Αργκό του Π.Ν. για το ναρκαλιευτικό. Κάθε ΕΠ.ΟΠ. που σέβεται τον εαυτό του έχει και μια οριακά πιστευτή ιστορία να αραδιάσει από τις σκληρές πλην αθώες εποχές στα ναρκάλια.

- Εμ βέβαια, εσύ ήσουν στο Ν.Ν.Π. μια ζωή, δεν έχεις φάει το ναρκάλι με το κουτάλι, μη μιλάς, άντε μπράβο.

- Ό,τι γουστάρω θα κάνω!

Got a better definition? Add it!

Published

Το γνωστό εν τη πολυτεχνειούπολη των Αθηνώνε Κτήριο Αντοχής Υλικών, το οποίο επιβάλλεται, όταν αναφέρεται, να προφερθεί ως «καυλί», ειδικά όταν το επισκεπτόμαστε για να δούμε αποτελέσματα μαθημάτων μηχανικής στα οποία έχουμε εξεταστεί.

- Πού' σαι ρε Ακίνδυνε, τί κάνεις; όλα καλά;
- Καλά, μια χαρά. Εσύ;
- Καύλα! Πού πας;
- Άσε, έδωσα παραμορφώσιμο και πάω στο Κ.Α.ΥΛΙ. να δω τα αποτέλεσματα...
- Κουράγιο, φίλε μου, κουράγιο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μερεμέτι, μικροδουλειά του σπιτιού (ηλεκτρολογικά, υδραυλικά). Γενικότερα, οποιαδήποτε «υποδεέστερη» δουλειά που έχει ανατεθεί σε κάποιον: θέλημα, βοήθεια σε χειρωνακτική εργασία, μεταφορά κάποιου πράγματος κ.λπ.

- Πού πας;
- Με έχει χώσει ο κυρ-Αλέξης να πάω να κάνω μια αλβανιά στο εξοχικό του, κάτι ηλεκτρολογικά.
- Πω ρε φίλε, πήξιμο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτή που «περιποιείται» τους πάντες. Αλλιώς, η παρτόλα.

- Σοβαρά; Την έχει πηδήξει κι ο Γιώργος την Ελένη;
- Ποιος Γιώργος ρε, τη μισή γειτονιά έχει πάρει. Γυναίκα ασθενοφόρο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ποδοσφαιριστής που δεν ξέρει ντρίπλα.

- Ο Σαλπιγγίδης είναι μονοκόμματος, δεν έχει ντρίπλα, είναι άντριπλος!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η Πολυτεχνειούπολη της Αθήνας μάγκικα.

- Τί λέει; Τί θα παιχτεί το βράδυ;
- Δεν ξέρω. Ψήνεσαι να πάμε με τους άλλους πολυτέ;
- Μέσα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ελικόπτερο είτε της αστυνομίας, είτε και καλά δημοσιογραφικό, που καταγράφει κάθε κίνηση σε μια συγκέντρωση, πορεία ή σε οποιαδήποτε άλλη δημόσια σύναξη.

-Κοίτα πόσα ρουφιανόπτερα υπάρχουν εδώ ρε!
-Χαμογέλα ρε! Μας φωτογραφίζουν!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πιο έντονη λέξη για την πούτσα. Ιδίως στην παρακάτω φράση:

- Ρε συ, της μίλησες και αυτή σε έκλασε κανονικά!
- Ναι, στην καραπουτσακλάρα της!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πολύ χαμηλού επιπέδου.

Τι ματς ήταν αυτό ρε φίλε; Τελείως σούπα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φέρομαι σαν πούστης, σαν αδερφή.

-Δεν ξέρω αν γαμάει ο Μπάμπης, πάντως πουστρίζει πολύ.
-Τι λες ρε; Έχει γκόμενα κανονικά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified