Ο Ιησούς Χριστός στα καλιαρντά.

Βρήκα την λέξη στον Ηλία Πετρόπουλο. Το γκοντο- , που προέρχεται πιθανώς από το αγγλικό god είναι σύνηθες α' συστατικό λέξεων των καλιαρντών και σημαίνει κάτι το θεϊκό, ή ο,τιδήποτε έχει σχέση με τον Θεό και την θρησκεία (λ.χ. γκοντοδούλα= ο άγγελος, γκοντοζητιανεύω= προσεύχομαι, γκοντοζητιανιάρα= η θεούσα). Τεκνό είναι το γνωστό μας τεκνό, εν προκειμένω ο παις Κυρίου, είτε ο ξανθομάλλης γαλανομάτης αμερικλάνος τζήζας, είτε ο γλυκύς και μελαγχολικός πλην ναζωραίος (φραγκο-)Ίνρι.

Σε κάθε περίπτωση οι εκφέροντες την σλανγκιάν ταύτην ευλαβείς καλιαρντοί διήγαν τον μάταιον τούτο βίον περιμένοντας το γκοντότεκνο.

- Γκοντοζητιανεύει στο γκοντότεκνό η γκοντοζητιανιάρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αστειατόρικη έκφραση που σημαίνει «είσαι ωραίος» ή σωραίος. Λέγεται επιβραβευτικά όταν κάποιος έχει κάνει ή πει ή εξιστορήσει κάτι ωραίο. Δηλαδή από τον χαρακτηρισμό ναζωραίος για τον Χριστό κρατάμε μόνο το τέλος «ωραίος». Πιθανότατα επέδρασε και αυτό το ανέκδοτο για την έκφραση, η οποία πάντως είναι, νομίζω, λιγότερο συχνή από τα ζαγωραίος και Ζαγοράκης.

  1. - Παιδιά αφήστε θα κεράσω εγώ, αύριο είναι τα γενέθλιά μου!
    - Ναζωραίος!

  2. Ο παλιός είναι ωραίος, κι ο νέος είναι Ναζωραίος (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published

  1. Ως εμφάνιση: Ο πολύ χοντρός άνθρωπος. Δηλαδή αυτός που έχει κρέατα όχι μόνο για τον εαυτό του, αλλά και για να πουλήσει το απόθεμα σε άλλους. Το -πωλείο εδώ μπορεί να συσχετισθεί και με το -εμπορας, λ.χ. στα κακαδέμπορας, κουραδέμπορας, όπου κάποιος εμφανίζεται να προτείνει προς πώληση αηδιαστικά μέρη του κορμιού του (και μεταφορικώς βεβαίως) ή με το αγγλικό -monger. Στο κρεοπωλείο βέβαια η έμφαση είναι περισσότερο στην περίσσεια των κρεάτων που επαρκούν και για εξαγωγή. Κυρίως λέγεται ως κινητό κρεοπωλείο.

  2. Στο μπουρδελοϊδίωμα είναι περίπου συνώνυμο του μπριζολάδικο, δηλαδή σημαίνει ευαγές ίδρυμα όπου προσφέρεται πλήρες σεχ. Βέβαια πρόκειται περισσότερο για ασθενή μεταφορά παρά για παγιωμένο τεχνικό όρο, όπως το μπριζολάδικο. Μια μεταφορά, η οποία έχει κάπως ηθικολογική χροιά και καυτηριάζει το γεγονός ότι πωλείται πλήρες σεξ, ως μή όφειλε. Λ.χ. θα χαρακτηριστεί λιγότερο ως κρεοπωλείο ένα μπουρδέλο, ενώ περισσότερο ένα στριπτιτζάδικο ή μασατζίδικο ή άλλα μέρη που δεν προσφέρουν επίσημα παρόμοιες υπηρεσίες. Η μεταφορά κρεοπωλείο θίγει εν προκειμένω α) το ότι δεν υποτίθεται ότι προσφέρεται η πλήρης αυτή υπηρεσία στο εν λόγω γαμαζί, β) ότι αυτό παρ΄ όλαφ τα γίνεται με την ενθάρρυνση της διεύθυνσης του γαμαζιού και όχι από πρωτοβουλία μιας επιμέρους κορασίδας. Εφόσον βέβαια πρόκειται για απλές μεταφορές, η χρήση ποικίλλει.

Εξάλλου, ο όρος κρεοπωλείο χρησιμοποιείται ευρύτερα ως ηθικολογική μεταφορά για να καυτηριαστεί η επίδειξη ή σεξουαλική εργαλειοποίηση ανθρώπινης σάρκας, λ.χ. και σε παραλίες, πλατείες, νυφοπάζαρα και όπου.

- Τον φίλο σου, το κινητό κρεοπωλείο τι τον έφερες; Αφού έχει τον γκομενοδιώκτη.

- Παλιά κάναμε και τον χαβαλέ μας στο γαμαζί, πίναμε το ποτάκι μας, λέγαμε καμιά μαλακιούλα. Τώρα που έχει γίνει κρεοπωλείο και μαζεύεται όλη η καυλοπιτσιρικαρία στην ουρά για να κουρτινιάσει, τι να ευχαριστηθείς;
(Παράπονο πουρέιτζερ για την εκτράχυνση των γαμαζιών).

Στο 0.20 γράφει "το κρεοπωλείο της νέας εποχής". (από Khan, 08/11/11)(από Khan, 09/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο φτωχοφουκαράς.

Ετυμολογικώς: faqir είναι αραβική λέξη που σημαίνει φτωχός και μας έχει δώσει και το φακίρης. Ο φουκαράς που σημαίνει πάλι τον φτωχό και κατ' επέκταση τον καημένο, τον δύσμοιρο μας έρχεται από το τουρκικό fukara. Εδώ βρήκα την ενδιαφέρουσα πληροφορία: «Μία λέξη στην οποία η κατάληξη αραβικού πληθυντικού اء επιβίωσε στα τούρκικα ως -a και πέρασε στα ελληνικά μετατρεπόμενη σε κατάληξη ενικού -ας είναι ο φουκαράς. Ο ενικός στα αραβικά είναι فقير (φακίρ) που μας έχει δώσει τον φακίρη. Ο πληθυντικός είναι فقراء (φουκαρά) που μας ήρθε μέσω τουρκικών». Δες και εδώ. Φαίνεται, δηλαδή, ότι ο φακίρ φουκαράς αποτελεί έναν πλεονασμό, σαν να λέμε πτωχόπτωχος ένα πράμα, ή, υπερθετικό του στυλ πτωχός πτωχών, δηλαδή ο πτωχότερος των πτωχών, ο πτωχότερος από όλους τους πτωχούς, κατά το βασιλεύς βασιλέων, δούλος δούλων κ.ο.κ.

Ο όρος σημαίνει τον πάτο μιας κοινωνικής ιεραρχίας/ πυραμίδας. Στα παραδείγματα 1α και 1β ο όρος χρησιμοποιείται για την χαμηλότερη κοινωνική τάξη κατά την επανάσταση του 1821, ενώ στα επόμενα γίνεται χρήση στο ελληνικό ή και στο παγκόσμιο σήμερα (Τρίτος Κόσμος κιέτσ'). Μπορεί να ειπωθεί με μια δόση καζαντζιδισμού του στυλ «εδώ δεν πληρώσαν τόσοι και τόσοι ο φακίρ φουκαράς θα βγάλει το φίδι από την τρύπα;» ή για να δηλώσει το ανθρωπάκι, τον τελευταίο τροχό της αμάξης, την τελευταία τρύπα του ζουρνά, αυτόν που δεν θα αφήσει σπουδαία ίχνη στον ρου του ιστορικού γίγνεσθαι.

  1. α. Οι κοινωνικές δυνάμεις του '21 -ταξικά ιδωμένες- απαρτίζονται από τους κοτζαμπάσηδες ιδιοκτήτες γης, από τον κλήρο, από τους καραβοκυρέους των νησιών, από τους αρματολούς της Χέρσου Ελλάδας, από τους εμπόρους της περιφέρειας και φυσικά από τον φακίρ φουκαρά, αγρότες, τσοπάνηδες, πραματευτάδες και τεχνίτες. (Εδώ).

β. Κι ο φακίρ φουκαράς, που του πήραν τα σώβρακα, είναι εικόνα που προβάλλεται για να κρύψει μίαν άλλη: την εικόνα των sans culotte, που δεν πείθονται πια τόσο εύκολα ότι «ήθη ξένα» τους παρασύρουν να επαναστατούν, αντί να δαγκώνουν αλλήλους, και αρχίζουν ν' αναστοχάζονται τον εαυτό τους αλλιώς: μες στην Ιστορία τους πάλι. (Εδώ).

  1. Τετοιο ματσο χαλια που ειναι το πολιτικο προσωπικο στα ματια του κοσμου, γιατι να μην το υποψιαστει ο φακιρ φουκαρας που εχουν δει τα ματακια του Βατοπαιδια, χρηματιστηρια, σοδομημενα ομολογα και παει λεγοντας; (Εδώ).

  2. Ποια παταξη φοροδιαφυγης; Η ‘περαιωση’ που απηλλαξε ολα τα λαμογια (πχ ο κ. Βοσκοπουλος που ειχε καταδικαστει εδω και χρονια και ζητησε τωρα να περαιωθει και να τη βγαλει καθαρη πληρωνοντας ψιχουλα); Τι περιμενεις μετα απο αυτο; Να δειξει φιλοτιμο και να τρεξει να πληρωσει ο φακιρ φουκαρας που του κοψαν και το δωρο; (Εδώ).

  3. Κάθε Δευτέρα, στο ίδιο μέρος μοιράζονται τρόφιμα στους φτωχότερους των φτωχών, στον 'Φακίρ Φουκαρά' του Τρίτου Κόσμου. (Εδώ).

(από Khan, 13/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένα από τα πολλά εις -στάν ουσιαστικά που δηλώνουν την Ελλάδα. Βλ. και Ελλαδιστάν, Γιουνανιστάν, Αυνανιστάν, λαμογιστάν, μπουρδελιστάν,Σταρχιδιστάν και πολλά άλλα.

Εδώ θίγεται περισσότερο ότι ο Καραγκιόζης ως υπόσκυλο αποτελεί το ιδιότυπο του Έλληνα στην underdog culture που έχει συμπήξει. Μιλάμε για τον χαρακτήρα που βλέπει το κράτος ως εχθρό, που περηφανεύεται να ξεγελάει την εξουσία ή και να ψεύδεται, που καυχάται εν ταις ασθενείαις του, και που διατηρεί εντέλει κάποιο είδος ανθρωπιάς ενώ κάνει διάφορα καραγκιοζιλίκια. Η έκφραση, λοιπόν, σημαίνει την Ελλάδα ως μια χώρα που ευνοεί τα παρόμοια καραγκιοζιλίκια.

  1. Και είναι κουμπάρος του Γιωργάκη. Που τον έκανε δυο φορές ΓΓ και υφυπουργό. Και ξέχασα να σας πω ότι είναι μαχητής της αξιοκρατίας. Χα χα χα! Αυτα μονο στο καραγκιοζισταν γίνονται. (Εδώ).

  2. Επρεπε να ξυσουμε πατο για να λειτουργησει λιγο η λογικη του εθνικου συμφεροντος..Ας γραψουμε εκει που δεν πιανει μελανι τις ευρωπαϊκες οδηγιες και ας δωσουμε ωθηση σε τομεις που μπορουμε να ειμαστε ανταγωνιστικοι..Ναυπηγεια, τροφιμα, βωξιτες, τσιμεντα, ιχθυοτροφεια...αντε ρε καντε κατι να ξεκολλησει αυτο το καραγκιοζισταν, γιουσουφακια και γκαρσονια μας εχετε καταντησει...αει στο κορακα... (Εδώ).

  3. Ας κανουμε μια φορα επιτελους, δικη μας εθνικη πολιτικη. Ας κανουμε το καραγκιοζισταν, Ελλαδα.. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published

Τίτλος τηλεοπτικής σειράς του 1991 που παραφράζει τον τίτλο της ταινίας Στενές Επαφές Τρίτου Τύπου του Steven Spielberg. Έχουμε, δηλαδή, μια σειρά από τροπές. Η ταινία του Spielberg αναφερόταν σε επαφές με το εξωγήινο υπερπέραν, ενώ η πρώτη τροπή αναφερόταν σε γείτονες που κρυφακούν ο ένας τον άλλο μέσα από τρύπες του τοίχου.

Πλέον η έκφραση χρησιμοποιείται ως σεχουαλικό υπονοούμενο και γενικό, αλλά κυρίως για να μεταφερθεί γλωσσικώς στα ελληνικά η πρακτική της glory hole ήτοι της τσιμπουκότρυπας ή τρύπας της χαράς, κατά την οποία δύο εραστές (συχνά άγνωστοι) έρχονται σε επαφή μέσω τρύπας σε τοίχο λ.χ. δημόσιας τουαλέτας ή αλλού. Οι τοιούτοι εραστές έχουν έτσι το πλεονέκτημα της ανωνυμίας, αλλά και της εντρύφησης σε σαδομαζοχιστικά παίγνια, εξ ου και η έκφραση χρησιμοποιείται μεταφορικώς ανάλογα.

Μόνο στην εξέδρα λέγονται αυτά και κυρίως από εκείνους τους οπαδούς που είναι σε τέτοια κατάσταση, ώστε να νομίζουν πως ο Ολυμπιακός (ή ο Παναθηναϊκός) έχει τουρλωτό πισινό, πρόθυμο για στενές επαφές τρύπιου τοίχου μαζί τους. (Εδώ).

Και "στενές επαφές με τρεις τύπους" από τα Ημισκούμπρια (από Khan, 09/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published

Η ληψώ, της ληψώς στην Γενική, είναι η ψωλή στα ποδανά.

  1. ρε μαλακες αστεια με το μεγεθος της ληψως δεν κανουν ουτε οι πιο καφροι. (Εδώ).

  2. Της κοντης ληψως της φταινε οι τριχες. (Εδώ).

  3. Ε φυσικά είναι για γέλια ρε φίλε!Φαντάσου ότι σ'αυτό το thread ποστάρουν παιδιά Γυμνασίου-Λυκείου και κάποια ταλαίρωπα και αστοιχείωτα φοιτητούδια!Κι όπως βλέπετε έχουν άποψη για όλα...
    Έχουμε νεολαία της ΛΗΨΩΣ! (Εδώ).

(από Khan, 11/11/11)Ο Οδυσσέας με την κα Λυψώ (από Khan, 11/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published

Μεταφορά στα ελληνικά του αγγλικού tweet με την σημασία γράφω στο Twitter, δηλαδή ό,τι λέμε σε απλά ελληνικά τουιτάρω.

Συνώνυμα είναι εκτός του τουιτάρω και τα κάνω τσίου και κελαηδώ. Το χαρακτηριστικό του τιττυβίζω είναι ότι αποτελεί ακριβή μετάφραση του tweet (πιθανόν και ομόρριζη ή μάλλον παρομοίως ηχοποίητη λέξη) που αφενός μπορεί να είναι καλό για λόγους ακριβείας ή εθνικής κάθαρσης των ξενισμών, ωστόσο προσδίδει μια ποζεριά στον λόγο και για αυτό μπαίνει συχνά μεταξύ κουότ είτε στον γραπτό λόγο είτε στον προφορικό. Είναι λιγότερο συχνό από το τουιτάρω. Επίσης, ως προς το κελαηδώ υφέρπει και μια αξιολογική διαφορά, όπου το κελαηδώ είναι το καλό τουιτάρισμα, ενώ το τιττύβισμα το άχρωμο (βλ. και τρίτο παράδειγμα).

Για να γκατζμανίσω και λίγο (με την καλή έννοια) ο Μπάμπης γράφει ότι το τιττυβίζω είναι πιθανώς ομόρριζο με το σαν(σ)κρητικό tittira, που σημαίνει πέρδικα που με την σειρά της είναι ομόρριζο του πέρδομαι. Τυχαίο;

  1. Οι φίλοι του τουίτερ θα θυμούνται τις πρώτες μέρες απολογητές του Μνημονίου και του Μεσοπρόθεσμου με χαρά να τιτιβίζουν από το Σύνταγμα. (Εδώ).

  2. Στο Twitter οι χρήστες «τιτιβίζουν» για ό,τι τους φαίνεται ενδιαφέρον. (Εδώ).

  3. Twitter σημαίνει τιττυβίζω.
    Τιττύβισμα είναι ο ήχος που βγάζουν τα μικρά πουλιά και μοιάζει, αλλά δεν είναι κελάιδισμα. Γιατί το κελάιδισμα έχει ένα νόημα –το υπέρτατο ίσως νόημα, την ανεπιτήδευτη και ανερμήνευτη ομορφιά. Καθώς το αηδόνι σχηματίζει τη γλυκιά του μελωδία, είναι αδύνατο να μη σταματήσεις οτιδήποτε κάνεις, για να πεις: «Τι όμορφα!» Το τιττύβισμα είναι ένα μονότονο, επαναλαμβανόμενο πιπιπιπιπιπι, ένας ήχος που υπάρχει, μια πραγματικότητα που υφίσταται, κάτι με το οποίο ζούμε μαζί, αλλά δεν το προσέχουμε, δεν το παρατηρούμε, δεν σταματάμε την εργασία μας για να το απολαύσουμε. Αν το κελάιδισμα έχει ένα νόημα –δίνει ένα νόημα– και για τον τραγουδιστή και για τον ακροατή, το όποιο νόημα του τιττυβίσματος περιορίζεται στον τιττυβιστή και μόνο, γιατί πολύ απλά ακροατής δεν υπάρχει. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επίσης, αυτός που παρατρώει, και μάλιστα ακατασχέτως και ετερόκλητα φαγητά, και εν συνεχεία χωνεύει άσχημα πέφτοντας και σε ένα είδος ληθάργου. Όπως δηλαδή κάποια φίδια τρώνε τροφές δυσανάλογα μεγάλες για το μέγεθός τους και μετά πέφτουν σε ένα είδος νάρκης κατά την χώνεψη.

Πάσα: Γκάτζμαν.

-Άμα πέσω στη μάσα κανείς δε με σταματάει. Τρώω μέχρι να πέσω σε νάρκη.
-Κατάλαβα... Κανονικό φίδι.

(από Khan, 14/11/11)(από Khan, 14/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πιο διαδεδομένη εκδοχή του ήμουν κι εγώ εκεί.

Για την ιστορική αφορμή βλ. λ.χ. εδώ. Πρόκειται για υπόθεση του 2001, όπου στην θαλαμηγό Therapin ανήκουσα στον ψυχίατρο Λυμπέρη βρέθηκε κοκαίνη, ενώ στο ίδιο κότερο επέβαιναν τρανταχτά ονόματα του ελληνικού σταρ-σίστεμ, όπως ΟΣάκηςΟΡουβάς, ο Λάκης Λαζόπουλος, ο Ηλίας Ψινάκης, ο Κώστας Χαριτοδιπλωμένος και πολλές μοντέλες. Οι σταρζ τελικά την γλύτωσαν, ενώ τον Λάκη Λαζόπουλο είχε υποστηρίξει ο Αλέξης Κούγιας. (Για μια θεώρηση των γεγονότων υπέρ του κατόχου του κοτέρου βλ. εδώ). Αυτό που μας ενδιαφέρει περισσότερο είναι ότι οι Μυκονιάτες κυκλοφορήσανε (αποτίοντας ελάχιστο φόρο αλληλεγγύης που λέει κι ο αΓ.Α.Π.ούλης) μπλουζάκια T-shirt με την επιγραφή «ήμουν κι εγώ στο κότερο» από τα οποία καθιερώθηκε η έκφραση.

Το χαρακτηριστικό, λοιπόν, της έκφρασης αυτής είναι ότι δηλώνει δύο πράγματα ταυτοχρόνως:

  1. Καμάρι ότι ήμουν κι εγώ εκεί. Το κότερο εννοοείται ως η προνομιακή κιβωτός στην οποία έχουν το δικαίωμα να μπαίνουν μόνο τα επιφανή σελεμπριτόνια, οπότε το να είσαι στο κότερο, σημαίνει ότι «έχεις τζετ κι ανήκεις στο τζετ-σετ» (κατά Ημισκούμπρια), σε παίζουνε κι εσένα.

  2. Ανάληψη ενοχής ότι συμμετείχες κι εσύ στις ανομίες/ αμαρτίες που διεπράχθησαν στο κότερο. Ορισμένοι, δηλαδή, από αυτούς που φορέσαν το μπλουζάκι ήθελαν να δηλώσουν ότι είμαστε όλοι ένοχοι, άμα σας βαστάει, συλλάβετε κι εμένα, ο αναμάρτητος πρώτος χορεύει μπαλέτο και τα ρέστα παγωτά.

Αυτή η ταυτόχρονη συνύπαρξη περηφάνιας και ανάληψης ενοχής είναι πολύ χαρακτηριστική του Νεοέλληνα και έκτοτε η έκφραση χρησιμοποιείται σε ένα μεγάλο φάσμα περιπτώσεων.

Λ.χ. στο παράδειγμα 1 βλέπουμε μια χρήση τυπική του ήμουν κι εγώ εκεί, δηλαδή δεν είμαι ντεμοντέ, βρίσκομαι στο επίκεντρο της Ιστορίας, έστω ως «παρών απών». Ή το έχω δοκιμάσει κι αυτό και δεν μου λέει πια τίποτε, κυριολεκτικά been there got the T-shirt, που λέει και το Πονηρόσκυλο. Στα παραδείγματα 2α, 2β βλέπουμε μια πιο δημοσιοκαφρική εκδοχή, όπου εξαίρεται η αυτοψία και αυτηκοία του παρόντος στα γεγονότα. Και στα παραδείγματα 3α, 3β βλέπουμε την ανάληψη συλλογικής ευθύνης.

Αξίζει να δούμε και μερικές ακόμη εκδοχές της ίδιας δομής στην μετα-μεταπολίτευση. - 'Ημουν κι εγώ μαλάκας, μεγαλόψυχη παραδοχή του Μεγάλου Πέτρου που λίγο-πολύ σημαίνει «ήμουν κι εγώ στο γλέντι της λαμογιάς».
- Κάλυπτα κι εγώ τον Κατσουράνη.
- Είδα κι εγώ το βίντεο της Τζούλιας. -Αγανάκτησα κι εγώ στην Πλατεία, -Πήδηξα κι εγώ τη Μακρυπούλια (= τον έχω ψιλοπάρει κι εγώ κι ας το παίζω άντρας).

Συνήθως πρόκειται για μια τυπικά νεοελληνική συνήθεια να αναλαμβάνεις περήφανα την συμμετοχή σου σε μια συλλογική ενοχή, γιατί αλλιώς θα σου πουν ότι ήσουν στην απόξω- οι άντρες περνούν μαμά . Ενίοτε αυτό φτάνει μέχρι την αξίωση να τιμωρηθείς κι εσύ από κοινού με όσους έχουν φταίξει πολύ πιο πολύ από σένα, ώστε να μην χάσεις την αίγλη του σελεμπριτονίου κατά ένα αντεστραμμένο μαζί τα φάγαμε , που διεκδικείται και από τα κάτω, αντί απλώς να επιβάλλεται από τα πάνω.

Πάσα: Γκαλάντριελ.

  1. ΟΙ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΕΣ ΤΟΥ ΚΩΛΟΥ ΛΟΙΠΟΝ, ΚΙΝΗΤΟΠΟΙΉΘΗΚΑΝ ΧΘΕΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΝ ΣΗΜΕΡΑ, ΔΙΟΤΙ ΕΙΝΑΙ ΜΟΔΑ ΤΟ FB TWITTER ΚΑΙ ΘΑ ΘΕΩΡΗΘΕΙΣ ΝΤΕΜΟΝΤΕ ΕΑΝ ΔΕΝ ΔΗΛΩΣΕΙΣ «ΗΜΟΥΝ ΚΙ ΕΓΩ ΕΚΕΙ».
    (ΟΠΩΣ ΤΟΤΕ ΜΕ ΤΟ ΚΟΤΕΡΟ ΤΗΣ ΠΑΡΤΟΥΖΑΣ ΣΤΗ ΜΥΚΟΝΟ, ΠΟΥ ΤΥΠΩΘΗΚΑΝ ΜΠΛΟΥΖΑΚΙΑ ΧΛΕΥΑΣΜΟΥ ΚΑΙ ΕΓΡΑΦΑΝ «ΗΜΟΥΝ ΚΙ ΕΓΩ ΣΤΟ ΚΟΤΕΡΟ»). (φωνακλάς εδώ).

2.α) Ήμουν κι εγώ στο κότερο και έγιναν έτσι ακριβώς οπως τα περιγράφει ο ανιψιός! (Εδώ).

β) επειδη αφενος την εχω παθει με τις γραμμες και αφετερου ημουν κ γω στο...κοτερο,αν λεμε για το ιδιο ατομο κ περιστατικο κ επειδη το τοπικ μιλαει για καλους τροπους,να καταγγειλω (ρητορικα γιατι ποιος νοιαζεται) το γεγονος οτι ενω μια κοπελα που χε εμφανεστατα χτυπησει στο προσωπο,δεν σηκωθηκε κανενας μλκας για να της πει «κατσε» και καθοταν ορθια με το ενα χερι να κραταει το ποδηλατο κ με το αλλο τη χειρολαβη κ τα χαρτομαντηλα που της εδωσα.ελεος δηλαδη.. (Εδώ).

3.α) Ημουν κι εγω στο κοτερο...
“Βόμβα” μεγατόνων έριξε στη χθεσινή συνεδρίαση του δημοτικού συμβουλίου Ορεστιάδας κατά τη συζήτηση για την “αντίδραση του δήμου Ορεστιάδας στην επικείμενη ίδρυση νέων κέντρων κράτησης στην περιοχή”, ο επιχειρηματίας Γιάννης Τσολάκογλου. Ευθαρσώς και επωνύμως, ο κ. Τσολάκογλου, τα κτίρια της βιοτεχνίας του οποίου φέρεται να εξετάζει το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη για να φιλοξενήσουν την υπηρεσία ασύλου και κέντρου πρώτης υποδοχής μεταναστών (δίνοντας τη δυνατότητα μετατροπής και σε κέντρο κράτησης σύμφωνα με την τροπολογία που ψηφίστηκε πρόσφατα), είπε στο δημοτικό συμβούλιο ότι για την υπόθεση αυτή “γνώριζαν όλοι”! [...] Ποιος άλλος ήταν στο κότερο; (Εδώ).

β) ἤμουν κι ἐγὼ στὸ κότερο!
δὲν γίνεται καθόλου νὰ μὴν ἀσχοληθῇς μὲ τὴν πιὸ εὐτυχιὰ στιγμὴ (sic) τοῦ βαφτησιμιοῦ τοῦ Βασιλέως Κωνσταντίνου ἀφ’ἑνός, ἀφ’ἑτέρου μὲ θέματα ποὺ προκαλοῦν ἕνα κάποιο στρίψιμο στοὺς συμπλεγματικοὺς βασιλοκτόνους ἑλληναράδες. (Εδώ).

(από Khan, 16/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified