Στην αργκό των πιλότων σημαίνει το ελληνικό σκάφος αναχαίτισης.

Έχω επαφή με έναν Μάγκα (=βλέπω στα ραντάρ μου ένα ίχνος φίλιου αεροσκάφους).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στα φανταρώνυμα του στρατού η Προκεχωρημένη Αποθήκη Βάσεως Υλικού Πολέμου αναλύεται ως Παλιοί Ακόμα Βαράνε Υπηρεσίες Περιπόλου.

- Α, κατάλαβα στην Παλιοί Ακόμα Βαράνε Υπηρεσίες Περιπόλου είσαι; Δεν θα παλιώσεις ποτέ στραβάδι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στα φανταρώνυμα του στρατού το 290 Μηχανοκίνητο Τάγμα Πεζικού αρκτικολεξείται ως 290 Μαλάκες Τρέχουν Πανικόβλητοι.

Κοίτα να δεις τώρα 290 Μαλάκες να Τρέχουν Πανικόβλητοι, θα πέσει πολύ γέλιο.

Got a better definition? Add it!

Published

Συνήθης μεταφορά για το προφυλακτικό, καθώς και αυτό προστατεύει το κεφάλι στη μάχη. Πρβλ. ποτέ στη μάχη δίχως κράνος.

Για την χρήση του κράνους στο αναρχικό ιδίωμα βλ. θα περάσει κράνος.

- Καλά άρχισε τις εχθροπραξίες χωρίς κράνος; Του αξίζει παράσημο!

(από Khan, 25/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published

Ο γνωστός Βαβυλώνιος μονάρχης, που έγραψε έναν από τους πρώτους κώδικες νομοθεσίας στην Ιστορία, δίνει το όνομά του σε πρόσωπα που είναι χαμούρες, δηλαδή εξευτελισμένα, ανυπόληπτα, ανήθικα ή άσχημα. Απλά και μόνο λόγω της ομοιότητας του ονόματος με το χαμούρα που πιθανόν προκύπτει από το χαμαί και σήμαινε αρχικά τους ερριμένους κάτω καρπούς. Ο Μπάμπης το παράγει από το λατινική camura που σημαίνει καμπύλη.

- Ίσα ρε χαμουραμπί που θα μου κάνεις και κριτική από πάνω...

(από Khan, 24/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σε ιδιώματα αριστερών αποτελεί συνήθη τροπή της πασχαλινής ευχής καλή ανάσταση.

(Εμείς οι Σλάνγκοι, βέβαια, εφόσον θέλουμε να τηρήσουμε τους νόμους της γαμοσλανγκοτέτοιας τα λέμε αμφότερα και τα δύο καλή ανάστα και καλή επανάστα).

  1. - Κι αν δε σε δω μέχρι το Πάσχα, σύντροφε, καλά να περάσετε στο χωριό και καλή επανάσταση.

  2. Καλή ανάστα σε όλους! (Αλλίβε εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ των Τσικνοπέμπτη και Μεγάλη Παρασκευή με λίγο από Κυριακή του Πάσχα. Ήθος και έθιμο αντιεξουσιαστών, οι οποίοι σουβλίζουν αρνί και τρώνε τα λοιπά κρεατικά, λ.χ. κοκορέτσια κ.τ.ό., όχι την Κυριακή του Πάσχα μετά την Σαρακοστή ή την Τσικνοπέμπτη πριν, αλλά κατά την Μεγάλη Παρασκευή που αποτελεί την μεγαλύτερη νηστεία στην χριστιανική παράδοση. Προφ θέλουν να αποδομήσουν έτσι την διάκριση νηστίσιμου και αρτύσιμου, την οποία αντιλαμβάνονται ως καθεστωτική. Η Τσικνοπαρασκευή γιορτάζεται δίκην λαϊκού πανηγυριού σε αντιεξουσιαστικούς χώρους πέριξ της Πλατείας Εξαρχείων και σε διάφορους άλλους χώρους που τελούν υπό κατάληψη από αντιεξουσιαστές καθιστάμενη στοιχείο της αναρχικής κουλτούρας.

Βεβαίως, υπάρχει και η πιο δόκιμη Τσικνοπαρασκευή, δηλαδή η Παρασκευή αμέσως μετά την Τσικνοπέμπτη, την οποία πολλοί επιλέγουν για τσίκνισμα, καθώς είναι πιο βολικό. Ωστόσο, δεν μας απασχολεί αυτή, και εξάλλου ούτε αυτή είναι απολύτως δόκιμη, καθώς δεν προβλέπεται από την παράδοση, αλλά γίνεται για λόγους ευκολίας, όπως η γαμοβάπτιση. Επίσης, στον γούγλη δίνεται κι άλλη μια σημασία: Δηλώνει κάποιον που δεν τρώει μόνο την Τσικνοπέμπτη τον αγλέουρα αλλά κάθε μέρα. Κάθε μέρα Τσικνοπέμπτη δηλαδή, σαν τον Πάγκαλο ένα πράμα. Τέλος, είναι ευνόητο ότι ο όρος μπορεί να χρησιμοποιηθεί και από άλλους αντιχριστιανούς με διάθεση βλασφημίας, και επέκεινα της αναρχικής κουλτούρας.

Πάσα: Χαλικούτης.

  1. - Καλή Τσικνοπαρασκευή σύντροφε! Σου έχω φυλάξει ένα κοκορέτσι μούρλια!

  2. Την τσικνοπαρασκευη ΒΛΑΣΦΗΜΟΥΜΕ ΤΑ ΘΕΙΑ! Λαϊκό Γλέντι και συντροφική κουζίνα με ψητά στην κατάληψη Ματσάγγου για την οικονομική ενίσχυση συντρόφων της υπόθεσης εμπρησμού σπιτιού στον αϊ Λαυρεντη. Φέρνουμε ο,τι μπορούμε από ξύδια και φαϊ.... (Σ.ς. Εδώ μάλλον εννοείται η δόκιμη Τσικνοπαρασκευή και όχι η Μεγάλη Παρασκευή).

  3. Τσικνοπαρασκευή. Για μερικούς όλες οι μέρες είναι Τσικνοπέμπτη! (Εδώ).

(από Khan, 11/03/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην αργκό των πιλότων είναι το ελικόπτερο, το ελαφρύ αεροσκάφος, ή, κυρίως, ο άπειρος ιπτάμενος μαθητής της Σχολής Ικάρων, το στραβάδι.

- Πού πας ρε κολεόπτερο;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στα φανταρώνυμα του στρατού, ο Λόχος Υποψήφιων Βαθμοφόρων αρκτικολεξείται και ως Λιώνω Υποφέρω Βασανίζομαι, δείχνοντας μια άλλη εικόνα για τον εν λόγω Λόχο από τις αναλύσεις του Λινκ (Λούφα Ύπνος Βόλτα, Λόχος Υπέρ Βυσμάτων). Πρόκειται εντέλει για έναν αμφίσημο Λόχο.

- Τι την ήθελα την Λούφα Ύπνο Βόλτα; Τελικά Λιώνω Υποφέρω Βασανίζομαι.
- Δεν ήξερες. Δεν ρώταγες;

Got a better definition? Add it!

Published

«Χωριάτικη» προφορά του τίποτα (λ.χ. σε ιδιώματα που χαρακτηρίζονται για τις αποκοπές και κωφώσεις τους όπως τα Βλάχικα), η οποία χρησιμοποιείται και ως χαριτωμενιά. Λέγεται και τέπτες.

Στο Δ.Π. υπό Γκάτζμαν.

  1. Ψάχνοντας στο forum βρήκα μια αναφορά σε αυτόν παλιότερα αλλά τιπτες άλλο... (Εδώ).

  2. ούτε με τη χάρη του jehoshua καθισαν σωστά τελικά οι φωτο......ε ρε τιπτες δεν κάνει η χριστοπιστία σας εν χριστώ αδελφάκια...... (Εδώ).

  3. Αν σ'στειλν τιπτες ιμειλ με τιτλ γκρικ τσιζζ οφερ, μην τ'ανοιξξς.Ειναι γιος π'μετατρεπ το πληχτρολοη στα βλαχκα και το ρμααδι διν κανν τιπτες!! Λαρσα βαηρους λεγτε!!!! (artinoi.gr).

  4. Αν γινονταν βεβαια οπως εγιναν στην Αγγλια, δεν θα ειχαν τυχη παρα μονο με τους Αραβες και τους Ασιατες (μακαρι να ερθουν και τετοιοι βεβαια να αφησουν και τιπτες!!). (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published