Λέγεται από τηλεπαρουσιαστή, ο οποίος προτρέπει τον καμεραμάν του να εστιάσει σε αυτόν η κάμερα προκειμένου να αναγγείλει κάτι εξαιρετικά σημαντικό στους τηλεθεατές. Το χρησιμοποίησε μέχρι ναυτίας και το καθιέρωσε ο Δημοσθένης Λιακόπουλος, του οποίου αποτελεί προσφιλή ατάκα, όταν πρόκειται να μας εμπιστευτεί επικές λιακούρειες θεωρίες.

Η έκφραση μεταφέρεται (αυτο)ειρωνικώς στον προφορικό ή και διαδικτυακό λόγο, προκειμένου κάποιος να ζητήσει την προσοχή των ακροατών/ αποδεκτών του, όταν πρόκειται να αναγγείλει κάτι και καλούα βαρυσήμαντο. Αυτός που λέει την έκφραση μπορεί και να κάνει τις σχετικές κινήσεις του Λιακό ή, πιο δύσκολα, και να μιμηθεί την αγριοφωνάρα του.

Πάσα: Mr Cadmus.

  1. - Είναι τίμιο νέτο η Δήμητρα, αλλά, η κάμερα σε μένα, όλα τα λεφτά είναι η μικρή αδερφή της η Ειρήνη, που αρχίζει σπουδές στην Πιπάντειο.

  2. Κάμερα σε μένα: Ο ΛΙΑΚΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΘΑΙΝΕΙ (οικονομική) ΚΡΙΣΗ και ΔΑΓΚΩΝΕΙ
    Ακόμα και τα Νεφελίμ μελαγχολούν...
    Ο λαδέμπορας (και ενίοτε εκδότης και συγγραφέας) Λιακόπουλος βλέποντας τις πωλήσεις των βιβλίων του να πέφτουν, μπήκε γενναία και αυτός στο παιχνίδι: Απολύσεις προσωπικού. (Εδώ).

(από Khan, 07/10/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στο βιβλίο του Το Μπουρδέλο (Αθήνα: εκδ. Γράμματα, 1980, σ. 10), ο Ηλίας Πετρόπουλος αναλύει ότι η χαζοπουτάνα είναι η εύκολη γυναίκα, που εκδίδεται χωρίς συμφέρον. Ωσεκτουτού, συνώνυμο είναι η ψυχικιάρα, που κάνει ψυχικά, γαμήσια του ελέους. Μπορούμε, βεβαίως, να το εννοήσουμε λίγο πιο σχετικά ότι πρόκειται για την φτηνή πουτάνα, είτε με την καλή έννοια ότι είναι value for money, είτε με κάποια συμπάθεια που δεν υπερτιμά τον εαυτό της, είτε απλώς με περιφρόνηση.

Σήμερα, ο όρος συνεχίζεται να χρησιμοποιείται ως βρισιά, αλλά καθώς οι μπουρδελοσυνθήκες της γενιάς του Πετρόπουλου δεν έχουν μείνει οι ίδιες, νομίζω ότι συνήθως εννοούμε μία που συνδυάζει τις ιδιότητες της χαζής και της πόρνης, παρά μία που δεν παίρνει όλο το αντίτιμο που μπορεί να πάρει για την έκδοσή της. Αποτελεί και γενική βρισιά για όχι κυριολεκτικές πουτάνες αλλά ξανθιές που κυκλοφορούν στα μήντια και στον δημόσιο βίο.

Επίσης: χαζοπούτανο.

  1. Τωρα οσοι γελαγατε τοτε ,φατε την κουραδα του Γιωργακη !!!
    Μεινετε ανεργοι.ρεμαλια,βαρεμενοι,αχρηστοι,χαπακηδες -πρεζακηδες ,χαζοπουτανες η' πουτανες ,χωρις μελλον ....
    Συνεχιστε να ψηφιζετε τα ιδια κομματα ''εξουσιας''. (Εδώ).

  2. Οπως λες παρτε κοσμε, ομως αυτη η ταλαιπωρη χαζοπουτανα ουτε για τσοντες δεν κανει. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published

Ιταλογενής λέξη από το amore= έρωτας, σημαίνει την ερωμένη, την αγαπητικιά. Παλιά λέξη, την βρήκα στα Απομνημονεύματα του Ιωάννη Μακρυγιάννη να σημαίνει την παράνομη ερωμένη, την γκόμενα, ή παλλακή, ενώ ο Ηλίας Πετρόπουλος την δίνει στο Μπουρδέλο ως συνώνυμο της πουτάνας. Σήμερα σώζεται περισσότερο ως τοπικός ιδιωματισμός, την βρίσκουμε λ.χ. σε κερκυραϊκό λεξικό.

«Τον Δυσσέα τον έχω αντίζηλον, τον Αλέξη Νούτζο το-ίδιο, τον Παλάσκα δια το κέφι μου καλό είναι να χαθή, να κάμω την γυναίκα του μορόζα». Καθώς την έκαμε και την έχει ως την σήμερον μέσα-εις το σπίτι του σαν γυναίκα του. (Γράφει ο Μακρυγιάννης για τον Κωλέττη, δες).

Got a better definition? Add it!

Published

Παλιά λέξη, τουλάχιστον από τις αρχές του 20ου αιώνα, που έχει διασωθεί σε ομώνυμο ρεμπέτικο.

Πιο κυριολεκτικά σημαίνει αυτήν που κλέβει παξιμάδια για να ζήσει, άρα μια γυναίκα εξαιρετικά φτωχή και επισφαλή.

Κατ' επέκταση, δηλώνει και πόρνη πολύ χαμηλής στάθμης, φτηνή πουτάνα, κυρίως του τύπου καλντεριμιτζού, δηλαδή που κάνει πιάτσα στο πεζοδρόμιο, ή απλώς μια φτωχή σπιτωμένη- μορόζα. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις η έμφαση είναι στην ευτέλεια του αντιτίμου με το οποίο μπορεί να ικανοποιηθεί η τοιαύτη ελευθέριος γυνή, ώστε να γυρίσει σχετικά εύκολα ο τροχός.

Πολύ ενδιαφέρουσες αναλύσεις του όρου βρίσκουμε στο ιστολόι του Νίκου Σαραντάκου, όπου συσχετίζεται με τον όρο παξιμάδα. Εδώ βρίσκουμε και δύο γλαφυρές παρατηρήσεις- υποθέσεις για την προέλευση της λέξης. Σύμφωνα με την μία παρατήρηση, παξιμαδοκλέφτης λέγεται ο άγιος Νικόλαος, πιθανόν επειδή «η παρατεταμένη νηνεμία ακινητοποιούσε παλιά το πλοίο κι έτσι αργούσε να φτάσει στο λιμάνι και οι ναύτες αναγκάζονταν να εξαντλήσουν τα αποθέματα των τροφών τους -που βέβαια ήταν κυρίως γαλέτες». Άραγε να υποθέσουμε κάποιον συσχετισμό της παξιμαδοκλέφτρας με τα παξιμάδια των ναυτικών; Η δεύτερη υπόθεση βρίσκεται στο rembetiko.gr και αναφέρεται στις «καλντεριμιτζούδες που διπλαρώνανε στους καφενέδες της Ομόνοιας και πέριξ τους θαμώνες προς άγρα πελάτη ή έστω της αρπαγής του μικρού παξιμαδιού που ήταν στο πιατάκι του καφέ και σερβιριζόταν μαζί». Βεβαίως, παξιμάδια υπάρχουν παντού και όχι μόνο στην Ομόνοια, οπότε δεν υπάρχει ιδιαίτερος λόγος να ασπαστούμε ειδικά αυτήν την υπόθεση, πάντως, σε κάθε περίπτωση πρόκειται για μια πεινασμένη πόρνη εξαιρετικά επισφαλή.

Σήμερα, η έκφραση είναι άρρηκτα δεμένη με το ομώνυμο ρεμπέτικο, οπότε όταν αναφερόμαστε σε παξιμαδοκλέφτρα εννοούμε μια γυναίκα πολύ ταπεινής προέλευσης που στην συνέχεια μεγαλοπιάστηκε επειδή είχε την τύχη να ανέλθει κοινωνικώς με το σπαθί της.

  1. Kate Μiddleton: Ήσουνα τι ήσουνα μια παξιμαδοκλέφτρα. Άστραψε και βρόντηξε η Ελισάβετ στο Buckingham, καθώς η Kate - Catherine την έκανε έξαλλη! Τι έκανε η σύζυγος του πρίγκιπα William; Θέλησε να φωτογραφηθεί για λογαριασμό μεγάλου περιοδικού μόδας!
    Ποιός είδε την βασίλισσα και δεν την φοβήθηκε, λένε τα δημοσιεύματα, σαν έμαθε πως η Δούκισσα σκοπεύει να ποζάρει για λογαριασμό της αμερικανικής «Vogue», δίνοντας έτσι και την πρώτη της συνέντευξη σε γυναικείο περιοδικό. Πίεση ανέβασε η γιαγιά και μόνο μπιέλα δεν έκαψε σου λέει... Δεν φτάνει που την κάνανε Δούκισσα, θέλει και «Vogue» το παλιοκόριτσο; Α πα πα... Ο λόγος της άρνησης, σύμφωνα πάντα με όσα γράφονται, δεν είναι ότι η Ελισάβετ ζήλεψε και ήθελε να φωτογραφηθεί και εκείνη. (Εδώ).

  2. Ήσουνα τι ήσουνα μια παξιμαδοκλέφτρα
    Τώρα που σε πήρα εγώ, γυρεύεις σούρτα-φέρτα

Ήσουνα ξυπόλητη και γύρναγες στους δρόμους
Τώρα που σε πήρα εγώ, γυρεύεις ιπποκόμους

Ήσουνα ξυπόλητη και μάζευες τους σπόρους
και τώρα που σε πήρα εγώ, ζητάς αεροπόρους (Το κλασικό άσμα).

  1. Ἤσουνα μιὰ μαλλιαρὴ καὶ διάβαζες Δελμοῦζο
    τώρα ποὺ σὲ πῆρα ἐγὼ προπερισπᾷς τὸ οὖζο.

Ἤσουν ῥεπόρτερ τοῦ Καπνᾶ στὴν κόκκινη ἐξορία
τώρα ποὺ σὲ πἦρα ἐγὼ μοῦ βάζεις καὶ βαρεῖα.

Ἤσουν τῆς δημοτικῆς κι ὥξυνες τὸν Τιτᾶνα
τώρα ποὺ σὲ πῆρα ἐγὼ δασύνεις τὴν Ἁβάνα.

Ἤσουν φραγκοχιώτισσα καὶ ἔγραφες στὰ γκρῆκλις
τώρα ποὺ σὲ πήρα ἐγὼ φωνάζεις ὧ Περίκλεις.
(Παραλλαγή εδώ σχετικά με δημοτικές και αρχαϊζουσες).

(από Khan, 12/10/11)(από Khan, 24/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καταρχήν ο οίκος ανοχής, το μπουρδέλο. Κατ' επέκταση, αποτελεί βρισιά για οποιοδήποτε σπίτι, οικογένεια και δη για το γήπεδο της ομάδας αντίπαλου φιλάθλου. Συχνά ενταγμένο σε βρισιές όπως «γαμώ το πουτανόσπιτό σου», «το πουτανόσπιτό σου μέσα» κ.τ.ό.

  1. Καλά τους τρέντηδες που βγαίνουν για φαί- πιοτό στα δηθενάδικα στο Μετάξι δεν τους ενοχλούν τα πουτανόσπιτα που είναι σειρά το ένα μετά το άλλο;

  2. Κοιταξτε εναν που θελει να ειναι και βαζελος το πουτανοσπιτο του μεσα (Εδώ).

  3. να γκρεμισω το πουτανοσπιτο σου ρε κωλοτρυπιδακι; (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το όνομα του Γενοβέζου εξερευνητή Χριστόφορου Κολόμβου χρησιμοποιείται ενίοτε για να δηλώσει τον κολομπαρά, δηλαδή τον ενεργητικό ομοφυλόφιλο που του αρέσουν τα αγοράκια, ή κατ΄ επέκταση τον ομοφυλόφιλο εν γένει.

Το λολοπαίγνιο είναι αρκετά προφανές: Από το κολομπαράς (βλ. εδώ για ετυμολογία) προκύπτουν διάφοροι τύποι όπως κωλόμπα, λόμπα, λόμπας, κωλόμπος. Αυτό το τελευταίο ειδικά, δηλαδή το κωλόμπος, μπορεί να υποστεί μια τροποποίηση που θυμίζει το φαινόμενο του υπεραστισμού/ υπερδιόρθωσης, λ.χ. της μοδός, ή ψευδοκαθαρευουσιάνικους τύπους όπως ακομβίωτος, και να γίνει κολόμβος.

Το πλεονέκτημα αυτής της τροπής είναι ότι θυμίζει τον Χριστόφορο Κολόμβο. Αυτό είναι έτσι κι αλλιώς σλανγκικώς πρόσφορο καθώς ο εν λόγω κολομπαράς συνδέεται με ένα αιώνιο σελεμπριτόνι, και μπορεί ο όρος να χρησιμοποιηθεί και συνθηματικά. Υπάρχει όμως και το επιπλέον ότι καθώς ο Χριστόφορος Κολόμβος (επαν)ανακάλυψε την Αμερική αποτελεί συνήθη στόχο των αντιαμερικάνων που θέλουν να βρίσουν τις Η.Π.Α. για την πολιτική τους, οπότε κυκλοφορούν εκφράσεις όπως γαμώ την περιέργεια του Κολόμβου, ή και ευθέως γαμώ τον Χριστόφορο Κολόμβο τον πούστη (πούστης= περσινός κολομπαράς). Και γενικότερα σκεφτόμαστε ότι ο Χριστόφορος Κολόμβος ήταν πολύ περίεργος ώστε να ψάξει μια νέα ήπειρο, οπότε θα ήταν περίεργος και σε άλλα θέματα.

Εξάλλου, μην ξεχνάμε ότι το όνομα Χριστόφορος υβρίζεται συχνά ως λογοκριμένη τροπή του θείου ονόματος του Χριστού, για να αποφευχθεί το γαμωσταυρίδι, οπότε έχουμε βρισιές, όπως γαμώ τον Χριστόφορο τον πούστη, που περαιτέρω εμπεδώνουν την πεποίθηση ότι ο Κολόμβος την ανακάλυπτε την ήπειρο.

Η (α)γωνία του γερμανού μεταφραστή: Η έκφραση χρησιμοποιείται πολύ πιο σπάνια από το κολόμπος, περισσότερο ως λολοπαίγνιο παρά ως παγιωμένη αργκοτική έκφραση και το βρίσκει κανείς με δυσκολία στον γούγλη.

Πάσα: Αόρατη Μελάνη.

  1. Πωπωπω! Gay δημοσιογράφος στο MEGA; Τι είδηση… Μεσοπρόθεσμο, εξαθλίωση, εξόντωση του λαού, αλλά το διαδίκτυο κατακλύζεται με μία φημολογία περί σκανδάλου μεταξύ γνωστού, ομοφυλόφιλου δημοσιογράφου του MEGA τον οποίον έχει καταγράψει ο εραστής του σε ερωτικές στιγμές και τον απειλεί.
    Εδώ αρχίζει το μέγιστο δούλεμα. Γιατί; Μα εάν υπάρχει τέτοιο βίντεο και διαρρεύσει, αυτός που θα το κάνει πάει μέσα για κακούργημα! Ο “κολόμβος εκβιαστής”δηλαδή, την έχει βαμμένη με το που κυκλοφορήσει το βίντεο σε οποιονδήποτε δίαυλο. (Εδώ).

  2. - κοίτα που από κολομπαρίστες μου καταντήσατε κολομπίνοι
    - κολομβοι θα λες... (Εδώ).

(από Khan, 25/10/11)(από Khan, 25/10/11)(από Khan, 25/10/11)(από Khan, 25/10/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η Κολομπίνα είναι χαρακτήρας της Commedia dell'Arte, ερωμένη του Αρλεκίνου και σύζυγος του Πιερό. Σλανγκικώς, σημαίνει τον κολομπαρά ή και τον ομοφυλόφιλο εν γένει.

Για την έκφραση βλ. και λουμπίνα. Είναι γνωστό ότι και πριν τις θεσμοθετημένες πουστοπαρελάσεις, το ντέφι κι η Αποκριά ήταν του πούστη η χαρά, οπότε δεν προκαλεί εντύπωση ο συσχετισμός ενός γκέι με έναν χαρακτήρα του καρναβαλιού και δη τον κατ' εξοχή γυναικείο. Ωστόσο, καθοριστικός είναι εν προκειμένω ο συσχετισμός με την λέξη κολομπαράς και τα παράγωγα κωλόμπα, κωλόμπος, οπότε κολομπίνα είναι και το χαϊδευτικό της κολόμπας για τους φίλους της. Ενώ πιο μακριά ακόμα μπορούν να γίνουν παρετυμολογικοί συσχετισμοί με τις λέξεις κώλος και μπινές.

Νομίζω ότι στον ανωτέρο συνδυασμό βρίσκεται η γοητεία της έκφρασης: Έχουμε, δηλαδή, μία κολόμπα (με την ευρεία έννοια χωρίς περιορισμό στον ενεργητικό γκέι και μόνο) που έχει όλην την χάρη μιας έφηβης κολομπίνας μασκαρεμένης ένεκα πουστογλεντιού.

Η έκφραση χρησιμοποιείται πολύ ως βρισιά και στο πλαίσιο κραξίματος. Υπερθετικός: πρώτη κωλομπίνα.

  1. Κωλομπινα ήρθες πάλι να τις αρπάξεις;; ...αυτες οι εμμονορροϊδες τι σου κάνουν ε; σ΄εχουν ξευτελισει μιλαμε!!! (Εδώ).

  2. Oυστ μωρη κωλομπινα που μας το παιζεις και απελευθερωμενη και το φωναζεις κιολας ... σε φανταζομαι με ροζ κορδελιτσες στα μαλλια και φουστιτσα και να τραγουδας .... «τ'αγορι μου τ'αγορι μου τ'αγορι μου γλυκο και τραγανο σαν καραμελα .... » (Εδώ).

Η δόκιμη κολομπίνα διά χειρός Maurice Sand (από Khan, 25/10/11)(από Khan, 26/10/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτή που μοιάζει με πόρνη.

Όπως γενικότερα οι λέξεις με β' συνθετικό, το -φατσα μπορεί είτε να χρησιμοποιηθεί για μια όντως πόρνη με πανηγυρικό τρόπο, ότι δηλαδή, για να το θέσω αριστοτελικώς, εκπληρώνει την ειδοποιό διαφορά της και άρα πετυχαίνει τον σκοπό της σε αυτήν την ζωή, με άλλα λόγια είναι και πουτάνα και πουτανόφατσα, οπότε γουστάρουμε, είτε για μία που δεν είναι πόρνη, αλλά θα είχε τα προσόντα να γίνει, οπότε αποτελεί une putain ratée, λ.χ. κάποια τηλεπαρουσιάστρια, ηθοποιό, μοντέλα ή άλλη περσόνα της σόου βυζ.

Πάλι μου είναι δύσκολο να ορίσω τι συνιστά μια πουτανόφατσα, και θα προτιμούσα να αφεθεί αποφατικώς. Ωστόσο, για να γίνεται κουβέντα, θα έλεγα με κίνδυνο να γίνω μπανεύκολος ότι όπως και για την τσοντόφατσα χαρακτηριστικό της πουτανόφατσας μπορεί να είναι το ακραίο μοντιφάρισμα, δηλαδή κονάτα τσιμπουκόχειλα, πλαστικές στη μύτη, ίσως μπότοξ, τσιμπουκο-πίρσινγκ, εξτένσιονς στα μαλλιά, ψωλάριουμ και πιο κάτω Σίλικον Βάλεϋ και τσουλόσημο. Μάλλον, όμως, το πιο χαρακτηριστικό είναι το ξελιγωμένο βλέμμα με συνδυασμό οικειότητας και πόθου, και μια αύρα που σε κάνει να καταλάβεις ότι εδώ δεν χωράνε πουτανιές. Δηλαδή η διαφορά της τσοντόφατσας από την πουτανόφατσα είναι κττμγ ότι η πρώτη είναι εκφυλόφατσα αλλά με μια αίγλη φωτοσοπαρισμένου σελεμπριτονίου, ενώ η δεύτερη έχει κάτι από το οικείον μιας γυναίκας «της γειτονιάς που ξέρει τι θα πει χιονιάς». Για την πουτανόφατσα επίσης παίζει μεγαλύτερο ρόλο το κούνημα και το τσαχπινογαργαλιάρικο σεχ απήλ.

Δύο παρατηρήσεις ακόμη: 'οπως παρατηρεί η Ιρονίκ, ο όρος μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τις «εν αποστρατεία τσατσές» και πρώην πόρνες. Συναφώς όταν βλέπουμε μια μεγάλης ηλικίας κυρία που θέλει να ζήσει μια καθόλα ενάρετη και άμεμπτη ζωή, αλλά η φάτσα της την προδίδει. Θέλει η πουτάνα να κρυφτεί και η πουτανόφατσα δεν την αφήνει. Παραπέμπω στον αριστουργηματικό ορισμό του Χοτζός για την παπαδοξηλώτρα, που περιέχει όλες τις λεπτομέρειες.

Δεύτερον, χρησιμοποιείται συχνά ως βρισιά. Ενίοτε και για άντρα που διαθέτει εκφυλόφατσα τ. τσοντόφατσα, αλλά θέλουμε να τον μειώσουμε ακόμη περισσότερο, οπότε τον χαρακτηρίζουμε ως πουτανόφατσα.

  1. - Δεν σταματάω να χύνω όταν βλέπω αυτήν την μουνάρα, έχει κάτι μπουτάρες και κάτι βυζάρες και μια πουτανόφατσα αχ είναι σκέτη καύλα η γυναίκα.
    - Είναι η κλασσική γραμματειόφατσα που σου φέρνει το πρωί τον φάκελο με τις εκκρεμότητες και για να πάει καλά η μέρα σου παίρνει έναν τσίμπουκο μέχρι να στραγγίξεις. (μουνάρες ντοτ τι βι για ενήλικους).

  2. Παλια πουτανα με καλο service και πουτανοφατσα !!! Milf για τα δικα μου standard!!! Τα λεφτα πιανουν τοπο εαν δεν σας νοιαζει η μαπα ! (από μπουρδελοσάη).

  3. Σκατά στην πουτανοφατσα του αναρχικού εβραιου !! Υψιστη τιμή για κάθε αριστοκράτη νάζι το να του πάρει το κεφάλι και να το κρεμάσει. («Εμετική» αναφορά σε αριστερό αγωνιστή κάπου στο δίχτυ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνήθης έκφραση που πρέπει να μελετηθεί μαζί με την έκφραση που αναλύθηκε στο λήμμα στο χωριό μου, η οποία έχει συνήθως την μορφή «αυτό στο χωριό μου το λένε x».

Στην περίπτωση που απασχολεί τον παρόντα ορισμό (ο αναγνώστης καλείται να δει εξαρχής τα παραδείγματα για να γίνει αμέσως αντιληπτό περί τίνος πρόκειται) συμβαίνει το εξής: προηγείται μια πολύ εντυπωσιακή έκφραση και έπεται ως συμπλήρωμα το «που λένε και στο χωριό μου». Η εντυπωσιακή έκφραση έχει ένα ή και τα δύο από τα παρακάτω χαρακτηριστικά: α) είναι σε ξένη γλώσσα, β) ανήκει σε κάποιο ιδίωμα είτε τεχνικό- επαγγελματικό, τ. jargon, είτε ελιτίστικο-κουλτουριάρικο, είτε σε ξύλινη γλώσσα.

Με το συμπλήρωμα «που λένε και στο χωριό μου», ο ομιλητής πετυχαίνει καταρχήν μια ειρωνεία, αφού το εντυπωσιακό και εκλεπτυσμένο που έχει πει έρχεται σε αντίθεση με τον αγροίκο λόγο που υποθέτουμε ότι χειρίζονται σε ένα χωριό.

Περαιτέρω μπορούμε να κάνουμε διάφορες ερμηνευτικές προσπελάσεις για τους λόγους που χρησιμοποιείται η έκφραση, πέρα από την προφανή ειρωνεία:

  1. Ο ομιλητής επιχειρεί μια captationem benevolentiae (που λένε και στο χωριό μου). Δηλαδή πρώτα εντυπωσιάζει τον ακροατή με την ψαγμενιά που λέει, αλλά επειδή υπάρχει ο κίνδυνος να προκαλέσει χλεύη και φθόνο αν η έκφραση φανεί υπερβολικά πομπώδης και εκτός συμφραζομένωνε, επικαλείται το χωριό του εν είδει ταπεινοσχημίας, ώστε να κερδίσει ταυτόχρονα πέρα από τον εντυπωσιασμό και την συμπάθεια του ακροατή, όπως συμπαθούμε κάποιον που μιλάει ένα χωριάτικο τοπικό ιδίωμα. Αυτή παρεμπιπτόντως ήταν και η αρχική σημασία της ειρωνείας (λ.χ. της ειρωνείας του Σωκράτους) στην δημοκρατική αρχαία Αθήνα, όπου κάποιος καλείτο ταυτόχρονα να εντυπωσιάσει τον αθηναϊκό δήμο, αλλά και να τον κολακεύσει βάζοντάς τον σε ανώτερη θέση από τον ίδιο, ώστε να μην πάθει ζημιά από την ζήλια του. Οπότε η έκφραση λειτουργεί σαν ένα μετά συγχωρήσεως, με το συμπάθιο, ήτοι «συμπαθάτε με που είμαι ανώτερος από εσάς, μην μου κρατάτε κακία».

  2. Μπορεί να συμβαίνει και κάτι διαφορετικό έως αντίστροφο. Εφόσον την έκφραση την λέει ένας εκ γενετής Αθηνέζος ή άλλος πρωτευουσιάνος ή αλλοτριωμένη νεολέρα που δεν έχει καμία ρίζα τοπικής κοινότητας να επικαλεστεί, τότε μπορεί να σημαίνει μια πανηγυρική διεκδίκηση απεδαφικοποίησης (deterritorialization που λένε και στο χωριό μου). Δηλαδή παραδέχομαι ότι είμαι εκκρεμής χωρίς χωριό, αλλά επιλέγω δίκην φαντασιακής αυτοθέσμισης να κάνω χωριό μου μια απεδαφικοποιημένη κοινότητα. Λ.χ. τον αγγλικό / αμερικάνικο / γαλλικό / γερμανικό πολιτισμό του οποίου χρησιμοποιώ εκφράσεις σαν να ανήκω οργανικά σε αυτόν, ή μια επαγγελματική κοινότητα, μια κοινότητα πνεύματος. Όλα αυτά είναι πολύ συνήθη στην εποχή του Διαδικτύου, όπου μπορούμε να ανήκουμε σε άυλους τόπους, θα λέγαμε σε ιδεατά χωριά. Σε αυτήν την περίπτωση πανηγυρίζω ότι έχω υπεραναπληρώσει την έλλειψη χωριού και παράδοσης με μια φαντασιακή ταυτότητα στην οποία έχω εισέλθει ως οιονεί συγχωριανός.

  3. Μπορεί να υπάρχει ένα παίγνιο μεταξύ μερικότητας και καθολικότητας, το οποίο αναλύεται και στο λήμμα στο χωριό μου. Δηλαδή ενώ όταν αναφέρομαι στο χωριό μου περιμένουμε ότι θα πω κάτι μερικό-τοπικιστικό, εγώ αντιθέτως λέω κάτι καθολικό, οπότε κάνω τον συνομιλητή μου να προβληματιστεί. Και εδώ έχουμε ταπεινόλογη ειρωνεία για να αδράξω την καλή διάθεση του συνομιλητή. Δηλαδή δεν του την λέω κατευθείαν ότι αυτό που λέω έχει καθολική ισχύ, αλλά διά μαιευτικής τον βάζω μόνο του να σκεφτεί μήπως αυτό που λένε στο χωριό μου ισχύει και στην περίπτωσή του.

Ωστόσο νομίζω ότι πρέπει να διακρίνουμε τις δύο εκφράσεις. Όταν λέμε «στο χωριό μου αυτό το λένε x», τότε η έμφαση είναι όντως στο ότι αυτή η αξιολόγηση έχει καθολική σημασία, οπότε καταγγέλουμε εμμέσως πλην σαφώς τον συνομιλητή. Όταν λέω «x που λένε και στο χωριό μου», τότε η έμφαση είναι στο ότι είπα κάτι πολύ έξυπνο, και το χωριό είναι απλώς δευτερεύουσα συμπληρωματική ταπεινολογία.

Παρά την διαφορά, όμως, υπάρχει και στην δεύτερη αυτή περίπτωση που εξετάζουμε εδώ το παιχνίδι μερικότητας και καθολικότητας. Ακόμα και αν χρησιμοποιήσω μια δύσκολη βαρύγδουπη έκφραση θα υπαινιχθώ με αυτόν τον τρόπο εμμέσως ότι ο συνομιλητής θα έπρεπε να την ξέρει γιατί αυτή έχει καθολική αξία. Κι αν δεν την ξέρει είναι βλάκας.

Εδώ παίζει και η επίκληση στην διαφορά μεταξύ της σοφίας του χωριού και του νεοπλουτισμού του πρωτευουσιάνου. Δηλαδή θεωρούμε ότι το χωριό έχει μια βαθύτερη σοφία, στην οποία δεν υπάρχει άμεση πρόσβαση και ο πρωτευουσιάνος μπορεί από επιφανειακότητα και νεοπλουτίστικη καφρίλα να αδιαφορήσει για αυτήν. Οπότε κατά παρόμοιο τρόπο, ο συνομιλητής δεν πρέπει να αδιαφορήσει για την σοφία που είπα, ακόμη κι αν είναι δύσκολο να μετάσχει σε αυτήν, γιατί σε τελική ανάλυση (θα έπρεπε να) τον αφορά.

Τέλος, να παρατηρήσω ότι τα όρια μεταξύ των δύο αυτών εκφράσεων «αυτό στο χωριό μου το λένε x» και «x που λένε και στο χωριό μου» δεν είναι στεγανά, και ενίοτε η δεύτερη έκφραση λέγεται με την ίδια σημασία, όπως η πρώτη, καθώς στο παράδειγμα 4, ενώ και το αντίστροφο μπορεί να συμβεί. Εξάλλου είναι προφανές ότι η αφετηρία των δυο εκφράσεων είναι κοινή, δηλαδή κάποιο γνωμικό χωριάτικης σοφίας, όπως στο παράδειγμα 1. Αυτή η αφετηρία είναι που τρέπεται στη συνέχεια με δύο διαφορετικούς τρόπους, είτε με το να αντικαταστήσουμε την χωριάτικη σοφία από μια κοινοτοπία, για να καταγγείλουμε τον συνομιλητή (λ.χ. αυτό στο χωριό μου το λένε κακογουστιά), είτε με μία επιτηδευμένη ελιτίστικη σοφία (όπως στα παραδείγματα 3).

  1. Ζήσε Μάη μου, να φας τριφύλλι, που λένε και στο χωριό μου... (Κλασική χρήση εδώ).

  2. α) :) Μιλ μερσι,που λενε και στο χωριο μου. (Λίγο πιο επιτηδευμένο εδώ).

β) Shit happens που λενε και στο χωριο μου (Εδώ)

γ) Πολυ πολυ καλο νεο!!!Keep up the good work που λενε και στο χωριο μου! (Εδώ).

δ) I stand corrected που λένε και στο χωριό μου. (Εδώ).

ε) Μην κραζετε τον Βουτσινιτς γιατι μπορει να μην φαινετε και να μας εκνευριζει σε ολο το ματς αλλα εχει the magic touch που λενε και στο χωριο μου. (Εδώ).

  1. α) Το Dropbox είναι ένα εργαλείο το οποίο χρησιμοποιείται για online storing, sync και backup, που λένε και στο χωριό μου. (Εδώ).

β) Με αυτά που έκανες έγινες agent provocateur που λένε και στο χωριό μου.

γ) Πρέπει να μας εξηγήσεις ποιο είναι το διακύβευμα, που λένε και στο χωριό μου.

  1. (δεν προτείνεται και δεν πρόκειται να το αναλύσω γιατί απλά είναι «γυφτοδουλειά» που λένε και στο χωριό μου! (Εδώ).

(από Khan, 22/01/14)Στο 2.56. (από Khan, 07/07/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Την εποχή που λεφτά υπήρχαν (όπως υπήρχαν) επρόκειτο για το δάνειο που έπαιρνε ένα μελλόνυμφο ζευγάρι για τα έξοδα του γάμου τους.

Μεταξύ των διαφόρων δανείων τ. δανειοδάνειο, διακοποδάνειο, μπουζουκοδάνειο, πλαγιοδάνειο, πουτανοδάνειο, στριπτητζοδάνειο, ψοφοδάνειο κ.ά. το γαμοδάνειο έχει την ιδιαιτερότητα ότι μπορεί να λεχθεί με αγανακτισμένο επιτονισμό όπως λ.χ. το γαμοχώραφο, για τα λεφτά που έπρεπε να πληρώσει κανείς για το γάμο, συχνά πάνω από 15.000 Ευρώ στην εποχή της μεγάλης φούσκας.

Κατ' επέκταση, αν θεωρηθεί το α' συστατικό της λέξης ως προερχόμενο όχι από το ουσιαστικό γάμος, αλλά από το ρήμα γαμώ με την υβριστική σημασία, μπορεί να θεωρηθεί και ως ύβρη για οποιοδήποτε δάνειο, ή συνηθέστερα ως μια επιτομή όλων των λάθος δανείων που πήρε ο Νεοέλληνας.

  1. διοτι εκτος απο το γαμοδανειο, φροντισαμε να παρουμε διακοποδανειο για να παμε ενα πλουσιο ταξιδι του μελιτος, πηραμε εορτοδανειο για να κανουμε δωρακια στα πεθερικα μας εκατερωθεν, πηραμε στεγαστικο δανειο για να στησουμε τη φωλιτσα μας και εναν διακανονισμο για μια καθωσπρεπει BMW διοτι μερικοι εκτος απο την ηλικια γαμου ερχονται και σε «Ηλικια BMW». (Εδώ).

  2. ... και ωθεί το μέσο έλληνα σε ατομική κατανάλωση χωρίς όριο...
    βάζοντάς τον να παίρνει στεγαστικά, επισκευαστικά,καταναλωτικά, διακοποδάνεια,εορτοδάνεια,γαμοδάνεια και γενικώς γαμησοΔΑΝΕΙΑ... (Εδώ).

  3. Διακοποδάνεια, γαμοδάνεια (από αυτά που ο άλλος έχει κάνει παιδί, έχει χωρίσει κι ακόμη το πληρώνει), δάνεια για αυτοκίνητο, γι' αδυνάτισμα... (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified