει αυτή η ανοχή αντικείμενο εκμετάλλευσης.

Η ατάκα έρχεται στο στέρεμα της υπομονής για να βάλει τα πράγματα στη θέση τους σε στυλ «κάνε reset, μπας και γλιτώσεις το format».

  1. Μήπως παραγνωριστήκαμε;
    Οι περισσότεροι από εμάς έχουμε βρεθεί σε συναντήσεις,έχουμε φωτογραφηθεί και έχω την εντύπωση ότι οι φωτογραφίες μας κυκλοφορούν σχεδόν ελεύθερες μέσα στο μούλτι…
    …Προσωπικά θεωρώ ότι δεν φοβάμαι να εκτίθεμαι σε πενήντα άτομα που συμπαθώ και σε εκατό που δεν με ενδιαφέρουν.Αλλά δεν μου αρέσει να εκτίθεμαι σε άτομα που αντιπαθώ.
    Και ερωτώ,μήπως τελικά παραγνωριστήκαμε; (Από φόρουμ)

  2. - Ελένη που είναι οι παντόφλες γαμώ το γαμώ μου;
    - Κάτω από το κρεβάτι Αντωνάκη..
    - Ελένη, που κάτω απ' το κρεβάτι το γαμώ μου γαμώ;
    - Στάσου έρχομαι... να τες.
    - Ρε Ελένη γαμώτ.. - Α, για να σου πω, παραγνωριστήκαμε..
    - Έτσι ε; Παίρνω το καπελάκι μου και φεύγω!
    - Στάσου βρε Αντωνάκη μου..

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το σχολείο και την οικογένεια, μέχρι τη γειτονιά και τον στρατό, κι από τη σχέση του κράτους με τους πολίτες (δυστυχώς) μέχρι τον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα, όπου πίπτει θέμα ιεραρχίας και δυνατότητα επικύρωσής της, άλλως κι επικουρικά τρόμος αμφισβήτησής της, πίπτει και νταηλίκι. Από το τούρκικο dayilik [φιλοτάραχο, φασαρία]. Η αγγλική απόδοση είναι bullying -όπως σωστά σημείωσε ο χρήστης acpbl- κι η επί το ελληνικότερο απόδοση είναι ο εκφοβισμός, ο εξαναγκασμός.

Οι φυσικοί φιλόσοφοι έλεγαν ότι ο ανθρώπινος νόμος υπάρχει για να προστατεύει τον αδύνατο, αφού για τον ισχυρό υπάρχει το δικό του, άγραφο, φυσικό δίκαιο που εφαρμόζεται από καταβολής κόσμου. Ο νταής είναι ένας ενδιάμεσος κρίκος μεταξύ του αδύναμου και του ισχυρού, που μετατίθεται κατά βούληση πότε στο ένα και πότε στο άλλο στρατόπεδο, ανάλογα με αυτόν που έχει απέναντί του. Το νταηλίκι λοιπόν -ως εν γένει συμπεριφορά του νταή- κατά το ήμισυ αφορά στον εκφοβισμό των αδυνάτων και κατά το υπόλοιπο μισό στην εφαρμογή τουμπεκί -καθότι «δε μας παίρνει».

Κατά συνέπεια, το νταηλίκι είναι άμεσα συνδεδεμένο με την αντίληψη που έχει ο νταής για το περιβάλλον του, ο οποίος συστηματικά χωρίζει βάσει πολυάριθμων κριτηρίων (φυλή, θρησκεία, ιδιότητα, ηλικία, περιουσιακή κατάσταση, πολιτική επιρροή κλπ) τους ανθρώπους γύρω του σε λιγότερο και περισσότερο δυνατούς από αυτόν και κεφαλαιοποιεί αναλόγως, καθότι, ως κακοποιημένο παιδί και μετέπειτα πρόωρος εκσπερματιστής / ανέραστη γυνή, λίγες πια ηδονές αλλά πλείστα απωθημένα του έχουν μείνει σε αυτή τη ζωή.

Πάντως δεν αποκλείεται οι θηλυκοί νταήδες να ολοκληρώνουν την πράξη σε βάρος των συντρόφων τους, ενώ τα θύματά τους έχει παρατηρηθεί ότι συχνά υποφέρουν κι αυτά από πρόωρη εκσπερμάτιση, οπότε δεν μπορεί κανείς να εξάγει ασφαλή συμπεράσματα περί της σύνδεσης της νταηλίδικης συμπεριφοράς με το ανέραστο αποτέλεσμα για τον θύτη. Από την άλλη είναι ένας χαιρέκακος συνειρμός κι όπως επανειλημμένα έχουμε πει το λακριντί είναι τζάμπα.

Συνεπώς, η παραβίαση του χρυσού κανόνα επιβάλλει οι νταήδες να τελειώνουν γρήγορα ή να μην τελειώνουν καθόλου. Όπως λέει κι ο ποιητής «αυτοί που μας προδώσανε ανέραστοι να μείνουν».

Ου γαρ έρχεται μόνον, διότι για όλα (πρέπει να) υπάρχει ένα κόστος –έτσι μας μάθανε, ή τουλάχιστον έτσι θέλουμε να πιστεύουμε εμείς οι νομοτελειακοί. Γιατί έτσι. Τέλος.

Τα παραδείγματα αφιερώνονται στον πλήρως αποπροσανατολισμένο νταή που αποφασίζει και διατάζει και δεν κωλώνει απέναντί μας, αλλά ξεβρακώνεται με ανυπομονησία μπροστά στα συμφέροντα και τους ξένους. Παραγνωριστήκαμε μου φαίνεται...

Ο εκφοβισμός:
Το Δημόσιο αγνοώντας αποφάσεις δικαστηρίων ζητεί ακόμα και προσωποκρατήσεις πολιτών για χρέη εδώ

Η τουμπέκα: Πέντε χρόνια μετά την εκχώρηση του Διεθνούς Κέντρου Ραδιοτηλεόρασης των Ολυμπιακών Αγώνων, έκτασης 53.835 τ.μ. στη Lamda Development του ομίλου Λάτση, την υποβολή προσφυγών κατά της απόφασης αυτής και 2,5 χρόνια μετά τη λειτουργία του πολυτελούς εμπορικού κέντρου Golden Hall, που κατασκευάστηκε εκεί, η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας αποφάσισε, οριστικά, ότι το εμπορικό κέντρο (που είχε χαρακτηριστεί μαζί με το παρακείμενο Mall) ως το «μεγαλύτερο αυθαίρετο της Ευρώπης» δεν είναι αυθαίρετο και έδωσε την τελικη έγκριση για τη λειτουργία του.
Πίσω από την απόφαση αυτή για το Golden Hall, όπως και για όλα τα εμπορικά κέντρα που ανεγείρονται το ένα μετά το άλλο, κρύβεται ένας ανελέητος πόλεμος συμφερόντων, που ιδιαίτερα στην περίπτωση του Golden Hall και του Mall του ομίλου Λάτση έφθασε μέχρι τη Βουλή και προκάλεσε την παρέμβαση τριών πρώην πρωθυπουργών, του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, του Κώστα Σημίτη και του Κώστα Καραμανλή.εδώ

Ο συνδυασμός των δύο από τον βραβευμένο με όσκαρ, χολλυγουντιανό σούπερσταρ, Λούκας Παπάντιμος:
«Η Ευρώπη μας δίνει ψήφο εμπιστοσύνης, ας μην την διαψεύσουμε, αντίθετα ας διαψεύσουμε όσους πιστεύουν ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να τα καταφέρει…
…Σε ερώτηση για τον χρόνο των εκλογών και εάν στην επόμενη Σύνοδο του Ιουνίου θα βρίσκεται στην ίδια θέση απάντησε: «όταν η κυβέρνηση ολοκληρώσει το έργο της, θα ληφθούν οι αποφάσεις για την ημερομηνία προκήρυξης εκλογών. Κι άλλες σχετικές αποφάσεις θα ληφθούν μετά τις εκλογές».εδώ

Καμιά φορά ξεβρακώνεται ο νταής. (από patsis, 12/03/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified