(ουσ. ουδ.): Σχέση που συνάπτεται με ιδιαιτέρως... συγκεκριμένο σκοπό.

Τι έρωτες κλπ μου λες τώρα. Εγώ ψάχνω για κάνα πηδύλλιο για να στρώσω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(Oυσ. ουδ.): Παλιρροϊκό κύμα που σε χτυπάει αν βρεθείς κατά λάθος σε παραλία gay γυμνιστών στη Μύκονο!

- Μπάμπη πάμε να φύγουμε από δω, θα μας σηκώσει το τσουτσουνάμι.

%

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αβυσσαλέο ντεκολτέ φερόμενο προκλητικότατα από αντίστοιχα προικισμένη γυναίκα. Γνωστό και ως χαράδρα. Προκαλεί συμπτώματα ιλίγγου παραπλήσια μέθης.

- Παραλίγο να πέσω στο βυζολάκκο.
- Κώστα πρόσεχε τη χαράδρα!

(από Khan, 27/07/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(ουσ. ουδ.): Ο καφές που σερβίρεται σε σταθμούς ΚΤΕΛ, καράβια κ.λπ.

- Άσε ρε φίλε που θα πιω το ρόφτυμα. Πιάσε μια χάινεκεν μέχρι να 'ρθει το Κτεου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ιαχή καλτ φιγούρας ελληνικού πορνό σινεμά. Συνήθης σύνταξη με το τροπικό ΕΕΕΕΕΤΣΙ....

Χρήση: ποικίλλει από συνθήκες σεξ μέχρι την παρουσία του Ολυμπιακού στην Ευρώπη. Και όλα τα ενδιάμεσα.

ΠΕΝΤΑΡΑ ΠΑΛΙ;;;;;ΕΕΕΕΕΕΕΕΕΤΣΙ ΒΕΝΤΟΥΖΑ ΒΕΝΤΟΥΖΑ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

στειλιάρι, στυλιάρι

  1. Κατάσταση υπερβολικής μέθης κατά την οποία η αντίδραση σε οπτικοακουστικά ερεθίσματα είναι ανάλογη αυτής του ξύλινου χερουλιού τσάπας ή γκασμά.

  2. Πολύ και αγριοβάρβαρο ξύλο. Συντάσσεται με το τρώω ή / και ρίχνω.

  1. Άσ' τον ρε, δε βλέπεις ότι το παιδί είναι στειλιάρι;

  2. Και εκεί που κάνω παιχνίδι με τη μικρή, πετάγονται 3 και μου ρίχνουν ένα στειλιάρι... 8 έπεφταν 1 μέτραγα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατάσταση μέθης. Προέρχεται από παρομοίωση της χαρακτηριστικής γυαλάδας ματιών μετά από κατάχρηση ουσιών, αλκοόλ κλπ, με την αντίστοιχη μιας καλογυαλισμένης ζάντας 21''. Συντάσσεται και με το ΦΕ. Εξαιρετικά δόκιμη χρήση στα πέριξ Θεσσαλονίκης.

Πίναμε, πίναμε, πίναμε, ζάντα γίναμε. ζάντα ΦΕ, σου λέω.

Κάποιος έγινε ζάντα χτες βράδυ... (από Galadriel, 25/01/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφορά σε άτομο με περιορισμένη δυνατότητα αντίληψης και ευθύνης. Πρόκειται για παραλληλισμό ταχύτητας ανάλυσης δεδομένων.

- Μα καλά, είσαι τελειωμένος ρε, ΠΕΥΚΟ!

"Έχω κάνει και Μεγάλο Πεύκο"! (από Hank, 24/01/09)(από mafie, 03/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πέραν της γνωστής φίρμας με φορτηγά, εδρεύουσας στην Αθήνα, αποτελεί και μειωτικό χαρακτηρισμό για παχουλή γυναίκα που έρχεται με φόρα.

Μιχάλη στη μπάντα, θα σε περάσει κοντοσούβλι ο γιαμαρέλλος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  • O υπερμέγιστος μπαλλαδόρος, ο ντριπλάρων μετά του τοπίου (=μπάλας) 3 αντιπάλους, ακόμη και εντός τηλεφωνικού θαλάμου. Παράδειγμα 1.
  • O έχων το παντελόνι πεσμένο επιδεικνύοντας τριχωτή κωλοχαράδρα κατά τη διάρκεια επίκυψης (ή μη). Παράδειγμα 2.

Παράδειγμα 1
- Πσσσσσσ τι έκανε ο μάστορας, είσαι ο υδραυλικός αγόρι μου...

Παράδειγμα 2
- Ω ρε φίλε, πάρε μάτι εκεί τον υδραυλικό που μοστράρει τη χαράδρα.

Remi Gaillard, Squash. (από patsis, 26/03/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified