1. Χρησιμοποιείται στην έκφραση μούγκα στη στρούγκα για να αποδώσει την σιωπή των αμνώνε.

  2. Σύνολο ατόμων που υπακούουν τυφλά στον ταγό τους.

  3. Η φυλακή.

  4. Σατιρικά, για επισκόπους και άλλους κληρικούς, ως μια σλανγκ εκδοχή του «ποίμνιο».

  5. Αυτούνο το Λεξικό του Κάμπου ορίζει το βαράει στρούγκα ως «το κλαμπ έχει ουρά για να μπεις».

Η λέξη είναι αρωμούνικη (strunga). Υπάρχει και ομώνυμη πόλη στην Makedonska ta Republika.

  1. -2. Από εδώ.

Μούγκα στην στρούγκα του ΣΥΝ...
Ο νέος, δημοκράτης αρχηγός του ΣΥΝ, κύριος Τσίπρας ζήτησε από τα ιστορικά στελέχη να μην εκφράζουν δημοσίως την άποψή τους για συνεργασία με το ΠΑΣΟΚ!!! Δεν με νοιάζει τι θα κάνει ο ΣΥΝ με το ΠΑΣΟΚ, ή το ανάποδο... αλλά κρίμα για τον κύριο Τσίπρα. Ως νέος θα περίμενα να έχει διαφορετική συμπεριφορά απέναντι στην έκφραση...

  1. Τον ξαναβάλανε στην στρούγκα τον Παλαιοκώστα, αλλά ξαναβγήκε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως άσπρο πόνι, κυρίως, είναι αμερικλανιά για την κοκαΐνη, κατ' αντιδιαστολή προς το άσπρο άλογο, που είναι η ηρωίνη.

Δες και εδώ.

Ασίστ: Vrastaman.

- Και μετά πήγαμε μέσα για ένα πόνι.
- Ναι, ε; Και τα καταπίνει ή τα φτύνει;
- Όχι ρε, εννοώ άσπρο πόνι.
- Εσύ κι οι αμερικλανιές σου!...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ηρωΐνη.

Κάποτε ήταν καλό άλογο η γκόμενα, αλλά τώρα την έχει ξεκάνει το άλογο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πρεζάκιας με την έννοια του κουταλάκια, από το κοχλιάριον ή χουχλάρι στα πιο λαϊκά, επειδή το κουτάλι είναι ανάμεσα στα σέα του πρεζάκια.

Πηγή: John Black.

ΑΣΜΑ
«Ο κοχλαράκιας» (1935)
στ.: Γ. Βιτάλης
Μουσ.: Β. Μεσολογγίτης
Ερμηνεία: Β. Μεσολογγίτης

-Ρε πώς έτσι μ’ αδερφούλη μου σαν μπαγιάτικος παστουρμάς είσαι να πούμε
-Ανακριτή σ’ έβαλα ρε ε Αν είμαι παστουρμάς ή αν είμαι σουτζούκι
-Όχι ρε, από φιλικά σε ρωτάω. Να ξέρεις δηλαδή
-Φίλος δεν υπάρχει σ’ αυτό τον κόσμο. Συμφέρον μοναχά
Ο καλύτερος φίλος του εμαυτού σου είναι ο εμαυτός σου, για να ξέρεις
-Καλά ντε, συγνώμη ρε αδερφούλη μου

Τι σας νοιάζει αν έγινα πρεζάκιας
Και γυρίζω στους δρόμους κοχλαράκιας
Τι σας μέλει που με περιφρονάνε
Δεν με ξέρουνε και πια δεν μου μιλάνε
Αν γυρίζω στους δρόμους κουρελιάρης
Τιποτένιος τεμπέλης και αλανιάρης
Μη ρωτήσεις κοσμάκη την αιτία
Το πώς έπεσα κι εγώ στην αλητεία

Απλά κορυφαίο! (από Khan, 27/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασική εϊτίλα. Απαθανατίστηκε ως «άμα θες να σε βγάζω και να σε συναρπάζω, νά 'σαι πιο ντεκλαρέ», στο άσμα «πάρ' το Λίζα και κάν' το κορνίζα» (βλ. λήμμα) σε στίχους- μουσική Σταμάτη Κραουνάκη και ερμηνεία Κώστα Μακεδόνα.

Γενικά πρόκειται για μια μάλλον φαλλογοκεντρική έκφραση, που λέει κι ο έτερος Αλγέριος. Για μια σέξι γυναίκα θα πούμε ότι μας ανάβει, μας καυλώνει, αλλά κυρίως για τον άντρα γόητα θα πούμε ότι συναρπάζει. Εξάλλου και η έκφραση «σε βγάζω και σε συναρπάζω» δείχνει μια γυναίκα που μάλλον περιμένει από τον άντρα να την βγάλει έξω και να της δείξει τον κόσμο, όντας η ίδια ήκιστα καρριόλα. Είναι συνώνυμο (όχι ταυτόσημο) του «μαγεύω» και σημαίνει κυρίως έναν άντρα που «κλέβει καρδιές», που «προκαλεί εντύπωση». Γι' αυτούς που συναρπάζουν κυριολεκτικά, κυκλοφορεί και ως την βγάζω και σε συναρπάζω, ή το αυτοερωτικό την βγάζω και την συναρπάζω. Παρ' όλα όσα επεσήμανα πάντως δεν αποκλείεται η έκφραση να χρησιμοποιηθεί και για γυναίκες, απλά είναι πιο ασυνήθιστο.

Ετυμολογικά Trivia: To be read at their own risk από καρδιοπαθείς, εγκύους, σλανγκαρχίδηδες και νιούμπηδες που μόλις βλέπουν κουλτουριάρικα φρικάρουν και εγκαταλείπουν το σάιτ.

Ετυμολογία : < ἁρπάζω < ἅρπη = δρεπάνι < ινδοευρωπαϊκή ρίζα **serp-* από την οποία βγαίνουν πολλές λέξεις όπως το αγγλικό sharp = κοφτερός.

Η λέξη συναρπαστικός μαρτυρείται από το 1895. Η λέξη συναρπάζω είναι αρχαία. Η λέξη συναρπαγή αποτελεί κλασική εϊτίλα που συναρπάζει τους Γιανναρο-Ζουρ(λ)άριδες. Αντλείται από την λεγόμενη βυζαντινή γραμματεία, η οποία δεν διακρίνει σε θανάσιμα και μη αμαρτήματα όπως η δυτική, αλλά ανάμεσα σε αμαρτίες κατά συγκατάθεσιν και κατά συναρπαγήν. Οι πρώτες αφορούν σε πάγια θέληση και αλλάζουν μόνο με ριζική μετάνοια (λ.χ. μίσος, εγωισμός), ενώ οι δεύτερες προκύπτουν αντίθετα από την θέληση του αμαρτάνοντος μέσα στις καθημερινές ενδεχομενικότητες. Ο όρος συναρπαγή γραφόμενος υπερκουλτουριστί ως συν-αρπαγή χρησιμοποιήθηκε σε εκφράσεις όπως «ο πολιτισμός της συν-αρπαγής» για να ασκήσει κριτική στην σύγχρονη κενωνία, κατά αντιστοιχία προς μοντέρνες και μεταμοντέρνες εκφράσεις, όπως la société du spectacle κ.ο.κ.

Επίσης, δες εδώ για μια ενδιαφέρουσα σύγκριση με το συνεπαίρω, συνεπαρμένος.

- Δεν έχει εξαπάκετα κι έτσι ο Βέλτσος, αλλά συναρπάζει με τον δικό του τρόπο τις γκόμενες! Ας πούμε, την Λάουρα την έχει κυριολεκτικά μαγέψει!
- Δεν είναι και δύσκολο. Αφού η κοπέλα είναι ό,τι φάμε, ό,τι πιούμε κι ό,τι συναρπάξει ο κώλος μας...

Στο 1.00 (από Khan, 27/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Μπάμπης δίνει μεταξύ άλλων τις εξής σημασίες: 1. Βγάζω από κάτι το υγρό που περιέχει, πιέζοντάς το και αφήνοντάς το να στάζει. 2. Αφαιρώ το περιεχόμενο και την δύναμη, την ικμάδα από κάτι.

Ξεχνάει όμως να μας πει ότι κατεξοχήν το ρήμα με τις εν λόγω σημασίες χρησιμοποιείται για τον μπαργαλάτσο, άλλως πέοντα και είναι συνώνυμο του ξεζουμίζω. Σημαίνει δηλαδή την αφαίμαξη του πέοντος από τους ζωτικούς του χυμούς μέσω πολλαπλών εκσπερματίσεων, ώστε τόσο ο πέων όσο και ο φέρων αυτόν να απολέσουν την ικμάδα των, κοινώς να ρέψουν. Με λίγα λόγια ένα εξαντλητικό σεξ. Κυρίως χρησιμοποιείται για το στοματικό σεξ, όπου η καταπιόλα η πουτσοστραγγίχτρα κατά τον χαρακτηρισμό συσσλαγκιστή που βγάζει πολλή επικίλα, φροντίζει να στραγγίξει το όργανο του παρτενέρ από τα υγρά του ως η καλή νοικοκυρά που είναι. Λέγεται και πουτσοστραγγίζω για μεγαλύτερη σλανγκική αίσθηση.

Ετυμολογικά trivia: Από την ίδια ινδοευρωπαϊκή ρίζα **streng-* προκύπτουν:
1) το λατινικό ρήμα stringo-strinxi-strictum-stringere, όθεν το στρινγκ, η στρινγκαδούρα, ο πούστρινγκ, ο πουστρίγκος, η στρίγκλα, οι στρίγκλες, το σύστριγκο, η string-theory για την δημιουργία του κόσμου, η παντόφλα στρινγκ, και ένα σωρό άλλες ευρωπαϊκές λέξεις που σημαίνουν σχοινί ή χορδή ή κάτι παρόμοιο. 2) Οι αγγλικές λέξεις strong και strict και πολλές άλλες ομόρριζες και συνώνυμες λέξεις σε άλλες ευρωπαϊκές λέξεις. 3) Οι ομηρικοί Λαιστρυγόνες (άσχετο! νομίζω ως πνίχτες), οι γείτονες των συσόπων. 4) Ο στραγγαλισμός και ο ερωτικός αυτοστραγγαλισμός. 5) Οι λέξεις στρογγύλος, στρογγυλός κ.τ.ό. Εν προκειμένω το στραγγίζω προέρχεται από το στραγξ- στραγγός που σημαίνει σταγόνα, σταλαγματιά, από την ίδια ρίζα. αατα.

Τι να κάνει άραγε ο Πέρι; Ποιον να πουτσοστραγγίζει άραγε αυτήν την στιγμή που μιλάμε;

(από BuBis, 26/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προκύπτει από το ομώνυμο τραγούδι του Σταμάτη Κραουνάκη σε εκτέλεση Κώστα Μακεδόνα, και αποτελεί έναν από τους κλασικότερους τιραμισουρεαλισμούς της εκφραστικής μας. Τι παίρνει η Λίζα; Μύγδαλα; Καρύδια; Φιστίκια; Το πτυχίο που δεν μπαίνει στο αρχείο; Ο στιχουργός δεν αναφέρει σε τι ακριβώς αναφέρεται το αντικείμενο «το» που παίρνει η Λίζα. Πάντως είναι πιθανόν κάτι που μπορεί να γίνει κορνίζα, αλλά και να μπει στην πρίζα. Κατά τον λημματονουνό Γκάτσμαν, επίσης, είναι κάτι που μπορεί «να το δώσει στην Νταίζη να έχει να παίζει». Δεδομένου πάντως του υπονοουμένου που υπάρχει στην έκφραση τον βάζει τον φορτιστή στην πρίζα, το οποίο αναλύεται περαιτέρω στο λήμμα AC/DC, πιθανόν αυτό που παίρνει η Λίζα να είναι ο μπαργαλάτσος.

Το θέμα δεν είναι βεβαίως να συλλάβουμε αυτό το σημαινόμενο, που συνεχώς θα μας ξεφεύγει, (ούτε καν να εξαπολύσουμε τον φαλλό ως «προνομιακό σημαίνον» κατά Λακάν) αλλά να δούμε σε ποιες συνταγματικές σχέσεις χρησιμοποιούμε την φράση. Πρόκειται για έναν άντρα που είναι βαριεστημένος στο μάξιμουμ και μπιφτεκωμένος από μια Λίζα ή Frau Lisa γερμανιστί, η οποία του φέρνει εξτρά τύπους στην παρέα, και μάλιστα κοντούς (με βιοτεχνία στη Νέα Ιωνία!) και από τα Φιλιατρά, που μιλάει αγγλικά αντί να μιλάει ελληνικά, και γενικά τον κουράζει και του καίει την μίζα. Οπότε η έκφραση λέγεται όταν πραγματικά έχουμε κουραστεί από μια γκόμενα, είτε Ελλεεινίδα είτε Αμερικλάνα, όπως η Υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Κοντολίζα Ράις, για την οποία η έκφραση χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον, είτε Ιταλίδα, όπως η Μόνα Λίζα του Λεονάρντο ντα Βίντσι, είτε ό,τι. Όταν έχουμε κουραστεί από την γυναικεία έλλειψη ντεκλαροσύνης, απ' τα τσαλίμια, την ετερογλωσσία, απ' το να μας θεωρούν md σε sister operating system κ.τ.λ., και θέλαμε απλώς να της δώσουμε κάτι ό,τι να το κάνει κορνίζα, να το βάλει στην πρίζα και να μας αφήσει ήσυχους.

Ασίστ: GATZMAN από Δ.Π.

Τι παίρνει η Λίζα;

  1. Μπαργαλάτσο, όπως εδώ;
    Πάρτον Λίζα και κάντον κορνίζα
    “Καλύτερα μουνόδουλος και να κάνω δουλειά μου παρά να μένω με το πουλί στο χέρι λόγω κάλου στον εγκέφαλο…”

  2. Φλιτζάνι τσαγιού, όπως εδώ;

Πάρτο Λίζα και κάντο κορνίζα, φαίνεται να σκέφτηκε τουρίστρια με ψυχολογικά προβλήματα στο Λούβρο.
Συναγερμός στο μουσείο του Λούβρου. Αφορμή η εκτόξευση φλιτζανιού του τσαγιού (!) στη Mona Lisa. Ευτυχώς, που ο διάσημος πίνακας, φυλάσσεται σε βιτρίνα με αλεξίσφαιρο τζάμι και δεν υπέστη κάποια ζημιά. Δράστης της επίθεσης, μία Ρωσίδα τουρίστρια, η οποία συνελήφθη και παραπέμφθηκε για ψυχολογική γνωμάτευση, ενώ το μουσείο κατέθεσε μήνυση σε βάρος της

  1. Τηλέφωνο, όπως εδώ;

Πάρτην Κοντολίζα και κάντην κορνίζα!
Λογικά τώρα θα αναρωτηθείτε πώς μας ήρθε στα καλά καθούμενα και θυμηθήκαμε το ρόλο «ταχυδρόμου» και «μεσάζοντα» των ΗΠΑ που έπαιζε ο κ. Παπανδρέου όταν οι φίλοι του οι Αμερικάνοι βομβάρδιζαν τη Γιουγκοσλαβία. Η εξήγηση είναι απλή: «Θαυμάζουμε» τη ...συνέπεια του ανδρός. [...] Θέλετε απόδειξη; Ε, λοιπόν, ορίστε: Δεν πρόλαβε ο κ. Παπανδρέου να γυρίσει από την επίσκεψή του στη Συρία και στο Λίβανο και η πρώτη του δουλιά, προτού ακόμα ασχοληθεί με την εκλογή της κυρίας Μαριλίζας (Ξενογιαννακοπούλου), ποια λέτε ήτανε; Μα τι άλλο από το να πάρει αμέσως στο τηλέφωνο την πιο αγαπημένη του «Λίζα» στον κόσμο - όπως επισήμως, μάλιστα, μας ενημέρωσε το Γραφείο Τύπου του ΠΑΣΟΚ - την ...Κοντολίζα Ράις, την υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ, για να την ...ενημερώσει για τα αποτελέσματα της επισκέψεώς του στην περιοχή...

  1. Πτυχίο, όπως εδώ;
    Πάρτο Λίζα και κάντο κορνίζα! Πήρα πτυχίο!Πήρα πτυχίο!
    Είναι μεγάλη χαρά και ανακούφιση...
    Αλλά από δω και εμπρός τί;;
    Τώρα αρχίζουν τα δύσκολα...Με τρομάζει το άγνωστο στο οποίο θα βαδίζω απ'αυτή τη στιγμή κι έπειτα..μέχρι τώρα είχα αρχικά την ασφάλεια του σχολείου,μετά της σχολής,είχα ένα σκοπό και τον ακολουθούσα..

Ή κάτι άλλο; Βάλτε την φαντασία σας να δουλέψει.

ΤΟ ΑΣΜΑ

Στίχοι: Σταμάτης Κραουνάκης
Μουσική: Σταμάτης Κραουνάκης
Πρώτη εκτέλεση: Κώστας Μακεδόνας

Τηλεφώνησες πάλι
να μου κάνεις κεφάλι
να σου πω να μου πεις
κοιτά μόνο την ώρα
ουτέ χτες ουτε τώρα
θα φανείς συνεπής
πάλι θα κανονίσεις
να μου ξεκουβαλήσεις
και κανέναν εξτρά
τον κοντό κολλητό σου
ή κανέναν γνωστό σου
από τα Φιλιατρά.

Τηλεφώνησες πάλι
απ' τον κύριο Τσάρλυ
που σου κάνει αγγλικά
τηλεφώνησες πάλι
και σ' ακούγανε κι άλλοι
μίλα ελληνικά
άμα θες να σε βγάζω
και να σε συναρπάζω
νασαι πιό ντεκλαρέ
μου 'χουν πει στο φλυτζάνι
πως μια Λίζα με κάνει
φιλετάκια πουρέ

Πάρτο Λίζα
και κάντο κορνίζα
και βάλτο στην πρίζα
να κάνει σουξέ
το πτυχίο
δεν μπαίνει στ' αρχείο
κορίτσι για δύο
τσιφλίκι μπαξέ
πάρτο Λίζα
και κόντο κορνίζα
και μες στο IBIZA
μπορεί να συμβεί
το μοιραίο
κορίτσι λαθραίο
κομμένη στο λέω
όχι άλλη στραβή

Τηλεφώνησες πάλι
όπως έβλεπα Γκάλη
να μου κάνεις ρελάνς
με κουράζεις ρε Λίζα
θα μου κάψεις τη μίζα
και θα πάρω ρεβάνς
όλο dear και honey
αϊ σιχτίρι Γιορντάνι
πάνε βρες τον κοντό
που 'χει βιοτεχνία
μες την Νέα Ιωνία
και αμάξι μπορντώ

Τηλεφώνησες πάλι
απ' το δίπλα μπακάλη
που τον λένε Μικέ
δεν γουστάρω Λιζάκι
αλογάκι σε σκάκι
σε αγώνα σικέ
Τηλεφώνα στη Νταίζη
να σου κάνει τραπέζι
με σαμπάνια ΚΑΙΡ
και φωνάξτε την Ντέπυ
που 'χει βίτσιο να βλέπει
μοναχά Ρίτσαρντ Γκηρρρρρ.

Πάρτο Λίζα
και κάντο κορνίζα
και βάλτο στην πρίζα
να κάνει σουξέ
το πτυχίο
δεν μπαίνει στ' αρχείο
κορίτσι για δύο
τσιφλίκι μπαξέ
πάρτο Λίζα
και κόντο κορνίζα
και μες στο IBIZA
μπορεί να συμβεί
το μοιραίο
κορίτσι λαθραίο
κομμένη στο λέω
όχι άλλη στραβή

Πάρτο Φράου Λίζα (από Khan, 25/08/09)Και μες στο/στην Ιμπίζα μπορεί να συμβεί! (από Khan, 25/08/09)(από allivegp, 25/08/09)(από Khan, 01/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λογοπαίγνιο μεταξύ αφενός των λωτοφάγων της Οδύσσειας, οι οποίοι τρώγοντας ένα φυτό σαν τους λωτούς ένα πράμα ξέχναγαν την νοσταλγία για την πατρίδα που τους έδινε ταυτότητα, και αφεδύο του τυχερού παιχνιδιού Λόττο. Προφάνουσλυ, το ηθικό δίδαγμα είναι ότι με τον τζόγο ξεχνάμε τα πραγματικά δομικά οικονομικά, ψυχολογικά και άλλα προβλήματα, και το κράτος μας ενθαρρύνει γι' αυτό μέσω του ΟΠΑΠ κτλ. Οπότε λοττοφάγος είναι όποιος τρώει την παραμύθα και συμβιβάζεται αντί να γίνει ο μπαχαλάκιας που θα έπρεπε να είναι, και να βγει έξω να τα σπάσει όλα σε ένα πάρτι με Uzi (πλάκα κάνω!).

Κυριολεκτικά είναι αυτός που κερδίζει το Λόττο και μετά πετυχαίνει να φάει τα κέρδη σε χρόνο dt.

Με μια δόση σεφερλίτιδας παραπάνω μπορεί να είναι και ο φανατικός των οχημάτων Lotus.

Από την Καθημερινή, ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον άρθρο, εδώ.

ΛΟΤΤΟφάγοι που έχασαν τα κέρδη τους
Και γύρισαν στη φτώχεια

Στο ερώτημα «ποιος θέλει να γίνει εκατομμυριούχος;» δύσκολα θα βρεθεί κάποιος που θα απαντήσει αρνητικά. Διαβάζοντας, ωστόσο, ιστορίες και εξομολογήσεις ανθρώπων που κέρδισαν το ΛΟΤΤΟ, γίνεται αντιληπτό ότι τα σύνορα τύχης και ατυχίας είναι ευμετάβλητα. Η Εβελιν Ανταμς, για παράδειγμα, κέρδισε πριν από χρόνια 5,4 εκατ. δολάρια, αλλά σήμερα ζει σε τροχόσπιτο αφού δεν είπε ποτέ «όχι» σε όποιον της ζητούσε χρήματα. Ο Τζακ Γουίτακερ, που κέρδισε στις ΗΠΑ 315 εκατ. «κατόρθωσε» να τα χάσει όλα από κακές επιλογές, δωρεές και φιλανθρωπίες.

Σ.ς.: Είναι, λοιπόν, περίεργα τα παιχνίδια της κλητωρίδας.

Λοτοφάγοι. (από Khan, 24/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λογοπαίγνιο μεταξύ του αγγλικού hostess = οικοδέσποινα, και του ελληνικού χώσ' τες, το οποίο καθιερώθηκε από την αείμνηστη Μαλβίνα Κάραλη στην εκπομπή της Malvina Hostess, με την έννοια ότι η Μαλβίνα τα έχωνε στους πολιτικούς, στα κακώς κείμενα της ελληνικής κοινωνίας κ.ο.κ.

Το ρήμα χώνω, όπως φαίνεται στο σάιτ μας, έχει τουλάστιχον τρεις σλανγκ σημασίες: α) βρίζω, ρίχνω μπινελίκια (τα χώνω είς τινα), β) γαμώ (τον χώνω είς τινα), γ) αγγαρεύω (χώνω τινά). Αναλόγως και το χώστες, το οποίο χρησιμοποιείται και ως υπονοούμενο στην κωλομπαρική διάλεκτο, για την κορασίδα, που αναλαμβάνει ρόλο hostess σε οίκον της απωλείας (αν και η ελληνική κουλτούρα δεν έχει φτάσει ούτε καν σε αυτό το επίπεδο φεμινισμού, ήτοι να αναγνωρίζει σε γυναίκα ευαγούς ιδρύματος οποιονδήποτε άλλο ρόλο πέραν του αντικειμένου, οπότε πρόκειται μάλλον για γκρηκλισμό).

Μας υποδέχτηκε η χώστες και άρχισε την επίδειξη των κορασίδων, αν και μεταξύ μας, η χώστες ήταν πιο χώστες από τις άλλες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το αγγλικό shrinky, είναι αυτός που μιλάει σαν ψυχίατρος με ύφος ψυχαναλυτικού ξερόλα, η αρσενική (ή και θηλυκή) γιαλόμα, αυτός που το ξηγάει το όνειρο (βλ. λήμμα). Στα αγγλικά, ο όρος shrink για να δηλώσει τον ψυχίατρο, προκύπτει από το head-shrinker (απ' το 1950) δηλαδή αυτός που γυρίζει / λυγίζει (to shrink) το κεφάλι, και μαρτυρείται από το 1966. Γαλλιστί ψι.

Καυλαγόρας: Από όταν άρχισε να πηγαίνει στις διαλέξεις του Βέλτσου, η Λάουρα έχει αρχίσει να μιλάει με ύφος σαράντα σρίνκηδων!
Πεοσθένης: Δηλαδής;
Κ.: Να, προχτές μου έλεγε ότι η προσπάθειά μου να ορθογραφώ τέλεια τις λέξεις κρύβει μια θέλησή μου για πατροκτονία του πατέρα μου, του Γεωργίου Ζάκκου.
Π.: Τι μας λες; Φοβερή ψαγμενιά!
Κ.: Ναι, και μου λέει ότι στον allivegp προσπαθώ να βρω τον ορθογράφο πατέρα που μου είχε πάντοτε λείψει στα παιδικά μου χρόνια.
Π.: Και καλά πού τον γνώρισε τον Βέλτσο η Καυλάουρα;
Κ.: Σ' ἔνα μπαρᾶκι στῆν Μίκωνο. Λαῖει ὄτι εἴναι γοητευτικῶς τὰ μᾶλα!
Π.: Μάλλον δεν έχεις ξεπεράσει την πατρική φιγούρα.
Κ.: Καὶ σύ σρίνκης τέκνον Πεόσθενες;

Ο ορίτζιναλ σρίνκης (από Khan, 23/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified